Συγγραφέας του βιβλίου «Εγώ θα ζήσω» – Εκδόσεις «Πηγή»

Ούτε που το φανταζόταν η Στεφανία Ρουλάκη, πως το μυθιστόρημά της, πέντε χρόνια μετά την ημέρα που ξεκίνησε να το γράφει θα είναι τόσο μα τόσο επίκαιρο. Ο λόγος; To μαρτυρικό Κίεβο! Ο τόπος που διαδραματίζεται η συγκλονιστική της ιστορία. Εκεί όπου η ιστορία κατέγραψε μερικά από τα χειρότερα εγκλήματα των Ναζί κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κεντρική ηρωίδα της η Ντίνα Πρανίτσεβα, μία από τους ελάχιστους επιζήσαντες του ολέθρου. Όλα ξεκίνησαν με ένα ντοκιμαντέρ αλλά όπως λέει στο Vivlio-life η συγγραφέας «Ψάχνοντας περισσότερες πληροφορίες, είδα ότι η ιστορία δεν ήταν γνωστή στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Έτσι, θεώρησα ότι υπήρχαν τόσα σημαντικά μηνύματα να ειπωθούν, που μόνο μέσα από ένα βιβλίο θα μπορούσαν να μεταφερθούν κι αποφάσισα να γράψω το «Εγώ θα ζήσω».

  • Κίεβο Ουκρανίας, Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Εκεί μας μεταφέρει η ιστορία σας και το πρώτο που μας έρχεται στο μυαλό, είναι, το πόσο επίκαιρο είναι το μυθιστόρημα που γράψατε. Πώς ξεκίνησε η ιδέα της συγγραφής του;
    Ξεκίνησε πριν πέντε χρόνια περίπου, βλέποντας ένα ντοκιμαντέρ για τα εγκλήματα των Ναζί κατά τη διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Τότε, με απασχολούσε πολύ πως κάτι αναπάντεχο, όπως είναι ένας πόλεμος, μία πανδημία – πως κάτι που εγώ δεν ορίζω τέλος πάντων – μπορεί να επηρεάσει τις ζωές μας. Μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση στο υλικό που έβλεπα, η αναφορά στους ελάχιστους επιζήσαντες από τον ομαδικό τόπο σφαγής στην Ουκρανία, το Μπάμπι Γιαρ (Φαράγγι της Γιαγιάς), για το οποίο ποτέ δεν είχα ακούσει κάτι. Μία από τους λίγους λοιπόν που γλύτωσαν από εκείνο το κολαστήριο, ήταν και η Ντίνα Πρανίτσεβα η ηρωίδα του βιβλίου μου. Ψάχνοντας περισσότερες πληροφορίες, είδα ότι η ιστορία δεν ήταν γνωστή στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Έτσι, θεώρησα ότι υπήρχαν τόσα σημαντικά μηνύματα να ειπωθούν, που μόνο μέσα από ένα βιβλίο θα μπορούσαν να μεταφερθούν κι αποφάσισα να γράψω το «Εγώ θα ζήσω».
  • Πώς νιώσατε βλέποντας την ιστορία σας να επαναλαμβάνεται;
    Πολύ λυπημένη. Ένα από τα μηνύματα του βιβλίου που ήθελα να μεταφερθεί, είναι η ματαιότητα των πολέμων και τα ολέθρια αποτελέσματά τους που ακολουθούν τις γενιές μετά, στον αιώνα τον άπαντα. Μακάρι ο άνθρωπος να μάθαινε μέσα από τα λάθη του παρελθόντος του, τόσο σε ατομικό, όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Δυστυχώς, όταν αυτό δεν συμβαίνει, οι ιστορίες επαναλαμβάνονται.
  • «Βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα, μέσα από τη μυθιστορηματική ανάπλαση της αληθινής ιστορίας της Ντίνας Πρανίτσεβα…», γράφετε. Μιλήστε μας για την ηρωίδα σας.
    Για να συνθέσω την εικόνα της Ντίνας, στηρίχτηκα σε όσα δεν διάβασα στο μοναδικό ντοκουμέντο που είχα για εκείνη, την κατάθεσή της στο Σοβιετικό δικαστήριο που έγινε μετά τον πόλεμο, για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκειά του. Στην κατάθεσή της αυτή, η Ντίνα μίλαγε μόνο για ότι τη ρωτάγανε. Εμένα όμως με ενδιέφερε, ποιο ήταν το κίνητρό της για να επιβιώσει; Τι την έκανε να γλιτώσει από τις σφαίρες των Γερμανών, να βγει μέσα από ένα λάκκο με χιλιάδες πτώματα, να υπομείνει τον κίνδυνο να την πιάσουν και δύο χρόνια κακουχιών; Υπέθεσα πως ήταν η ανάγκη της να ξαναβρεί τα παιδιά της και τον άντρα της. Μέσα από αυτή, πήρε δύναμη κι αυτό ήθελα να πάρει ο αναγνώστης από εκείνη. Τη θέληση και τη δύναμη να ξεπερνά και τις πιο άθλιες συνθήκες. Είναι τα μόνα που μας σώνουν, όταν τα πράγματα μοιάζουν να μας ξεπερνούν.
  • Το βιβλίο σας εκδόθηκε τον Φεβρουάριο του 2021. 24 Φεβρουαρίου 2022 η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Τι θα λέγατε στην ηρωίδα σας αν μπορούσατε να της μιλήσετε εκείνη την πρώτη μέρα που σόκαρε τον κόσμο όλο;
    Συνομιλώ πολύ συχνά με την Ντίνα. Της δίνω και μου δίνει κουράγιο. Την σκέφτομαι συχνά. Εκείνη την πρώτη μέρα, της είπα: «Ντίνα, βλέπεις, οι άνθρωποι δεν βάζουν μυαλό. Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Πόσοι συμπατριώτες σου, όχι μόνο ομόθρησκοί σου, αλλά όλοι πια, θα τρέχουν να κρυφτούν για να γλυτώσουν τις ζωές τους; Πού είναι η αλήθεια και πού είναι το ψέμα; Ποιος έχει δίκιο και ποιος έχει άδικο; Άραγε, οι όποιες διαφορές, δεν θα μπορούσαν να έχουν λυθεί ειρηνικά;». Ξέρετε τι μου απάντησε; «Βέβαια θα μπορούσαν να έχουν λυθεί ειρηνικά, αν σκοπός ήταν η ειρήνη και η διατήρησή της. Όμως οι άνθρωποι δεν είμαστε μόνο ειρηνικά όντα. Το καλό και το κακό βρίσκονται σε μία προαιώνια σύγκρουση. Όμως για να υπάρχει ζωή, τελικά, πάντα το καλό κερδίζει».
  • Πώς ήταν η ζωή της λίγο πριν πατήσει την πατρίδα της η γερμανική μπότα και πώς έφθασε σε σας η συγκλονιστική της ιστορία;
    Η ζωή της ήταν η μέση ζωή μιας οικογένειας κάτω από το Σοβιετικό καθεστώς. Μετρημένη, προσεκτική, προφυλαγμένη και πλαισιωμένη από τους γονείς της, τα αδέλφια της, τους φίλους τους, τον άντρα της που ήταν μόνιμος στον στρατό και τα δύο της παιδιά. Η ίδια ήταν ηθοποιός στο κουκλοθέατρο που αγαπούσε πολύ. Δεν υπήρχε ιδιαίτερη ανησυχία, μέχρι την εισβολή της Γερμανίας στην Πολωνία, όπου πήγε να πολεμήσει ο άντρας της. Η ιστορία με διάλεξε νομίζω τότε, γιατί ήθελα να μάθω παραπάνω πράγματα και έψαξα διάφορες πηγές για δύο χρόνια. Βρήκα άγνωστες για πολύ κόσμο πτυχές, που πιστεύω ότι έπρεπε να κοινοποιηθούν,ώστε να γνωρίζουμε και να μην ξεχνάμε. Η γνώση είναι ένα αντίδοτο για το φόβο και για τη χειραγώγηση.
  • Χρησιμοποιήσατε κατά την αφήγηση πρώτο πρόσωπο. Υπήρξαν στιγμές που αισθανθήκατε να οδηγεί τη σκέψη σας αλλά και την πένα σας η ηρωική αυτή γυναίκα;
    Χρησιμοποίησα την αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο κι ενεστώτα ακριβώς για να μπορέσω να πάρω επαφή πως είναι να είσαι αυτός που βρίσκεται στο στόχαστρο, που σε εξαναγκάζουν ξένοι για σένα, να αφήσεις τα πάντα πίσω και να βαδίσεις προς έναν ομαδικό τάφο χωρίς να το γνωρίζεις. Πώς είναι ξαφνικά να πηδάς σε έναν λάκκο με πτώματα χωρίς να ξέρεις τι έχουν απογίνει τα παιδιά σου και ο σύζυγός σου ή να βλέπεις να σκοτώνουν μπροστά σου τους γονείς σου, γνωστούς και γείτονες; Ρώτησα πολλές φορές στη διαδικασία της συγγραφής «γιατί το έκανες αυτό ή εκείνο Ντίνα;», «τι σκεφτόσουν», «πώς ένιωθες». Πολλές φορές πήρα απάντηση. Τις φορές που δεν πήρα, έβαλα τη φαντασία μου να δουλέψει ή συνέθεσα πληροφορίες που είχα διαβάσει κατά την έρευνα που έκανα.
  • Κατά την ανάγνωση ερχόμαστε αντιμέτωποι με θηριωδίες, εφιαλτικέςσκηνές ομαδικών εκτελέσεων, με συναισθήματα πολιορκημένων ανθρώπων. Εκεί που μας περιμένει η ένταση της πλοκής είναι η τοποθεσία ΜπάμπιΓιαρ. Περιγράψτε μας αυτόν τον μαρτυρικό τόπο.
    Το φαράγγι της γιαγιάς, ήταν η ξεραμένη κοίτη ενός ποταμού που συναντούσε τον Δνείπερο, έξω από την πόλη του Κιέβου. Καθώς ήταν μακριά, και με τα περιορισμένα μεταφορικά μέσα που υπήρχαν τότε, πολύ λίγοι γνώριζαν την ύπαρξή του, κυρίως οι κάτοικοι των περιοχών που ήταν κτισμένες τριγύρω. Εκεί κοντά βρισκόταν και το Εβραϊκό νεκροταφείο και μέχρι εκεί γνώριζαν την περιοχή οι Εβραίοι του Κιέβου. Οι Ουκρανοί συνεργάτες των Ναζί υπέδειξαν το σημείο, λόγω του μεγάλου βάθους του – δεν θα χρειάζονταν να σκάψουν καν για να υποδεχτούν τα άνω των τριάντα χιλιάδων πτώματα που θάφτηκαν εκεί. Εβραίοι, αιχμάλωτοι πολέμου, ανάπηροι, Ρομά, ομοφυλόφιλοι και άλλες κατά τους Ναζί «μειονότητες», βρήκαν εφιαλτικό θάνατο με διάφορους τρόπους, πριν και κατά τη διάρκειατης «τελικής λύσης». Τις πρώτες μέρες συγκέντρωναν τους ανθρώπους και τους πυροβολούσαν εν ψυχρώ. Μετά, έφτιαξαν στρατόπεδο συγκέντρωσης και με φορτηγά αερίων, έκαναν πιο μαζικές τις εκτελέσεις στα δύο χρόνια που ακολούθησαν μέχρι τη λήξη του πολέμου.
    Όταν διαφαινόταν ότι χάνουν τον πόλεμο, βάλθηκαν να εξαφανίσουν τα «ενοχοποιητικά στοιχεία» και δεν άφησαν αυτές τις ψυχές να ησυχάσουν ούτε μετά θάνατον. Ξέθαψαν, έκαψαν, κονιορτοποίησαν τα πτώματα. Η Σοβιετική κυβέρνηση βάλθηκε να μπαζώσει το φαράγγι και να κλείσει όπως όπως το θέμα, όμως διάφορες καταστροφές συνέβησαν εκεί, γνωστές ως «κατάρα του Μπάμπι Γιαρ». Η Ντίνα μαζί με άλλους επιζήσαντες, διεκδίκησαν την κατασκευή μνημείου. Μετά από πολλά χρόνια, το Μπάμπι Γιαρ έγινε πάρκο με αρκετά μνημεία αναφοράς στο ολοκαύτωμα.
  • Παρακολουθώντας τα πρόσφατα ρεπορτάζ από τον πόλεμο στην Ουκρανία που βρίσκεται σε δραματική εξέλιξη, το Μπάμπι Γιαρ υπήρξε ως αναφορά;
    Ναι. Κοντά στο Μπάμπι Γιαρ, υπήρχαν και υπάρχουν διάφορα μεγάλα κτίρια επαγγελματικής χρήσης. Κατά τη διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου είχε βομβαρδιστεί ένα τέτοιο κτίριο όπως βομβαρδίστηκε και στη διάρκεια του τωρινού πολέμου. Μάλιστα ο τωρινός Ουκρανός πρόεδρος σε ανακοίνωσή του, είχε αναφερθεί στην «κατάρα του Μπάμπι Γιαρ».
  • «Εγώ θα ζήσω». Είναι ένας επινοημένος τίτλος ή τρεις λέξεις που βγήκαν από τα χείλη της ηρωίδας σας;
    Αρχικά είχα σκεφτεί τον τίτλο «το Φαράγγι της Γιαγιάς». Κάποιοι πρώτοι φίλοι αναγνώστες και η επιμελήτριά μου είχαν προτείνει να σκεφτώ κάποιον άλλον τίτλο. Ο πρώτος που μου ήρθε κατευθείαν στο μυαλό, ήταν το «Εγώ θα ζήσω» – μια απόφαση που δομεί εσωτερικά την ηρωίδα για να τα καταφέρει. Αυτή είναι και μία εσωτερική απόφαση ουσιαστικά για τον κάθε έναν από εμάς που θέλει να ζήσει τη ζωή που εκείνος επιθυμεί και του επιτρέπουν βέβαια και οι συνθήκες (δηλαδή η εκάστοτε πραγματικότητα).
  • Μέχρι πότε ακολουθείτε τη ζωή της και με ποια συναισθήματα παραδώσατε την ηρωίδασας στους αναγνώστες;
    Την ακολουθώ ως τον φυσικό της θάνατο. Ως τη στιγμή που πάλι δίνει μία εσωτερική εντολή, έχοντας κουραστεί πια να παλεύει κι έχοντας ολοκληρώσει το έργο της. Τα συναισθήματά της είναι όλα εκεί. Πόνος, πένθος, θλίψη, απόγνωση, χαρά, ευγνωμοσύνη, ελπίδα κι ότι άλλο πιθανά να βίωσε κάθε αναγνώστης μαζί της.

-Η δύναμη της θέλησης κατάφερε να κρατήσει την Ντίνα Πρανίτσεβα ζωντανή. Δε συνέβη το ίδιο με χιλιάδες άλλες ανθρώπους. Ποιος είναι ο επίσημος απολογισμός των θυμάτων από τη ναζιστική θηριωδία;
Αυτό είναι κάτι που δε γνωρίζω. Πόσα «Μπάμπι Γιαρ» και «Άουσβιτς» στήθηκαν από τους Ναζί; Αλλά ήταν μόνο τα θύματα του Ναζισμού ή ολόκληρη η ανθρωπότητα αιματοκυλίστηκε σε έναν παράλογο πόλεμο που άφησε πίσω του νεκρούς και νεκροζώντανους; Ανθρώπους ανάπηρους ψυχικά και σωματικά; Θύματα είμαστε όλοι μας, ένας προς έναν.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Πώς είναι άραγε να ζεις τη ζωή σου, να έχεις τους αγαπημένους -τον άντρα, τα παιδιά, τους γονείς, τα αδέρφια σου, τη δουλειά σου- και ξαφνικά ο πιο βίαιος πόλεμος στην ιστορία της ανθρωπότητας να τα διαλύει όλα και να σε ξεριζώνει; Πώς είναι να βαδίζεις με άγνοια προς έναν ομαδικό τάφο; Πώς είναι να χάνεις ό,τι αγαπάς και να μένεις χωρίς σπιτικό, χωρίς φαΐ, σε μία χώρα που όλα είναι καμένα; Τι είναι αυτό που κάνει έναν άνθρωπο να επιβιώσει, όταν ο εχθρός έχει βαλθεί να τον εξοντώσει; Είναι, άραγε, όλα αυτά ένα παρελθόν ή είναι αναπόσπαστο κομμάτι του παρόντος και του μέλλοντός μας; Είναι κάτι που μπορεί να συμβεί σε “άλλους”, αλλά όχι σ’ “εμένα”; Ποιος ορίζει τις ζωές μας; Μπορώ να ξεφύγω από κάτι που φαίνεται μονόδρομος, κάτι που μου επιβάλλεται και μοιάζει ανυπέρβλητο;
Σε αυτά τα ερωτήματα προσπαθεί να απαντήσει το βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας. Βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα, μέσα από τη μυθιστορηματική ανάπλαση της αληθινής ιστορίας της Ντίνας Πρανίτσεβα, ενός από τους λίγους ανθρώπους που επέζησαν από τη θηριωδία των Ναζί, που επί δύο χρόνια εξόντωσαν ομαδικά και συστηματικά χιλιάδες Εβραίους, Ρομά, αιχμαλώτους πολέμου και άλλες ομάδες στο Μπάμπι Γιαρ (Το Φαράγγι Της Γιαγιάς), στο Κίεβο της Ουκρανίας, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Βιογραφικό
Η Στεφανία Ρουλάκη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1972. Σπούδασε Διαφήμιση, Διοίκηση Επιχειρήσεων, Συμβουλευτική Ψυχικής Υγείας και Ομαδική Ψυχοθεραπεία. Εργάστηκε σε μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις και μικρότερες ελληνικές, σε εμπορικά κυρίως τμήματα. Για κάποια χρόνια είχε τη δική της επιχείρηση, ένα μεσιτικό γραφείο. Από το 2015, την κέρδισε ο χώρος της Ψυχικής Υγείας.
Αγαπά πολύ την οικογένειά της, τους φίλους της, το διάβασμα, τα ταξίδια, τη φύση, τη μαγειρική, τη δημιουργία αντικειμένων από υλικά ανακύκλωσης. Αγαπά τη ζωή. Πιστεύει ότι οι άνθρωποι αφήνουμε τα αποτυπώματά μας στους άλλους, κι έτσι στη ζωή. Γι’ αυτό και την ενδιαφέρουν πολύ οι ιστορίες των ανθρώπων. Το Εγώ θα ζήσω είναι η πρώτη της συγγραφική απόπειρα. Έχει γράψει, επίσης, παιδικά παραμυθία και ποιήματα. Αυτά είναι τα δικά της «αποτυπώματα».