Συγγραφείς του βιβλίου Démenti – Εκδόσεις BELL

Όλα ξεκίνησαν σε μια πολύ αυθόρμητη στιγμή. Η Μαργαρίτα Αλευρίδη έριξε την ιδέα στον Λεωνίδα Καραγεώργο να γράψουν μαζί ένα βιβλίο κι εκείνος δέχτηκε δίχως δεύτερη σκέψη. Το όμορφο σ’ αυτή τη συνεργασία αλλά και η μεγάλη πρόκληση για τους δυο τους, ήταν, πως στα μισά αποφάσισαν να γράψουν σε κόντρα ρόλους και, η αλήθεια είναι, πως τα κατάφεραν μια χαρά αφού συνειδητοποίησαν πως μ’ αυτό τον τρόπο η γραφή τους έγινε πιο οξυδερκής, πιο εναργής, πιο αιχμηρή και, ως εκ τούτου, πιο ειλικρινής. Η ιστορία τους επενδύει σε δυο δυνατά συναισθήματα της ζωής, εκείνα της αγάπης και της φιλίας. Όπως λένε στο Vivlio-life οι δυο συγγραφείς «η λογοτεχνία πάνω από όλα οφείλει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ίδια τη ζωή. Υπηρετώντας αυτό ακριβώς, φτιάξαμε ήρωες ανθρώπινους, με κανονικές διαστάσεις και πολλά τρωτά σημεία. Αν κάποιος ψάχνει να βρει στο démenti εξιδανικευμένες καταστάσεις, μάλλον θα απογοητευτεί».

  • Επιλέξατε έναν ξένο τίτλο για το μυθιστόρημά σας. Γιατί Démenti και όχι Διάψευση;
    Η επιλογή του τίτλου ήταν ομολογουμένως κάτι που μας προβλημάτισε αρκετά. Καταλήξαμε στον συγκεκριμένο και πιστεύουμε πως ολοκληρώνοντας κάποιος το βιβλίο θα συμφωνήσει απόλυτα με την επιλογή μας. Δεν μπορούμε δυστυχώς να πούμε κάτι παραπάνω σχετικά, γιατί θα κάνουμε σπόιλερ.
  • Να δούμε ποιους αλλά και τι ακριβώς αφορά η Διάψευσή σας;
    Όπως όλοι μας, έτσι και τα πρόσωπα του démenti, διαμορφωθήκαμε μέσα από πολύ συγκεκριμένες συνθήκες. Σε κάποιες φάσεις ζωής, όπως αυτή της μέσης ηλικίας, οι περισσότεροι από εμάς επιστρέφουμε, συνειδητά ή υποσυνείδητα, στα κομβικά σημεία της πορείας μας και τα φωτίζουμε με διαφορετικό τρόπο, τα βλέπουμε μέσα από διαφορετικό πρίσμα. Αυτό είναι ένα ταξίδι του εαυτού μέσα στον δικό του χωροχρόνο, τον πολύ προσωπικό. Εκεί που τα ανεκπλήρωτα όνειρα, οι ακυρώσεις αλλά και οι διαψεύσεις έχουν γίνει πλέον ένα κουβάρι χωρίς αρχή μέση και τέλος. Τότε, οι διαφορετικές εκδοχές ζωής εξιδανικεύονται και συνειδητοποιούμε ίσως πως η εκδοχή που μας καθόρισε δεν είναι απαραίτητα εκείνη που ζήσαμε. Αν όμως αυτή η τόσο ιδιαίτερη συνθήκη δεν αντιμετωπιστεί με ειλικρίνεια, θάρρος, εντιμότητα και ενάργεια, τότε ενέχει τον κίνδυνο της εξαπάτησης, με την έννοια της υποσυνείδητης παραίτησης από αυτό που γίναμε τελικά, και την ανάγκη για διαπραγμάτευση με αυτό που θα μπορούσαμε να είχαμε γίνει. Αυτό από μόνο του θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια διαδικασία διάψευσης του ίδιου του εαυτού. Είναι σαν, αντί να ζούμε, να επιλέγουμε διαφορετικούς ρόλους στις ήδη υπάρχουσες αναμνήσεις, και να μεγαλώνουμε εκ νέου μαζί τους. Είναι σαν να ελπίζουμε σε νέα μνήμη. Υπό αυτήν την έννοια, πόσο πιθανή είναι άραγε η καταφυγή σε μια επινόηση που δεν αφορά στην πραγματικότητα του παρόντος μας, αλλά αντιθέτως ξοδεύει το πολύτιμο οξυγόνο του;

Να αναφέρουμε εδώ πως το démenti δεν είναι δοκίμιο. Ήταν για εμάς μια ευκαιρία να αποδώσουμε τις δικές μας, και όχι μόνο, σκέψεις και ανησυχίες χωρίς καμία πρόθεση να υποδείξουμε ή να εκβιάσουμε απαντήσεις από τον αναγνώστη. Είναι μυθιστόρημα με πλοκή που στήσαμε ξεκινώντας από ένα what if, δώσαμε δυο γερές ανατροπές, αναποδογυρίζοντας κυριολεκτικά τα αρχικά μας δεδομένα, και κρατήσαμε μια τρίτη – την πιο σημαντική – για τις τελευταίες σελίδες, ώστε η ερμηνεία του τι συνέβη τελικά να ανήκει αποκλειστικά στον αναγνώστη. Από το feedback που πήραμε από όσους το διάβασαν και επικοινώνησαν μαζί μας, κανείς τους δεν κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα με το άλλον και αυτό για εμάς ήταν πολύ σημαντικό.

  • Τότε και Τώρα. Είναι οι δυο χρονικοί περίοδοι μέσα στις οποίες τοποθετήσατε την ιστορίακαι τους ήρωές σας. Πότε είναι το Τότε και πόσο κοντά στις μέρες που ζούμε είναι το Τώρα;
    Τα χρονικά ορόσημα του démenti είναι το 1967, το 1996, και το σήμερα.
  • Ποιος από τους δυο σας είχε την ιδέα αυτής της συνεργασίας και ποια ήταν η αντίδραση του άλλου όταν την πρωτάκουσε;
    Σε μια πολύ αυθόρμητη στιγμή, η Μαργαρίτα είχε την ιδέα και ο Λεωνίδας δέχτηκε χωρίς δεύτερη σκέψη. Αμέσως μετά ξεκινήσαμε να στήνουμε το όλο εγχείρημα.
  • Ίσως φαντάζει εύκολο να γράφεις βιβλίο με κάποιον άλλο, αλλά δεν είναι. Θεωρώ βέβαιο πως υπήρχαν διαφωνίες στην ιστορία του Πέτρου και της Δανάης, της Μαργαρίτας και του Γιάννη. Τελικά η γυναικεία ματιά επικρατούσε ή μήπως η αντρική κρίση;
    Το να γράψεις ένα βιβλίο μαζί με έναν άλλο συγγραφέα δεν είναι όσο εύκολο ενδεχομένως ακούγεται. Απαιτεί πολύ περισσότερη δουλειά και φυσικά άψογο συντονισμό. Στην περίπτωση του démenti, προκειμένου να βγει το τελικό αποτέλεσμα, μεσολάβησαν άπειρα μέιλ μεταξύ μας κι άλλες τόσες συναντήσεις, καθώς και πολλά πολλά ξενύχτια προκειμένου να είμαστε συνεπείς με τις προθεσμίες μας. Αρχικά είχαμε αποφασίσει το προφανές. Η Μαργαρίτα θα αναλάμβανε τα κομμάτια της Δανάης και της Μαργαρίτας και ο Λεωνίδας εκείνα του Πέτρου και του Γιάννη. Έτσι ξεκινήσαμε. Ο στόχος μας όμως δεν ήταν η απλή συρραφή δύο ξεχωριστών κειμένων. Δε θέλαμε παράθεση παγιωμένων θέσεων και αντιλήψεων μέσα από συνθήκες συμμετρίας. Θέλαμε κάτι ζωντανό, κάτι ρευστό, κάτι που θα άλλαζε διαρκώς δυναμική. Θέλαμε σύγκρουση για να βρούμε καινούργιες ισορροπίες. Για να καταφέρουμε κάτι τέτοιο, εκτός όλων των άλλων, έπρεπε να προκύψουν κείμενα ελεύθερα έμφυλης ταυτότητας. Γι’ αυτό, περίπου στα μισά, αποφασίσαμε να γράψουμε σε κόντρα ρόλους. Η ιστορία μας όμως είχε ήδη μπει για τα καλά στο σχέδιό της, και οι ήρωες πάλευαν να αυτονομηθούν. Η αλλαγή δε θα ήταν εύκολη και το γνωρίζαμε. Είναι εξαιρετικά άβολο να βγαίνεις απότομα από τον ήρωα που έχεις εσύ δημιουργήσει για να μπεις στο πετσί ενός άλλου, ενός χαρακτήρα που έχει σχεδιαστεί από κάποιον άλλο με παραμέτρους που δεν μπορείς να γνωρίζεις. Αυτή ήταν ομολογουμένως η μεγαλύτερη πρόκληση αλλά και η πιο ηλεκτρική στιγμή ολόκληρης της διαδικασίας συγγραφής του démenti. Όχι γιατί γράψαμε «φορώντας» το αντίθετο φύλο –αυτό άλλωστε το είχαμε κάνει ξανά στο παρελθόν, ο καθένας μας ξεχωριστά–, αλλά γιατί επιχειρήσαμε να ψηλαφίσουμε εκ νέου την ταυτότητά μας και όσα συνδέονται μ’ αυτήν, μέσα από ένα διάλογο που είχε όμως ξεκινήσει από τελείως διαφορετική βάση. Στην πορεία του εγχειρήματος συνειδητοποιήσαμε πως μ’ αυτό τον τρόπο η γραφή μας έγινε πιο οξυδερκής, πιο εναργής, πιο αιχμηρή και, ως εκ τούτου, πιο ειλικρινής. Όταν ολοκληρώθηκε το κείμενο, επιστρέψαμε στους αρχικούς μας ήρωες και το γράψαμε ξανά από την αρχή. Σχετικά με την ερώτησή σας για το αν επικράτησε τελικά η γυναικεία ματιά ή η αντρική κρίση, δεν μπορούμε να απαντήσουμε γιατί για εμάς η ματιά και η κρίση δεν έχουν έμφυλη ταυτότητα.
  • Κάθε συγγραφέας έχει το δικό του προσωπικό ύφος όταν παίρνει τον μοναχικό δρόμο της συγγραφής. Πώς ξεπεράσατε αυτό το μικρό ή για πολλούς μεγάλο “τεχνικό” πρόβλημα ώστε ο αναγνώστης να προχωρά αρμονικά στην ανάγνωση;
    Με δουλειά, δουλειά, δουλειά πάνω στο κείμενο. Το κείμενο που ‘έφυγε’ τελικά από τα χέρια μας και το κείμενο που προέκυψε μετά από την επιμέλεια είχαν μεταξύ τους ελάχιστες διαφορές.
  • Ποιον τίτλο θα βάζατε στη συνεργασία σας για τις ανάγκες του μυθιστορήματός σας;
    Σύγκρουση και νέες ολοζώντανες ισορροπίες!
  • Και… τι θα γινόταν άραγε αν δεν συμφωνούσατε να γράψετε από κοινού το Démenti; Να υποθέσουμε πως θα γραφόταν ούτως ή άλλως από εκείνον που πρώτος ήθελε να μιλήσει για το «Όλα θα μπορούσαν να είχαν συμβεί αλλιώς»;
    Ενδεχομένως. Αυτό όμως δεν μπορούμε να το πούμε με βεβαιότητα. Το μόνο σίγουρο είναι πως το τελικό αποτέλεσμα δεν θα πραγματευόταν τόσο σφαιρικά το αρχικό ζητούμενο.
  • «Τι θα γινόταν αν…», λοιπόν! Αλήθεια πώς τα πάτε μ’ αυτή την έκφραση στην προσωπική σας ζωή;
    Ελπίζουμε καλά. Είμαστε και οι δυο λάτρεις της ζωένιας ζωής, εκείνης που βιώνεται χωρίς πισωγυρίσματα ή μεμψιμοιρίες. Το να αναγνωρίζεις τα λάθη σου είναι μια γόνιμη διαδικασία. Το να μετανιώνεις όμως για τα πεπραγμένα σου και να αφορίζεις το παρόν σου είναι μια άγονη διαδικασία. Πιστεύουμε πως έχουμε κατακτήσει μια πολύτιμη ανακωχή με τα «τι θα γινόταν αν…» της ζωής μας.
  • Έρωτας και Φιλία. Το μυθιστόρημά σας επενδύει στα δυο αυτά δυνατά, αναγκαία,
    συναισθήματα που στη λογοτεχνία έχουν μυθοποιηθεί. Ολοκληρώνοντάς το ο αναγνώστης θα ταχθεί υπέρ του πρώτου ή του δεύτερου;

    Τόσο ο έρωτας όσο και η φιλία είναι κοινότοπες θεματολογίες και ως εκ τούτου πολλοί καταπιάνονται με αυτές. Θα διαφωνήσουμε όμως μαζί σας όσον αφορά στη μυθοποίησή τους μέσα από τη λογοτεχνία, γιατί πιστεύουμε ακράδαντα πως αυτή εξυμνεί ή αφορίζει αλλά δεν μυθοποιεί, γιατί τότε δεν θα είχε αντίκρισμα στην ίδια τη ζωή. Και η λογοτεχνία πάνω από όλα οφείλει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ίδια τη ζωή. Υπηρετώντας αυτό ακριβώς, φτιάξαμε ήρωες ανθρώπινους, με κανονικές διαστάσεις και πολλά τρωτά σημεία. Αν κάποιος ψάχνει να βρει στο démenti εξιδανικευμένες καταστάσεις, μάλλον θα απογοητευτεί.

Όσον αφορά στο δεύτερο κομμάτι της ερώτησής σας, αν κατανοούμε σωστά τι ρωτάτε, το démenti είναι μια ιστορία έρωτα, φιλίας, τίποτε από τα δύο, και τα δύο μαζί, ή πολλά περισσότερα. Το κάθε βιβλίο άλλωστε είναι ένα ταξίδι με πολλούς προορισμούς. Ολοκληρώνοντάς το, ο κάθε ταξιδιώτης φτάνει στον δικό του. Εμείς γράφοντας, και ο αναγνώστης διαβάζοντας. Ως συγγραφείς, θα έχουμε επιτύχει τον σκοπό μας αν καταφέραμε έστω και για λίγο να συνταξιδέψουμε με τον αναγνώστη μας, και πολύ περισσότερο αν καταφέραμε να τον οδηγήσουμε στον δικό του προορισμό, παρόλο που δεν γνωρίζουμε ποιος είναι αυτός (πώς θα μπορούσαμε άλλωστε;). Αν λοιπόν ο προορισμός του είναι η φιλία, τότε θα ταχθεί υπέρ αυτής. Αν είναι ο έρωτας, τότε υπέρ αυτού.

  • Μάης ΄68, Παρίσι. Πόσο σας γοητεύει αυτή η περίοδος ως ανθρώπους και ως
    συγγραφείς;

    Πολύ. Αναμφίβολα, πρόκειται για μια συγκλονιστική περίοδο παγκοσμίως. Ποιον θα μπορούσε να αφήσει αδιάφορο ο εμβληματικός Μάης του ’68;

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Αθήνα, Παρίσι, τρεις χρονικές περίοδοι, μια αναδρομή που γίνεται ιστορία, ένας κύκλος που ανοίγει πάντα εκεί που κλείνει ένας άλλος.
Την ίδια πάντα ημερομηνία.
ΤΟΤΕ
Εκείνος έπρεπε να φύγει από την Ελλάδα. Της ζήτησε να τον ακολουθήσει. “Θα σε ακολουθούσα όπου κι αν πήγαινες…” του είπε.
ΤΩΡΑ
Όλα θα μπορούσαν να είχαν συμβεί αλλιώς. Κάποιες φορές, το τίμημα της πιο καθοριστικής επιλογής το διαμορφώνουν τα όνειρα. Κάποιες φορές, οι απώλειες αναμετρώνται με το αντάλλαγμα που απαιτεί μια δεύτερη ίσως ευκαιρία.
Η ιστορία του Πέτρου και της Δανάης θα υπάρχει πάντα μέσα στην τροχιά μιας σπείρας αεικίνητης που αποτυπώνει το παρελθόν στο παρόν και αντίστροφα, που αφήνει το μέλλον να γεννηθεί μέσα από τη μνήμη, που αμφισβητεί τη γραμμικότητα του χρόνου και εκείνες τις συνθήκες που κινούνται παράλληλα και δεν μπορούν ή δεν πρέπει να συναντηθούν ποτέ. Είναι μια ιστορία που αναπνέει μέσα σε μια άλλη όπως το άπειρο μέσα στο πεπερασμένο, που διεκδικεί την τρωτότητα της πραγματικότητας μπροστά στην αθανασία μιας επινόησης, και που κυρίως αγγίζει το αήττητο ενός μεγάλου έρωτα.
Ένα γράμμα ξεχασμένο σε μια θυρίδα οδηγεί σε μια διαπραγμάτευση με τα κεκτημένα, ή μη, της μέσης ηλικίας. Η ιστορία της Μαργαρίτας και του Γιάννη αρχίζει με τον πιο ανορθόδοξο τρόπο.
ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΟΤΑΝ ΑΝ…
Η Μαργαρίτα Αλευρίδη και ο Λεωνίδας Καραγεώργος ψάχνουν την απάντηση σε ένα ερώτημα, δίνουν φωνή σε τέσσερα πρόσωπα και διεκδικούν μαζί τους μια κουβέντα επί ίσοις όροις. Αφουγκράζονται όσα ήθελαν οι ήρωες να τους πουν, αλλά και όσα δεν κατάφεραν να πουν ποτέ. Γιατί, τελικά, η πραγματικότητα δεν ανήκει με τον ίδιο τρόπο σε κανέναν. Κυρίως γιατί έχει εκδοχές. Και, συνήθως, η εκδοχή που μας καθόρισε δεν είναι εκείνη που ζήσαμε.

Βιογραφικά
Η Μαργαρίτα Αλευρίδη γεννήθηκε το 1970 στην Αθήνα. Είναι απόφοιτη της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών του Ε.Μ.Π. και εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα σε έργα υποδομών.
Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στον ηλεκτρονικό τύπο. Οι δημοσιεύσεις της αφορούν ως επί το πλείστον παρουσιάσεις-κριτικές βιβλίων. Από τον Ιούνιο του 2022 είναι συνεργάτιδα της bookia.gr.
Διηγήματά της έχουν διακριθεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Τα δύο πιο πρόσφατα, το Δυο στενά πιο κάτω και το Μαγκντάνο, συμπεριλαμβάνονται στις συλλογικές εκδόσεις Συνοικία το Όνειρο (Εκδόσεις Εύμαρος) και Αντιθέσεις (Εκδόσεις IANOS) αντίστοιχα.
Το μυθιστόρημά της με τίτλο Το Τζόκερ κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2020 από τις Εκδόσεις BELL.
Η συλλογή ιστοριών με τίτλο Β6 κυκλοφόρησε τον Φεβρουάριο του 2022 από τις Εκδόσεις Εύμαρος.

O Λεωνίδας Καραγεώργος γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε ανθρωπιστικές επιστήμες, χρηματοοικονομικά, κατασκευή και σχέδιο κοσμήματος. Στα πρώτα βήματά του στον επαγγελματικό στίβο ασχολήθηκε με την τέχνη της αργυροχρυσοχοΐας. Τα επόμενα χρόνια μεταπήδησε στον χρηματοοικονομικό κλάδο, αρχικά στον τραπεζικό τομέα και αργότερα στον κατασκευαστικό, στον οποίο απασχολείται μέχρι σήμερα. Η πρώτη απόπειρα για δημόσια έκφραση ξεκίνησε το 2007 μέσω της αρθρογραφίας στο blog «Αντίλογος», του οποίου υπήρξε διαχειριστής, ενώ την άνοιξη του 2022 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα του Η Συνέντευξη (Εκδόσεις Άρωμα). Το ταξίδι συνεχίζεται με το παρόν βιβλίο, με συνοδοιπόρο τη συγγραφέα Μαργαρίτα Αλευρίδη.