Η Γιόλα Δαμιανού – Παπαδοπούλου συνομιλεί με την Ιουλία Ιωάννου για το agrinio-life
Συγγραφέας του μυθιστορήματος «Αν ήξερα αλλιώς να σ’ αγαπώ»
«Αν ήξερα αλλιώς να σ’ αγαπώ» είναι ο τίτλος του νέου μυθιστορήματος της αγαπημένης συγγραφέα Γιόλας Δαμιανού – Παπαδοπούλου, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Και το ερώτημα είναι… αν ξέραμε αλλιώς να αγαπάμε… αν είχαμε τη δύναμη να καταλάβουμε ποιος μας αγαπάει πραγματικά και για ποιον αξίζει να θυσιάσουμε εμείς την καρδιά μας, πόσο διαφορετική θα ήταν η ζωή μας;
Το βιβλίο καταπιάνεται με ένα θέμα ταμπού, την κακοποίηση των γυναικών, και κατ’ επέκταση την ενδοοικογενειακή βία, που δυστυχώς πάρα πολλές γυναίκες υφίστανται! Γυναίκες όλων των κατηγοριών, όχι απαραίτητα απλές νοικοκυρές χωρίς μόρφωση και ισχυρή προσωπικότητα, μα γυναίκες επιτυχημένες, ανεξάρτητες, προικισμένες με ταλέντα που τραβάνε το θύτη σαν μαγνήτης ώστε να τις υποτάξουν, να τις καταπιέσουν, να καταφέρουν να ισοπεδώσουν κάθε αυτοσεβασμό που έχουν μέσα τους. Και όταν το πετύχουν αυτό, νιώθουν οι ίδιοι ισχυροί, αποκτούν δύναμη μέσα από την αδυναμία του θύματος, μέσα από την ταπείνωση και τον εξευτελισμό που εκείνες βιώνουν.
Τι γίνεται λοιπόν όταν τα περιθώρια στενεύουν και τα πράγματα οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή;
«Ποιο είναι το μεγαλύτερο έγκλημα; Αυτό που γίνεται ακαριαία πριν το θύμα προφτάσει να καταλάβει το τέλους του, ή ο θάνατος που έρχεται αργά, μεθοδικά και κρατάει χρόνια, μέχρι που το θύμα να χάσει και το τελευταίο ευτελές συναίσθημα της ανθρώπινης υπόστασης; Με ποια ποινή καταδικάζουν οι δικαστές τους κακοποιούς του σώματος και της ψυχής;»
«Υπάρχει κάτι τρομακτικό στο βάναυσο που επινοούμε και δεν μπορούμε να ανατρέψουμε, με αποτέλεσμα να εγκλωβιζόμαστε σε μια αντιπαλότητα με το υποσυνείδητό μας».
«Όλα αυτά που μας συμβαίνουν στη ζωή είναι για να μαθαίνουμε. Εξάλλου, η αλήθεια βιώνεται, δε διδάσκεται».
«Τώρα ξέρει πως η μαγική στιγμή της ευτυχίας έρχεται όταν δεν την περιμένεις. Όταν δεν απαιτείς τίποτε από το αύριο και δέχεσαι με ευγνωμοσύνη αυτό που σου φέρνει η μέρα ή η στιγμή!»
– Σε μια αρρωστημένη σχέση, όπου όλοι αντιλαμβάνονται τα «σήματα» που εκπέμπει, πώς είναι δυνατόν να μην αντιδρά εγκαίρως το θύμα και να αφήνεται στην ψευδαίσθηση των λιγοστών ευτυχισμένων στιγμών που σαν ψίχουλα της πετάει ο θύτης προκειμένου να της ρίξει στάχτη στα μάτια;
Αυτό που λες είναι πέρα για πέρα αληθινό. Στην περίπτωση της Γιολάντας ο θύτης μπήκε στη ζωή της καλά μελετημένος. Ήξερε πόσο φοβισμένη ήταν και πόσο δεν ξανοιγόταν στους έρωτες και έπαιξε με την ανάγκη της να ζήσει τον μεγάλο έρωτα. Από την αρχή είδε τα σημάδια της αντιφατικότητάς του όμως το κύμα του πάθους τα σάρωνε και διέλυε κάθε της αμφιβολία. Όταν κατάφερε να δει καθαρά, μπήκαν τα ηθικά διλήμματα και οι ευαισθησίες να προστατέψει τους αγαπημένους της.
– Το θέμα που επιλέξατε να καταγράψετε, μοιάζει με το κάστρο που φτιάχνουν τα παιδιά στην άμμο… συνεχώς προσπαθούν να το χτίσουν, οι πλευρές του πέφτουν, συνεχίζουν να παλεύουν, κι όμως η κατάληξη είναι προδιαγεγραμμένη, στο τέλος θα γκρεμιστεί από το πρώτο τεράστιο κύμα που θα πλησιάσει… Τα παιδιά όμως έχουν να κάνουν με ένα παιχνίδι, οι κακοποιημένες γυναίκες γιατί δεν γκρεμίζουν μόνες τους το κάστρο της φυλακής τους από την αρχή; Δεν το αντιλαμβάνονται εγκαίρως;
Για ένα παράξενο λόγο σ’ αυτές τις περιπτώσεις πάντα ακολουθείται η ίδια τακτική. Ο θύτης δεν δείχνει από την αρχή τις προθέσεις του, δρα αργά και μεθοδικά: Την απομονώνει από φίλους και συγγενείς. Καμιά γυναίκα δεν θα εγκαταλείψει τον άντρα της επειδή την απομόνωσε. Μετά αρχίζει η ψυχολογική και λεκτική κακοποίηση, το θύμα το καταλαβαίνει αλλά μέχρι τότε έχουν πέσει οι αντιστάσεις, χάνεται ο αυτοσεβασμός, η πίστη στον εαυτό της, και όσο πιο ψηλά κοινωνικά τόσο πιο πολύ κρύβεται από ντροπή. Οι γυναίκες που δεν φεύγουν είναι συνήθως οικονομικά εξαρτώμενες, άλλες δεν θέλουν να χάσουν την κοινωνική ευμάρεια που απολαμβάνουν μέσα από το γάμο τους και μια άλλη κατηγορία που δεν φεύγει είναι τόσο ψυχικά καταρρακωμένη που φοβάται να ενταχθεί ξανά στο κοινωνικό σύνολο.
– Διαβάζοντας το βιβλίο σας πολλά συναισθήματα γεννήθηκαν μέσα μου. Το κυριότερο όμως ήταν ο θυμός! Θυμός και για τον θύτη μα και για το θύμα! Η απληστία και η αχαριστία που είχε στην ψυχή του ο Νίκος, δεν είχαν τέλος, έβγαζαν συνεχώς ρίζες και απλώνονταν παντού γύρω του. Η Γιολάντα σας όμως, πώς είναι δυνατόν να μην «έπιανε» τα τόσα σήματα που καθημερινά εξέπεμπε ο άσχημος χαρακτήρας του άντρα της; Ποια ήταν η κρίσιμη στιγμή που έχασε τον αυτοσεβασμό της και υπέμενε τα μαρτύρια που βίωνε;
Είπαμε η Γιολάντα μου και όλα τα άλλα θύματα «πιάνουν» τα σήματα αλλά όταν τους συμβαίνουν αυτά δεν έχουν την δική μας θέληση ούτε το καθαρό μυαλό, ούτε δύναμη να παλέψουν, το θύμα γίνεται ψυχικό ράκος, χωρίς αντιστάσεις, χωρίς αξιοπρέπεια γιατί ο βασανιστής του το κάνει να πιστεύει πως για όλα φταίει αυτή και μόνο αυτή και φέρνει δυστυχία στο σπίτι της. Η κρίσιμη στιγμή που η Γιολάντα έχασε τον αυτοσεβασμό της ήταν ο βιασμός και το χαστούκι.
– Η οικογένεια παίζει τον κυριότερο ρόλο στην διαμόρφωση του χαρακτήρα ενός παιδιού. Η βία και η έλλειψη αγάπης μέσα στην οποία εκείνος μεγάλωσε, του γέννησε μόνο ένα συναίσθημα, αυτό του να καταφέρει να εξουσιάζει τους γύρω του προκειμένου να αισθάνεται δυνατός. Ενώ η απεριόριστη αγάπη και η υπερπροστασία του περιβάλλοντος της Γιολάντας, δεν κατάφερε να την προστατέψει από αυτό που πάντα φοβόταν, το να μην την εκμεταλλευτούν. Ήταν ο έρωτας που την τύφλωσε η αιτία;
Πιστεύω σ’ αυτό συνέτεινε η μεγάλη αγάπη της οικογένειας. Στην προσπάθειά τους να την προστατεύουν και να την φροντίζουν δεν την άφησαν να γνωρίσει την άλλη όψη της ζωής. Αυτός δεν είναι ο τρόπος που μεγαλώνει η νέα γενιά τα παιδιά της; Τους ανοίγουμε ένα δρόμο στρωτό, άνετο με ροδοπέταλα να μην ταλαιπωρηθούν, τους εφαρμόζουμε κι ένα σύστημα πλοήγησης στο αυτοκίνητο μην χάσουν την διαδρομή.
– Η αγνή και ανιδιοτελής αγάπη του παιδικού της φίλου, του Στέφανου είναι το μόνο καταφύγιο, η μόνη σταθερά στη ζωή της, κι όμως, ο δυνατός έρωτας που ένιωσε για τον Νίκο κατάφερε να απομακρύνει ακόμη κι αυτόν, όπως και κάθε άνθρωπο που αγαπούσε από κοντά της. Γιατί, ενώ όλοι έβλεπαν ή υποπτεύονταν το παράδοξο, κανείς δεν τόλμησε να επέμβει νωρίτερα;
Τόλμησαν οι φίλες της πρώτη η Άννα. Προσπάθησε από την αρχή να την ταρακουνήσει, όμως ο έρωτας ήταν ακόμα πρωτόγνωρος κι ανώριμος και δεν έπιανε από λόγια. Ο Στέφανος από μικρή την προστάτευε και κατεύθυνε τη σκέψη της, όμως δεν της επέβαλλε τη θέλησή του. Αυτό ήταν και το λάθος του. Δεν ήθελε να της επιβάλει την αγάπη του.
– Ένα ακόμη παράδοξο στην όλη ιστορία, είναι το γεγονός ότι οι γονείς της δεν πονηρεύτηκαν με το γεγονός ότι δεν είχαν θέση στο σπίτι του παιδιού τους, ότι ήταν έξω από τη ζωή του ζευγαριού. Πώς γίνεται μια μάνα να μην αντιληφθεί ότι κάτι τέτοιο είναι εντελώς παράλογο και μάλιστα σε σχέση με τον τρόπο που είχε μεγαλώσει αυτό το παιδί;
Δεν ήταν θέμα αδιαφορίας ούτε ήταν παράλογο. Σαν μοντέρνοι γονείς δεν ήθελαν να επεμβαίνουν στη ζωή του ζευγαριού. Μπορεί να συμβεί σε κάθε οικογένεια με τους ρυθμούς που εργάζονται τα ζευγάρια στις μεγάλες πόλεις δεν είναι δύσκολο οι οικογένειες να αποστασιοποιηθούν. Η Γιολάντα για να τους προστατέψει έπαιξε έξυπνα το παιγνίδι της πήγαινε αυτή να βλέπει τους γονείς της ώστε να μην υποπτευτούν.
– Τελικά, η ζωή μπορεί να γράψει τα πιο τραγικά σενάρια; Υπάρχουν πιστεύετε περιπτώσεις ακόμη πιο τραβηγμένες από αυτές που μπορεί να φανταστεί ένας συγγραφέας;
Πιστεύω πως η ζωή γράφει τα πιο συναρπαστικά μυθιστορήματα που δεν τα βάζει ο νους.
Σας ευχαριστώ πολύ και σας εύχομαι κάθε επιτυχία σε όλους τους τομείς της ζωής σας!
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Το πάθος της για τον χορό κράτησε τη Γιολάντα μακριά από τις οικογενειακές επιχειρήσεις, παρόλο που ήταν βαθιά επιθυμία του πατέρα της να τον διαδεχθεί. Προτίμησε να ακολουθήσει το όνειρό της: Μουσική Ακαδημία, Laban Dance Centre, και μετά… κατάκτηση όλων των μουσικών σκηνών του κόσμου!
Μα ένας κεραυνοβόλος έρωτας ορμά σαν τυφώνας στον δρόμο της εκτροχιάζοντας τη ζωή της και θέτοντας υπό αίρεση τους στόχους της. Ένας έρωτας αντιφατικός, επίμονος, αντίθετος προς τις αρχές της, ένας έρωτας εκμαυλιστής την εξουσιάζει, κι αυτή, ανυπεράσπιστη, ακολουθεί πειθήνια τις προσταγές του.
Τι είναι εκείνο που κάνει μια γυναίκα έξυπνη, χαρισματική και επιτυχημένη να αισθάνεται μπερδεμένη και ανασφαλής; Γιατί η Γιολάντα έπαψε να έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό της, στις δικές της αξίες, και αφέθηκε να εγκλωβιστεί μέσα σ’ αυτό που πίστευε πως είναι ευτυχία; Απ’ όλους τους δικούς της ανθρώπους μόνο ο παιδικός της φίλος Στέφανος μπόρεσε να προβλέψει την εξέλιξη αυτής της σχέσης, γιατί μόνο αυτός ήταν ικανός να της προσφέρει την αγάπη που της άξιζε.
Η κάθαρση θα είναι για όλους τραγική…
Γιόλα Δαμιανού – Παπαδοπούλου
Η ΓΙΟΛΑ ΔΑΜΙΑΝΟΥ- ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ γεννήθηκε στη Λευκωσία. Έζησε πολλά χρόνια στο Κονγκό και στη Νιγηρία.
Σπούδασε δημοσιογραφία και συνεργάστηκε με ραδιοφωνικούς σταθμούς, περιοδικά και εφημερίδες της Κύπρου σε χρονογράφημα, πολιτιστικά και έρευνα. Έχει γράψει μυθιστορήματα για ενηλίκους και παιδιά, ενώ για το έργο της έχει αποσπάσει κρατικά βραβεία και πολλές διακρίσεις σε Κύπρο, Ελλάδα και Ευρώπη. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά της Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΑΓΑΠΗ και ΑΝ ΗΞΕΡΑ ΑΛΛΙΩΣ ΝΑ Σ’ ΑΓΑΠΩ.
No comments!
There are no comments yet, but you can be first to comment this article.