ΣΒΕΤΛΑΝΑ ΑΛΕΞΙΕΒΙΤΣ

(Svetlana Alexievich)

ΝΟΜΠΕΛ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 2015

Εκδόσεις Πατάκη

Μετάφραση: ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ Δ.ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ

➖”Ταξίδεψα αρκετά χρόνια σε όλη την πρώην Σοβιετική Ένωση, επειδή ο homo sovieticus δεν είναι μόνο Ρώσος. Είναι και Λευκορώσος, Τουρκμένος, Ουκρανός, Καζάκος… Τώρα ζούμε σε διαφορετικά κράτη, μιλάμε διαφορετικές γλώσσες, αλλά μας ξεχωρίζεις μία χαρά“.

Αυτά είναι κάποια από τα λόγια που περιέχονται στο εισαγωγικό σημείωμα του βιβλίου της Σβετλάνα Αλεξίεβιτς, ενός εκτενούς χρονικού, την συγγραφή του οποίου έχει ολοκληρώσει το 2012 και γίνεται η αφορμή να τιμηθεί με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2015 για το σύνολο του συγγραφικού της έργου.

Στις 700 περίπου πυκνές σελίδες συγκεντρώνει έναν μεγάλο αριθμό από μαρτυρίες ανθρώπων διαφορετικών ηλικιών, φύλων και κοινωνικών τάξεων, οι οποίοι έζησαν στη γεωγραφική θέση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και έπειτα στον διαχωρισμό της σε πολλά ανεξάρτητα κράτη. Είναι στελέχη ή θύματα του Σοβιετικού καθεστώτος, υποστηρικτές ή όχι της αλλαγής με την περεστρόικα. Είναι οι περιγραφές ενός μεγάλου φάσματος της ανθρωπογεωγραφίας της χώρας κατά την μετάλλαξη της από την πανίσχυρη ΕΣΣΔ στην καπιταλιστική Ρωσία.

➖”Το κόκκινο χρώμα. Το αγαπημένο, το πιό αγαπημένο χρώμα. Το χρώμα της επανάστασης, το χρώμα του αίματος που χύθηκε στο όνομα της“.

Οι ομολογίες είναι τραγικές προσωπικές ιστορίες οι οποίες μπλέκονται δυνατά με την πραγματική ιστορία του τόπου και γεφυρώνουν την σκληρή πραγματικότητα της παλιάς Σοβιετικής Ένωσης με την μετάβαση στην νέα πραγματικότητα το 1990 και το 1991, με τα χρόνια της απογοήτευσης να ακολουθούν.

➖”Πιστεύαμε πως κάποτε η ζωή θα γινόταν όμορφη. Περίμενε, υπόμενε… Ναι… περίμενε… υπόμενε…Όλη μου τη ζωή σε στρατόπεδα, σε κοινόβια, σε παράγκες…“.

Για κάθε πόνο ένα γιατρικό ξέραμε – την υπομονή…

Η περεστρόικα σημαίνει ανασυγκρότηση και αναδιάρθρωση με οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που δεν είναι τόσο εύκολο να γίνει ομαλά με πλήρη αποδοχή από όλους, οι οποίοι είναι συνηθισμένοι σε ένα εκ διαμέτρου αντίθετο τρόπο ζωής.

➖”Προχωράμε προς τα εμπρός, προς τη νίκη του καπιταλισμού. Εκατό χρόνια τον βρίζαμε τον καπιταλισμό… το τέρας… η φρίκη… Και τώρα περηφανευόμαστε που θα είμαστε όπως όλοι“.

➖”ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ! Είχαμε όλοι αναπνεύσει. Οι εφημερίδες άφθονες. Η εποχή των μεγάλων ελπίδων – όπου να’ναι θα βρεθούμε στον παράδεισο. Η δημοκρατία ήταν ένα άγνωστο ζώο για μας“.

Ο απλός λαός, ο πρωταγωνιστής που δεν έχει όμως δικαίωμα στη λήψη αποφάσεων, έχει την μοναδική πολυτέλεια να διαβάζει βιβλία. Θυμάται και εκμυστηρεύεται συγκλονιστικές καταστάσεις που έχει βιώσει τον εικοστό αιώνα στην πατρίδα του και μιλάει για τα όνειρα του που παραμένουν ανεκπλήρωτες επιθυμίες.

➖”Η ψυχή μας δεν είναι πάρα μία ψυχή. Μας αρέσει να μιλάμε στην κουζίνα, να διαβάζουμε βιβλία. Το βασικό μας επάγγελμα είναι αυτό του αναγνώστη…. Ή του θεατή“.

Η συγγραφέας γεννημένη στην Ουκρανία και μεγαλωμένη στη Λευκορωσία, αισθάνεται την ανάγκη να ακούσει τα λόγια που βγαίνουν από τις ψυχές των συνανθρώπων της και γίνεται αποδέκτης πολυφωνικών πληροφοριών, τις οποίες καταγράφει με ένα λογοτεχνικό υπόβαθρο. Στήνει μία ασυνήθιστη παράσταση που παίζεται σε πολλές πράξεις μέσα στις σελίδες του βιβλίου, με άπειρα στοιχεία δράματος ή πικρής κωμωδίας.

Το ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΟΚΚΙΝΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ δεν είναι ένα συνηθισμένο μυθιστόρημα. Είναι η προφορική φωνή της αλήθειας ενός λαού που εξιστορείται με ειλικρίνεια. Είναι οι διηγήσεις περιστατικών που έχουν καταγραφεί ζωντανά στην μνήμη με συλλήψεις, φυλακίσεις, εξορίες και απώλειες που γεμίζουν το κείμενο με εικόνες νοτισμένες με δάκρυα.

Ο Δυτικός τρόπος ζωής ελκύει τους νεότερους ηλικιακά, ενώ το πέρασμα από την έλλειψη της ελευθερίας του παρελθόντος σε ένα άλλο είδος ανισότητας γεννά μερικές φορές για τους μεγαλύτερους νοσταλγία της παλιάς εποχής. Έχουν ζήσει επαναστάσεις, έχουν δεχθεί κτυπήματα και έχουν δυσκολία να διαχειριστούν μία ελευθερία που γνωρίζουν μόνο ακουστικά και η οποία ουσιαστικά δεν αλλάζει τη ζωή, τους.

➖”Εμείς εδώ όπως ζούσαμε, ζούμε. Και επί σοσιαλισμού και επί καπιταλισμού. Για μας είτε “λευκοί” είτε “κόκκινοι” το ίδιο κάνει. Πρέπει να περιμένουμε μέχρι την άνοιξη. Να φυτέψουμε τις πατάτες μας…“.

Και η συγγραφέας καταλήγει:

➖”Σας πιστεύω… Μεγάλωσα στην ίδια χώρα μ’εσάς. Σας πιστεύω!