Συγγραφέας του βιβλίου «Ζάχαρη άχνη» – Εκδόσεις «Ωκεανός»

Όσο και να με παραπλάνησε ο γλυκός τίτλος του βιβλίου της Μαίρης Γκαζιάνη, τα θλιμμένα μάτια της ρομαντικής κοπέλας του εξωφύλλου, μου «ψιθύρισαν» πως μόλις ξεκινήσω την ανάγνωση η άχνη θα σκορπιστεί. Ένα βιβλίο που με άγγιξε γιατί μ’ έκανε να έρθω κοντά στους πρωταγωνιστές αλλά κυρίως στην Αύρα. Το κορίτσι που από τα τέσσερά του χρόνια έπρεπε να ζει με την «άχνη ζάχαρη» στο αίμα του. Το κορίτσι που όπως λέει στο Vivlio-life η συγγραφέας «Άλλοτε παραδίδεται στις αποφάσεις της μητέρας της κι άλλοτε αφήνεται σε μια μοίρα που την όρισε μάνα κατασπαταλώντας τον εαυτό της στους άλλους».

«Ζάχαρη άχνη». Ίσως ο πιο γλυκόπικρος τίτλος βιβλίου που διάβασα. Όταν τον πρωτοείδα μαζί με το τρυφερό εξώφυλλο πίστευα πως στις σελίδες του θα διαβάσω μια γλυκιά ιστορία πασπαλισμένη με άχνη. Όμως…
Πιστεύω πως διαβάζοντας κάποιος τον τίτλο αναρωτιέται γιατί «η ζάχαρη είναι άχνη» κι αμέσως υποπτεύεται πως η ιστορία δεν είναι τόσο γλυκιά. Η άχνη σκορπίζεται εύκολα και κάτι αντίστοιχο συμβαίνει στις ζωές των ηρωίδων με τα γεγονότα, τις επιλογές, τις αποφάσεις, τις επιβολές που τις παρασύρουν σε καταστάσεις δύσκολες κι ίσως αξεπέραστες. Ακυρώνονται σχέσεις αίματος, καταργούνται συγγενικοί δεσμοί, επιθυμίες υποκύπτουν σε προσταγές, η ευτυχία παραμένει ένα άπιαστο ζητούμενο εκτεθειμένο στο παραμικρό φύσημα του ανέμου.

Αύρα και η Ελπίδα. Μάνα και κόρη, ένας ακατάλυτος δεσμός που όπως λέτε «κακοποιήθηκε με την παρεμβολή της γιαγιάς…». Μιλήστε μας για τη σχέση αυτών των τριών γυναικών.
Αρετή, Αύρα, Ελπίδα. Γιαγιά, κόρη, εγγονή. Συνδεδεμένες μεταξύ τους με ισχυρούς συναισθηματικούς δεσμούς που μετατρέπονται σε αόρατα και κάποιες φορές αλύγιστα δεσμά.
Αρετή, η πολύτεκνη μάνα που όταν χάνει τον σύζυγό της αναλαμβάνει εξουσιαστικά τις ζωές της Αύρας και της Ελπίδας.
Αύρα, η «ζάχαρη άχνη» κυλάει στο αίμα της από την ηλικία των τεσσάρων ετών. Άλλοτε παραδίδεται στις αποφάσεις της μητέρας της κι άλλοτε αφήνεται σε μια μοίρα που την όρισε μάνα κατασπαταλώντας τον εαυτό της στους άλλους.
Ελπίδα, το παιδί που ακούσια «φορτώνεται» τις εσφαλμένες επιλογές των δυο παραπάνω.

Η Αύρα γεννήθηκε με τη «ζάχαρη άχνη» στο αίμα της. Πάλεψε με το κενό, έγινε θλιβερός θεατής της ερημιάς της. Θέλετε να εξηγήσετε στους φίλους του Vivlio-life τι ακριβώς είναι η ζάχαρη άχνη;
Η Αύρα αντιμετωπίζει μια ζωή γεμάτη δυσκολίες, μια ζωή πικρή, μια ζωή αδιέξοδη. Κι όσο η ίδια προσπαθεί να αρπάξει την ευτυχία τόσο αυτή χάνεται στο παραμικρό φύσημα του ανέμου παρασύροντας στο διάβα της τις σχέσεις που έχτισε κι όσες δεν πρόλαβε να χτίσει. Σκορπίζεται σαν ζάχαρη άχνη… που όμως κυλάει στο αίμα της… με τη μορφή ασθένειας από την ηλικία των τεσσάρων ετών.

Η ιστορία σας είναι αληθινή. Το ίδιο και τα πρόσωπα τα οποία πρωταγωνιστούν σ’ αυτήν. Άρα η ευθύνη που είχατε απέναντι στους ανθρώπους που σας μίλησαν μεγάλη. Υπήρξε ανάγκη κατά τη συγγραφή να προστεθούν και στοιχεία μυθοπλασίας;
Όταν γράφουμε μια αληθινή ιστορία η ευθύνη απέναντι στα πρόσωπα του βιβλίου είναι πολύ μεγάλη. Έναν φανταστικό ήρωα μπορείς να τον μεταχειριστείς όπως θέλεις, έναν αληθινό όμως οφείλεις να τον σεβαστείς απόλυτα. Να σεβαστείς τον ίδιο και τη ζωή του. Σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να τον κρίνεις, θετικά ή αρνητικά, απεναντίας, οφείλεις να εισχωρήσεις στο συναίσθημά του για να μεταφέρεις στο χαρτί τον ίδιο κι όχι τις εντυπώσεις σου.
Όλα τα γεγονότα που περιγράφονται στο βιβλίο είναι πραγματικά. Αυτό που είχα να κάνω εγώ, ως συγγραφέας, ήταν να βρω τον τρόπο να τα συνδέσω μεταξύ τους, με απόλυτο σεβασμό απέναντι στις ηρωίδες μου και να εμπνευστώ το τέλος που θα οδηγούσε στη λύτρωση.
Ακόμα και σε μια αληθινή ιστορία, είναι αδύνατον να μην υπάρχουν σημεία που πρέπει να συνδεθούν με μυθοπλασία ώστε η αφήγηση να γίνει πιο ενδιαφέρουσα για τους αναγνώστες. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα ψήγματα μυθοπλασίας δεν ξεφεύγουν από τα πραγματικά γεγονότα και πρόσωπα του βιβλίου.

Λεωνίδας. «Ήταν ένα εύπλαστο ζυμάρι, όπου τον πήγαιναν πήγαινε…». Μιλήστε μας γι αυτόν τον άντρα.
Αυτή η φράση ανήκει στην ίδια την Αύρα, όπως μου την είπε, στη σημερινή ώριμη ηλικία της.
Ο στρατιώτης Λεωνίδας αν και πέρασε για πολύ λίγο από τη ζωή της, ήταν ο νέος που την έχρισε γυναίκα, μέσα από έναν γάμο που επιβλήθηκε από την οικογένεια ώστε να ξεπλυθεί μια τιμή που δεν ήταν λερωμένη, δεδομένου ότι ένα απλό φλερτ θεωρήθηκε αμαρτία. Αν προσθέσουμε, την αιφνίδια μετάθεσή του την επόμενη μέρα του γάμου, στη συνέχεια την εξαφάνισή του και τα λόγια της μητέρας του στα τηλεφωνήματα της Αύρας, αντιλαμβανόμαστε ότι υποτασσόταν σε ό,τι του επιβαλλόταν.
Πρόκειται για πραγματικό πρόσωπο, συνεπώς, δεν θα μπορούσαμε να πούμε περισσότερα γι’ αυτόν, εφόσον, κανείς δεν γνώριζε περισσότερα ούτε και έμαθε ποτέ τη δική του εξέλιξη.

Η Αύρα χρήστηκε γυναίκα σύντομα και τυπικά, την πρώτη νύχτα ενός γάμου που άλλοι αποφάσισαν για εκείνη. Πολλές γυναίκες αναγνώστριες θα αναγνωρίσουν, ίσως, στην ιστορία της ηρωίδας σας τη δική τους ιστορία. Τι θα τους συμβούλευε σήμερα η Αύρα;
Νομίζω, αυτήν την ερώτηση πρέπει να την απευθύνουμε στην ίδια την Αύρα. Εμείς, απλώς θ΄ αναρωτηθούμε, είχε περιθώρια ν΄ αρνηθεί στην ηλικία των δεκαπέντε ετών; Ζούσε σ΄ ένα χωριό, κοντά σε μια πολύ μικρή παραθαλάσσια πόλη, τα ήθη του τόπου στην δεκαετία του ’70 ήταν πολύ διαφορετικά από τα σημερινά. Θα μπορούσε να πάει κόντρα στις αποφάσεις της οικογένειας; Έπειτα, ήταν κι ο στρατός στη μέση. Από τη στιγμή που μαθεύτηκε στον στρατό, ο Λεωνίδας είχε την υποχρέωση ν΄ αποκαταστήσει το νέο κορίτσι. Κανείς από τους δυο δεν μπορούσε ν΄ αρνηθεί. Κι οι δυο σύρθηκαν σ΄ έναν γάμο για μια τιμή που ατιμασμένη δεν ήταν. Ένα απλό φλερτ κατέληξε σ΄ έναν γάμο σαθρό από τα θεμέλιά του.

Ο κοινωνικός περίγυρος, τα σχόλια, η ταμπέλα της «χωρισμένης»… Πιστεύετε πως αυτά τα κατάλοιπα μιας άλλης εποχής βρίσκουν ακόμη χώρο για να επιβληθούν;
Δυστυχώς, το πιστεύω.
Αν και ζούμε σε μια εποχή που οι σχέσεις έχουν απελευθερωθεί, τα ζευγάρια χωρίζουν εύκολα, τα διαζύγια πληθαίνουν, οι άνθρωποι εξακολουθούν να βάζουν ταμπέλες σε ό,τι απεύχονται να συμβεί στους ίδιους. Ελάχιστες μανάδες δέχονται τη χωρισμένη ή τον χωρισμένο, ως νύφη για τον γιο τους ή ως γαμπρό για την κόρη τους, αντίστοιχα.
Εξακολουθούν να υπάρχουν οι λοξές ματιές, τα κουτσομπολιά και η ρατσιστική εκφορά της λέξης «η χωρισμένη» σαν να πρόκειται για μεγάλη αμαρτία, ιδιαίτερα στις μικρές κοινωνίες.

«Και τώρα πια η “ζάχαρη άχνη” στο αίμα είναι φίλη μου…». Νομίζω πως μέσα από την ιστορία σας μεταφέρετε στους αναγνώστες ένα μεγάλο μήνυμα. Ήταν και ένας από τους λόγους που γράψατε αυτό το βιβλίο;
Οι λόγοι που έγραψα το βιβλίο ήταν πολλοί. Ο κυριότερος ήταν ότι γνώρισα τις δυο γυναίκες, την Αύρα και την Ελπίδα, και ακούμπησαν στο δικό μου συναίσθημα τις ζωές τους. Τα μηνύματα που υπάρχουν στο βιβλίο είναι πολλά, ένα απ΄ αυτά είναι και ο συμβιβασμός με την ασθένεια που κουβαλάει κάποιος από τα πρώτα παιδικά του χρόνια. Ένα νόσημα που θα κυριαρχεί στη ζωή του και πολλές φορές θα τον φέρνει στα πρόθυρα του θανάτου. Μια συνεχής υποταγή σε κάτι που δεν μπορείς να πολεμήσεις αλλά μπορείς να του επιβληθείς με προσοχή και φροντίδα.

Ο έρωτας στη ζωή της «ήρθε ντυμένος το κορμί του Αρίστου». Πόσο εύκολο είναι αλήθεια να ανασυρθούν τα ναυαγισμένα όνειρα μιας γυναίκας, τότε – σήμερα – πάντα;
Ο έρωτας έχει τόση δύναμη που σε ταξιδεύει ανύποπτα στον χρόνο και στον χώρο που επιλέγει. Η Αύρα δεν είχε γνωρίσει τον έρωτα πριν γνωρίσει τον Αρίστο, τα συναισθήματα που της προκάλεσε ήταν πρωτόγνωρα για εκείνη. Όσο κι αν είχε πνίξει τα όνειρά της, τα νιάτα των είκοσι χρόνων της επαναστατούσαν και την οδήγησαν στην αγκαλιά του. Μια αγκαλιά που αποδείχτηκε ότι ήταν ο φάρος και το λιμάνι της. Κι εκείνη του αφοσιώθηκε…

-Φθάνοντας στην τελευταία σελίδα διαπιστώνουμε οι αναγνώστες πως δεν έχετε επίλογο. «Σ’ αυτό το βιβλίο δεν ταιριάζει η λέξη τέλος», διευκρινίζετε. Θέλετε να μας εξηγήσετε γιατί;
Θεωρώ πως επίλογος υπάρχει μέσα από τη λύτρωση που αφορά και τις τρεις ηρωίδες μου με τον τρόπο που τον εμπνεύστηκα.
Η λέξη τέλος δεν ταιριάζει γιατί η μεν Αρετή δεν βρίσκεται στη ζωή, όμως η Αύρα και η Ελπίδα γεννήθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του ’60 η πρώτη και στα τέλη του ’70 η δεύτερη. Βρίσκονται σε μια ηλικία που έχουν πολλή ζωή μπροστά τους. Πώς λοιπόν να βάλω τελεία και παύλα σε δυο ζωές που συνεχίζουν να πορεύονται με τις επιλογές τους δίχως να ξέρουν πού θα οδηγηθούν στο μέλλον.

Μαθαίνουμε, επίσης στο τέλος, πως η Αύρα και η Ελπίδα ζουν σε κάποια πόλη της Ελλάδας και χαιρόμαστε πολύ γι’ αυτό. Ποια ήταν τα πρώτα λόγια τους όταν είδαν στο βιβλίο σας αποτυπωμένη τη ζωή τους;
Η Ελπίδα είχε διαβάσει προηγούμενα βιβλία μου κι όταν έτυχε να γνωριστούμε, σε κάποιες διακοπές μου, μ΄ εμπιστεύθηκε απόλυτα για τη συγγραφή του «Ζάχαρη άχνη». Με έφερε σε επαφή με την Αύρα ώστε να μου μιλήσει για τη ζωή της και στη συνέχεια μου αφηγήθηκε και η ίδια τη δική της ζωή.
Παρευρέθηκε στην πρώτη επίσημη παρουσίαση, χωρίς πριν να έχει διαβάσει το βιβλίο! Ήταν φορτισμένη, συγκινημένη, αλλά και χαρούμενη. Όταν, μετά από λίγες μέρες, το διάβασε, μου είπε: «Αισθάνθηκα ότι λυτρώθηκα».
Με την Αύρα που βρίσκεται στο χωριό μιλήσαμε στο τηλέφωνο. Ήταν πολύ φορτισμένη συγκινησιακά, ήθελε πολύ να παρευρεθεί, αλλά ήταν αδύνατον να ελέγξει το συναίσθημά της.
«Σ΄ ευχαριστώ πολύ» μου είπε με τη συγκίνηση να είναι διάχυτη σε δυο λέξεις, «το διαβάζω αποσπασματικά… δεν μπορώ να το διαβάσω όλο μαζί… δεν αντέχω…».

Λίγα λόγια για το βιβλίο

Η Αύρα γεννιέται μια κρύα νύχτα του Γενάρη σε μια μικρή επαρχιακή πόλη κι είναι το όγδοο παιδί μιας πολυμελούς πολυμελούς οικογένειας. «Σε χρίζω μάνα» είπε η μια από τις τρεις μοίρες που στάθηκαν πάνω από την κούνια της. Κι αυτός ο ρόλος την ακολούθησε σ΄ όλη της τη ζωή. Πρώτο της μωρό το αδερφάκι που γεννήθηκε μετά απ΄ αυτήν, ύστερα η κούκλα που της έφερε ο αδερφός της από την Αμερική, κι ακολούθησαν ανίψια και παιδιά που δεν γέννησε. Ή μήπως γέννησε;

Έφηβη γνωρίζει τον Λεωνίδα, έναν φαντάρο που υπηρετεί τη θητεία του. Η απλή γνωριμία τους κατέληξε σ’ έναν βεβιασμένο γάμο που γρήγορα διαλύθηκε.
Με τη στάμπα της ζωντοχήρας «φυγαδεύτηκε» από το χωριό για την Αθήνα, σε μια από τις αδερφές που μόλις είχε παντρευτεί και είχε γεννήσει. Ακόμα μια φορά ανέλαβε τον ρόλο της μάνας.
Ώσπου θα έρθει στη ζωή της ο Αρίστος… Είναι γι’ αυτήν η αδερφή ψυχή, αλλά τα εμπόδια μπροστά τους ορθώνονται βουνό…
Μια ζωή γεμάτη εμπόδια, μια ζωή πικρή, μια ευτυχία σαν ζάχαρη άχνη… που σκορπίζει στο παραμικρό φύσημα του ανέμου.
Ένα συγκινητικό, τραγικό μυθιστόρημα που ανατέμνει τις ανθρώπινες σχέσεις με συμπόνια και ψυχολογικό βάθος.

Βιογραφικό
Η Μαίρη Γκαζιάνη γεννήθηκε στα Ιωάννινα. Μεγάλωσε στην Αθηνά, όπου ζει μέχρι σήμερα, και εργάσθηκε αρκετά χρόνια ως τραπεζοϋπάλληλος. Έχει ασχοληθεί ερασιτεχνικά με τη φωτογραφία, διατελώντας δραστήριο μέλος της Ελληνικής Φωτογραφικής Εταιρείας (ΕΦΕ) και λαμβάνοντας μέρος σε εκθέσεις και διαγωνισμούς, με πολλές διακρίσεις στο ενεργητικό της. Τα τελευταία χρόνια ασχολείται με τη ζωγραφική και εκθέτει τα έργα της σε ατομικές και σε ομαδικές εκθέσεις. Τον Μάιο του 2012 κυκλοφόρησε την πρώτη ποιητική της συλλογή με τίτλο “Σου γράφω…” από τις εκδόσεις-βιβλιοπωλείο “Άβακας”. Επίσης είναι η δημιουργός των στίχων του τραγουδιού “Για όλα αυτά που είσαι” σε μουσική Σάκη Τσιλίκη και του “Απόψε” σε μουσική Γιάννη Βαμβακάρη. Το “Ένα φεγγάρι λιγότερο” από τις εκδόσεις Ελληνική Πρωτοβουλία αποτέλεσε το πρώτο της μυθιστόρημα.