Μια υπόθεση του ντετέκτιβ Νετούνο.
Πολλά τα πτώματα σε αυτό το αστυνομικό μυθιστόρημα.
Τα πτώματα δεν μπορούν να μιλήσουν.
Τα πτώματα δεν πληρώνουν.
Το χρήμα το λατρεύουν όλοι εκτός από τα πτώματα.
Ένα μεγάλο μακελειό.
Ένα τεράστιο ποσό για λύτρα.
Ένα δίδυμο Γάλλων εκτελεστών.
Όλα θα τελείωναν με αίμα…
Ο Κόφτης ή Μπάμπης Μπακόπουλος ήταν άνθρωπος της νύχτας. Σκληρός, μάγκας παλιάς κοπής. Της δουλειάς. Μπλεγμένος σε βρόμικες δουλειές. Ζούσε στη Λάρισα και ήταν παντρεμένος με μια ξανθιά μπάρμπι, την Σάντι .Ο γιός του Νίκος ήταν διαβητικός και έπρεπε να κάνει μια ένεση ινσουλίνης κάθε μέρα.
Ο Μακ ή Γάλλος στέλνει δυο πληρωμένους φονιάδες, τον Μπιλ και τον Χίκοκ και απαγάγουν το παιδί και ζητάει από τον Κόφτη, για να επιστρέψει το παιδί, λύτρα ένα εκατομμύριο οκτακόσιες χιλιάδες ευρώ. Ποσό, που ο Κόφτης με τον αδελφό του τον Γιάγκο, είχαν κλέψει από ένα ηλικιωμένο εργολάβο που εκείνος το κρατούσε στο σπίτι του γιατί δεν εμπιστευόταν τις τράπεζες. Ο Μακ ήξερε για το ποσό από τον αδελφό του Κόφτη τον Γιάγκο, ο οποίος πέθανε ξαφνικά στα χέρια του Μακ. Ο ένας από τους πληρωμένους απαγωγείς κόβει ένα μικρό κομμάτι από το αυτί του μικρού Νίκου και το αφήνει τεκμήριο για τον Κόφτη.
Η Σάντι μόλις απήγαγαν το παιδί της, ζήτησε βοήθεια από τον πρώην φίλο της, τον ντετέκτιβ Νετούνο. Δεν μπορούσαν να ζητήσουν βοήθεια από την αστυνομία γιατί ο Κόφτης είχε κάποια χρήματα που δεν μπορούσε να εξηγήσει την προέλευσή τους ήταν λεφτά από βρόμικες δουλειές. Η Σάντι υποσχέθηκε στο Νετούνο αρκετά μεγάλη αμοιβή. Έτσι ο Νετούνο έφυγε από την Αθήνα αμέσως για τη Λάρισα, για την υπόθεση της απαγωγής.
Ο Νετούνο ζούσε στην Αθήνα, σε ένα υπόγειο μπούνκερ και ασχολούνταν με βιομηχανική κατασκοπεία, αυτή ήταν κατά βάση η δουλειά του, αλλά στον κόσμο συστηνόταν ως ιδιωτικός ντετέκτιβ.
Κυριευμένος από το αίσθημα μιας τρομερής μοναξιάς, πολεμώντας τους εφιάλτες του και το κατακερματισμένο παρελθόν του, όταν δεν έτρεχε στο βουνό έβρισκε διέξοδο στις ατέρμονες νυχτερινές βόλτες με τα τρία του πολυτελή αυτοκίνητα (Jaguar E, Mercedes SL 320 ,Porsche 911 S ) στην έρημη Αττική Οδό ή σε κάποια εθνική.
Ο Νετούνο (Ποσειδώνας) δε θυμόταν, η μνήμη του, πίσω στο μακρινό παρελθόν, είχε αρκετά κενά. Περίοδοι ολόκληρες, χρόνια, για τα οποία δε θυμόταν τίποτα ούτε είχε κάποιο πειστήριο. Και κατέχει ένα ιδιαίτερο και μοναδικό χάρισμα που δεν είχε αποκαλύψει ποτέ σε κανέναν…
Ο Κόφτης υποκύπτει στον εκβιασμό. Ο χρόνος ήταν περιορισμένος να δώσει τα λύτρα. Τα χρήματα όμως ο Κόφτης τα είχε θαμμένα σε μια ερημική περιοχή ψηλά στο βουνό, μέσα στο δάσος, σε δύο μαύρες σακούλες .Όταν πάει να τα πάρει ο Κόφτης μαζί με τον Νετούνο δυο άγνωστοι του κλέβουνε τα χρήματα.
Ποιοι ήταν αυτοί οι δύο; Είχαν σχέση με τον Γάλλο; Ήταν άσχετοι με τον απαγωγέα; Θα μπορέσει ο Νετούνο να βρει τον μικρό Νίκο; Θα βρεθεί ζωντανός ο μικρός διαβητικός; Θα χυθεί πολύ αίμα τελικά;
Για δυο μέρες του Αυγούστου του 2019, ο Νετούνο θα βρεθεί αντιμέτωπος με τον Μπιλ και τον Χίκοκ, ένα δίδυμο αδίστακτων πληρωμένων δολοφόνων και θα ζήσει ένα ξέφρενο κυνηγητό γεμάτο αίμα και θάνατο…
Πατώντας γερά πάνω στα πεζογραφικά του κεκτημένα, ο Δημήτρης Μαμαλούκας συνεχίζει δυναμικά τη διαδρομή του σε μια προσπάθεια που από τη μια πλευρά παραπέμπει στον δοκιμασμένο παλαιότερο εαυτό του και από την άλλη τον ανανεώνει δραστικά και πρωτότυπα.
Το ηθικό δίδαγμα που θέλει να περάσει ο Δημήτρης Μαμαλούκας δεν είναι η εκδίκηση αλλά η απόδοση δικαιοσύνης. Στο βιβλίο εμφανίζονται κάποιοι πολύ κακοί κι αυτοί θα πληρώσουν.
«Υπάρχει στον κόσμο τούτον ένας μυστικός νόμος —αν δεν υπήρχε, ο κόσμος θα ‘ταν από χιλιάδες χρόνια χαμένος— σκληρός κι απαραβίαστος: το κακό πάντα στην αρχή θριαμβεύει και πάντα στο τέλος νικάται». Ν.Καζαντζάκης
Το αστυνομικό μυθιστόρημα «Τα πτώματα δεν πληρώνουν» δεν είναι άλλο ένα αστυνομικό μυθιστόρημα. Είναι ένα βαθιά υπαρξιακό βιβλίο για τα αδιέξοδα στα οποία βρίσκεται ο σύγχρονος άνθρωπος που ασφυκτιά στην περίπλοκη καθημερινότητα και στο κυνήγι του χρήματος που ο ίδιος παγίδεψε τον εαυτό του.
Πρόκειται για γερό σπόιλερ.
Αξίζει να το διαβάσετε στις καλοκαιρινές σας διακοπές.
Ο Δημήτρης Μαμαλούκας γεννήθηκε το 1968 στην Αθήνα, όπου και κατοικεί. Είναι πεζογράφος και μεταφραστής. Έχει γράψει δεκαεφτά μυθιστορήματα, εννιά για ενήλικες και οχτώ για παιδιά.
Ανάμεσα σ’ αυτά, τα αστυνομικά Ο Μεγάλος Θάνατος του Βοτανικού, Η απαγωγή του εκδότη, Η χαμένη βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα, (υποψήφιο για το Βραβείο Αναγνωστών ΕΚΕΒΙ – ΕΡΤ 2007), Η μοναξιά της ασφάλτου, Ο κρυφός πυρήνας των Ερυθρών Ταξιαρχιών, εκδόσεις Κέδρος (Βραβείο μυθιστορήματος του περιοδικού Ο Αναγνώστης 2017, μεταφράστηκε στα τουρκικά), Τα πτώματα δεν πληρώνουν, εκδόσεις Κέδρος, 2022 καθώς και τα μυθιστορήματα Κοπέλα που σε λένε Φίνι (μεταφράστηκε στα τουρκικά) και Κράτα μου το χέρι.
Το πρώτο του βιβλίο Όσο υπάρχει αλκοόλ υπάρχει ελπίδα μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη ενώ διηγήματά του έχουν συμπεριληφθεί σε πολλές ανθολογίες.
Από τις εκδόσεις Κέδρος κυκλοφορούν επίσης τα τέσσερα βιβλία της αστυνομικής σειράς για παιδιά Οι 4 ξεχωριστοί ντετέκτιβ: Η μεγάλη ληστεία της χρηματαποστολής (υποψήφιο για το Βραβείο παιδικού βιβλίου του περιοδικού Ο Αναγνώστης 2017), Η απαγωγή του τραπεζίτη Ο’Μπράιαν, Τα πλαστά χαρτονομίσματα και Το Αγκμαράλο.
No comments!
There are no comments yet, but you can be first to comment this article.