Μετάφραση Αλεξάνδρα Κονταξάκη- Εκδόσεις ΜΊΝΩΑΣ

Γράφει η Βιργινία Αυγερινού

Η Νοτιοκορεάτισσα συγγραφέας Τσο Ναμ-Τζου γεννήθηκε στη Σεούλ. Είναι κοινωνιολόγος και σεναριογράφος. Το μυθιστόρημά της Κιμ Τζιγιάνγκ, Γεννημένη το 1982, το οποίο εμπνεύστηκε από προσωπικά της βιώματα, έχει μεταφραστεί ήδη σε δεκαεννιά χώρες και έχει πουλήσει πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα.
Η ιστορία ξεδιπλώνεται μέσα από μια παγερή, τριτοπρόσωπη, γραμμική και κλειστοφοβική αφήγηση και αφορά στον ρόλο της γυναίκας της Νότιας Κορέας τη δεκαετία του ΄80 και μετά. Τότε τα πράγματα ήταν πραγματικά πολύ δύσκολα για τις γυναίκες μέχρι αρκετά αργότερα οπόταν θεσπίστηκαν νόμοι. Όμως οι νόμοι και οι θεσμοί μπορούν να αλλάξουν τις αξίες ή οι αξίες καθορίζουν τους νόμους και τους θεσμούς;

Κεντρική ηρωίδα είναι η Κιμ Τσιγιάνγκ, μια γυναίκα 33 ετών με ένα παιδί ενός έτους. Μετά τη γέννηση του παιδιού, η Κιμ άρχισε να έχει μια παράξενη συμπεριφορά και να αποκτά προσωπικότητες άλλων ανθρώπων είτε αυτοί είναι εν ζωή , είτε όχι. Η Κιμ, δέχεται να επισκεφθεί ψυχίατρο και το αρχείο των συνομιλιών τους για τη ζωή της αποτελεί και το μεγαλύτερο μέρος αυτού του ευαίσθητου μυθιστορήματος
Η διάγνωση αρχικά φαίνεται να είναι η επιλόχεια κατάθλιψη, όμως με την πάροδο των συνεδριών, ο ψυχίατρος αντιλαμβάνεται ότι η Κιμ ξεθάβει τις καταχωνιασμένες από καιρό αναμνήσεις της και τις περιγράφει με ευφράδεια, ηρεμία και λογικό ειρμό. Αναμνήσεις που ξεκινούν από τη σύλληψη της και είναι η συσσωρευμένη πίκρα 33 χρόνων, καθώς έζησε σε μια κοινωνία που δεν αντιμετώπιζε την γυναίκα όπως της έπρεπε. Οι περιγραφές της Ναμ-Τζου για τα αποτελέσματα της σύλληψης ενός παιδιού είναι εξαιρετικά δυνατές. Όταν το φύλο γινόταν γνωστό ή είχαν έστω την υποψία ότι είναι κορίτσι, προχωρούσαν σε έκτρωση αν είχαν ήδη κορίτσι και έπρεπε το επόμενο παιδί να είναι οπωσδήποτε αγόρι. Η Κιμ βίωνε την ανισότητα ως παιδί, μην μπορώντας όμως να εστιάσει ακριβώς στο πρόβλημα. Μεγαλώνοντας όμως, αρχίζει να νοιώθει το πραγματικό πρόβλημα. Στο σχολείο, στο πανεπιστήμιο, στην προσπάθεια της να βρει δουλειά, μα και αργότερα ως σύζυγος και εργαζόμενη μητέρα όταν αναγκάζεται, μην έχοντας πού να αφήσει το παιδί της, να παραιτηθεί από την εργασία της και να αφήσει την καριέρα της. Αυτό είναι μια πραγματικότητα για το μεγαλύτερο μέρος των γυναικών που όταν αποκτά παιδί αναγκάζεται να εγκαταλείψει την εργασία.

[… «Θα με βοηθήσεις κι εσύ; Τι έχεις πάθει κι όλο λες ότι θα με “βοηθάς”; Θα με “βοηθάς” με τις δουλειές του σπιτιού. Θα με “βοηθάς” με το μωρό. Θα με “βοηθήσεις” να βρω άλλη δουλειά. Δεν είναι δικό σου το σπίτι;Το νοικοκυριό; Το παιδί; Κι αν δουλεύω, δεν ξοδεύεις κι εσύ τον μισθό μου; Γιατί επιμένεις να μιλάς για “βοήθεια” λες και προθυμοποιείσαι απ΄την καλή σου την καρδιά να βάλεις ένα χεράκι σε υποχρεώσεις ξένων ανθρώπων;»…]
Η συγγραφέας με το έργο της θίγει το ζήτημα της θέσης της γυναίκας, συνυφασμένο με κοινωνικό-οικονομικά θέματα σε συγκεκριμένες κοινωνίες που ρυθμίζουν τις έμφυλες νοοτροπίες. Τον καθημερινό αγώνα των γυναικών ενάντια στο κοινωνικό τους κατεστημένο. Γίνεται σαφές, άλλωστε, ότι η οικονομική κρίση συνέβαλε στη διόγκωση του προβλήματος τροφοδοτώντας αισθήματα μισογυνικά. Έτσι, ο ψυχίατρος θα βρεθεί αντιμέτωπος με έναν ποταμό οργής που ξεχύνεται από την ψυχή της Κιμ, έναν ποταμό οργής για όλα όσα βίωσε 33 χρόνια τώρα, στη διάρκεια ολόκληρης της ζωής της. Τα γεγονότα θα προβληματίσουν τόσο τον ψυχίατρο όσο και τον αναγνώστη.
Η Kim Jiyoung, γεννήθηκε το 1982. Η Kim Jiyoung ενέπνευσε ένα είδος ακτιβισμού για τα δικαιώματα των γυναικών στην χώρα της και το βιβλίο αυτό αποτελεί ένα εξαιρετικό δείγμα των απόψεών της.

«Η Κιμ Τζιγιάνγκ ζει σε ένα μικρό διαμέρισμα στα περίχωρα της Σεούλ με την οικογένειά της. Είναι μια τριαντάχρονη σύγχρονη γυναίκα που πρόσφατα παραιτήθηκε από τη δουλειά της, για να ασχοληθεί αποκλειστικά με την ανατροφή της νεογέννητης κόρης της, κάνοντας μια επιλογή που θεωρείται κοινωνικά αυτονόητη για πάρα πολλές Κορεάτισσες. Σύντομα όμως αρχίζει να εκδηλώνει παράξενα συμπτώματα που θορυβούν τον άντρα της, τους γονείς και τα πεθερικά της: “μεταμορφώνεται” υποδυόμενη τις ζωές άλλων γυναικών, ζωντανών αλλά και νεκρών, γνωστών αλλά και αγνώστων. Καθώς βυθίζεται όλο και βαθύτερα σε αυτή την ψύχωση, ο σύζυγός της τη στέλνει σε ψυχίατρο.
Ολόκληρη η ζωή της Τζιγιάνγκ αρχίζει τότε να ξεδιπλώνεται μέσα από μια παγερή, απόκοσμα αποσπασματική τριτοπρόσωπη αφήγηση, εμποτισμένη με ετερόκλητα στοιχεία απογοήτευσης, επιμονής και υποταγής. Γεννημένη το 1982 και έχοντας το πιο κοινό κοριτσίστικο όνομα στην Κορέα, η Τζιγιάνγκ σύντομα γίνεται η παραμελημένη μεγάλη αδελφή ενός αγοριού που μεγαλώνει σαν πριγκιπόπουλο. Η συμπεριφορά της αστυνομεύεται διαρκώς από τις ανδρικές φιγούρες γύρω της, ενώ ακόμα και ο ίδιος ο πατέρας της κατηγορεί εκείνη, όταν οι άντρες την παρενοχλούν αργά τη νύχτα.
Ένα δυνατό διεθνές μπεστ σέλερ, που στάθηκε αφετηρία για το νέο φεμινιστικό κίνημα της Κορέας, παρακολουθεί την ψυχική κατάπτωση μιας γυναίκας που έρχεται αντιμέτωπη με τον παγιωμένο μισογυνισμό.»