Όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος λέει ο σοφός λαός και στη συγκεκριμένη ιστορία της Κατερίνας Μαλακατέ, αυτό ακριβώς συμβαίνει. Η κακιά η ώρα, πάνω σε έναν ανόητο καβγά με τη μητέρα του, και ο νεαρός Διονύσης πατάει τη σκανδάλη της καραμπίνας. Το αποτέλεσμα είναι να ξυπνήσει από το τεχνητό κώμα πολλές μέρες μετά και να διαπιστώσει ότι είναι όλο το πρόσωπό του καλυμμένο με γάζες. Δεν έχει χάσει τη ζωή του, αλλά το μισό του πρόσωπο έχει καταστραφεί. Χωρίς μύτη, σαγόνι, στόμα, χωρίς τη δυνατότητα να μιλήσει, να μυρίσει, να αντικρύσει το φρικιαστικό θέαμα του εαυτού του στον καθρέφτη.
Χρειάζεται απίστευτο ψυχικό σθένος να αντέξεις κάτι τέτοιο. Η ψυχολογική υποστήριξη είναι το μόνο που θα τον κρατήσει από την τρέλα. Οι σκέψεις διαδέχονται η μία την άλλη. Γιατί να ζήσει; Γιατί να υποστεί αυτή την ταλαιπωρία; Ποιος είναι ο ένοχος για ό,τι του συνέβη;

Η φύση της μνήμης είναι τέτοια που αποκλείει τη φρικαλεότητα. Τη φρίκη πρέπει να κάνεις συνειδητή προσπάθεια για να τη θυμάσαι, να μην την αφήσεις να κυλήσει από τη ζωή σου σαν άρρωστο δέρμα. Η μνήμη μοιάζει με φίδι, σέρνεται και αναγεννάται, δεν μπορεί πάντα να ορίσει τι είναι νέος και τι παλιός εαυτός, όμως ορίζει τον εαυτό έτσι κι αλλιώς. Ο εγκέφαλός μας απωθεί τον τρόμο για να μπορέσει να υπάρξει. Όσο θυμάσαι τον πόνο, ο πόνος παραμένει ζωντανός, πανταχού παρών, απόλυτος κυρίαρχος πάνω σε όλα τα άλλα αισθήματα. Έχεις γιατρευτεί μόνο όταν δεν πονάς πια – ακόμα κι αν μιλάμε για τη στιγμή που πεθαίνεις.


Με μονολόγους που αποκαλύπτουν την οδύνη της ψυχής, αλλά και τους τρομερούς πόνους που καλείται να αντέξει, ο αναγνώστης βαδίζει μαζί του σε τρομακτικά μονοπάτια. Οι μόνοι άνθρωποι που παραμένουν κοντά του, που τον αντέχουν, είναι οι γονείς του. Ακόμη και ο αδελφός του τον εγκαταλείπει, ακόμη και οι φίλοι, εκτός από έναν, ακόμη και το κορίτσι του, το οποίο υποτίθεται ήταν και η αιτία της διαφωνίας με τη μητέρα του, που τον οδήγησε στην φριχτή του πράξη.
Καλείται να ζήσει μια ζωή εξαρτώμενος από τη μητέρα του, με την οποία έχει μια ιδιόμορφη σχέση, αγάπης και μίσους. Μέσα από τις γραπτές του συνομιλίες με τον ψυχολόγο του, αποκαλύπτεται πόσο δεμένος ήταν με τη μητέρα του από μικρό παιδί και πόσο ειδικά τώρα δεν θέλει να την αποχωριστεί.


Το μόνο που τον κρατάει ζωντανό είναι το διαδίκτυο, στο οποίο δεν διστάζει να εμπορευματοποιήσει τον πόνο του, τη δυστυχία του, την φρικιαστική του εικόνα και έτσι να δεχτεί την ανέλπιστη πρόταση να κάνει μεταμόσχευση προσώπου στην Αμερική. Οι πιθανότητες να πάνε όλα καλά είναι ελάχιστες. Όσες προσπάθειες είχαν γίνει δεν είχαν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Θα πρέπει να βρεθεί ο συμβατός δότης, να δεχτεί ο οργανισμός του το πρόσωπο ενός άλλου, να μην το απορρίψει στο μέλλον. Αλλά πρώτα από όλα αυτά, να βρει χρήματα για αυτή την επέμβαση που ίσως του αλλάξει τη ζωή, ή να μην ξυπνήσει ποτέ από το χειρουργικό κρεβάτι.


Πολλά τα ζητήματα που θίγονται στην πορεία της ανάγνωσης. Πώς είναι δυνατόν να μπορέσει ένας άνθρωπος, να αντικρύσει στον καθρέφτη το πρόσωπο ενός άλλου πάνω στο δικό του πρόσωπο; Θα έχει τις ρυτίδες του, τις εκφράσεις του, θα θυμίζει στους δικούς του ανθρώπους ότι ένας νεκρός ξαναζωντάνεψε σε ένα άλλο σώμα.
Η επιστήμη στην εποχή μας κάνει θαύματα. Και αυτό ακριβώς είναι και ο Διονύσης, ένα ζωντανό θαύμα. Οι γύρω του αλλάζουν συμπεριφορά, τολμούν πια να τον κοιτάξουν, εκστασιάζονται με το αποτέλεσμα. Και ο ίδιος υπομένει τα ατελείωτα χειρουργεία ώστε να φτάσει στο τελικό αποτέλεσμα, είναι διατεθειμένος να ζει την υπόλοιπη ζωή του με φάρμακα, θέλει να ζήσει, να ερωτευτεί, να έχει επιτέλους μια φυσιολογική ζωή.
Ο έρωτας είναι η κινητήριος δύναμη για τον άνθρωπο, του δίνει φτερά, ελπίδα, ικανοποίηση, κι εκείνος ρουφάει την κάθε στιγμή του, αγνοεί τα αρνητικά σχόλια όσων του γράφουν και παραμένει στα θετικά, αυτά που τον εντάσσουν στους κανονικούς ανθρώπους. Απομακρύνεται επιτέλους από την επιρροή της μητέρας του, την οποία θεωρεί ότι του στέρησε τη δυνατότητα να αυτονομηθεί και καταφέρνει να κάνει όνειρα, να περπατάει ανάμεσα σε αγνώστους, να γεύεται ένα ωραίο φαγητό, να μυρίσει και πάλι, να αισθανθεί όμορφος.
Η μάνα έχει ένα κυρίαρχο ρόλο στο όλο μυθιστόρημα και δεν μπορεί παρά να συγκινήσει τον αναγνώστη για το δόσιμό της στην οικογένειά της και ειδικά στον γιο της, όμως θα είναι ανάμεικτα τα συναισθήματα αυτά, καθώς και η ίδια, μονίμως ψάχνει να βρει τον χαμένο της εαυτό σε όλες τις φάσεις της δύσκολης ζωής της.

Αν έκανα μια μεταμόσχευση προσώπου και μετά μια λιπογλυπτική και έπειτα μια εγχείρηση ανόρθωσης και κατόπιν ίσως μια εγχείρηση εγκεφάλου, να λειάνει τις ρυτίδες των αναμνήσεων, τότε ίσως να ξαναγεννιόμουνα.

Όταν ο Διονύσης φτάνει στο σημείο να γευτεί όσα είχε στερηθεί, να αναρωτηθεί τελικά τι είναι αυτό που πραγματικά θα τον κάνει ευτυχισμένο, αν έχει βρει τον εαυτό του ή τον έχει αφήσει έρμαιο στο τραυματικό του παρελθόν, τότε θα χρειαστεί να πάρει και τη μεγαλύτερη απόφαση της ζωής του. Ή να συνεχίσει να επιβιώνει σε έναν ψεύτικο κόσμο που έχει ο ίδιος δημιουργήσει ή να πάρει επιτέλους την ζωή του στα χέρια του.
Όλοι οι χαρακτήρες είναι δοσμένοι με τρόπο απόλυτα ρεαλιστικό και θεωρώ ότι ο αναγνώστης σε κάθε έναν από αυτούς θα βρει κομμάτια του, θα συμπαθήσει ή θα αντιπαθήσει, θα αναρωτηθεί εν τέλει κοιτάζοντας στον καθρέφτη του, είμαι αυτός που φαίνομαι, αυτός που βλέπουν οι άλλοι ή κρύβω μέσα μου κάτι που μονάχα εγώ θα πρέπει να ανακαλύψω;

Ένα μυθιστόρημα που πραγματεύεται ζητήματα βιοηθικής, αλλά και τον έρωτα, την οικογένεια, τους μητρικούς και πατρικούς δεσμούς, τις σχέσεις την εποχή του διαδικτύου.

Περιγραφή βιβλίου
Είμαι ένας λεπρός αποσυνάγωγος, αυτό είμαι. Ο άντρας που τον βλέπεις τυχαία στον δρόμο και κατεβάζεις το κεφάλι για να μη σε χαιρετήσει. Είμαι αυτός που φοβούνται τα παιδάκια τη νύχτα· και τη μέρα. Είμαι εγώ που ποτέ δεν θα με καλέσεις για ένα ποτό, όσες φορές κι αν συναντηθούμε. Ζω τη νύχτα για να τρομάζω τα παιδιά. Κοιμάμαι τη μέρα για να αποφεύγω τους καθρέφτες. Υπάρχω ακόμη, κι ας μη με θες. Υπάρχω ακόμα κι αν βασανίζω όσους με αγαπούν. Αν με αγαπήσεις, μείνε μακριά. Κανείς δεν θέλει να δει το πρόσωπο του τέρατος.

Πάνω σε έναν καβγά με τη μητέρα του, ο 23χρονος Διονύσης αυτοπυροβολείται. Το μισό του πρόσωπο διαλύεται. Χωρίς μύτη, στόμα, μάγουλα, δυσκολεύεται να φάει και να μιλήσει, επιβιώνει στη σκιά με μόνη συντροφιά τους γονείς του. Για αρκετό καιρό ζει μέσα στα σόσιαλ μίντια, κρυμμένος πίσω από την οθόνη του υπολογιστή του. Ώσπου ένα βράδυ τον βρίσκει η ελπίδα, μια γιατρός τού στέλνει υλικό για την εγχείρηση που θα τον σώσει ― μεταμόσχευση προσώπου. Μπορεί όμως το πρόσωπο ενός άλλου να σου δώσει πίσω τα χαμένα χρόνια; Πώς ωριμάζει κανείς χωρίς ρυτίδες; Πώς ερωτεύεται με νέα ταυτότητα.