«Όταν βουτάς την πένα σου σε αίμα και προσπαθείς ν’ αναβιώσεις εποχές, χρειάζεται προσοχή.
Ο ρόλος της μνήμης κόβει και ράβει. Ο χρόνος, η απόσταση από τα παιδικά χρόνια
και η διάθεσή της μνήμης να δημιουργεί, ακόμα και να εξωραΐζει.
» Διδώ Σωτηρίου


Η πανέμορφη Σμύρνη από τον 19ο αιώνα ήταν μια πολυεθνική πόλη όπου κατοικούσαν Ρωμιοί, Τούρκοι, Αρμένιοι, Εβραίοι, Ευρωπαίοι, Λεβαντίνοι…
Η Σμύρνη ήταν χτισμένη στη θάλασσα στον λεγόμενο Ερμαϊκό κόλπο, και έφτανε μέχρι τα ριζά του βουνού που οι Ρωμιοί το λέγανε Πάγο.
Πριν το 1922 η Σμύρνη είχε περίπου τριακόσιες χιλιάδες κατοίκους και την αποκαλούσαν «Το Παρίσι της Ανατολής».
-Γιαγιά τι έγινε στη Σμύρνη το 1922;
Αυτό το ερώτημα απασχολούσε πάντα την Πελαγία Αντωνιάδη. Από τη μεριά της μητέρας της και της ομώνυμης γιαγιάς της ήταν Σμυρνιά. Και τώρα το 1992, η γιατρός Πελαγία είχε επισκεφτεί για πρώτη φορά στη ζωή της τη Σμύρνη.
Η Πελαγία Σαράφογλου πριν πεθάνει είχε ζητήσει με μια επιστολή μέσω δικηγόρου, από την εγγονή της Πελαγία Αντωνιάδη μια χάρη. Να επισκεφτεί την όμορφη Σμύρνη και να ψάξει να βρει αν δεν έχει γκρεμιστεί, το διώροφο σπίτι της, το σπίτι των Σαράφογλου, εκεί που ζούσε πριν το 1922. Της είχε και μια φωτογραφία του σπιτιού και της έγραφε σε ποια περιοχή ήταν, κοντά στους πρόποδες του λόφου Πάγου. Επίσης της ζητούσε να πάει στην ορθόδοξη εκκλησία του Αγίου Βουκόλου που ήταν κοντά στο σπίτι της και να βρει τα γράμματά της, το ημερολόγιό της και τις φωτογραφίες της, που ήταν ένα πακετάκι τυλιγμένο σε λινάτσα. Τα είχε κρύψει πριν την σφαγή και τον διωγμό των Ελλήνων, στην εκκλησία των Ρωμιών, την εκκλησία του Αγίου Βουκόλου, που τυχαία δεν κάηκε το 1922, κάτω από ένα πλακάκι του δαπέδου.


Η γιαγιά Πελαγία είχε πει στην εγγονή της πάρα πολλά για τη Σμύρνη και τη ζωή της εκεί μέχρι τον ξεριζωμό το 1922. Η μικρή Πελαγία μεγάλωσε με την ιδέα της Σμύρνης να έχει διαποτίσει κάθε εκατοστό του κορμιού της και κάθε κύτταρο του μυαλού της. Η Σμύρνη έτρεχε κυριολεκτικά μέσα στις φλέβες μαζί με το αίμα της.
Μια μέρα η γιαγιά Πελαγία της είπε μάλιστα, ότι θα πρέπει να ξαναγυρίσει στη Σμύρνη γιατί έχει αφήσει πράγματα εκεί… Και είπε και το παράξενο: «Εγώ Πελαγία μου θα ξαναγυρίσω στη Σμύρνη μαζί σου!» Αλλά η Πελαγία Αντωνιάδη δεν έδωσε σημασία στα λόγια της υπέργηρης γιαγιά της. Όμως η γιαγιά της τα είχε όλα προσχεδιάσει, τώρα το βλέπει καθαρά. Μα τι μυαλό ήταν κι αυτό! Τι εκπληκτική γυναίκα!

1922. Είχε έρθει η ώρα για την Πελαγία Αντωνιάδη να κάνει το χρέος της απέναντι στην αγαπημένη της γιαγιά, απέναντι στον εαυτό της, απέναντι στη Σμύρνη.
Η Πελαγία φθάνει στη Σμύρνη. Δεν είχε φτάσει τυχαία στη Σμύρνη. Είχε μια αποστολή. Να ερευνήσει την πόλη και να ανακαλύψει τα γράμματα, που η γιαγιά της είχε κρύψει πριν από εβδομήντα χρόνια τις ημέρες της Καταστροφής το 1922. Έτσι την είχε διατάξει η γιαγιά της.
Η Πελαγία τελικά είχε βρει, μετά από εβδομήντα χρόνια περίπου είκοσι γράμματα (άρχιζαν από το 1919 και τελείωναν στα μέσα του 1922, λίγο πριν την μεγάλη Καταστροφή), το χοντρό ημερολόγιό και τις φωτογραφίες της γιαγιάς της. Τα βρήκε στην εκκλησία του Αγίου Βουκόλου της Σμύρνης. Βρήκε επίσης και το παλιό σπίτι της γιαγιάς της κοντά στην Τούρκικη συνοικία. Σε δύο ημέρες θα έφευγε από τη Σμύρνη. Αλλά βέβαια, έκανε λάθος. Γιατί δεν ήξερε ότι το ταξίδι της στη Σμύρνη στην πραγματικότητα τώρα ξεκινούσε!


Η Πελαγία Αντωνιάδη διαβάζει τα γράμματα της γιαγιάς της Πελαγία Σαράφογλου, το ημερολόγιό της τις επιστολές του παππού της, στρατιωτικού γιατρού Αλέξανδρου Καλλέργη κι όλα τα γράμματα, που της είχε χαρίσει ο Οσμάν Κούρτογλου. Είχε φέρει κι εκείνη από την Αθήνα όσα γράμματα και επιστολές της είχε δώσει η γιαγιά της.
Τα βάζει όλα μαζί στη σειρά και έτσι έχει μια πιο καθαρή εικόνα για την ιστορία της γιαγιάς της και του παππού της. Έτσι μπόρεσε πια να ανασυνθέσει και να βάλει σε μια τάξη όλα εκείνα που τόσα χρόνια είχε στο μυαλό της για τη Σμύρνη. Γιατί μέσα από αυτή την αναπάντεχη εξέλιξη, η Πελαγία κατάλαβε πραγματικά πολύ περισσότερα για την αγαπημένη της Σμύρνη, για τη γιαγιά της, αλλά και για τον ίδιο της τον εαυτό και την κληρονομιά που κουβαλούσε μέσα της και που κυλούσε στο ίδιο της το αίμα.
Μια ιστορία γεμάτη από τα αρώματα της παλιάς Σμύρνης και την αυτοθυσία μιας γυναίκας για τον αγαπημένο της.
Ένα μυθιστόρημα με περίτεχνη πλοκή και σμίλευση χαρακτήρων οικογενειακές και ανθρώπινες ιστορίες, σκέψεις και οξυδερκή σχόλια πάνω σε φλέγοντα ζητήματα, μοναδικές αφηγηματικές στιγμές, ήρωες που αναβίωσαν δράματα με φόντο την Καταστροφή της Σμύρνης το 1922.
Διαβάστε το.


Ο ΘΑΝΟΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ γεννήθηκε στην Αθήνα. Το 2006, ύστερα από πολυετείς σπουδές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, αναγορεύτηκε διδάκτωρ Ιστορίας στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών. Μιλάει αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά. Το 1996 και το 2002 τιμήθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων για το συγγραφικό του έργο, ενώ το 2015 βραβεύτηκε από το Πανεπιστήμιο Αθηνών η διδακτορική διατριβή του σχετικά με το μεσαιωνικό Ναύπλιο. Διακρίνεται για την αγάπη που έχει για το βιβλίο και ασχολείται αποκλειστικά με τη δημιουργική γραφή. Έχει συγγράψει με επιτυχία περισσότερα από σαράντα βιβλία (μυθιστορήματα, βιβλία για παιδιά και εφήβους, διηγήματα, ιστορικά έργα και δοκίμια), μερικά εκ των οποίων έχουν ήδη μεταφραστεί στο εξωτερικό.