Άνθρωπος. Ανώτερο ον! Το μεγαλύτερο θηρίο της φύσης! Ικανός για τα πάντα! Για το μεγαλύτερο καλό αλλά και το μεγαλύτερο κακό!

 

Περνώντας τα χρόνια ο άνθρωπος εξελίχθηκε και προσπάθησε να καλυτερέψει τη ζωή του με όποιο τρόπο μπορούσε. Χωρίς πολλές φορές να υπολογίζει τις συνέπειες των πράξεών του, γιατί τον ενδιέφερε πάντα το τώρα και όχι το μετά. Γιατί έβλεπε το πριν και ήθελε να το αλλάξει.Αποτέλεσμα αυτού υπήρξε το γεγονός ότι εγκατέλειψε σιγά-σιγά τον τρόπο ζωής που ζούσαν οι προγενέστεροι.

Πρώτα οι άνθρωποι συνήθιζαν να μένουν σε σπίτια, σε αυλές, σε γειτονιές, σε χωριά. Όμως αυτό δεν το ήθελαν, δεν τους άρεσε, δεν ήταν σε πολλούς αποδεκτό κι έτσι δημιούργησαν τα κλουβιά.

Έφτιαξαν πολυκατοικίες, ουρανοξύστες, στοιβάχτηκαν ο ένας πάνω στον άλλο, δίπλα στον άλλο και μαζί με τα σπίτια εγκατέλειψαν και την συντροφικότητα και το ενδιαφέρον για το διπλανό. Γιατί, μπορεί τώρα να απείχαν οι οικογένειες η μία από την άλλη μόλις λίγα μέτρα, μία πόρτα το ένα διαμέρισμα από το διπλανό, αλλά στην ουσία, ήταν άγνωστοι, ήθελαν απομόνωση, ήθελαν να ζουν μόνοι τους. Γκρεμίστηκαν τα παλιά σπίτια, εξαφανίστηκαν οι γειτονιές, άδειασαν τα χωριά! Η ύπαιθρος ξεχάστηκε, οι αγροτικές δουλειές απαιτούσαν κόπο και οι άνθρωποι είχαν βαρεθεί να δουλεύουν και να κουράζονται!

Ήθελαν να γίνουν υπάλληλοι, κατά προτίμηση δημόσιοι υπάλληλοι, ήθελαν να εξασφαλίσουν δουλειά χωρίς κόπο, πολλές φορές χωρίς καν κούραση, με όποιο τρόπο! Κι έτσι, στοιβάχτηκαν και σε γραφεία, έγινε της μόδας να δουλεύουν ο ένας δίπλα στον άλλο, να δουλεύουν ο ένας τον άλλο!

Κάποτε οι άνθρωποι έκαναν παιδιά για να τους βοηθούν στις αγροτικές δουλειές, να έχουν εργατικά χέρια, από τα έξι ή εφτά κιόλας χρόνια τους τα παιδιά μάθαιναν να βοηθούν, να προσφέρουν.

Αυτό όμως άλλαξε, γιατί μετά, έκαναν παιδιά για να παίρνουν επιδόματα, για να διορίζονται, για να τα μεγαλώνουν άλλοι. Πόσα παιδιά βλέπουν τους γονείς τους μέσα στην ημέρα όταν οι γονείς λείπουν από το πρωί ως το βράδυ για να του «προσφέρουν» όσα έχει ανάγκη; Όμως, το τι έχει ανάγκη ένα παιδί, πολλές φορές δεν μεταφράζεται σε είδος παρά μόνο σε μια μεγάλη αγκαλιά!

Και φτάσαμε στο σήμερα, στο δύσκολο σήμερα που η μία οικογένεια μετά την άλλη χάνει τη δουλειά της, χάνει το σπίτι της, χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια της. Και οι απελπισμένοι αυτοκτονούν, οι απογοητευμένοι φεύγουν, τα λαμόγια ξεγλιστρούν και επιζούν, οι δυνατοί παλεύουν!

Και οι άνθρωποι γίνονται θηρία, γιατί, δυστυχώς, είναι ικανοί για το μεγαλύτερο κακό, χωρίς να λογαριάζουν τίποτα. Πώς είναι δυνατόν όλοι αυτοί που ζουν σε άθλιες συνθήκες στα μεγάλα αστικά κέντρα να συνεχίζουν και να μην προσπαθούν να επιστρέψουν από εκεί που ξεκίνησαν;

Γιατί, δεν μπορεί να μην υπάρχουν τρόποι επιστροφής στην ύπαιθρο, στα χωριά, κοντά στους γέρους γονείς τους που έχουν εγκαταλείψει οι περισσότεροι. Είναι θλιβερό να βλέπεις σε όλα σχεδόν τα χωριά τόσα πολλά σπίτια εγκαταλειμμένα, κλειστά, κι αν δεις κάποιο ανοιχτό θα είναι κανένα γεροντάκι με την κυρά του μαζί αν είναι τυχεροί! Και ενώ απέχουν μόλις λίγα χιλιόμετρα από το κέντρο της πόλης επιλέγουν να αφήσουν το σπίτι στο χωριό και να στοιβαχτούν στα κλουβιά, ο ένας πάνω στον άλλο, δίπλα στον άλλο, σαν τα ποντίκια!

Οι νέοι άνθρωποι θέλουν μόνο να απολαμβάνουν χωρίς να νιώσουν τι σημαίνει κούραση. Προσπαθούν να γίνουν όλοι αφεντικά, να γίνουν μαγαζάτορες. Τον τελευταίο καιρό έχουν ανοίξει -παρά την κρίση- τόσες πολλές καφετέριες που θα πρέπει να αποτελεί παγκόσμιο ρεκόρ! Αν κάνεις μια βόλτα στην πόλη, όπου κι αν κοιτάξεις θα δεις να έχει ξεφυτρώσει κι από ένα καινούργιο «καφέ». Μα, απορώ, είναι αυτό πρόοδος της κοινωνίας;

Πώς θα συνεχίσουμε έτσι, τι πρότυπο θα γίνουμε για τις επόμενες γενιές, τι «προίκα» θα αφήσουμε πίσω μας;

Η ζωή δεν περιμένει, ο χρόνος κυλάει και φεύγει και το τι βλέπεις από το παράθυρό σου όταν ξυπνάς το πρωί είναι αυτό που θα σε βοηθήσει να αλλάξεις τη ΖΩΗ που έχεις ή να απολαύσεις τη ΖΩΗ που θέλεις!

Ιουλία Ιωάννου