Συγγραφέας του βιβλίου «Ερωτευμένος Καίσαρ» – Εκδόσεις «24 Γράμματα»

Από το δράμα των προσφύγων στη Λέσβο του σήμερα και τον αόρατο πόλεμο των κατασκόπων στις δύο πλευρές του Αιγαίου, ο Παναγιώτης Χανός μας παίρνει συνεπιβάτες σ’ ένα περιπετειώδες ταξίδι γνωριμίας με το Βυζάντιο. Μια μυθιστορία στην οποία ο καλός συνάδελφος δημοσιογράφος βούτηξε με όλες τις αισθήσεις, ζώντας μέσα και παράλληλα με τους ήρωές του, κάθε στιγμή αυτής της συγγραφικής πρόκλησης. «Είχα σκιαγραφήσει με πάσα λεπτομέρεια τους χαρακτήρες, είχα επιλέξει τον χώρο και τον χρόνο που διαδραματίζονται τα γεγονότα και μετά», λέει στο Vivlio-life. «Έκλεινα τα μάτια μου και το έβλεπα. Στην κυριολεξία το έβλεπα χωρίς να ξέρω ακριβώς τι πρόκειται να συμβεί. Οι ήρωες μου ήταν ζωντανοί, έκαναν αυτό που τους έλεγε ο νους, η καρδιά, το ένστικτό τους, κατεύθυναν τις εξελίξεις. Στην πραγματικότητα, αυτοί έγραψαν την ιστορία, δεν την έγραψα εγώ… Αυτός ο ολοκληρωτικά βιωματικός τρόπος αφήγησης δεν είναι ακριβώς “απολαυστικός”, μάλλον γίνεται δραματικά εθιστικός, ακριβώς επειδή ζεις τις ζωές των άλλων μέσα από τις σελίδες σου».

Πέρασαν μόλις πέντε μήνες από κείνη τη συνομιλία μας στην οποία μας μιλήσατε για το 3ο βραβείο μυθιστορήματος από την Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών που απέσπασε ο «Ερωτευμένος Καίσαρ». Και να, τώρα, που η μυθιστορία σας έγινε βιβλίο. Πώς υποδεχθήκατε την έκδοσή του;
Με μεγάλη χαρά και δεν σας το κρύβω με ακόμη μεγαλύτερη συγκίνηση. Το αγάπησα, το αγαπώ πολύ αυτό το βιβλίο. Βεβαίως για να φτάσω ως εδώ ο δρόμος ήταν αρκετά μακρύς και επίπονος. Εσείς, ως χαρισματική συγγραφέας και δημοσιογράφος το ξέρετε καλά κα Τσακίρη, η συγγραφή είναι διασκεδαστική, μοιάζει με το ταξίδι της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων, αλλά η πραγματική περιπέτεια της έκδοσης αρχίζει μετά την ολοκλήρωση του έργου, μετά τη συγγραφή. Μια διαδικασία που μόνο ρομαντική δεν είναι, συχνά είναι ψυχοφθόρα, ενίοτε νικηφόρα και ενίοτε οδυνηρή. Στην πραγματικότητα βεβαίως το βιβλίο κρίνεται από τους αναγνώστες του και για να απαντήσω ευθέως στην ερώτησή σας δανειζόμενος τον τίτλο του αριστουργήματος του Πέτερ Χάντκε, αυτό που νιώθω τώρα είναι κάτι σαν την… Αγωνία του Τερματοφύλακα πριν από το Πέναλτι.


Είχατε δηλώσει, πως εκείνο το οποίο σας έκανε περήφανο τότε, δεν ήταν τόσο το βραβείο αλλά το γεγονός πως το γράψατε ακριβώς όπως θέλατε να το γράψετε. Εξηγήστε μας λοιπόν αυτόν τον τρόπο.
Η συγγραφή, όπως τουλάχιστον τη βιώνω, έχει μόνο δύο κανόνες: Ο πρώτος είναι η σπερματική ιδέα και ο δεύτερος η συνέπεια. Περί τίνος δηλαδή θέλεις να γράψεις και τη βούλησή σου να το γράψεις! Να παλεύεις με τα κείμενα χωρίς να κάνεις διαλείμματα και χωρίς να περιμένεις να σου έρθει η “έμπνευση” από έξω. Η αληθινή έμπνευση έρχεται μόνο με τη γραφή, μόνο όταν επιμένεις να γράφεις κάθε μέρα, όσο κουρασμένος κι αν είσαι, όποια διάθεση κι αν έχεις. Αν ξεπεράσεις αυτά τα εμπόδια, της συνήθειας και συχνά της οκνηρίας, ξεκλειδώνεις τις πύλες ενός καινούργιου κόσμου, του δικού σου σύμπαντος. Σε αυτό τον κόσμο η φαντασία κάνει κουμάντο κι όχι η λογική… ακόμη κι όταν γράφεις μυθιστορίες που βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε ιστορικά γεγονότα, σε ιστορικά πρόσωπα, όπως οι μυθιστορίες που μου αρέσει να γράφω. Μυθιστορίες που είναι ή θα μπορούσαν να είναι αληθινές! Τα ιστορικά στοιχεία δεν σε περιορίζουν, γίνονται τα θεμέλια του μυθιστορηματικού σου κάστρου, οι λίθινες πλάκες για να χτίσεις την ιστορία σου! Και είναι εντέλει η φαντασία, η δική σου φαντασία που δίνει πνοή στους ήρωες, που οικοδομεί από την αρχή μέχρι το τέλος το περίγραμμα και την ουσία ενός άλλου σύμπαντος, ενός εναλλακτικού κόσμου, του δικού σου κόσμου που σε παρασέρνει στη δίνη του. Και το βιβλίο σου… χμ.. το βιβλίο σου, ένα μικρό αριστούργημα ματαιοδοξίας ή ένα μνημείο ματαιότητας διότι, μέσα στο πέλαγος του εφήμερου βίου μας, το μόνο που κατάφερες είναι ότι το έγραψες όπως ακριβώς θα ήθελες να το γράψεις, όπως θα ήθελες να το γράψουν όσοι εντέλει θα το διαβάσουν.


Ο τίτλος του βιβλίου αποτελείται από δυο λέξεις με μεγάλη δυναμική. Από τη μια ο έρωτας και η ευαισθησία που κρύβει η έννοιά του και από την άλλη ένας Καίσαρας. Μιλήστε μας γι’ αυτόν τον έρωτα.
Είναι ένας έρωτας αιώνιος, πανίσχυρος, που γεννιέται και πεθαίνει για να ξαναγεννηθεί πάλι από τις στάχτες του, από τα θρύψαλα και τα απομεινάρια ενός πάθους που στην πραγματικότητα δεν σβήνει ποτέ. Μια γέννηση, ένας θάνατος και μια ανάσταση και αυτό συμβαίνει συνέχεια στο βάθος του χρόνου, στο βάθος των αιώνων… ένας έρωτας άτακτος, ποιητής και τύραννος μαζί, που μόνο αυτός μπορεί στις στιγμές της έξαψης να επιβάλλει την εντροπία του πάθους στα θύματά του, στα πλάσματα που έχει τρυπήσει με τα βέλη του. Ένας έρωτας που η κάθε μέρα του διαρκεί όσο μια ολόκληρη ζωή… Αλλά έτσι δεν είναι στην πραγματικότητα όλοι οι έρωτες; Οι αληθινοί έρωτες…


Μια ανυπότακτη Λατίνα, λοιπόν, που θρυμματίζει τα κοινωνικά στερεότυπα κι ένας βασιλιάς παγιδευμένος ανάμεσα στο πρέπει και στο θέλω. Βάλτε μας στην παραζάλη αυτού του έρωτα.
Η παραζάλη του έρωτα, αυτού του έρωτα… ένας χορός για δύο με διαφορετικούς ρόλους, η αγωνία, η πάλη για την απόλαυση, για την ηδονή τη σαρκική, αλλά και την ψυχική, την πνευματική, μια επίπονη άσκηση εύθραυστης ισορροπίας πάνω στην κόκκινη γραμμή! Η γυναίκα όταν ερωτεύεται είναι η πιο τολμηρή, η πιο ριψοκίνδυνη, δίνεται ολοκληρωτικά, είναι μια φωτιά που πυρπολεί στο πέρασμά της τα πάντα. Δε σκέφτεται, δεν αναλύει, δε λειτουργεί με τη λογική, μόνο με την καρδιά, την πίστη και το ένστικτο, τα θέλει όλα και συνήθως νικάει. Από την άλλη το αρσενικό, ο άντρας, είναι κατά κανόνα πιο επιφυλακτικός, πιο συγκρατημένος, πιο “λογικός”. Θέλει να κρατήσει κάτι για τον εαυτό του, το ελάχιστο έστω, την ταυτότητά του. Κατά βάθος δειλιάζει μπροστά στον έρωτα. Όταν ερωτεύεται φοβάται να εκτεθεί, φοβάται ότι θα τον καταβροχθίσει με το ακόρεστο πάθος της, με τη φλογερή της φύση, η αιώνια γυναίκα, το άσπιλο θηλυκό. Έτσι παλεύει με τον εαυτό του, παλεύει και συνήθως χάνει. Εκείνος που θριαμβεύει πάντοτε, που διαιωνίζεται στο βάθος του χρόνου, στο πέρασμα των αιώνων το ίδιο ισχυρός, το ίδιο φλογερός, το ίδιο ακαταμάχητος, είναι ο ίδιος ο έρωτας, ο έρωτας ο αθάνατος!

Η υπόθεση διαδραματίζεται σε δυο επίπεδα. Στο πρώτο ο αναγνώστης βρίσκεται στη σύγχρονη Ελλάδα με φόντο το δράμα των προσφύγων στη Λέσβο και τον αόρατο πόλεμο των κατασκόπων στις δύο πλευρές του Αιγαίου. Έχει ενδιαφέρον να μάθουμε γι αυτόν τον πόλεμο και τον τρόπο που τον προσεγγίσατε.
Με ρεαλισμό και ανθρωπιά, ιδιαίτερα όσον αφορά το δράμα, το ανθρώπινο δράμα των προσφύγων, των χιλιάδων αθώων θυμάτων ενός πραγματικού πολέμου. Στο σημείο αυτό δεν χωράει ο… ρομαντισμός, οι περιγραφές είναι σκληρές, είναι ωμές, διότι οι πολεμικές συγκρούσεις, οι σφαγές είναι φρικτές, ανελέητες. Ωστόσο ακόμη και εκεί, τόσο στο θέατρο του αληθινού πολέμου όσο και στη σκιά του “αόρατου” πολέμου των κατασκόπων συμβαίνει εκείνο το παράδοξο που μας έχει διδάξει η ίδια η ζωή: όσο κι αν οι ακρότητες, η αντιπαλότητα, η μισαλλοδοξία και ο φανατισμός επιχειρούν να βάψουν ασπρόμαυρο τον κόσμο μας, σε πολλά σημεία αυτά τα χρώματα ξεθωριάζουν. Ακόμη και ο πιο σκληρός, ο πιο φανατικός, ο πιο αδίστακτος εκτελεστής, ο πιο πειθαρχημένος στρατιώτης αυτού του πολέμου έρχεται κάποια στιγμή αντιμέτωπος με τον εαυτό του, έρχεται το πλήρωμα του χρόνου του. Δεν έχει σημασία αν είναι “φίλος” ή “εχθρός”, σημασία έχει ότι εκείνη την κρίσιμη στιγμή πριν καν ακόμη η συνείδησή του αντιληφθεί τα υπαρξιακά του διλήμματα ο ίδιος γνωρίζει ήδη την απάντηση: ότι “Κάποιοι άνθρωποι αξίζει να ζήσουν, ΟΛΟΙ οι άνθρωποι αξίζει να ζήσουν…”


Στο δεύτερο επίπεδο, μας ταξιδεύετε στο χρόνο και μας ακουμπάτε πίσω από τα θαλάσσια τείχη της πολιορκημένης, από τους Οθωμανούς, βασιλεύουσας Πόλης. Τι θα ζήσουμε εκεί;
Έγραψα αυτό το μυθιστόρημα, που αποτελεί τη λεπτομέρεια μιας ευρύτερης, ογκώδους μυθιστορίας, έχοντας στο μυαλό μου αυτό που σημειώνει ο Γκυστάβ Φλομπέρ στον πρόλογο του έπους της “Σαλαμπώ”, ότι η πένα του είχε στομώσει από όσα έβλεπε γύρω του, που του προξενούσαν φρίκη και συχνά αηδία… δεν ένοιωθα ακριβώς έτσι, αλλά ήθελα κι εγώ να αποδράσω από το σήμερα. Όχι για να επιστρέψω… στον παράδεισο, αλλά για να ταξιδέψω στο αγαπημένο μου Βυζάντιο. Αυτό θα ζήσει σε ένα βαθμό και ο αναγνώστης. Τη γεύση μιας άλλης εποχής, του ελληνικού μεσαίωνα, όπου οι πολίτες, οι άρχοντες, οι παρίες και οι εκλεκτοί μιας συρρικνωμένης και πολιορκημένης πανταχόθεν, άλλοτε λαμπρής, αυτοκρατορίας, βιώνουν τη φτώχεια, την έκπτωση των αξιών, την παρακμή, την απομόνωση και τον τρόμο ενόψει της έλευσης των “βαρβάρων” και της επικείμενης καταστροφής. Κοινωνικά χαρακτηριστικά, ωστόσο, που προκαλούν συναισθήματα τα οποία δεν μας είναι εντελώς άγνωστα σήμερα, καθώς την παρούσα περίοδο βιώσαμε σε μια διαφορετική κλίμακα την απομόνωση και τον τρόμο, πολιορκημένοι κι εμείς από την οικονομική κρίση, την εξωτερική απειλή και τον εσωτερικό εφιάλτη, φανταστικό ή πραγματικό δεν έχει σημασία, της επελαύνουσας πανδημίας.

Ανάμεσα σ’ αυτούς τους δυο κόσμους, σχοινοβατούν η αρχαιολόγος Ντόροθι Γλαυκία και ο ιδιοφυής βυζαντινολόγος Έρασμος Βιεννέζης, Μιλήστε μας για τους δυο ήρωές σας.
Ο Έρασμος Βιεννέζης, είναι ένας γοητευτικός τύπος. Ένας μπον βιβέρ της διανόησης, αριστερός στις πεποιθήσεις του, αλλά ταυτόχρονα λάτρης του καλού γούστου και της πολυτέλειας, ιδιοφυής, δανδής, αλλά και φιλόσοφος, ένας πανεπιστημιακός δάσκαλος που έχει απάντηση για κάθε ερώτημα, ένας άντρας με ελκυστική αύρα και ισχυρό μαγνητισμό, ένας σοφός άνθρωπος που θέλεις να τον ακούς. Η Ντόροθι Γλαυκία από την άλλη είναι μια ανεξάρτητη, πανέξυπνη γυναίκα, επιστήμων και τεχνοκράτισσα, μια ιδιόμορφη καλλονή με τέλειες αναλογίες και γλυκιά φυσιογνωμία, που από όλα της τα χαρακτηριστικά ξεχωρίζει η μεγάλη της μύτη που διαταράσσει, αλλά και προσθέτει γοητεία στην αρμονία του προσώπου της. Μια περιπετειώδης, αδάμαστη ψυχή, εγκλωβισμένη στο στερεότυπο του “καλού κοριτσιού” κλειδωμένη στο χρυσό κλουβί της ασφάλειας, των πρέπει και της… αποχής. Ωστόσο και η Ντόροθι έχει το μυστικό της, ένα φρικτό μυστικό που αποκαλύπτεται σε ανύποπτο χρόνο στην εξέλιξη της διήγησης. Στην πραγματικότητα όμως οι ήρωες της ιστορίας μου δεν είναι δύο, είναι πολλοί. Θα ήθελα στο σημείο αυτό να κάνω μια αποκάλυψη. “Συγγραφική αδεία”, εξυφαίνω μια, ας το πούμε, αθώα πλεκτάνη προσδοκώντας στην επιείκεια και στη συναίνεση του αναγνώστη: Να αναβιώσω μέσα από τις σελίδες με διαφορετικούς ρόλους και ελαφρώς παραλλαγμένα ονόματα -ενίοτε και με διαφορετικό φύλο- όλα τα αγαπημένα πρόσωπα της λογοτεχνικής συντροφιάς των λόγιων, λογοτεχνών και εικαστικών δημιουργών της “Λεσβιακής Άνοιξης” (Ηλίας Βενέζης, Στρατής Μυριβήλης, Ασημάκης Πανσέληνος κλπ). Κάνοντάς τους συνενόχους στην ιστορία μου, επιχειρώ παράλληλα να γρατζουνίσω το ενδιαφέρον του αναγνώστη για εκείνες τις εμβληματικές μορφές της Τέχνης και του Λόγου.

Οι δυο τους αναζητούν αρχαία σύμβολα και επιγραφές μέσα στον λαβύρινθο μιας υπόγειας πολιτείας. Ακολουθώντας τη συγγραφική σας έμπνευση κάνουμε με δέος τα πρώτα βήματα προς το λαβύρινθο. Τι μας περιμένει;
Το απροσδόκητο, το απίστευτο, το οποίο φυσικά δεν πρόκειται να σας αποκαλύψω. Εγκλωβισμένοι μέσα στον λαβύρινθο, στις αναρίθμητες στοές, στους δαιδαλώδεις διαδρόμους μιας υποχθόνιας πολιτείας που απλώνονται σαν τα πλοκάμια ενός γιγάντιου χταποδιού σε όλο το μήκος και το πλάτος της Λέσβου, θα ανιχνεύσουν τα ανομολόγητα πίσω από τα σύμβολα και τις κρυφές πόρτες, θα έρθουν αντιμέτωποι με την ιστορία της νήσου, της χώρας και του κόσμου γραμμένη πάνω στα βράχια, χαραγμένη στους πέτρινους τοίχους.

Μεγάλος πρωταγωνιστής σ’ αυτή την ιστορία «ένα επικίνδυνο μυστικό, ένα ανομολόγητο, που καραδοκεί επί έξι αιώνες αθόρυβα και καρτερικά, στη χοάνη του Θρύλου και της Λήθης». Είναι η στιγμή που η μυθοπλασία κάνει την παρέμβασή της. Πώς οδηγήθηκε σ’ αυτήν την τροπή η έμπνευσή σας;
Δεν είναι ακριβώς μυθοπλασία. Είναι μια αιρετική αντίληψη της ιστορίας, μια εκδοχή που είναι ή θα μπορούσε να είναι αληθινή. Αν με ρωτήσετε, για μένα είναι απολύτως πραγματική, ακριβώς διότι την έζησα. Εκεί με οδήγησαν τα γνωστά και άγνωστα στοιχεία που ανακάλυψα και μελέτησα, οι ιστορικές μαρτυρίες, οι πηγές, τα όσα γράφτηκαν, αλλά και τα όσα δεν… γράφτηκαν, οι πρωταγωνιστές της αφήγησης και τα μύχια αισθήματα, τα ορμέμφυτα τους. Το μυστικό που κρύβει στις σελίδες του ο “ερωτευμένος Καίσαρ”, είναι μεγάλο και επικίνδυνο και για να είμαι ειλικρινής όταν το ολοκλήρωσα δεν ήμουν καθόλου βέβαιος ότι ήθελα να μπω στην περιπέτεια της έκδοσης, ότι ήμουν, αν θέλετε, επαρκώς ριψοκίνδυνος τουλάχιστον όσο οι ήρωες μου, ωστόσο… ωστόσο μετά τη βράβευση του, ήμουν υποχρεωμένος ηθικά να το υποστηρίξω. Δέχθηκα τέσσερις προτάσεις από ισάριθμους εκδοτικούς οίκους. Τις άκουσα με ενδιαφέρον και επέλεξα αυτή που είχε τους καλύτερους όρους, αλλά κυρίως αυτή που “μίλησε” περισσότερο στη χημεία μου και στην καρδιά μου. Τον εκδοτικό οίκο 24γραμματα και τον εκδότη Γιώργο Δαμιανό ο οποίος έδειξε προσωπικό ενδιαφέρον για το βιβλίο μου και μεγάλη διάθεση να το υποστηρίξει και τον ευχαριστώ θερμά γι’ αυτό.

Μυστικές αδελφότητες, δαιδαλώδεις διάδρομοι, υπόγειες πολιτείες, στην αποτύπωση μιας εποχής που από την πρώτη κιόλας σελίδα δείχνει πως σας έχει συνεπάρει και σας έχει κάνει μέρος της. Περιγράψτε μας τη «ζωή» σας σχεδόν 570 χρόνια νωρίτερα.
Θα σας απαντήσω λίγο ανάποδα. Όλα ξεκίνησαν πριν από περίπου τρεις δεκαετίες, όταν έπρεπε να συγγράψω την προ-διδακτορική μου διατριβή, ένα είδος σύνοψης στο βιβλίο “The Historical Novel” του Ούγγρου φιλοσόφου Georg Lucacs. Το παράπονο μου ήταν ότι εκεί, ενώ υπήρχαν εκτενείς αναφορές στη δυτική λογοτεχνία του μεσαίωνα δεν υπήρχε η παραμικρή αναφορά στη βυζαντινή μυθιστορία. Αυτό κέντρισε το ενδιαφέρον και την περιέργεια μου. Λόγω καταγωγής, αλλά και εσωτερικής πνευματικής παρόρμησης αν το θέλετε, νιώθω περισσότερο Ρωμιός, παρά νεο-Έλληνας. Έτσι άρχισα να μελετάω οτιδήποτε είχε σχέση με το Βυζάντιο, παλαιότερες και νεότερες πηγές, αναρίθμητα βιβλία που είχαν σχέση ιδιαίτερα με την ύστερη περίοδο της αυτοκρατορίας, την περίοδο της παρακμής της. Όταν αποφάσισα να συγγράψω ήταν ήδη για μένα ένας κόσμος οικείος. Στην πραγματικότητα ο “Ερωτευμένος Καίσαρ” αποτελεί τη συνέχεια (sequel) ή καλύτερα τη λεπτομέρεια μιας πολύ μεγαλύτερης σε όγκο και περιεχόμενο μυθιστορίας -την υπολογίζω σε τρία ή τέσσερα πολυσέλιδα βιβλία- που η συγγραφή της βρίσκεται σε εξέλιξη και το πρώτο μέρος της, έχει σχεδόν ολοκληρωθεί. Η πλοκή της διαδραματίζεται στο γεωγραφικό, ιστορικό, κοινωνικό και πολιτικό “θέατρο” της Νοτιοανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης μερικά χρόνια πριν και μερικά χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, με πρωταγωνιστές, εκτός από τους φανταστικούς ήρωες και τις ηρωίδες που ζωντανεύουν στις σελίδες της, όλα τα κεντρικά ιστορικά πρόσωπα της εποχής.

Στο βιβλίο σας ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα να βρει και να μελετήσει χάρτες καθώς και γκραβούρες. Εύκολα καταλαβαίνουμε, λοιπόν, πως έχει προηγηθεί μια σημαντική έρευνα, που η δημοσιογραφική σας ιδιότητα την έκανε πιο εύκολη. Πως κινηθήκατε αναζητώντας πληροφορίες;
Σε όλες τις περιπτώσεις (τόσο για τη Λέσβο, όσο και για τις υπόλοιπες περιοχές που αναφέρονται: Θεσσαλονίκη, Αθήνα, Λακωνία, Σμύρνη, Παρίσι κλπ), για την άντληση πληροφοριών διασταυρώθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν ως πηγές δεκάδες, ίσως εκατοντάδες, ιστορικά βιβλία, βιογραφίες, μαρτυρίες, στρατιωτικά, ναυτικά, τουριστικά, λαογραφικά και αρχαιολογικά εγχειρίδια, διαδικτυακές αναρτήσεις, αναλυτική ηλεκτρονική χαρτογραφία, παλαιότεροι και σύγχρονοι έντυποι χάρτες. Πρόθεσή μου ήταν αφενός να αποτυπωθούν με πιστότητα στο κείμενο το ιστορικό υπόβαθρο και οι πραγματικοί ιστορικοί χαρακτήρες και αφετέρου να αποδοθούν κατά την αφήγηση με όσο γίνεται μεγαλύτερη ακρίβεια οι αποστάσεις, οι δρόμοι, τα μνημεία, το αστικό περιβάλλον, η φύση και η γεωγραφία των περιοχών που αναφέρονται. Ως προς τη βιβλιογραφία, τις μαρτυρίες, τις συγγραφικές και ιστορικές πηγές που χρησιμοποιήθηκαν, εκτίμησα ότι λόγω του λογοτεχνικού -και όχι επιστημονικού- είδους του κειμένου θα ήταν μάλλον υπερβολή η προσθήκη ειδικού παραρτήματος, ωστόσο προσπάθησα κατά το δυνατόν να τις αναφέρω, πιστεύω, χωρίς να προκαλέσω εμπλοκή και ιδιαίτερα προβλήματα στη ροή της αφήγησης. Αντιθέτως επειδή η γεωγραφία του χώρου, τα σύμβολα, οι αρχαιότητες και οι πολεμικές συγκρούσεις που περιγράφονται απαιτούσαν οπτικές απαντήσεις στα εύλογα ερωτήματα που θα απασχολήσουν τον αναγνώστη, θεώρησα σκόπιμο να υπάρχει ένα εικονογραφημένο ένθετο με χάρτη της εποχής (15ος αιώνας), σκίτσα των βυζαντινών και οθωμανικών πολεμικών πλοίων, της χρήσης του “υγρού πυρός”, του Κάστρου της Μυτιλήνης, του Ρωμαϊκού υδραγωγείου, του θυρεού των ιπποτών της Αδελφότητας του Δράκου, των επιτύμβιων πλακών, των Πυργόσπιτων, των αρχαιολογικών μνημείων της Λέσβου κλπ.

Σας άκουσα να λέτε πως «ο συγγραφέας δεν είναι τίποτε άλλο από έρμαιο του κόσμου που δημιουργεί και των ηρώων του». Πόσο απολαυστικές ήταν οι μέρες σας και νύχτες σας στα χέρια των ηρώων σας που καθόριζαν την τύχη σας έστω και για λίγο;
Ξέρετε έχω καταργήσει εντελώς την αυτό-λογοκρισία όταν γράφω για μένα. Εκείνες τις ώρες, κατά κανόνα αργά το βράδυ, λειτουργώ υπό καθεστώς απόλυτης ελευθερίας. Δεν με απασχολεί αν κάποιοι θα πουν ότι θέλω να σοκάρω αυτούς που θα το διαβάσουν. Δεν είναι στις προθέσεις μου. Έχω εμπιστοσύνη στην ποιότητα του αναγνώστη και πιστεύω ότι μπορεί να καταλάβει το αληθινό από το ψεύτικο. Συνεπώς κανένας περιορισμός στον τρόπο της γραφής, κανένας περιορισμός στο περιεχόμενο του κειμένου. Φυσικά είχα ένα σχεδιάγραμμα των κεφαλαίων που ήθελα να γράψω, τα οποία όταν χρειαζόταν τα συμπλήρωνα. Είχα σκιαγραφήσει με πάσα λεπτομέρεια τους χαρακτήρες, είχα επιλέξει τον χώρο και τον χρόνο που διαδραματίζονται τα γεγονότα και μετά… Έκλεινα τα μάτια μου και το έβλεπα. Στην κυριολεξία το έβλεπα χωρίς να ξέρω ακριβώς τι πρόκειται να συμβεί. Οι ήρωες μου ήταν ζωντανοί, έκαναν αυτό που τους έλεγε ο νους, η καρδιά, το ένστικτό τους, κατεύθυναν τις εξελίξεις. Στην πραγματικότητα, αυτοί έγραψαν την ιστορία, δεν την έγραψα εγώ… Αυτός ο ολοκληρωτικά βιωματικός τρόπος αφήγησης δεν είναι ακριβώς “απολαυστικός”, μάλλον γίνεται δραματικά εθιστικός, ακριβώς επειδή ζεις τις ζωές των άλλων μέσα από τις σελίδες σου.


Ένα μυθιστόρημα, που όπως γράφετε στο οπισθόφυλλο «γράφτηκε κυρίως ως ένα είδος ύμνου, μιας νοερής σπονδής, προς την πεισματώδη μάχη, την “ιερή” θυσία του Έρωτα για να νικήσει τον Θάνατο». Πιστεύετε ως άνθρωπος πως ο έρωτας κρύβει τόση δύναμη που μπορεί να νικήσει ακόμη και τον θάνατο;
Ναι το πιστεύω! Ο έρωτας είναι το ελιξίριο της αθανασίας, είναι η αληθινή απάντηση στο μεγαλύτερο αίνιγμα όλων των εποχών, στο αιώνιο ερώτημα του θανάτου. Ο έρωτας είναι ο Αθάνατος γι αυτό και πάντοτε ήταν, είναι και θα είναι ο αδυσώπητος εχθρός κάθε απολυταρχίας και κάθε φασισμού. Ο έρωτας είναι ο ανθός, που όταν καρπίζει οδηγεί στη δημιουργία, στη γέννηση, είτε στην πραγματική, είτε στη νοερή, στην πνευματική. Είναι τα σώματα, οι ψυχές τη στιγμή που ενώνονται, που γίνονται σάρκα και ψυχή ΜΙΑ, είναι το δέος των Θεών, η παρηγοριά και η εκδίκηση των θνητών, είναι οι μνήμες, είναι η παράδοση, τα λιμάνια και οι πατρίδες μας. Εκεί όπου μεταφέρονται στο διηνεκές μέσα από το γενετικό μας υλικό, οι γνώσεις, οι ελπίδες, τα όνειρα μας, η ανθρωπιά μας, τα πάθη μας, από γενιά σε γενιά, από άνθρωπο σε άνθρωπο σαν ατσάλινη ανθρώπινη αλυσίδα, μια νοερή ασπίδα θαρρείς, αδιαπέραστη, αλώβητη από κάθε θεϊκή βούληση και εγκόσμια κακία.

Την Παρασκευή 2 Ιουλίου, θα βρίσκομαι με τον “Ερωτευμένο Καίσαρα”, στο 40ο Φεστιβάλ Βιβλίου Θεσσαλονίκης, στο περίπτερο των εκδόσεων 24γράμματα, από τις 19.00 ως τις 23.00.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Η υπόθεση του “Ερωτευμένου Καίσαρα” εκτυλίσσεται παράλληλα σε δύο επίπεδα του χρόνου. Στο εγγύς μέλλον, στη σύγχρονη Ελλάδα με φόντο το δράμα των προσφύγων στη Λέσβο και τον αόρατο πόλεμο των κατασκόπων στις δύο πλευρές του Αιγαίου, αλλά και στο παρελθόν, στα τέλη Φλεβάρη του 1453, πίσω από τα θαλάσσια τείχη της πολιορκημένης, από τους Οθωμανούς, βασιλεύουσας Πόλης.
Ανάμεσα σε αυτούς τους δύο κόσμους, σχοινοβατούν η αρχαιολόγος Ντόροθι Γλαυκία και ο ιδιοφυής βυζαντινολόγος Έρασμος Βιεννέζης, αναζητώντας αρχαία σύμβολα και επιγραφές μέσα στον λαβύρινθο μιας υπόγειας πολιτείας, στο λημέρι της μυστικής Αδελφότητας των Ιπποτών του Δράκου. Αναζητώντας την απάντηση για το μεγαλύτερο απόκρυφο της ελληνικής Ιστορίας, για ένα επικίνδυνο μυστικό, ένα ανομολόγητο, που καραδοκεί επί έξι αιώνες αθόρυβα και καρτερικά, στη χοάνη του Θρύλου και της Λήθης.
Ένα μυθιστόρημα που εκτός από το μυστήριο και τη φαντασία, τις ιστορικές και αστυνομικές πτυχές του, τα φιλοσοφικά ή θεολογικά του διλήμματα, γράφτηκε κυρίως ως ένα είδος ύμνου, μιας νοερής σπονδής, προς την πεισματώδη μάχη, την “ιερή” θυσία του Έρωτα για να νικήσει τον Θάνατο.

Βιογραφικό
Ο Παναγιώτης, Σεραφείμ, Χανός κατάγεται από πρόσφυγες γονείς από την Καλλίπολη και τη Μάδυτο του Ελλησπόντου, παιδιά των διωγμών, των χαμένων πατρίδων και του πολέμου που κατέληξαν στη Βόρεια Ελλάδα. Γεννήθηκε στον «κάμπο», ωρίμασε στην Πόλη. Η αλλοτινή συμβασιλεύουσα Πόλις του έκλεψε τα πρώτα χρόνια της άκρα της νιότης. Τριγυρνώντας και αλητεύοντας στις γειτονιές της Δελφών, της Βασιλίσσης Όλγας, της Άνω Πόλης, της Ιασωνίδου, της Εθνικής Αμύνης, της Παλαιών Πατρών Γερμανού και της Καμάρας. Ταξιδεύοντας με τους ήχους της Τζαζ και της Ροκ μουσικής στα παλιά στέκια του «Μανδραγόρα», του Alehouse, του Microcafe, της «Σελήνης» και του De Facto.
Ύστερα στην Αθήνα… σε ένα υπόγειο στα Πατήσια, να βλέπει από τις χαραμάδες των παραθύρων τα πόδια των περαστικών, να βιώνει τις άγριες νύχτες στην Ομόνοια, να περιπλανιέται στο Κουκάκι και στις γειτονιές του Νέου Κόσμου, να μυείται στην ξιφασκία στου Ζωγράφου και να βρίσκει το καταφύγιο του στο Παγκράτι. Εκεί έμαθε να ονειροπολεί, να ερωτεύεται και να γράφει…
Σπούδασε τη δημοσιογραφία στη Θεσσαλονίκη και την Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Μεταπτυχιακά αναζήτησε τη γνώση ως «Σύμβουλος Επικοινωνίας στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης» και ως υποψήφιος Διδάκτωρ του Παντείου στην Κοινωνιολογία της Λογοτεχνίας. Εργάστηκε στις εφημερίδες «Αυριανή», «Απογευματινή», «Ελληνικό Βορρά» και «Μακεδονία», στο MEGA Channel, στην ΕΤ3 και στην TV100, στο δημοτικό ραδιόφωνο Θεσσαλονίκης, σε γραφεία Τύπου και περιοδικά των δήμων: Θεσσαλονίκης, Κορδελιού-Ευόσμου, Νέας Καλλικράτειας και Πυλαίας-Χορτιάτη. Είναι τακτικό μέλος της Ε.Σ.Η.Ε.Μ-Θ, ενώ διετέλεσε αιρετό μέλος του Διοικητικού της Συμβουλίου, του Μορφωτικού της Ιδρύματος και του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού της Συμβουλίου.
Το λογοτεχνικό του έργο έχει διακριθεί σε πανελλήνιους και διεθνείς λογοτεχνικούς διαγωνισμούς και βραβεύτηκε από συλλόγους Πολιτισμού, Τέχνης και Λόγου (Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Συγγραφέων, Ελληνική Αμφικτιονία, Φεστιβάλ Ποίησης Θεσσαλονίκης, Ενωτική Πορεία Συγγραφέων, Οργάνωση Πολιτισμού «Αργοναύτες», Πολιτιστικό Σωματείο «Culture4All – Πολιτισμός για Όλους», Πνευματικοί Ορίζοντες Λεμεσού,
International Art Society κλπ). Το 1990 κυκλοφόρησε συλλογή με ποιητικά και σημειωτικά κείμενά του με τίτλο «Οι ρομαντικοί βλέπουν καλά μέσα στη νύχτα» και το 1998 εκδόθηκε (Εκδόσεις Όμηρος) συλλογή διηγημάτων του με τίτλο «Η ουρά της τίγρης».