Το αεροπλάνο πετούσε πάνω από τον Ατλαντικό με προορισμό το Λονδίνο. Σε διπλανά καθίσματα του αεροπλάνου κάθεται η Τουρκάλα Ντάφνι Χάρρις και ο Ελληνοκύπριος δικηγόρος Φοίβος Δημητρίου .
Η Ντάφνι έχει παντρευτεί τον Ντον ,το νεαρό διπλωμάτη που υπηρετούσε στο Αμερικανικό προξενείο στην Άγκυρα. Εκείνη ήταν διερμηνέας στο προξενικό τμήμα ,γνώριζε αγγλικά, γερμανικά , γαλλικά και αραβικά. Επειδή μετακινούνταν από χώρα σε χώρα ,πουθενά δε στέριωσαν , πουθενά δεν απέκτησαν φίλους στενούς. Τώρα ζούσαν στην Ουάσινγκτον. Τίποτε δεν γέμιζε το κενό στην καρδιά της Ντάφνις .Ο γάμος της και η σχέση της με τον Ντον δεν μπόρεσε να καλύψει το κενό. Όσο ρομαντικές ιδέες και αν είχε, όσες ελπίδες , όλα ξέφτισαν. Η καθημερινότητα έπνιξε τα αισθήματα και η σχέση τους δεν προχώρησε. Δεν έβγαλε ρίζες. Δεν τους ένωναν κοινές καταβολές, κοινές αναμνήσεις , κοινές πολιτισμικές και ηθικές αξίες. Εκείνος πραγματιστής , εκείνη ονειροπόλα .Ο Ντον κάποιες φορές την είχε χαρακτηρίσει ψυχρή. Συνέχισαν να ζουν μια επιφανειακή ευτυχισμένη ζωή. Ούτε καν έγκυος δεν είχε καταφέρει να μείνει στα δεκαεφτά χρόνια του γάμου της. «Κισμέτ», έλεγε η Μελέκ , η γυναίκα που τη μεγάλωσε, «Αν είναι θέλημα του Αλλάχ, αν είναι γραμμένο , ο Αλλάχ θα δώσει. Ο Αλλάχ παίρνει και δίνει». Τα λόγια της είχαν χαραχτεί στην τρυφερή παιδική ψυχή της σαν θέσφατο. Τι κι αν μεγαλώνοντας είχε εξελιχθεί σε μοντέρνα γυναίκα , χωρίς τις προκαταλήψεις και προλήψεις; Μήπως δεν αψήφησε αυτές τις προκαταλήψεις κάνοντας γάμο με έναν άπιστο, έναν ξένο ; Ή μήπως ήταν η αυτή η τιμωρία της ; Μήπως δεν ήταν αρεστό στον Αλλάχ να κάνει παιδιά με έναν άπιστο , αφού θα μεγάλωναν χωρίς πίστη, χωρίς τον δικό της Θεό ;


Ο ψυχολόγος της είπε ότι η ρίζα του κακού , εφόσον δεν υπήρχε οργανικό πρόβλημα, ίσως ήταν η ψυχρότητά της. Δεν μπορούσε να απαλλαγεί από τις ενοχές που της δημιουργούσε στο ασυνείδητο ο γάμος της με ένα αλλόθρησκο. Τώρα η Ντάφνι επιστρέφει στην πατρίδα, την Τουρκία , πηγαίνει να δει τον πατέρα της , ο οποίος έχει πάθει εγκεφαλικό. Να τον προλάβει ζωντανό. Ζούσε μόνος του. Η μητέρα της είχε πεθάνει από χρόνια.
Λόγω καιρικών συνθηκών που επικρατούσε στο Ηνωμένο Βασίλειο, το αεροπλάνο προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο της Ιρλανδίας. Λίγες μέρες πριν είχε σημειωθεί έκρηξη σε ένα ηφαίστειο της Ισλανδίας, το οποίο άρχισε να εκτινάσσει τεράστια ποσότητα ηφαιστειακής τέφρας, η οποία κάλυψε την Βόρεια Ευρώπη και έτσι κλείσανε όλα τα αεροδρόμια.
Η Ντάφνι προσπάθησε να επικοινωνήσει με τον Ντον αλλά δεν μπορούσε να τον βρει , ήταν σε αποστολή, στον Καναδά.
Ο δικηγόρος που καθόταν δίπλα της στο αεροπλάνο , ήρθε και την βρήκε στην αίθουσα αναμονής στο Δουβλίνο , και της άρχισε την συζήτηση. Κάτι είχε αυτή η γυναίκα που τον τραβούσε . Ήταν μια γυναίκα περίεργη. Δεν ήταν ούτε πολύ νέα , ούτε ιδιαίτερα ωραία, ούτε καν φιλική , αντίθετα θα την έλεγε ψυχρή και επιφυλακτική .Άσε που εκείνη ήταν Τουρκάλα και αυτός Έλληνας…
Οι συμπατριώτες της γυναίκας αυτής δίχασαν την πατρίδα του και του στέρησαν τον πατέρα του…
Και όμως παρ΄ όλα αυτά ήθελε να την προσεγγίσει αυτή τη γυναίκα .Οι συνθήκες ήταν ιδανικές: δύο ξένοι αποκλεισμένοι σε ένα αεροδρόμιο, σχέδια που ματαιώθηκαν , συναντήσεις που δε θα γίνουν.
Ο Φοίβος πήγαινε στο Λονδίνο να δει τον δεκαπεντάχρονο γιό του ,από την γυναίκα ,που είχαν χωρίσει εδώ και δέκα χρόνια. Ο πατέρας του είχε χαθεί το 1974 στον Πόλεμο της Τουρκίας με την Κύπρο .Τι να πει στη Ντάφνι και πώς να εξηγήσει τα ανεξήγητα ; Την εχθρότητα , τη δυσπιστία , το αίμα και τον πόνο , τους νεκρούς και τους αγνοούμενους , όλα αυτά που τους χώριζαν…Είχε παγώσει στην αρχή, όταν του είπε πως είναι από την Τουρκία.
Μια συνοδός εδάφους είχε εξασφαλίσει μόνο ένα διαθέσιμο δωμάτιο για τη Δάφνη και όχι για τον Φοίβο ,όμως εκείνη τη στιγμή χτύπησε το τηλέφωνό της και μια άγνωστη γυναικεία φωνή, που έμοιαζε μεθυσμένη της ανέφερε ότι βρισκόταν με τον σύζυγό της στο Λας Βέγκας και για επιβεβαίωση της έδωσε τον Ντον να μιλήσει .Η Ντάφνι πανικόβλητη έκλεισε το τηλέφωνο και μετά λιποθύμησε. Ο ενοχλητικός επιβάτης , η συνοδός εδάφους και ένας γιατρός του αεροδρομίου, τις δώσανε τις πρώτες βοήθειες. Και έτσι συνήλθε .


Έτσι τελειώνει ένας γάμος , χωρίς θόρυβο , με ένα τηλεφώνημα δύο μεθυσμένων ανθρώπων…
Ο Φοίβος πίστεψε ,ότι η γυναίκα άκουσε στο τηλέφωνο μια δυσάρεστη είδηση, ότι ίσως ο πατέρας της πέθανε. Της έδωσε ένα ποτήρι νερό και προθυμοποιήθηκε να πάρουν ένα γεύμα μαζί για να συνέλθει .
Στο τραπέζι που της έκανε η Ντάφνι τον ενημέρωσε ότι το τηλέφωνο ,που την τάραξε, δεν αφορούσε τον πατέρα της. Η Ντάφνι αν και μουσουλμάνα ήπιε ένα ποτήρι σαμπάνια και το οινόπνευμα την χαλάρωσε. Είχε δεχτεί δύο πλήγματα απανωτά .Χρειαζόταν το αλκοόλ για να αντέξει. Αφού συζήτησαν αρκετή ώρα ,ακόμα και προσωπικά τους θέματα ,αν και ήταν δυο άγνωστοι, ο Φοίβος της ζήτησε να την ανεβάσει στο δωμάτιό της ,για να ξεκουραστεί. Επειδή ζαλιζόταν η Δάφνη από το ποτό ,την πήρε από το χέρι ο Φοίβος και ανεβήκανε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου. Πρώτη φορά η Δάφνη αφηνόταν σε ένα ξένο να την οδηγήσει .Να την οδηγήσει πού ;
Μόνη σε μια άγνωστη χώρα , καθηλωμένη ,άγνωστο για πόσον καιρό ακόμη, σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου παρέα με ένα άγνωστο . Ε, όχι και τόσο άγνωστο.
Τις τελευταίες μέρες είχαν μιλήσει πολύ και δεν της ήταν τόσο άγνωστος. Είχε αρχίσει να το συμπαθεί .Δεν ήταν παρά ένας άντρας μόνος και πληγωμένος , όπως εκείνη. Δυο ναυαγοί της ζωής. Δύο άνθρωποι που κουβαλούσαν ο καθένας και από μια βαθιά πληγή : έναν πόλεμο , έναν χαμένο πατέρα ,έναν αποτυχημένο γάμο και έναν αποξενωμένο γιο εκείνος και εκείνη…Τι ήταν εκείνη παρά μια γυναίκα χωρίς σκοπό στη ζωή της ;
Όταν φθάσανε ζήτησε η Ντάφνι, για να ευχαριστήσει τον Φοίβο, να μείνει στο δωμάτιο και να μην πάει στην αίθουσα αναμονής και ταλαιπωρηθεί. Όπως και έγινε .
Το κλείσιμο του αεροδρομίου κράτησε τρεις μέρες.
Η Ντάφνι αυτές τις μέρες του εξομολογήθηκε τη φαρσοκωμωδία του γάμου της, που τελείωσε με ένα τηλεφώνημα δύο μεθυσμένων ανθρώπων.


Ήταν μια γυναίκα και ένας άντρας που η μοίρα τους έφερε κοντά σε μια δύσκολη στιγμή της ζωής τους. Δεν ξέρει γιατί του μίλησε για τη ζωή της και του ξεγύμνωσε την ψυχή της .Κανονικά ήταν ένας κλειστός χαρακτήρας , ίσως και ψυχρή , αλλά νιώθει πλέον μια έλξη για τον Φοίβο και δεν ξέρει γιατί …
Η Ντάφνι είχε διαβάσει το βάθος της ψυχής του .Σιγά και ύπουλα , χωρίς να το καταλάβει , αυτό που ένιωθε γι΄ αυτή τη γυναίκα , που ως χθες προχθές του ήταν άγνωστη , είχε πάρει μια άλλη μορφή. Δεν ήταν απλώς η περιέργεια , το ενδιαφέρον, η συμπόνια , για έναν άλλον άνθρωπο που έτυχε να βρεθεί κοντά του σε μια κρίσιμη στιγμή .Η γυναίκα Ντάφνι είχε πάψει να του είναι αδιάφορη. Ο τρόπος που μιλούσε , το ξεγύμνωμα της ψυχής της, είχαν αλλάξει την εικόνα που αρχικά είχε σχηματίσει για εκείνη. Δεν ήταν μια ψυχρή γυναίκα , όπως του είχε φανεί αρχικά. Ήταν μια γυναίκα πληγωμένη , και γι΄ αυτό επιφυλακτική. Είχε κάτι απροσδιόριστα ελκυστικό που τον τραβούσε , αλλά ποτέ δεν θα ξέπεφτε στο επίπεδο του ευκαιριακού εραστή. Τα λόγια της, τον είχαν κατά κάποιο τρόπο ελευθερώσει.
Συμβαίνει κάποιες φορές , σε δύσκολες καταστάσεις , οι άνθρωποι να έρχονται κοντά και να μιλάνε για τη ζωή και τα προβλήματά τους σε ξένους , με τους οποίους δεν τους συνέδεε κάτι. Όταν περάσει η κρίση , η οικειότητα και οι εξομολογήσεις ξεχνιούνται και τραβάει ο καθένας τον δρόμο του.
Έξω ο κόσμος χαλούσε. Μια έκρηξη ηφαιστείου αναστατώνει τις ζωές των ανθρώπων και τη δική τους. Σαν να ήταν αυτές οι τελευταίες μέρες τους πάνω στη γη , σαν τους κατοίκους της Πομπηίας που ο χρόνος είχε παγώσει τα κορμιά τους σε ένα αιώνιο αγκάλιασμα , αγκαλιάζονταν και έκαναν έρωτα και εκείνοι, χαμένοι στον χρόνο και τον χώρο….
Φθάνοντας στην Άγκυρα η Ντάφνι θα δει τον πατέρα της αλλά σύντομα αυτός θα πεθάνει. Η Ντάφνι θα ανακαλύψει στα συρτάρια του πατέρα της ένα άλμπουμ με παιδικές φωτογραφίες , ένα χρυσό σταυρό και ένα φλουρί ( ένα παλαιό ελληνικό χρυσό νόμισμα-ένα χρυσό στατήρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου) και ότι ο πατέρας της πολέμησε στην Κύπρο το 1974.


Πολλά ερωτήματα την βασανίζουν. Είχε χαθεί και είχε ξαναβρεθεί ; Είχε μυστικά ο πατέρας της; Είχε πέσει από ταράτσα ; Στην Κύπρο; Γιατί η μητέρα της μιλούσε στο τελευταίο σημείωμα, για την καταραμένη παραλία στην Κύπρο και ότι η καρδιά της δεν μίλησε ;Πότε συνέβησαν αυτά το 1971 ή το 1974 ;Τι έγινε στην Κύπρο που η μητέρα της δεν μπορούσε να ξεχάσει ; Γιατί είχε η Δάφνι συνέχεια εφιάλτες ( μια κόλαση φωτιάς και καπνού , κραυγές ανθρώπων ) και όνειρα ; Ήταν τα όνειρα η ανάκληση από το υποσυνείδητο ενός γεγονότος που έζησε κάποτε ; Γιατί μερικές φορές τις ξεφεύγουν λέξεις ελληνικές όπως: Κυκλάμινο, Μη, Ειρήνη ,μάμα, μάμα ; Γιατί ξεφώνιζε στον ύπνο της : μάμα,μάμα!,να καλεί την μητέρα της; Ήταν το χαμένο παιδί της Εσμέ και του Οσμάν Οσμάνογλου ,το παιδί που ξαναβρέθηκε χρόνια μετά κάπου ανάμεσα σε ερείπια σε ένα χωριό της Κύπρου ; Ποια ήταν η αλήθεια ;Ποια συνωμοσία σιωπής είχε εξυφανθεί γύρω της σχετικά με το κενό των τριών χρόνων της παιδικής της ηλικίας ; Ήταν το κισμέτ της να πάει στην Κύπρο για να μάθει τι έγινε ,πώς χάθηκε ; Χάθηκε όντως ένα καλοκαίρι στην Κύπρο ή μήπως η μητέρα της την άφησε επίτηδες να χαθεί ; Μήπως το σκότωσε το παιδί, γιατί η μητέρα της ήταν ψυχωτική; Έπεσε από ταράτσα και χτύπησε και έπαθε αμνησία τρία χρόνια ; Υπήρχε μια άλλη εκδοχή, πιο τρομακτική. Ίσως δεν είναι η ίδια το παιδί της Εσμέ .Εκείνο το παιδί με τα κόκκινα μαλλιά χάθηκε . Τη βρήκε στ΄ αλήθεια ο πατέρας της στην Κύπρο μέσα στα ερείπια; Ένας πατέρας δε διαθέτει τις κεραίες που διαθέτει μια μητέρα ; Υπήρχε μια περίοδος της ζωής της που της ήταν άγνωστη και φαίνεται πως συνδέεται με την Κύπρο. Θέλει η Δάφνι να ξεκαθαρίσει το θέμα της ταυτότητάς της .Αν δεν το κάνει ,θα είναι μισός άνθρωπος. Υπάρχει ένα κενό ,ένα σκοτάδι που δεν μπορεί να το διαπεράσει. Αναπάντητα ερωτήματα.
Αποφασίζει η Δάφνι να πάει να ζήσει στην Κύπρο, το νησί της Αφροδίτης, τη γλυκεία χώρα, τη γη της λεμονιάς . Εκεί θα εργαστεί σαν πολύγλωσση γραμματέα στον Ίαν Μακ Κουίν , καθηγητή-ιστορικό ερευνητή κλασσικών και βυζαντινών σπουδών.
Μετά από δύο χρόνια στην Κύπρο, η Ντάφνι έχοντας ένα μικρό κοριτσάκι την Φοίβη -Αϊρίν (μια βραδιά με έναν άγνωστο ,και …καρποφόρησε) θα ξανανταμωθεί τυχαία με τον Φοίβο, τον ενοχλητικό δικηγόρο, τον εραστή μιας βραδιάς, τον αξέχαστο εραστή ,τον πατέρα της κόρης της. Αυτός ο άντρας ήταν το πεπρωμένο της , το κισμέτ. Ήταν αυτός που είχε ξεκλειδώσει τις πύλες της ηδονής στο κορμί της και την είχε ολοκληρώσει σαν γυναίκα. Με τον Φοίβο θα παντρευτούνε .
Η μνήμη δε σβήνει. Η μνήμη επανέρχεται. Η μνήμη αντιστέκεται. Η εμμονή της μνήμης…
Τι σχέση έχει η βασίλισσα της Κύπρου Ελένη Παλαιολογίνα ,που έζησε πριν 500 χρόνια ; Ποιο είναι το μυστικό της ρήγισσας ,που ήθελε να μεταφέρει στον θείο της ,Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, τον τελευταίο Αυτοκράτορα της Πόλης; Ποιο είναι το ηρωικό και μαρτυρικό τέλος του Μαρκαντωνίου Βραγαδίνου, το 1571 μ.Χ . ; Τι σχέση έχει μια πεταλούδα που εμφανίζεται συνέχεια στη Δάφνι ; Μήπως είναι αλήθεια αυτό που πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες ότι οι πεταλούδες ήταν οι ψυχές των αγαπημένων μας, που μας άφησαν για έναν καλύτερο κόσμο και συμβολίζουν τις μεταμορφώσεις και την αναγέννηση της ψυχής ; Ποια ήταν η Κλαίρη ;Τι συμβολίζει ο πίνακας του Νταλί «Η εμμονή της μνήμης» ; Ήταν μοιραίο να αγαπηθεί με τον Φοίβο ; Ο Φοίβος-Απόλλων ερωτεύεται τη νύμφη Δάφνη ; Υπάρχει Κισμέτ ; Θα βρει απάντηση στα ερωτήματά της η Δάφνι; Θα βρεθεί το κλειδί στο αίνιγμα της ζωής της ;
Διαβάστε το.

Η ΕΛΕΝΗ Κ. ΤΣΑΜΑΔΟΥ σπούδασε νομικά στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, καθώς και International Legal Studies στο American University, Washington College of Law. Σταδιοδρόμησε ως δικηγόρος στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος από το 1966 μέχρι το 2000, οπότε αποχώρησε με τον ανώτατο βαθμό ιεραρχίας. Ασχολήθηκε κυρίως με θέματα Διεθνών Συναλλαγών και Ιδιωτικοποιήσεων. Τα έτη 2000-2004 εργάστηκε ως ειδική σύμβουλος σε νομικά θέματα που άπτονταν των Υπουργείων Ανάπτυξης, και Οικονομίας και Οικονομικών. Το μυθιστόρημά της ΟΙ ΘΕΟΙ ΠΕΘΑΝΑΝ ΣΤΗ ΡΩΜΗ έχει μεταφραστεί στα γερμανικά με τον τίτλο EIN KÖNIGREICH FÜR EIN GRAB.