«…δεν τόλμησε να του πει ότι όποιος νοσταλγεί διαρκώς το παρελθόν και συνέχεια ελπίζει για το μέλλον προσπερνάει το παρόν. Είναι πιο σημαντικό να ζει κανείς το τώρα, αφού το αύριο δεν μπορεί να το εξασφαλίσει…»
Μετά από 14 βιβλία για παιδιά, ένα παιδικό θεατρικό και 8 βιβλία που έχουν σχέση με την διατροφή, η Λένα Τερκεσίδου, δίνει στο αναγνωστικό κοινό ένα βιβλίο πεζογραφίας, το «ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΠΟΥΜΕ ΑΛΗΘΕΙΕΣ;» από τις εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ.
Κοινωνικό μυθιστόρημα που θίγει «αλήθειες» μέσα από την ιστορία της Ελεονόρας, μια ιστορία που αρχίζει να διαδραματίζεται το 2011, τότε που ξεκινά η κρίση στην χώρα μας και με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η συγγραφέας ταυτίστηκε με τα σύγχρονα κοινωνικά φαινόμενα και αυτό έχει αποτυπωθεί, αφού θέματα, όπως ο ρατσισμός, η ανεργία, οι κοινωνικές ανισότητες, η μετανάστευση, η ξενοφοβία, ακόμη και οι διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων, οι κοινωνικές ανισότητες, η υιοθεσία, οι αδελφικές σχέσεις, η ζήλεια, η απιστία, οι μεικτοί γάμοι, ο έρωτας, είναι αυτά που θα ανακαλύψει ο αναγνώστης και αυτά για τα οποία, θα προβληματιστεί.
Η Ελεονόρα, ζει στην Ελλάδα της κρίσης, βιώνει την ανεργία, νοιώθει την απαξίωση, τον φόβο και την αγωνία του αύριο. Είναι παντρεμένη με τον Άτα. Ο σύζυγος της, είναι αφρικανός, κατάγεται από την Γκάνα. Όταν η Ελεονόρα χάνει τους γονείς της, όταν αποκαλύπτονται μυστικά, όταν είναι πια άνεργη, παίρνει την μεγάλη απόφαση να φύγει στην Νορβηγία για να σπουδάσει. Απόφαση, αρκετά τολμηρή τόσο λόγω της ηλικίας της, όσο και της οικονομικής της κατάστασης, αφού η ζωή της πρόκειται να αλλάξει ριζικά. Είναι η στιγμή που η ηρωίδα, νιώθει να βρίσκεται στο χάος, είναι η στιγμή που από τραγικό πρόσωπο γίνεται μαχητής της ζωής και προσπαθεί να ξεπεράσει ακόμη και τον ίδιο της τον εαυτό.
«…Ήθελε να υπάρχει ένα όνειρο στη ζωή της, το είχε ανάγκη. Ένα όνειρο που θα την ενεργοποιούσε, που θα την έκανε να ξεπεράσει ακόμα και τον εαυτό της. Σκέφτηκε ότι ο χρόνος φεύγει πολύ γρήγορα και παραπλανά δίνοντας την εντύπωση πως είναι ατελείωτος…»
Πώς θα είναι η ζωή της στην ξένη χώρα, εκεί όπου ξημερώνει αργά και νυχτώνει νωρίς, που η μέρα και η νύχτα είναι τόσο διαφορετικές από την πατρίδα της; Τι θα συναντήσει ως μετανάστρια, ως φοιτήτρια, ως Ελληνίδα στην χώρα που θα την φιλοξενήσει τα επόμενα χρόνια; Τι θα αποκαλυφθεί για την ζωή της μητέρας της; Πώς θα συνεχίσει με τον σύζυγο της και τι θα συμβεί όταν στην ζωή της, επιστρέψει ο Μάριος, ο άνθρωπος με τον οποίο έχει ζήσει τον έρωτα και το πάθος;
Καλογραμμένο με απλή γραφή και περιγραφές που ταξιδεύουν τον αναγνώστη. Μια ιστορία που ρέει γρήγορα, με ανατροπές και αληθοφανείς διαλόγους, με ήρωες αληθινούς, απλούς, καθημερινούς. Ο Μάριος, ο Τηλέμαχος, η Μέτε, ο Χάρολντ, η Ροζάριο και άλλοι πλαισιώνουν τους πρωταγωνιστές, δίνοντας ο καθένας το κίνητρο για το ερώτημα «Θέλεις να πούμε αλήθειες;» , τόσο στους ήρωες μας, όσο και σε μας τους ίδιους. Τελικά ο τίτλος του βιβλίου, μήπως ρωτάει τον αναγνώστη, αν θέλει να «δει» τις αλήθειες του; αν θέλει να κάνει βουτιά μέσα στον ίδιο του τον εαυτό; Μήπως τελικά καλεί τον αναγνώστη σε ένα ταξίδι ενδοσκόπησης και αυτογνωσίας;

«Θέλεις να πούμε αλήθειες;»…
«…Η Ελεονόρα έκλεισε τα μάτια της, τα όρια ανάμεσα στο σύμπαν και στον εαυτό της θόλωσαν. Δεν γνώριζε αν θα τα κατάφερνε, αλλά ήταν αποφασισμένη να παλέψει, να αγωνιστεί με πάθος. Ήθελε να φτάσει ψηλά, όσο πιο ψηλά μπορούσε…»

«Όταν η Ελεονόρα απολύεται και φτάνει στο χείλος του γκρεμού έχει δύο επιλογές: να μείνει αδρανής ή να μετατρέψει την απογοήτευση σε δύναμη και να αλλάξει το πεπρωμένο της.
Η αποκάλυψη της υιοθεσίας της, η οικονομική κρίση στην Ελλάδα, η επιμονή της να σπουδάσει, αν και είναι τριάντα πέντε χρονών, και η αναζήτηση της ταυτότητάς της την κάνουν να ξεπεράσει τα όριά της και να φύγει στη Νορβηγία.
Τι θα συμβεί όμως όταν φανερωθούν αλήθειες και αποκαλυφθούν μυστικά που δεν είχε ποτέ φανταστεί; Θα συνεχίσει να εθελοτυφλεί; Και όταν εμφανιστεί ο Μάριος, ο μεγάλος της έρωτας, τι θα κάνει; Θα τα τινάξει όλα στον αέρα; Θα καταφέρει τελικά να απαλλαγεί από τις ανασφάλειες και τις ερωτικές της εξαρτήσεις;
Μια ιστορία για τον μαγικό κόσμο της συνειδητότητας, όπου για να εκπληρωθούν τα όνειρα τίθεται μια ερώτηση: «Θέλεις να πούμε αλήθειες;»
( Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)