Το Il Messaggero το χαρακτήρισε σαν τη γερμανική απάντηση στη σάγκα της Έλενας Φεράντε και καθώς έχω διαβάσει την τετραλογία της Νάπολης, θα συμφωνήσω απόλυτα με την παραπάνω δήλωση.


Αν και πρωτοεμφανιζόμενος ο Ντάνιελ Σπεκ κατάφερε να αποδώσει με τόσο ωραίο τρόπο την ιστορία τριών γενεών, ανθρώπων που γεννήθηκαν και έζησαν στη Σικελία, που λάτρευαν τη χώρα τους, αλλά οι συνθήκες τους ανάγκασαν να αναζητήσουν την τύχη τους στη Γερμανία, που ο αναγνώστης αισθάνεται να παρακολουθεί αυτή την αγωνιώδη προσπάθεια και να συμπάσχει μαζί τους.


Η ιστορία του χθες μπλέκεται με το σήμερα και ανάμεσά τους μια γυναίκα, η Γιούλια, που ζούσε με την εντύπωση ότι ο πατέρας της είχε πεθάνει όταν εκείνη ήταν μόλις οχτώ χρονών. Και η ζωή της αλλάζει όταν εμφανίζεται μπροστά της ένας ηλικιωμένος και της λέει πως είναι ο παππούς της και πως ο πατέρας της ζει.
Δεν είναι μόνο η αναζήτηση της δικής της ταυτότητας, είναι και η αναζήτηση των ανθρώπων να βρουν τη χαμένη τους πατρίδα, αυτή που εγκατέλειψαν για να εργαστούν στη μεταπολεμική Γερμανία, μια χώρα που είχε μεγάλη ανάγκη από εργατικά χέρια, και όμως δεν αγαπούσε τους μετανάστες που κατέφταναν εκεί κατά χιλιάδες αναζητώντας την τύχη τους.


Ένα οδοιπορικό στο πώς οικοδομήθηκε εκ νέου η Γερμανία, στη φτώχεια που έδερνε τους Ιταλούς μετανάστες, και κατ’ επέκταση και όλους τους μετανάστες, στις λάθος αποφάσεις που πήραν ορισμένοι άνθρωποι και στα ψέματα πάνω στα οποία έχτισαν τη ζωή τους.
Και όταν έρχεται η στιγμή να κάνει κάποιος την επανάστασή του, όταν αποφασίζει να ζήσει, η μοίρα παίζει το πιο σκληρό της παιχνίδι, με αποδέκτες ανυποψίαστους ανθρώπους, οι οποίοι αναζητούν τις ρίζες τους.
Πόσα κοινά μπορεί να έχει ένας πατέρας με το παιδί του και πόσα λάθη επαναλαμβάνονται τα οποία οδηγούν στην αποξένωση, στην απομάκρυνση μα και στη μόνιμη αναζήτηση της ευτυχίας που πάντοτε είναι ένα βήμα πιο μακριά.


Ένα κινηματογραφικό ταξίδι ζει ο αναγνώστης μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, ταξιδεύει σε παλιές και σύγχρονες εποχές, μαθαίνει τις διαφορές και τις αλλαγές στα χρόνια που πέρασαν, μα πάνω από όλα, αντιλαμβάνεται ότι η αποκατάσταση της αλήθειας είναι η μόνη οδός για την ατομική απελευθέρωση από πάθη και μίση που μας κρατούν αιχμάλωτους και δεν μας αφήνουν να δούμε με ξεκάθαρο τρόπο ότι η ευτυχία εξαρτάται αποκλειστικά από εμάς τους ίδιους. Με την αποδοχή του παρελθόντος και τη συγχώρεση μπορούμε να αφήσουμε πίσω τα κακώς κείμενα και να πορευτούμε στο μέλλον.

Είπε πως είναι ο παππούς μου και πως, αν τον άφηνα να μου αφηγηθεί την ιστορία του, θα τον πίστευα. Με παρακάλεσε τόσο επίμονα να τον ακούσω, λες και απ’ αυτό κρεμόταν η ζωή του.
Και, όταν μου αφηγήθηκε την ιστορία, συνειδητοποίησα ότι απ’ αυτό κρεμόταν στην πραγματικότητα η δική μου ζωή.
Κατά τη διάρκεια της Εβδομάδας Μόδας στο Μιλάνο, ένας ηλικιωμένος άντρας πλησιάζει τη Γιούλια, της συστήνεται ως ο Γερμανός παππούς της και της ζητά να παραδώσει μια επιστολή στον πατέρα της. Ο κόσμος της Γιούλια καταρρέει –από μικρή πίστευε ότι ο πατέρας της έχει πεθάνει– και, καθώς αναζητά την αλήθεια, ανακαλύπτει το ημερολόγιο της γιαγιάς της. Μέσα από τις σελίδες αυτού του ημερολογίου θα αναδυθούν οι ιστορίες τριών γενεών, τα μυστικά, τα πάθη, οι προκαταλήψεις, οι θυσίες και τα όνειρα για μια καλύτερη ζωή.
«Ο Daniel Speck μας παίρνει από το χέρι για να μας ταξιδέψει στη Γερμανία και την Ιταλία –και, από τις πρώτες κιόλας σελίδες, εύχεσαι να μην τελειώσει ποτέ το ταξίδι.» –Independent

Ο Ντάνιελ Σπεκ γεννήθηκε το 1969 στο Μόναχο και σπούδασε Ιστορία του Κινηματογράφου στο Μόναχο και τη Ρώμη, όπου και έζησε αρκετά χρόνια. Είναι καταξιωμένος σεναριογράφος και διδάσκει σε ανώτατες σχολές κινηματογράφου στη Γερμανία και την Ιταλία. Έγραψε το σενάριο για την κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου του Jan Weiler Maria, ihm schmeckt’s nicht, καθώς και το σενάριο για την τηλεοπτική ταινία Zimtstern und Halbmond. Για το σενάριο της τηλεοπτικής ταινίας Meine verrückte türkische Hochzeit απέσπασε το βραβείο Adolf Grimme και το βραβείο της Βαυαρικής Τηλεόρασης. Το Μπέλα Γερμάνια, που είναι το πρώτο του μυθιστόρημα, υπήρξε το πιο επιτυχημένο έργο πρωτοεμφανιζόμενου Γερμανού συγγραφέα για το 2016. Το 2018 κυκλοφόρησε το δεύτερο μυθιστόρημά του, Piccola Sicilia.