Σκέψεις για το μυθιστόρημα «Ερωτοτροπίες» του Χαβιέρ Μαρίας, από την Ιουλία Ιωάννου
…εκείνος είναι που έπρεπε να πει αντίο, σχεδόν πάντοτε χωρίς τη θέλησή του, εκείνος είναι που έχασε τα μελλούμενα, που αναγκάστηκε να απαρνηθεί τη λαχτάρα του για γνώση ή την περιέργειά του, που άφησε ανεκπλήρωτα σχέδια και απρόφερτα λόγια για τα οποία πάντα νόμιζε πως θα υπήρχε χρόνος αργότερα… (σελ. 99)
Το μόνο οριστικό στη ζωή ετούτη είναι ο θάνατος ή μήπως όχι;
Ο έρωτας και ο θάνατος πόσο μπορεί να συνυπάρχουν, πόσο διαρκεί το πένθος, η θύμηση και πώς χτίζονται οι μεγαλύτεροι έρωτες, τι ρόλο παίζει το τυχαίο, το απρόβλεπτο;
Πότε πεθαίνει πραγματικά κάποιος, πόσος καιρός χρειάζεται να κουβαλάμε μαζί μας το βάρος της θύμησής τους, πότε τους αφήνουμε ολοκληρωτικά να φύγουν;
Μα μόνο όταν διακυβεύεται η ίδια μας η επιβίωση και αρχίζουμε να προσαρμοζόμαστε…
Οι ερωτοτροπίες δεν είναι ένα συνηθισμένο ερωτικό μυθιστόρημα. Δεν υπάρχουν οι περιγραφές τοπίων, οι διάλογοι που θα κάνουν πιο εύκολη την ανάγνωσή του, τα συναισθήματα πάθους των ερωτευμένων ζευγαριών που χαίρονται όσα η ζωή τους προσφέρει…
Ο Χαβιέρ Μαρίας είναι ένας αντισυμβατικός συγγραφέας, καθώς αρνήθηκε το Εθνικό Βραβείο Μυθιστορήματος της Ισπανίας για το συγκεκριμένο έργο κι αυτό από μόνο του δείχνει πόσο διαφορετικά σκέφτεται!
Το θέμα του ολοκληρωτικού έρωτα ενός ευτυχισμένου ζευγαριού, η τέλεια εικόνα του στα μάτια της κεντρικής ηρωίδας και αφηγήτριας Μαρίας, ο ξαφνικός όσο και αποτρόπαιος θάνατος του άντρα, η πλήρης παραίτηση της ερωτευμένης γυναίκας που μένει πίσω να θρηνεί για την αβάσταχτη απώλεια…
Πόσο τυχαία γίνονται κάποια γεγονότα, πόσο τυχαία κάποιος πεθαίνει ακριβώς την ημέρα των γενεθλίων του και πώς εντελώς απρόβλεπτα μια ανθρωποκτονία αποκτά άλλο νόημα από αυτό που στην πραγματικότητα έδειξε πως ήταν;
Μια υπερανάλυση σκέψεων, ακόμη και όσων ο συνομιλητής μπορεί να έχει μέσα στο μυαλό του εκτυλίσσεται σε αμέτρητες λέξεις, προτάσεις χωρίς αρχή και μέση παρά μια ατέλειωτη εμβάθυνση μέσα στην ψυχή και στα όσα μπορεί να κρύβει.
Ο θάνατος είναι τόσο απόλυτα κοντά στον έρωτα, οι δυο τους δεν μπορούν να συνυπάρχουν κι όμως θα ανταμώσουν με περίεργο τρόπο γιατί ο έρωτας δεν γνωρίζει από εμπόδια και ο θάνατος δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο παρά μόνο το μέσο για την εκπλήρωση μιας αγιάτρευτης επιθυμίας.
Άλλωστε, κανείς δεν μπορεί να κρίνει τις σκέψεις κανενός!
Μια υπέροχη ελεγεία για τον έρωτα, το θάνατο, το απρόβλεπτο που κρύβει η ζωή!
Ένα εκπληκτικό μυθιστόρημα!
Η τελευταία φορά που είδα τον Μιγέλ Ντεσβέρν ή Ντεβέρν ήταν και η τελευταία φορά που τον είδε η γυναίκα του, η Λουίσα, γεγονός που δεν έπαψε να είναι περίεργο και ίσως και άδικο, εφόσον εκείνη ήταν ακριβώς αυτό, η γυναίκα του, ενώ εγώ ήµουν µια άγνωστη…
Η Μαρία Ντολθ, αφηγήτρια και κεντρική ηρωίδα του βιβλίου, έµαθε το όνοµα του Ντεβέρν όταν τον είδε στη φωτογραφία της εφηµερίδας, «µαχαιρωµένο και µε ξεκούµπω τοπουκάµισο, λίγο πριν μεταβληθεί σε πτώµα: το τελευταίο πράγµα που πρέπει να συνειδητοποίησε ήταν ότι τον μαχαίρωναν κατά λάθος και χωρίς αιτία».
Με λόγο επιβλητικό και σαγηνευτικό, το µυθιστόρηµα του Μαρίας µάς µιλάει για την τρέλα του έρωτα, µια κατάσταση που σχεδόν οικουµενικά θεωρείται απόλυτα θετική, ακόµη και λυτρωτική κάποιες φορές, σε τέτοιο βαθµό μάλιστα, ώστε µοιάζει να δικαιολογεί σχεδόν τα πάντα: τις ευγενείς και αλτρουιστικές πράξεις, αλλά και τις μεγαλύτερες ακρότητες και αθλιότητες…
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ
Φαίνεται ενδιαφέρον!