Συγγραφέας του βιβλίου «Ο χορός της μέλισσας» – Εκδόσεις «Κέδρος»

Στο νουάρ μυθιστόρημα του Πάνου Ιωαννίδη όλα ξεκινούν όταν ο δολοφόνος σκοτώνει έναν άντρα πετώντας επάνω του ένα σμάρι από επιθετικές μέλισσες. Καλά κρυμμένα μυστικά του θύματος έρχονται στο φως, όταν την υπόθεση αναλαμβάνει να εξιχνιάσει ο ιδιωτικός ντετέκτιβ που θα παίξει πρωταγωνιστικό αλλά και καθοριστικό ρόλο στην ιστορία. Πολύ σύντομα ο αναγνώστης διαπιστώνει πως όχι μόνο ο δράστης και το θύμα αλλά και κάθε ήρωας του βιβλίου κρύβει τα δικά του μυστικά και όλα αυτά σε μια εποχή που συνειδητά επέλεξε ο συγγραφέας να είναι τα χρόνια της κρίσης στην Ελλάδα. Όπως λέει στο Vivlio-life στόχος του ήταν να μιλήσει για την κρίση, αλλά με έναν λογοτεχνικό τρόπο, που βασίζεται στην αισθητική απόλαυση που προσφέρει η λογοτεχνία και διευκρινίζει πως το βιβλίο του είναι μια νουάρ αλληγορία στην οποία οι πρωταγωνιστές χορεύουν το δικό τους χορό της μέλισσας!

«Ο χορός της μέλισσας» είναι ένα νουάρ μυθιστόρημα, όπως διαβάζω στο εξώφυλλο και θα ήταν καλό να ξεκινήσουμε αυτή τη συνομιλία με τις ιδιαιτερότητες της νουάρ λογοτεχνίας.
Για μένα κάθε είδος λογοτεχνίας, είναι πριν από όλα λογοτεχνία. Δηλαδή η τέχνη που χρησιμοποιώντας τις λέξεις, τις φράσεις και τις άλλες πολλαπλές διαστάσεις του λόγου, μας μιλάει τη ζωή μέσα από ενδιαφέρουσες ιστορίες. Θα έλεγα λοιπόν πως το νουάρ συνιστά μια τέτοια διάσταση, που διέπεται από μια συγκεκριμένη αφηγηματική γεωμετρία. Βασικό στοιχείο του νουάρ μυθιστορήματος είναι κάποιο έγκλημα, κατά κανόνα φόνος, που δημιουργεί ένα κενό στις ζωές αρκετών ανθρώπων και που πρέπει να ερευνηθεί. Η έρευνα ανατίθεται σε έναν ιδιωτικό ντετέκτιβ ή σε έναν αστυνομικό, και ακολουθεί μια διαλεκτική διαδικασία έρευνας. Καίριο στοιχείο του νουάρ είναι η απουσία λογικών κενών, ώστε να δένεται η λύση του μυστηρίου. Πρόκειται για ένα παιχνίδι ανάμεσα στο φως και στην σκιά, με τα ευρήματα στην έρευνα να λειτουργούν ως αφηγηματικά σημεία καμπής. Και φυσικά κάθε νουάρ μυθιστόρημα που σέβεται τον εαυτό του, έχει κοινωνική διάσταση, ήτοι συνιστά ένα έμμεσο κοινωνικό σχόλιο πάνω στην πραγματικότητα που ζούμε.

Ο τίτλος του βιβλίου σας ούτε δείχνει ούτε είναι τυχαίος. Αν και η εξήγηση βρίσκεται στο κλείσιμο του οπισθόφυλλού σας, μιλήστε μας γι’ αυτόν.
Κατά κάποιον τρόπο πρόκειται για μια νουάρ αλληγορία σχετικά με την πορεία που πήρε η χώρα μας μετά την οικονομική κρίση. Οι μέλισσες χορεύουν κάθε φορά που βρίσκουν γύρη στέλνοντας σήματα στο υπόλοιπο σμήνος ότι εδώ έχει τροφή. Οι ήρωες του μυθιστορήματός μου, θετικοί και αρνητικοί, δυναμικοί και στατικοί, χορεύουν το δικό τους χορό της μέλισσας που ξεκινά στην Ελλάδα της ανασυγκρότησης τα χρόνια μετά τη δικτατορία των συνταγματαρχών, κάνει μια μεγάλη στάση στα χρόνια της ευμάρειας που μετατράπηκε σε οικονομική φούσκα, για να καταλήξουν στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης. Υπό μια μεταφορική έννοια, η δολοφονία του Αλέξανδρου Χρηστίδη λαμβάνει χώρα, εντός του χορού της μέλισσας. Ο ιδιωτικός ντετέκτιβ Πέτρος Ριβέρης καλείται να την εξιχνιάσει.

Ο Αλέξανδρος Χρηστίδης θα βρεθεί δολοφονημένος και ο Πέτρος Ριβιέρης είναι ο ιδιωτικός ντεντέκτιβ που θα αναζητήσει εκείνους που κρύβονται πίσω από τη δολοφονία του. Σκιαγραφήστε αυτές τις δυο προσωπικότητες.
Φαινομενικά έχουμε να κάνουμε με δύο εντελώς αντίθετους ανθρώπους που κινούνται σε διαφορετικούς κοινωνικούς πόλους. Δεν τους χωρίζουν μονάχα τα είκοσι πέντε χρόνια καθώς ο Πέτρος Ριβέρης όντας γεννημένος στα τέλη της δεκαετίας του 1970 είναι μικρότερος. Ο ντετέκτιβ εδώ και δώδεκα χρόνια περίπου, ιδιωτεύει και έχει αφήσει πίσω του τους κοινωνικούς αγώνες, ενώ ο Χρηστίδης παρά το ότι πλησιάζει την σύνταξη, δεν το βάζει κάτω. Από την άλλη πλευρά, ο Ριβέρης έχει τον δικό του κώδικα ηθικής και αξιών στον οποίο δεν κάνει εκπτώσεις ποτέ, ενώ ο Χρηστίδης είναι πιο ελαστικός προκειμένου να πετύχει τους σκοπούς του. Ο ένας είναι το αρνητικό του άλλου, και ίσως αυτό κάνει την αλληλεπίδρασή τους, έστω και μέσα από τη δολοφονία του Χρηστίδη, ενδιαφέρουσα.

Τελικά οι μέλισσες σε ποιο βαθμό θα παίξουν ρόλο σ’ αυτήν την περίεργη δολοφονία;
Κατά κύριο λόγο παίζουν συμβολικό ρόλο. Και αυτό διότι, λειτουργούν ως σημαίνοντα της δολοφονίας του Αλέξανδρου Χρηστίδη, διότι ο δολοφόνος τον σκοτώνει πετώντας πάνω του ένα σμάρι επιθετικές μέλισσες. Το μέλι που δημιούργησε και που απέκτησε ο ίδιος, στο έπακρον, στη διάρκεια του μεταπολιτευτικού κύκλου της Ελλάδας, τον σκοτώνει. Παράλληλα, οι μέλισσες λειτουργούν και ευρηματικά, καθώς εντός της πολεοδομικής κυψέλης που σχηματίζουν κεντρικά σημεία της Θεσσαλονίκης, ένας άγνωστος αφήνει κείμενα στον Πέτρο Ριβέρη που τον βοηθάνε να εξιχνιάσει τη δολοφονία του Αλέξανδρου Χρηστίδη.

Δέσποινα Καμπαξή, είναι η χήρα Χρηστίδη και επηρεασμένη από αστυνομικές ταινίες και βιβλία σκέφτομαι μήπως κρύβει μυστικά, που κάποια στιγμή καθώς θα προχωράει η ανάγνωση τα… συναντήσουμε μπροστά μας.
Κάθε ήρωας στον Χορό της μέλισσας κρύβει τα δικά του μυστικά. Τα μυστικά αυτά στοιχειώνουν την ύπαρξη των ηρώων. Η Δέσποινα Καμπαξή δεν αντέχει να ζει άλλο κάτω από την σκιά του συζύγου της, ακόμη και μετά τη δολοφονία του, και ζητάει από τον Πέτρο Ριβέρη να βρει τι και ποιος σκότωσε τον άντρα της. Τα καλά κρυμμένα μυστικά θα βγουν σύντομα στην επιφάνεια.

Τοποθετήσατε τη δολοφονία ακριβώς στο αποκορύφωμα της οικονομική κρίσης που όλοι βιώσαμε. Παρακολουθώντας, παράλληλα, τον τρόπο με τον οποίο ο ντεντέκτιβ ξεκινά την έρευνα, το παρελθόν του Χρηστίδη, τον χρόνο που συμβαίνουν τα γεγονότα αλλά και τις ανησυχίες του συγγραφέα διαπιστώνουμε πως αυτό το νουάρ μυθιστόρημα έχει και πολιτική χροιά. Αυτή ήταν η επιδίωξή σας εξαρχής;
Η τέχνη είναι πολιτική από τη φύση της, διότι είναι δημόσια και το πεδίο έκθεσής της είναι η πόλη, με την φιλοσοφική έννοια. Εκεί δηλαδή που έρχονται σε επαφή οι άνθρωποι, αλληλεπιδρούν, ανταλλάσσουν απόψεις και κοινωνικοποιούνται. Κάθε τέχνη που σέβεται τον εαυτό της, οφείλει να εκτίθεται, αλλιώς έχει καθαρά ιδιωτικό χαρακτήρα.
Αναμφίβολα ο χορός της μέλισσας κινείται σε μια κοινωνικοπολιτική τροχιά, η οποία έχει εκτραπεί λόγω της οικονομικής κρίσης. Στόχος μου ήταν να μιλήσω για την κρίση, αλλά με έναν λογοτεχνικό τρόπο, που βασίζεται στην αισθητική απόλαυση που προσφέρει η λογοτεχνία. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο, ότι μεγάλο μέρος του μυθιστορήματος διαδραματίζεται εντός της πολεοδομικής κυψέλης που σχηματίζουν οι έξι κορυφές του κέντρου της Θεσσαλονίκης,

Αν και δεν είστε από τη Θεσσαλονίκη μας δίνετε πολλές όμορφες περιγραφές μέσα από τις οποίες ο αναγνώστης νιώθει πως είναι μέρος αυτής της πόλης. Γιατί την επιλέξατε;
Επέλεξα συνειδητά τη Θεσσαλονίκη ως πόλη εγκατάστασης και δραστηριοποίησης του Πέτρου Ριβέρη. Είναι λιμάνι και κατά τη δική μου λογοτεχνική οπτική, η πιο μεσογειακή πόλη της Ελλάδας. Έχει επίσης μια καταπληκτική πολυπολιτισμική ιστορία, όπου λαοί και διαφορετικοί πολιτισμοί συνυπήρχαν αρμονικά, σχεδόν μέχρι την καταστροφική πυρκαγιά του 1917, και ίσως και αργότερα, μέχρι τον εκτοπισμό του εβραϊκού στοιχείου από τους ναζί. Αν σε όλα αυτά, βάλουμε και την έντονη επίδραση που άσκησαν στην πόλη οι πρόσφυγες, με την έλευση τους μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, το πολιτισμικό μίγμα της Θεσσαλονίκης καθίσταται μοναδικό. Και φυσικά να μην ξεχάσω, το καταπληκτικό φαγητό της πόλης, που σαγηνεύει τον ντετέκτιβ μου και τους φίλους του.

Τα σοκάκια, τους δρόμους και τις γωνιές της Θεσσαλονίκης, ή ακόμη το Ποσείδι της Χαλκιδικής όπου δολοφονήθηκε ο Χρηστίδης, τα έχετε επισκεφθεί όλα; Έχετε στο μυαλό μνήμες, γεύσεις, μυρωδιές και ομορφιές απ’ όλους τους τόπους που μας περιγράφετε;
Φυσικά. Όσον αφορά το Ποσείδι, γνωρίζω καλά το μέρος καθότι εκεί πέρασα ορισμένες από τις ομορφότερες στιγμές ως φοιτητής, και συγκεκριμένα ως επισκέπτης στη φοιτητική κατασκήνωση. Για τις ανάγκες συγγραφής του βιβλίου το επισκέφτηκα ξανά μετά από πολύ καιρό, για να νοιώσω, αν θέλετε τον αέρα του και να αποτυπώσω όσο καλύτερα μπορώ την σκηνή του φόνου. Σχετικά με τη Θεσσαλονίκη βρίσκομαι εκεί πολύ τακτικά, συχνά και δυο φορές τον μήνα, και μια από τις αγαπημένες μου συνήθειες είναι να τριγυρίζω με την σύντροφο μου και τους φίλους μου στα σοκάκια και στις γειτονιές της. Οι μυρωδιές, οι γεύσεις και οι άνθρωποι είναι εκεί για να δώσουν ρεύμα στις ιστορίες μου. Κάθε τόπος που επισκέπτεται ένας συγγραφέας, μπορεί να του προσδώσει εικόνες και εμπειρίες που μετά θα γίνουν λέξεις.

Άσχετα από τη συμπάθεια που έχετε γι’ αυτήν την πόλη πιστεύετε πως είναι ιδανικότερη από την Αθήνα ή την πατρίδα σας τη Δράμα για τέτοιου είδους αστυνομική περιπέτεια και έρευνα;
Κάθε πόλη έχει την ομορφιά της, η οποία γίνεται ακόμη πιο γοητευτική όταν στις γειτονιές της μιλιέται μια ρέουσα μεσογειακή γλώσσα όπως η ελληνική. Ωστόσο, στη Θεσσαλονίκη συναντώ πολύ εύκολα τον συγγραφικό μου εαυτό. Πρωτίστως, γιατί είναι μια πολυκεντρική μεγαλούπολη, της οποίας όμως οι αποστάσεις δεν είναι τόσο μεγάλες, ώστε να χαρακτηρίζονται αποτρεπτικές. Οπότε, ευνοείται η περιπλάνηση του ήρωα μέσα στον αστικό ιστό. Επίσης υπάρχει η θάλασσα, η οποία λειτουργεί ανά πάσα στιγμή, ως άξονας αναφοράς της καθημερινής δραστηριότητας, αλλά και ως εστία προσέλκυσης για μικρές καθημερινές ανάσες. Και ως εκ τούτου, εκεί νοιώθει πιο άνετα ο Πέτρος Ριβέρης.

Η πρώτη σας εμφάνιση στο συγγραφικό χώρο έγινε μ’ ένα διήγημα που διακρίθηκε στον πρώτο διαγωνισμό της Ελληνικής Λέσχης Αστυνομικής Λογοτεχνίας. Σας ελκύει γενικότερα η αστυνομική περιπέτεια ως συγγραφέα;
Είχα τη χαρά να διακριθώ στον 1ο διαγωνισμό της ΕΛΣΑΛ με το διήγημα μου «Η γυναίκα από τη Ζυρίχη». Πρόκειται επί της ουσίας για την πρώτη εμφάνιση του ιδιωτικού ντετέκτιβ Πέτρου Ριβέρη. Ήταν μια ιδιαίτερα δημιουργική διαδικασία, που μου έμαθε πολλά. Μετά την έκδοση του διηγήματος στον συλλογικό τόμο «15 σφαίρες αναζητούν θύματα» (Εκδόσεις Άπαρσις), συνειδητοποίησα ότι το νουάρ μυθιστόρημα με εκφράζει καθώς μέσα από τις ατραπούς του, ο συγγραφέας μπορεί να εξερευνήσει αμερόληπτα τις σύγχρονες κοινωνίες και να μιλήσει για τα προβλήματα που τις ταλανίζουν. Έτσι, λίγο αργότερα, ήρθε το πρώτο μου μυθιστόρημα με ήρωα τον Πέτρο Ριβέρη και τίτλο «Τα μωρά της Αθηνάς (Εκδόσεις Πηγή). Καθώς, όπως λένε, τρώγοντας έρχεται η όρεξη, ο Πέτρος Ριβέρης μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη και είχε τη χαρά και την τιμή να εκδοθεί η δεύτερη περιπέτεια του με τίτλο «Ο χορός της μέλισσας» στις Εκδόσεις Κέδρος.

Αναζητώντας πληροφορίες για την νουάρ λογοτεχνία διάβασα πως είναι η πιο αντισυμβατική εκδοχή της αστυνομικής λογοτεχνίας και πως οι συγγραφείς πειραματίζονται, αμφισβητούν και δοκιμάζουν τα όρια των κανόνων της αστυνομικής φόρμας. Σας βρίσκει σύμφωνο αυτή η τοποθέτηση;
Σε μεγάλο βαθμό, ναι. Δεν με ενδιαφέρει να γράψω ένα στείρο ασπρόμαυρο αστυνομικό μυθιστόρημα, που οι ήρωές του στέκονται στο πεδίο του άσπρου ή του μαύρου. Οι ήρωες της νουάρ λογοτεχνίας κινούνται στις περιοχές του γκρίζου, όπου το καλό και το κακό είναι αξεδιάλυτα μπλεγμένα μεταξύ τους, καθορίζοντας την συμπεριφορά των ηρώων. Κάνω νουάρ λογοτεχνία, και συγκεκριμένα μεσογειακό νουάρ, με σκοπό να εντάξω και τις νόρμες του μοντέρνου κοινωνικού μυθιστορήματος στην τέχνη μου, λαμβάνοντας υπόψη τα πολιτισμικά και λαογραφικά στοιχεία της χώρας μου. Όταν προσπαθείς να κάνεις κάτι καινούριο, το πράγμα έχει περισσότερο ενδιαφέρον.

Έχει φίλους στην Ελλάδα αυτό το είδος της λογοτεχνίας;
Βέβαια. Η αστυνομική λογοτεχνία με την ευρεία έννοια, έχει πολλούς φίλους, οι οποίοι αυξάνονται διαρκώς, και μάλιστα είναι πολύ καλά ενημερωμένοι. Παράλληλα η τοπική νουάρ λογοτεχνία αναπτύσσεται διαρκώς εξερευνώντας νέα πεδία και προσπαθώντας να αφομοιώσει τις διαρκείς και περίπλοκες εξελίξεις της εποχής μας.

Υπάρχει κάποια χώρα όπου θα συναντήσουμε τους πιο φανατικούς του νουάρ; Δώστε μας κάποια σημαντικά ονόματα συγγραφέων που την εκπροσωπούν.
Υπάρχει μια τεράστια παράδοση η οποία λειτουργεί ως φάρος για εμάς τους νεότερους. Αναμφίβολα η Αμερική του μεσοπολέμου και η μεταπολεμική Γαλλία, εδραίωσαν το είδος, θεμελιώνοντας το στις συνειδήσεις ακόμα και των πιο απαιτητικών αναγνωστών. Υπάρχει το ζευγάρι των Σγιέβαλ & Βαλέε που είναι οι γεννήτορες του Nordic Noir στην Σκανδιναβία. Και φυσικά το μεσογειακό νουάρ με τον Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμάν στη Βαρκελώνη, τον Ζαν Κλοντ Ιζζό στη Μασσαλία και τον Αντρέα Καμιλέρι στην Σικελία. Όσον αφορά τη χώρα μας, ο Γιάννης Μαρής είναι κατά κάποιον τρόπο ο νονός όλων μας, ενώ ο Πέτρος Μάρκαρης μας έχει δείξει τον δρόμο για το πόσο επίκαιρο μπορεί να είναι ένα σύγχρονο νουάρ μυθιστόρημα.

Μιας και ο λόγος για πειραματισμούς… θα σκεφτόσασταν ποτέ να πειραματιστείτε με κάποιο άλλο είδος ή ήρθατε στο νουάρ για να μείνετε;
Για την ώρα όχι, σίγουρα όχι. Γράφω ήδη την τρίτη περιπέτεια του Πέτρου Ριβέρη, η οποία διαδραματίζεται και αυτή στη Θεσσαλονίκη. Με ενδιαφέρει ωστόσο, η εξέλιξη του νουάρ σε μια πιο δυναμική καλλιτεχνική έκφραση, μέσα από τις αφηγηματικές διαδρομές του κοινωνικού νεωτερικού μυθιστορήματος. Μια τάση, η οποία σε διεθνές επίπεδο τείνει να γίνει δυναμική.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Στο κτήμα του στο Ποσείδι της Χαλκιδικής την ημέρα που συντροφιά με τους φίλους του γιόρταζε το εφάπαξ που μόλις είχε πάρει, ο Αλέξανδρος Χρηστίδης βρίσκεται δολοφονημένος ανάμεσα στα αγαπημένα του λιόδεντρα. Το γεγονός φαντάζει ανεξήγητο για την κοινωνία της Θεσσαλονίκης. Πολιτικός μηχανικός με αντιστασιακή δράση στα φοιτητικά του χρόνια τον καιρό της δικτατορίας, δημοτικός σύμβουλος στη μεταπολίτευση με πρωτοποριακή παρουσία στην τοπική αυτοδιοίκηση, υποστήριξε με τόλμη και ρομαντισμό, στη δύση της καριέρας του, τις δομές της κοινωνικής οικονομίας που δημιουργήθηκαν λόγω της οικονομικής κρίσης.
Η χήρα του εκλιπόντος αναθέτει τη διαλεύκανση του μυστηριώδους θανάτου του στον ιδιωτικό ντετέκτιβ Πέτρο Ριβέρη. Η έρευνά του από την αρχή κινείται γύρω από το περιβάλλον του Αλέξανδρου Χρηστίδη. Παράλληλα, ωστόσο, τα παράξενα μηνύματα που αρχίζει να λαμβάνει από έναν άγνωστο τον ωθούν να αναζητήσει μια σειρά κειμένων που του αφήνουν σε κεντρικά σημεία της πόλης. Τα κείμενα περιπλέκουν την έρευνά του, καθώς αναφέρονται στην ιστορία μιας παρέας νεαρών, οι ζωές των οποίων στιγματίστηκαν και έσμιξαν μέσα από έναν εξίσου τραγικό θάνατο.
Σιγά σιγά, καθώς ο ντετέκτιβ προχωράει στις κορυφές μιας ιδιόμορφης πολεοδομικής κυψέλης που σχηματίζεται στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, αντιλαμβάνεται τον γρίφο και τη σύνδεση που υπάρχει ανάμεσα στα πρόσωπα και στα γεγονότα.
Ο συγγραφέας δημιουργεί ένα πρωτότυπο νουάρ μυθιστόρημα ακολουθώντας την κατεύθυνση του ήλιου, όπως κάνουν οι μέλισσες με χορευτικές φιγούρες για να βρουν και να κυκλώσουν την κυψέλη που έχει τη γύρη, παρασύροντας αβίαστα και τον αναγνώστη να μπει μαζί του στον χορό.

Βιογραφικό

Ο Πάνος Ιωαννίδης γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1978. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα με το διήγημα «Η γυναίκα από τη Ζυρίχη», το οποίο διακρίθηκε στον πρώτο διαγωνισμό της Ελληνικής Λέσχης Αστυνομικής Λογοτεχνίας. Έχει εκδώσει το αστυνομικό μυθιστόρημα «Τα μωρά της Αθηνάς» (εκδόσεις Πηγή, 2016), το νουάρ μυθιστόρημα «Ο χορός της μέλισσας» (εκδόσεις Κέδρος, 2019) και τις ποιητικές συλλογές «Ποιήματα της Στιγμής και άλλες Ουτοπικές Ιστορίες» (ηλεκτρονική αυτοέκδοση, 2014) και «Λοκομοτίβα» (εκδόσεις Το Δόντι, 2017).
Είναι διδάκτωρ οικονομικών επιστημών. Ζει στη Δράμα με τη σύντροφό του και τον γιο τους.