«Η μοίρα της ήταν να ζήσει. Και ν’ αγαπήσει πέρα από τα όρια!»
Harmony Verna

Οι εκδόσεις Κλειδάριθμος μπορούν να είναι περήφανες για την έκδοση της κόρης της Αυστραλίας, της Harmony Verna, σε μετάφραση Μαρίας-Ρόζας Τραϊκόγλου. Πρόκειται για ένα, ας μου επιτραπεί η έκφραση, λογοτεχνικό έπος της Αυστραλιανής υπαίθρου, όταν πια συνυπήρχαν οι μετανάστες άποικοι και η αυστραλιανή φυλή των ιθαγενών Αβοριγίνων, στις αρχές του 20ου αιώνα.

«…Ατελείωτα χιλιόμετρα κόκκινης γης φάνταζαν θολά πίσω από τις ράγες, ξετυλίγονταν ίσαμε την άκρη του κόσμου, μπροστά στα μάτια της που ξεχώριζαν τις αποχρώσεις της στο χρώμα της σκουριάς και τη ζέστη που λαμπύριζε λευκή πάνω απ` το χώμα -η γη που την είχε γεννήσει…»

Η μεστή, περιγραφική και κινηματογραφική γραφή της Verna, με εκπληκτικό τρόπο κάνει τον αναγνώστη να «βλέπει» και να «αισθάνεται» τις εικόνες της Αυστραλίας και όχι μόνο…

«… Ο χειμώνας έχασε τη δύναμή του, έστριψε σε μια απότομη γωνία και βγήκε από την άλλη μεριά ως άνοιξη. Οι καινούριες βροχές ήρθαν με μανία, σφυροκοπώντας τη σιδερένια στέγη, μαστιγώνοντας τα παράθυρα, χτυπώντας και μπήγοντας τα νύχια τους στον άνεμο…»

Ο ανθρακωρύχος Γκαν βρίσκει ένα μικρό κορίτσι να έχει εγκαταλειφθεί με κουρέλια στην πυρωμένη αυστραλιανή έρημο. Το παίρνει μαζί του και προσπαθεί να βρει ιατρική βοήθεια στην πλησιέστερη πόλη, προκειμένου το παιδί να ζήσει. Λίγο αργότερα, φοβισμένο και κλεισμένο στον εαυτό του, χωρίς να μιλάει πια, μεταφέρεται στο ορφανοτροφείο του πατέρα Μάκινταϊρ, «διαθέσιμο» για υιοθεσία…

«…Ακόμα ένα ορφανό. Ένα παιδί χωρίς φωνή, αλλά με την λάμψη της αγνότητας στο βλέμμα. Η χάλκινη καμπάνα σήμανε και ο ιερέας αφουγκράστηκε με μάτια κλειστά – μάτια ευλάβειας. Γιατί αυτό ήταν το κάλεσμα εκείνων εντός, εκείνων που δεν μπορούσαν να μιλήσουν για τον εαυτό τους, εκείνων που δεν είχαν ταυτότητα, που είχαν χαθεί – ένας φάρος ανωνυμίας…»

Ο Τζέιμς, ένα μικρό αγόρι που ζει ήδη εκεί, αισθάνεται την αδυναμία του κοριτσιού και το προστατεύει. Μια ξεχωριστή σχέση αναπτύσσεται ανάμεσα στα δυο παιδιά, μα και ανάμεσα στον Ιερέα που τα θεωρεί παιδιά του. Πόσο δοτικός και τραγικός ήρωας στο βιβλίο ο πατέρας Μάκινταϊρ! Ο Τζέιμς θα μεγαλώσει με τους μακρινούς Ιρλανδούς συγγενείς του, η Λεονόρα θα υιοθετηθεί από ένα πλούσιο ζευγάρι Αμερικανών και οι δρόμοι τους θα χωρίσουν.
Κανένα παιδί δεν έχει εύκολη ζωή, αφού ο Τζέιμς υποβάλλεται σε άδικες και βάναυσες συμπεριφορές του θείου του, οι οποίες γίνονται ακόμα χειρότερες όταν πεθαίνει η θεία του, και η Λεονόρα ζει μεν σε πλούσιο σπίτι μα με μια «θεία» που την ελέγχει και την καταπιέζει, εξαναγκάζοντάς την με τον τρόπο της, ακόμη και σε γάμο με τον ισχυρό, γοητευτικό και συνάμα βίαιο, φιλόδοξο και αριβίστα, Άλεξ , με τον οποίο και επιστρέφει στην Αυστραλία. Διαβάστε το απόσπασμα από το οπισθόφυλλο:

«Η Λεονόρα είναι μικρό κοριτσάκι όταν την εγκαταλείπουν για να πεθάνει στην αδυσώπητη έρημο της Αυστραλίας. Ένας γέρος μεταλλωρύχος, όμως, της σώζει τη ζωή. Καταλήγει στο ορφανοτροφείο, όπου ένα αγόρι, ο Τζέιμς, γίνεται ο φύλακας άγγελός της. Μέχρι που ένα πλούσιο ζευγάρι την υιοθετεί και την παίρνει μακριά, στην Αμερική…
Χρόνια αργότερα, η Λεονόρα θα επιστρέψει και θα έρθει ξανά πρόσωπο με πρόσωπο με τον Τζέιμς. Εκείνη έχει πλέον τα πάντα, εκτός από αγάπη. Εκείνος δεν έχει τίποτε πέρα από τα νιάτα του, όμως θα την κάνει να νιώσει ξανά ζωντανή, κόρη της αδάμαστης γης της Αυστραλίας. Αλλά σ’ έναν κόσμο που τον σαρώνει ο πόλεμος, με τα πλούτη και τη ζήλια να μπαίνουν ανάμεσά τους, η μοίρα δεν έχει πει ακόμη την τελευταία της λέξη…»

Όλοι ήρωες του βιβλίου, τόσο οι πρωταγωνιστές, όσο και όλοι οι άλλοι που μπλέκονται στην ιστορία, είναι απίστευτοι χαρακτήρες, άριστα δομημένοι σε τέτοιο βαθμό, ώστε ο αναγνώστης θα νοιώσει τις αδυναμίες τους, το μεγαλείο της ψυχής τους, τις αγωνίες τους, την θέση τους στην κοινωνία της Αυστραλίας του 1900, τις κακουχίες τους, την φτώχεια τους, τα πάθη τους και τον πόνο τους. Έντονη προσωπικότητα η κ. Σέλμπι και υπέροχος χαρακτήρας ο Γκαν, που σίγουρα οι αναγνώστες θα τον ξεχωρίσουν για την παιδική αθώα ψυχή του, για τον τρόπο που τον αντιμετώπιζαν, για τις σκέψεις του…

«… “Μας κάνατε μεγάλη εξυπηρέτηση, κύριε” … To στήθος του Γκαν φούσκωσε. Κύριο, τον είχε πει. Του έσφιξε το χέρι και η ντροπή διαλύθηκε αυτόματα. Δεν είμαι αλήτης…»

Αν και το μυθιστόρημα δεν έχει έντονες ανατροπές, είναι όλο ένα καλοδουλεμένο έργο, έχοντας ένα πολύ δυναμικό ξεκίνημα και ένα πολύ δυνατό τέλος και ενδιάμεσα μια ιστορία πλούσια. Ένα έργο αριστοτεχνικά δοσμένο από την Verna, που κατάφερε να κλείσει μέσα του, την υιοθεσία, την ζωή στα ορφανοτροφεία, την ελλειπή ιατρική φροντίδα των χαμηλά κοινωνικών στρωμάτων, τον τρόπο ζωής και εργασίας των Αβοριγίνων και των ανθρώπων που δουλεύουν σε ορυχεία, τον ψυχικό εξαναγκασμό και τις επιλογές ζωής, τον έρωτα, τις θυσίες και την αληθινή αγάπη.

image description