«Αυτό δεν συνέβαινε πάνω στη Γη, σε μια μεγάλη πόλη, μέσα σ’ ένα σπίτι όπου οι άνθρωποι κοιμούνταν ήρεμα, αλλά σ’ έναν κόσμο εφιαλτικό όπου οι κινήσεις, σαν να γίνονταν σε αργή κίνηση, επιμηκύνονταν, και όπου οι φωνές άχρωμες, έμοιαζαν με ηχώ»
Το γοητευτικό και σκοτεινό μυθιστόρημα, Μπέττυ του Georges Simenon, που κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Άγρα, είναι ένα διεισδυτικό, καθαρά ψυχολογικό αφήγημα μιας ζωής υπό κατάρρευση, χωρίς όμως τους φόνους και την αστυνομική πλοκή με την οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένος ο πολυγραφότατος και ταλαντούχος συγγραφέας, με το τεράστιο λογοτεχνικό αποτύπωμα στον 20ο αιώνα.
Η Ελιζαμπέτ (Μπέττυ) Ετάμπλ, είναι μια μεγαλοαστή και ελκυστική, νεαρή γυναίκα. Η Μπέττυ, έχει περάσει όλη της τη ζωή μέσα σε μια ατέρμονη συναισθηματική δυστυχία, αναζητώντας την δική της πληγή και κυνηγώντας διαρκώς κάτι απροσδιόριστο. Αυτή η οδυνηρή αίσθηση του ανικανοποίητου, την βυθίζει σταδιακά, μέσα σε ένα αδιέξοδο χωρίς ηθικούς φραγμούς, γεμάτο από αλκοόλ και ερωτικές συνευρέσεις με τυχαίους άντρες που ψαρεύει όπως και μια επαγγελματίας από διάφορα μπαρ. Ακολουθώντας μια ξέφρενη πορεία, που με μαθηματική ακρίβεια την οδηγεί προς την αυτοκαταστροφή της, διαλύει την επιφανειακά τακτοποιημένη και απόλυτα συμβιβασμένη ζωή που έχει, η οποία στοιχειοθετείται από μια καλή κοινωνική θέση, ένα σύζυγο και δύο παιδιά. Αφήνει τον εαυτό της να παρασυρθεί, μέσα σε ένα παρακμιακό μοτίβο καθημερινότητας, όπου τα όρια και ο αυτοέλεγχος δεν συμπεριλαμβάνονται. Μεθυσμένη και σε άθλια ψυχολογική κατάσταση, καταλήγει μετά από μερικά εικοσιτετράωρα ανελέητης κραιπάλης, σε ένα περιθωριακό μπαρ που ονομάζεται “Τρύπα” και στο οποίο ο μόνος κανόνας που επικρατεί είναι η κατάλυση της λογικής. Οι θαμώνες αυτού του μαγαζιού, είναι άνθρωποι που έχουν προ πολλού εγκαταλείψει κάθε κοινωνικά αποδεκτό όριο συμπεριφοράς, για να αφεθούν σε μια δίνη συναισθηματικής αστάθειας, ναρκωτικών, αλκοόλ και παραβατικότητας. Είναι ένας ιδιαίτερος τόπος όπου το παρελθόν κάθε πελάτη όσο ευτυχισμένο ή δυστυχισμένο και αν ήταν, εξισώνεται με το απόλυτο μηδέν. Από αυτό το καταγώγιο, θα την συλλέξει ως ένα ανθρώπινο κουρέλι, μια θαμώνας του μαγαζιού, η ώριμη Λώρ Λαβανσέ και μεταξύ τους θα αναπτυχθεί μια ιδιαίτερη σχέση. Μέσα από μια σειρά εκμυστηρεύσεων που θα ανταλλάξουν μεταξύ τους, με συσσωρευμένα από το παρελθόν απωθημένα, ψυχολογικά τραύματα, ευτυχισμένες στιγμές, θλιβερές εμπειρίες αλλά και πολύ αλκοόλ, η φροντίδα και η εξαπάτηση ακροπατούν επικίνδυνα. Με ταχύτητα χειμάρρου, οι δύο γυναίκες θα οδηγηθούν σε μια ολέθρια σύγκρουση όπου η μόνη διέξοδος από την φρενήρη κατάσταση στην οποία βρίσκονται, θα είναι τόσο απρόσμενη όσο και δραματική.
O Georges Simenon, καταφέρνει με λιτά εκφραστικά μέσα και χωρίς λογοτεχνικές λοβιτούρες, να αποτυπώσει γλαφυρά τις πιο σκοτεινές σκέψεις ενός κόσμου σε παρακμή. Ενός συνόλου ανθρώπων, που επιλέγει να γυρίσει την πλάτη στις κοινωνικές νόρμες του τεχνητού καθωσπρεπισμού και να εξωτερικεύσει τα πιο ζωώδη γενεσιουργά ένστικτά του, καθοδηγούμενος από μια διαστρεβλωμένη πραγματικότητα που δημιουργούν οι ουσίες αλλά και η ψυχολογική αστάθεια στην οποία βρίσκονται. Άνθρωποι, που αν και συνευρίσκονται είναι στη βάση τους εντελώς μόνοι και αποξενωμένοι από τους εαυτούς τους.
Το έργο αυτό, που πρωτοκυκλοφόρησε το 1961, είναι ίσως ένα από τα καλύτερα και δυνατότερα δείγματα γραφής του Βέλγου Simenon, μέσα από μια πολυάριθμη συλλογή κειμένων που έγιναν ευρέως γνωστά ως τα “σκληρά” μυθιστορήματα του συγγραφέα. Η έξοχη μετάφραση είναι της έμπειρης Αργυρώς Μακάρωφ, που έχει αναλάβει και πολλά ακόμα έργα του. Η Μπέττυ, μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1992, από την εταιρεία παραγωγής Canal+, σκηνοθέτη τον συγκλονιστικό Claude Chabrol και στους κεντρικούς ρόλους τις ηθοποιούς Marie Trintignant (Μπέττυ) και Stephane Audran (Λώρ).
No comments!
There are no comments yet, but you can be first to comment this article.