Συγγραφέας του μυθιστορήματος «Ο στοιχειοχαράκτης» – Εκδόσεις «Ωκεανός»

Η μυρωδιά των μελανιών από τη μια – που έτσι κι αλλιώς την είχε στο μυαλό του από παιδί – και όσα βίωσε μέλος της οικογένειάς του κατά την κατοχή τυπώνοντας προκηρύξεις μ’ έναν πρωτόγονο πολύγραφο από την άλλη, ήταν δυο πολύ σημαντικοί λόγοι για να γεννηθεί «Ο στιχειοχαράκτης». Εδώ και χρόνια ο συγγραφέας Σίμος Κερασίδης, όπως λέει στο Vivlio-life, νιώθει πως έχει ταυτιστεί με την εποχή του Νεοελληνικού Διαφωτισμού κι έτσι ανταποκρίθηκε στην πρόκληση της έμπνευσης ενός ιδιαίτερου αλλά πολύ ενδιαφέροντος μυθιστορήματος και μας ταξιδεύει ευχάριστα στον 19ο αιώνα.

 

– «Ο στοιχειοχαράκτης». Ενδιαφέρον τίτλος και ίσως για πολλούς άγνωστη λέξη. Μπορείτε να μας πείτε τι σημαίνει και πώς τον επιλέξατε;

Στοιχειοχαράκτης είναι ο καλλιτέχνης που σχεδιάζει και κατασκευάζει τα μεταλλικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται στην τυπογραφία. Επέλεξα τη λέξη για τίτλο του μυθιστορήματός μου επειδή ο κεντρικός ήρωας ασχολείται με τη στοιχειοχάραξη, τη στοιχειοθεσία και όλες τις παρελκόμενες εργασίες ενός τυπογραφείου του 19ου αιώνα.

– Η στοιχειοχάραξη και η τέχνη της τυπογραφίας θα κερδίσει τον πρωταγωνιστή σας, λοιπόν. Διαβάζοντας στο βιογραφικό σας πως είστε απόφοιτος της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών, κατάλαβα πως ουδεμία σχέση έχετε με τα τυπογραφεία. Τι ήταν εκείνο που σας ενέπνευσε στην επιλογή αυτής της θεματολογίας;

Μέλος της οικογένειάς μου, που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εθνική αντίσταση στη Βόρεια Ελλάδα τον καιρό της ιταλο-γερμανικής κατοχής, έφτιαξε πρωτόγονο πολύγραφο με μία παλιά γραφομηχανή, κηρόχαρτα και έναν κύλινδρο φτιαγμένο με ψαρόκολλα και γλυκερίνη. Με αυτόν τον τρόπο τυπώθηκαν χιλιάδες αντιστασιακές προκηρύξεις.

– Ποιος σας μίλησε για τον κόσμο της τυπογραφίας και γιατί τον χαρακτηρίζετε μαγικό;

Δεύτερο περιστατικό που με ενέπνευσε είναι όταν, μικρός επτά-οκτώ χρόνων, βρέθηκα σε τυπογραφείο της Θεσσαλονίκης που ανήκε σε φίλο του πατέρα μου. Με μάγεψε η ατμόσφαιρα του χώρου, ο επαγγελματικός οίστρος του τυπογράφου και των βοηθών του, τα μεταλλικά στοιχεία στις πλαγιαστές προθήκες, η μυρωδιά των μελανιών, του αντιμονίου…

– Μανουήλ Ντρέτος. Ποιο είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς του που θα μας κάνει να τον συμπαθήσουμε και ν’ ακολουθήσουμε το μεγάλο του ταξίδι στον κόσμο και τη ζωή;

Ο Μανουήλ Ντρέτος είναι ένα αθώο εξάχρονο αγόρι, γιος Γιαννιώτη αργυροχόου, που ζει στην Οθωμανοκρατούμενη Ήπειρο. Το 1832 στέλνεται από τους γονείς του σε κολέγιο του Βουκουρεστίου να σπουδάσει, να ανδρωθεί και να επιστρέψει στα Γιάννενα σαν ένα νέος Ρήγας Βελεστινλής που θα απελευθερώσει τη γενέτειρά του από τους κατακτητές. Μαζί με τις σπουδές, περνά πολύ χρόνο στο τυπογραφείο του κολεγίου και μαθαίνει την τέχνη. Αλλά κατά τη δωδεκάχρονη μαθητεία του, διάφορες δυσάρεστες οικογενειακές εξελίξεις αλλοιώνουν τις προθέσεις του και τον μεταλλάσσουν…

– Πόσο χρόνο χρειάζεται ένας συγγραφέας για να γίνει μέλος μιας εποχής και μιας κοινωνίας που απέχει τουλάχιστον ενάμιση αιώνα από το τώρα που ζει και δημιουργεί;

Ο χρόνος που χρειάζεται είναι συνάρτηση του αριθμού των πηγών έρευνας. Όσο περισσότερες πηγές συμβουλεύεται ο συγγραφέας, τόσο περισσότερο μπαίνει στο «πετσί» της εποχής. Από χρόνια με συνάρπαζε η εποχή του Νεοελληνικού Διαφωτισμού και ένιωθα να ταυτίζομαι μαζί της. Πρόσφατα, μου ήρθε η ιδέα να την αποδώσω σε μυθιστόρημα.

– Πώς θα χαρακτηρίζατε αυτό το ταξίδι στο χρόνο, τον κόσμο, την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης και της εξέγερσης των εθνών;

Με μία μονάχα λέξη, ένα επίθετο, για όλα αυτά που λέτε: συναρπαστικά.

– Είναι τα αναγνώσματα, οι πηγές, η ίδια η ιστορία ή τελικά είναι το μεράκι που βγήκε μέσα από την ψυχή σας για να μας αποδώσετε τόσο παραστατικά το πέρασμα του Μανουήλ Ντρέτου από τα βουνά της Πίνδου στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και από τη Μεσευρώπη έως τη Μόσχα;

Είναι συνάρτηση όλων αυτών που αναφέρετε στην ερώτησή σας αλλά, ομολογουμένως, υπερείχε το μεράκι τού να αποδώσω όσο πιο πιστά και παραστατικά γίνεται το «πέρασμα», όπως το αποκαλείτε, του Μανουήλ Ντρέτου από την Ήπειρο στις Παρίστριες Ηγεμονίες και τη μετέπειτα μετακίνησή του στην ελεύθερη Ευρώπη και στην Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας.

– Επιλέξατε το χωριό Καλαρρύτες – φημισμένο για την ανάπτυξη χειροτεχνίας έργων σε ασήμι και χρυσό – ως τόπο καταγωγής της οικογένειας Ντρέτου. Οι κάτοικοί του τον 18ο αιώνα έφτασαν να διατηρούν εμπορικούς οίκους σε πολλά ευρωπαϊκά κέντρα. Έχετε εικόνα της σημερινής του κατάστασης;

Οι Καλαρρύτες ήταν πράγματι ένα θαυμαστό χωριό της Ηπείρου και οι κάτοικοί του ασχολούνταν με την αργυροχοΐα όπως και με την κτηνοτροφία και την υφαντική ρούχων και κλινοσκεπασμάτων. Αλλά στο πέρασμα του χρόνου, μετά από γερμανικές πυρπολήσεις στη διάρκεια της κατοχής –και παρόλο που αργότερα, το 1975, ανακηρύχθηκε διατηρητέος οικισμός- δεν κατόρθωσε να διατηρήσει την παλιά του αίγλη λόγω της αστυφιλίας και της έλλειψης υποδομών.

– Στο κεφάλαιο «Παρίσι» λέτε: «Πολύ συχνά το σύμπαν συντονίζεται να δώσει καλή πρώτη εντύπωση σε κάτι που προσδοκάς. Ίσως για να μη σε απογοητεύσει από την αρχή…». Αν και αναφέρεστε στον Ντρέτο και την απογοήτευσή του όταν δεν είδε καμία λαμπρότητα στην πόλη του φωτός; εισέπραξα πως αφορούσε τη δική σας ζωή αυτή η διαπίστωση. Είναι έτσι;

Είναι ολοφάνερο ότι είστε προικισμένη με μεγάλη διορατικότητα. Πράγματι, όταν, μετά από πολλά χρόνια, ξανα-επισκέφτηκα την πόλη του φωτός μέσα στη βαθιά της κρίση, ακόμη και ο Πύργος του Άιφελ ήταν σβηστός μέσα στην καταθλιπτική νύχτα.

– Ο πολυταξιδεμένος ήρωάς σας θα βρεθεί και στη Βιέννη. Εκεί θα γνωρίσει την όμορφη Ολιβέρα αλλά όπως λέτε «Οι σκοτεινές δυνάμεις θα τον αποσπάσουν από την αγκαλιά της…». Δώστε μας κάτι τις παραπάνω για να πλάσουμε με την φαντασία μας μια εικόνα που θα μας συνεπάρει διαβάζοντας τη συνέχειά της στο μυθιστόρημά σας…

Κάνοντας απόκλιση 180 μοιρών από την αρχική του πρόθεση να επιστρέψει στα Γιάννενα και να βοηθήσει στην απελευθέρωση της Ηπείρου, ο Μανουήλ Ντρέτος μετακινείται από το Βουκουρέστι στη Βιέννη. Εκεί εργάζεται σε μεγάλο τυπογραφείο φτιάχνοντας τυπογραφικά αριστουργήματα σε βιβλία και λιμπρέτα. Ερωτεύεται τη θυγατέρα του εργοδότη του, που ανταποκρίνεται στον έρωτά του. Ο μονάρχης της Αυστρίας τον καλεί στο Σένμπρουν και τον βραβεύει για τα επιτεύγματά του. Στο παλάτι όμως τον προσεγγίζουν «σκοτεινές δυνάμεις» και του αναθέτουν μυστικές αποστολές στη Βενετία και στο Παρίσι, βαριά καθήκοντα που τον αναγκάζουν ν’ αποχωριστεί την αγαπημένη του…

– Το 1998 γράψατε το βιβλίο «Η Θεσσαλονίκη και η Τούμπα μέσα από τα μάτια μου». Είκοσι χρόνια μετά, πώς φαίνεται στα μάτια σας η πόλη που γεννηθήκατε και εμπνευστήκατε;

Στην εικοσαετία που μεσολάβησε, η Θεσσαλονίκη έχει αλλάξει, και αλλάζει συνεχώς, μορφή και χαρακτήρα.

– Ξεκινήσατε την πορεία σας στη συγγραφή το 1995 και έχετε υπογράψει επτά βιβλία. Με ποιο, πιστεύετε, ωριμάσατε συγγραφικά;

Ακόμη δεν ωρίμασα συγγραφικά, αλλά μόνον ηλικιακά. Αν ο χρόνος, και οι δυνάμεις που τον διέπουν, εξακολουθεί να μου χαρίζει ένα καθαρό μυαλό δίχως τις ομίχλες της άνοιας, έχω πολλά ακόμη να πω. Πολλά ακόμη να γράψω.

– Σκέφτεστε να συνεχίσετε με μυθιστορήματα εποχής; Ή μήπως θα σας δούμε και πάλι να γράφετε ιστορίες με άξονα αναφοράς την συνοικία της Τούμπας;

Τα μυθιστορήματα εποχής έχουν μία ιδιαίτερη μαγεία και με ελκύουν. Όσον αφορά στη συνοικία της Τούμπας στη Θεσσαλονίκη, έγραψα αρκετά γι’ αυτήν. Το πιο σημαντικό ήταν που κατέγραψα την ιστορία της δημιουργίας της σαν προσφυγικού οικισμού από τη δεκαετία του 1920 μέχρι τη δεκαετία του 1960, όταν άρχισε να μετατρέπεται από μία ολάνθιστη κηπούπολη με προσφυγικά σπιτάκια και γραφικές αυλές σε μία άχαρη τσιμεντούπολη.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Ο στοιχειοχαράκτης

Ο Μανουήλ Ντρέτος, γυιός Γιαννιώτη αργυροχόου, θα σταλεί για σπουδές στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες με όνειρο να επιστρέψει στην τουρκοκρατούμενη γενέτειρά του σαν ελευθερωτής. Όμως η μοίρα έχει άλλα σχέδια γι᾽αυτόν. Θα τον κερδίσει η τέχνη της τυπογραφίας και θ᾽ ασχοληθεί με τη στοιχειοχάραξη και την τυπογραφία. Εικοσιδύο ετών ο Μανουήλ μετακινείται στη Μεσευρώπη, εργάζεται σκληρά και δημιουργεί αριστουργήματα. Ο μονάρχης της Αυστρίας θα τον καλέσει στο παλάτι του. Στη Βιέννη θα ερωτευθεί την ωραία Ολιβέρα, αλλά σκοτεινές δυνάμεις θα τον αποσπάσουν από την αγκαλιά της και θα τον αναγκάσουν να περιπλανηθεί από τις ισχυρές πόλεις της Ευρώπης μέχρι τη ρωσική πρωτεύουσα όπου θα γνωρίσει τον πανίσχυρο τσάρο Νικόλαο Α΄. Θα κατορθώσει ο Μανουήλ να επιστρέψει στη Βιέννη και να βρει την Ολιβέρα; Θα μπορέσουν να μετοικήσουν στην Ήπειρο μέσα στη λαίλαπα του πολέμου που ξεσπά το 1853 στην Κριμαία;

Ένα μυθιστόρημα που διαδραματίζεται στην εποχή της βιομηχανικής επανάστασης και της εξέγερσης των εθνών. Μια ιστορία επιβίωσης ανάμεσα στα πλοκάμια μυστικών οργανώσεων, ένας αγώνας οικονομικής επικράτησης στις διεθνείς αγορές. Αλλά κι ένα ταξίδι στα γλυκά μονοπάτια του έρωτα και στον μαγικό κόσμο της τυπογραφίας.

Βιογραφικό συγγραφέα
Ο Σίμος Κερασίδης γεννήθηκε το 1946 στη Θεσσαλονίκη από πρόσφυγες γονείς. Μεγάλωσε στη συνοικία της Τούμπας και αποφοίτησε από το ομώνυμο Γυμνάσιο. Απόφοιτος της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης εργάστηκε ως τραπεζικός από το 1973 μέχρι το 2006. Στον χώρο του βιβλίου εμφανίστηκε το 1995.