Συγγραφέας του βιβλίου Ο θησαυρός της Σμύρνης – Εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ

Σμύρνη 8 Σεπτεμβρίου 1922. Λίγες μόνο μέρες πριν από τη μεγάλη καταστροφή και λίγο πριν ο πόνος του ξεριζωμού χαραχθεί στα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στο νέο μυθιστόρημα της Ελευθερίας Μεταξά. Δε μας είναι άγνωστα αυτά τα πρόσωπα. Είναι τέτοια η συγκυρία της έκδοσης του βιβλίου, που δεν μπορούμε παρά να σκύψουμε πάνω τους με αγάπη, συμπόνια και σεβασμό, επειδή έχουν τον ίδιο φόβο και την ίδια αγωνία για το αύριο με τους πρόσφυγες που εγκαταλείπουν τις τελευταίες βδομάδες την Ουκρανία. Ένα βιβλίο με πολλά ιστορικά στοιχεία, στο οποίο η συγγραφέας διατήρησε την ταυτότητα του ψυχολογικού θρίλερ, με γρίφους και μυστήρια, γύρω από μία δολοφονία, που θα κληθούν να διαλευκάνουν ένας συνταξιούχος αστυνομικός και μία ψυχολόγος. Όπως λέει στο Vivlio-life «Όλοι οι ήρωες της ιστορίας έχουν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, σχέση με τη Σμύρνη, αφού ή κατάγονται από εκεί ή την επισκέπτονταν συχνά».


Ο θησαυρός της Σμύρνης γεννήθηκε από μια τυχαία διήγηση του εκδότη σας. Ποιο σημείο αυτής της κουβέντας ήταν εκείνο από το οποίο ξεπήδησε ο βασικός σας ήρωας;
Πράγματι, η έμπνευση για το βιβλίο προέκυψε από μια τυχαία συζήτηση με τον εκδότη μου, τον Γιάννη Κωνστανταρόπουλο, ο οποίος μου μίλησε για ένα συγγενικό του πρόσωπο που έφυγε από τη Σμύρνη τη μέρα της καταστροφής. Καθώς μου περιέγραφε τη στιγμή που το πρόσωπο εκείνο μάζευε από το σπίτι του κάποια πράγματα για να τα πάρει μαζί του στην Ελλάδα, στο μυαλό μου γεννήθηκε ο χαρακτήρας του Αρίστου, ενός νεαρού άντρα που αποφασίζει, λίγες μέρες πριν από την πυρπόληση της πόλης, να ακολουθήσει με την οικογένειά του τον δρόμο που πήραν τότε χιλιάδες Έλληνες, αυτόν της προσφυγιάς.


Μιας και το βιβλίο βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, είχατε κάποιον στο κοντινό σας περιβάλλον που να σας μίλησε ή να σας μετέφερε οδυνηρές μνήμες ή διηγήσεις; Άλλωστε, η Σμύρνη του 1922 δεν θα σταματήσει ποτέ να πονά αλλά και να εμπνέει.
Η νονά της μητέρας μου είχε έρθει ως πρόσφυγας από τη Σμύρνη και μας είχε διηγηθεί πολλά περιστατικά από τη ζωή της εκεί, περιστατικά που δεν αφορούσαν μόνο τη μέρα της καταστροφής αλλά και τις φιλικές σχέσεις που είχε αναπτύξει η οικογένειά της με οικογένειες Τούρκων. Ήμουν μικρή τότε, αλλά θυμάμαι πόση εντύπωση μου είχε κάνει μια κουβέντα που μας είπε: «Ξαφνικά, οι φίλοι μας είχαν γίνει εχθροί. Κι ας μη νιώθαμε μίσος ο ένας για τον άλλο, ας πονούσαν κι αυτοί για το κακό που μας είχε βρει. Αλλά, έτσι είναι ο πόλεμος…». Πέρασαν πολλά χρόνια για να καταλάβω τι εννοούσε. Οι απλοί άνθρωποι, σε όποια φυλή ή θρησκεία κι αν ανήκουν, δεν έχουν να χωρίσουν τίποτε μεταξύ τους. Τον πόλεμο τον κάνουν τα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα, όχι οι λαοί. Βέβαια, πέρα από τις διηγήσεις της θείας Σοφίας, διάβασα και πολλές μαρτυρίες Ελλήνων της Σμύρνης, που επίσης ξεριζώθηκαν βίαια από τα πατρογονικά εδάφη, βίωσαν τον τρόμο και την απελπισία, αντίκρισαν με τα μάτια τους τις σφαγές και τις ακρότητες των Τσετών, κρύφτηκαν ακόμα και μέσα σε μνήματα για να σωθούν.


«Θα φύγουμε, δηλαδή… Αποφάσισες να μας ξεριζώσεις, Αριστομένη. Να κάνεις την οικογένειά σου πρόσφυγες». Οι λέξεις βγήκαν με λυγμό από τα χείλη της Σοφίας. Μιλήστε μας για τις πρώτες στιγμές της μεγάλης απόφασης και το κυρίαρχο συναίσθημα των ηρώων σας.
Για όλους τους ήρωες το κυρίαρχο συναίσθημα είναι ο πόνος του ξεριζωμού και η αγωνία για το αύριο. Από κει και πέρα, όμως, ο καθένας αντιμετωπίζει διαφορετικά τη νέα πραγματικότητα, ανάλογα με τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά του. Η Σοφία, για παράδειγμα, μια κοπέλα που μεγάλωσε μέσα στα πλούτη και στις ανέσεις, φοβάται πως στην Ελλάδα θα χάσει όλα όσα της πρόσφερε αρχικά ο πατέρας της και στη συνέχεια ο άντρας της: το μεγάλο σπίτι με τα ακριβά έπιπλα, τις υπηρέτριες που ικανοποιούσαν κάθε της επιθυμία, τη συναναστροφή με την αριστοκρατία της Σμύρνης. Πολύ αργά θα συνειδητοποιήσει ότι όλα αυτά δεν έχουν καμία αξία και ότι η ουσία της ζωής βρίσκεται αλλού. Ο Αρίστος, από την άλλη μεριά, μαθημένος από μικρός στη φτώχεια, δεν φοβάται τις στερήσεις. Ξέρει ότι όπου κι αν βρεθεί, θα δουλέψει σκληρά και θα εξασφαλίσει για τη γυναίκα του και τα παιδιά του ένα καλύτερο μέλλον. Άλλωστε, έχει πάντα μαζί του τον «θησαυρό» του, κι αυτό τον γεμίζει δύναμη.


Το μυθιστόρημά σας χωρίζεται στο τότε και στο σήμερα. Δυο διαφορετικοί χρόνοι, που μπλέκουν αρμονικά κατά την ανάγνωση. Ποιο είναι το χρονικό εύρος του χρονικού επιρρήματος «σήμερα» αλλά και πότε ξεκινάει το «τότε»;
Το «τότε» ξεκινάει στις 8 Σεπτεμβρίου του 1922, λίγες μόνο μέρες πριν από την καταστροφή, και ακολουθεί τους ήρωες μέχρι την εγκατάστασή τους στην Ελλάδα, φτάνοντας ως τη δεκαετία του ’50. Το «σήμερα» αναφέρεται στο παρόν, δίχως όμως να ορίζεται με ακρίβεια ο χρόνος, για έναν και μοναδικό λόγο. Θα μπορούσα να γράψω: Αθήνα, Ιανουάριος 2022, αλλά προτίμησα να μην το κάνω, λόγω covid-19. Μας έχει ταλαιπωρήσει όλους τόσο πολύ η πανδημία, που δεν ήθελα να υπάρχει και μέσα στο βιβλίο (κάτι που θα έπρεπε να γίνει, αν το «σήμερα» αφορούσε τις μέρες μας). Ας πούμε, λοιπόν, ότι το παρόν του Μάνου και της Έλσας αναφέρεται στην προ κορονοϊού εποχή, αποτελεί μια covid free ιστορία.


Σε ποιο σημείο της πλοκής το μυθιστόρημά σας παίρνει αστυνομικές διαστάσεις και πόσο εύκολο ήταν να συνυπάρξει η Μικρασιατική καταστροφή με τις σταγόνες αίματος που διακρίνουμε στο εξώφυλλο του βιβλίου σας;
Η αστυνομική πλοκή ξεκινά από τις πρώτες κιόλας σελίδες του βιβλίου, από τη στιγμή που ο Μάνος Βαρσάμης διαβάζει στην εφημερίδα για τον θάνατο του παλιού του φίλου, του Χριστόδουλου Ραγιόγλου. Ο εκλιπών τού είχε τηλεφωνήσει λίγες μέρες πριν και του είχε εκμυστηρευτεί πως δεχόταν απειλές κατά της ζωής του. Έτσι, ο Βαρσάμης, παρά τις αρχικές επιφυλάξεις της συνεργάτιδάς του, είναι πεπεισμένος πως ο Ραγιόγλου όντως δολοφονήθηκε, κάτι που υποστηρίζει σθεναρά και η πιστή οικονόμος του Χριστόδουλου, η Αναστασία Βεργίδου. Όσο για τη συνύπαρξη της Μικρασιατικής καταστροφής με τις σταγόνες αίματος στο εξώφυλλο, αυτή αποτελεί μια ακόμα εξαιρετική ιδέα του δημιουργού του εξωφύλλου, του Ιάκωβου Ψαρίδη, που ενώνει το παρελθόν με το παρόν. Το αίμα που χύνεται στο παρόν έχει άμεση σχέση με αυτό που συνέβη στη Σμύρνη του 1922.


Χριστόδουλος Ραγιόγλου. «Ήδη βρισκόταν στο κατώφλι του θανάτου», γράφετε. Τι είναι αυτό που πρέπει να γνωρίζουμε γι’ αυτόν τον αιωνόβιο άντρα που θα βρεθεί δολοφονημένος;
Ο Χριστόδουλος Ραγιόγλου έφτασε στην Ελλάδα από τη Σμύρνη σε βρεφική ηλικία. Συνέχισε την επιχείρηση που ξεκίνησε ο πρόσφυγας πατέρας του και κατάφερε όχι μόνο να την επεκτείνει αλλά και να την κάνει μία από τις σημαντικότερες της χώρας. Όμως, παρότι ως επιχειρηματίας ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένος, στην προσωπική του ζωή υπήρξε ένας δυστυχισμένος και βαθιά πονεμένος άνθρωπος. Μετά τον θάνατο της γυναίκας του έχασε σε τροχαίο δυστύχημα τον μοναχογιό και τη νύφη του και μεγάλωσε, με τη βοήθεια της πιστής του οικονόμου, τη μονάκριβη εγγονή του, την Ισιδώρα. Όταν εκείνη βρέθηκε άγρια δολοφονημένη σε ηλικία μόλις είκοσι τεσσάρων ετών, αφιέρωσε τη ζωή του για να ανακαλύψει τον δολοφόνο της. Για τον ίδιο, η μακροβιότητά του αποτελούσε κατάρα, αφού έζησε κοντά εκατό χρόνια μόνο και μόνο για να βλέπει τους αγαπημένους του να χάνονται ο ένας μετά τον άλλο. Ο δικός του θάνατος, όμως, θα αποτελέσει την αφορμή για να αποδοθεί επιτέλους δικαιοσύνη.


Μάνος Βαρσάμης, συνταξιούχος αστυνομικός. Έλσα Γληνού, ψυχολόγος. Αναλαμβάνουν τη σκοτεινή υπόθεση δολοφονίας. Πόσο σύντομα θα αντιληφθούν πως «Η Σμύρνη αποτελούσε το κλειδί που θα τους οδηγούσε στη λύση της υπόθεσης»;
Η αλήθεια είναι πως δεν αργούν ιδιαίτερα να καταλήξουν στη συγκεκριμένη διαπίστωση. Όλοι οι ήρωες της ιστορίας έχουν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, σχέση με τη Σμύρνη, αφού ή κατάγονται από εκεί ή την επισκέπτονταν συχνά. Ο Βαρσάμης και η Γληνού, λοιπόν, συνειδητοποιούν ότι για να λύσουν τη σκοτεινή υπόθεση της δολοφονίας του Ραγιόγλου κι ενός ακόμα προσώπου, θα πρέπει όχι μόνο να «επιστρέψουν» στην πόλη αυτή αλλά και να γυρίσουν νοερά πίσω στον χρόνο, στη Σμύρνη του 1922…


1922-2022. Εκατό χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τη Μικρασιατική καταστροφή. Είναι ο δικός σας φόρος τιμής στα θύματα της εκδίωξης και εξόντωσης του ελληνικού και χριστιανικού πληθυσμού της Μικράς Ασίας;
Για να είμαι ειλικρινής, όταν ξεκίνησα να γράφω το βιβλίο δεν είχα σκεφτεί ότι φέτος συμπληρώνονται εκατό χρόνια από την καταστροφή της Σμύρνης. Εφόσον, όμως, η έκδοσή του συνέπεσε με αυτή τη μαύρη επέτειο, ήθελα το μυθιστόρημα αυτό να αποτελέσει τον δικό μου ελάχιστο φόρο τιμής στους ανθρώπους που έβαψαν με το αίμα τους εκείνα τα χώματα και σε όσους ξεριζώθηκαν από τις εστίες τους και αναγκάστηκαν να ακολουθήσουν τον δύσκολο δρόμο της προσφυγιάς. Άλλωστε, και οι δικοί μου παππούδες ήταν πρόσφυγες από τη Ρωσία, Έλληνες που ζούσαν στην Οδησσό και στο Ροστόφ, κι έφυγαν από εκεί με την Οκτωβριανή επανάσταση. Πέρασαν πολλά χρόνια στον συνοικισμό στο Γκάζι και ήξεραν πολύ καλά τι σημαίνει προσφυγιά.


Έχετε πει πως από μικρή σας γοήτευαν οι γρίφοι και τα μυστήρια. Ο θησαυρός της Σμύρνης σας άφησε ελεύθερο χώρο ώστε να εντάξετε στην πλοκή σας σκηνές με προβλήματα που απαιτούν σκέψη και παρατηρητικότητα για την επίλυσή τους;
Ολόκληρο το αστυνομικό κομμάτι του βιβλίου, αυτό δηλαδή που διαδραματίζεται στο παρόν, είναι γεμάτο από τέτοιες σκηνές. Μπορεί το βιβλίο να έχει πολλά ιστορικά στοιχεία, όμως η ταυτότητά του δεν παύει να είναι εκείνη του ψυχολογικού θρίλερ. Έτσι, υπάρχουν μέσα στις σελίδες σκόρπια στοιχεία που, αν τα εντοπίσει ο αναγνώστης, ίσως να τον βοηθήσουν να ανακαλύψει τον ένοχο.


«Σε όλους εκείνους που ο παραλογισμός του πολέμου τους οδήγησε στον δρόμο της προσφυγιάς». Όταν αφιερώνατε το βιβλίο σας στους ανθρώπους που ξαφνικά βρέθηκαν πρόσφυγες δεν υπήρχε ούτε σαν σκέψη ο πόλεμος στην Ουκρανία. Τώρα που η αφιέρωσή σας περιλαμβάνει τους νέους πρόσφυγες, πώς αισθάνεστε ως συγγραφέας και άνθρωπος;
Αυτό που ζουν οι άνθρωποι στην Ουκρανία δεν νομίζω ότι περιγράφεται με λόγια. Οι σκηνές που παρακολουθούμε στα δελτία ειδήσεων προκαλούν σε όλους φρίκη. Τι να πει κανείς σ’ αυτά τα παιδιά που αντικρίζουν με τα μάτια τους τον θάνατο; Τι να πει σ’ αυτούς που εγκαταλείπουν τα σπίτια τους, τη ζωή τους ολόκληρη, και φεύγουν για να σωθούν; Κουράγιο; Υπομονή; Τι; Ως συγγραφέας δεν μπορώ παρά να νιώθω θλίψη, καθώς όντως η αφιέρωση περιλαμβάνει και τους νέους πρόσφυγες. Ως άνθρωπος, όμως, αισθάνομαι βαθιά ντροπή, γιατί εν έτει 2022, έχοντας πλέον μπει για τα καλά στον 21ο αιώνα, το ανθρώπινο είδος, παρ’ όλη την εξέλιξη και την πρόοδό του, εξακολουθεί να μη διαθέτει αυτό που θα έπρεπε κυρίως να το χαρακτηρίζει: την ανθρωπιά…
Σας ευχαριστώ πολύ για τη φιλοξενία.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Σμύρνη, 9 Σεπτεμβρίου 1922. Ο νεαρός Αρίστος Κογκαλίδης αποφασίζει να εγκαταλείψει την πατρίδα του και να καταφύγει με την οικογένειά του στην Ελλάδα. Ξέρει ότι η μέρα της καταστροφής πλησιάζει και ο μοναδικός τρόπος να σωθούν είναι να ακολουθήσουν τον δρόμο της προσφυγιάς. Δεν τον φοβίζει το μέλλον, καθώς θα πάρει μαζί του όλα εκείνα που θα του επιτρέψουν να ξεκινήσει μια νέα ζωή: χρήματα, κοσμήματα αλλά και τον πολύτιμο θησαυρό του… Όμως, ο νεαρός Γαβρίλης Ραγιόγλου ανατρέπει την τελευταία στιγμή τα σχέδιά του με τον χειρότερο τρόπο…
Αθήνα, σήμερα. Όταν ο αιωνόβιος Χριστόδουλος Ραγιόγλου δολοφονείται, ο συνταξιούχος πλέον αστυνομικός Μάνος Βαρσάμης, παλιός φίλος του θύματος, και η ψυχολόγος Έλσα Γληνού αναλαμβάνουν την υπόθεση. Όσοι ήταν κοντά του μπαίνουν στο στόχαστρο του Βαρσάμη που πιστεύει πως ένας από αυτούς είναι ο δολοφόνος. Όταν, όμως, η Έλσα συνειδητοποιεί πως όλοι τους σχετίζονται με τη Σμύρνη, οι ισορροπίες ανατρέπονται και τα νέα δεδομένα οδηγούν σε ένα ακόμα έγκλημα και μια απόπειρα δολοφονίας.
Το παρελθόν μπλέκεται με το παρόν και καλά κρυμμένα μυστικά βγαίνουν στο φως. Ποιος θέλησε να σκοτώσει έναν άνθρωπο που ήδη βρισκόταν στο κατώφλι του θανάτου; Ο Μάνος και η Έλσα, στην προσπάθειά τους να ξετυλίξουν το κουβάρι αυτής της τόσο σκοτεινής υπόθεσης, καλούνται να ανατρέξουν στο 1922…
Όλα οδηγούν στη Σμύρνη… ή ξεκινούν αποκεί…

Βιογραφικό
Η Ελευθερία Μεταξά γεννήθηκε στο Αιγάλεω το 1970. Είναι πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών, της Δραματικής Σχολής Διομήδη Φωτιάδη και του τμήματος Δημοσιογραφίας του Εργαστηρίου Ελευθέρων Σπουδών ΑΝΤ1. Εργάστηκε ως ηθοποιός, λαμβάνοντας μέρος σε θεατρικές παραστάσεις και τηλεοπτικές σειρές, ως ασκούμενη δημοσιογράφος στο δελτίο ειδήσεων του ΑΝΤ1 και ως φιλόλογος σε φροντιστήρια Μέσης Εκπαίδευσης.
Σήμερα ασχολείται με τη συγγραφή αστυνομικών μυθιστορημάτων, με τη μετάφραση και την επιμέλεια βιβλίων και με μεταγλωττίσεις ξένων τηλεοπτικών σειρών. Είναι μέλος της ΠΕΛ (Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών) και μιλάει αγγλικά. Το διήγημά της με τίτλο «Το τελευταίο ταξίδι» απέσπασε έπαινο στον 34ο Πανελλήνιο Διαγωνισμό της ΠΕΛ. Από τις εκδόσεις Ωκεανός κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά της Όταν μιλούν τα φεγγάρια, Μην κοιτάξεις πίσω, Σπασμένος καθρέφτης και Ποιος σκότωσε την Ιφιγένεια;, ενώ από τις εκδόσεις Μίνωας τα μυθιστορήματα Τα τρία πρόσωπα της Εκάτης (2019) και Αθώοι ένοχοι (2020).