Συγγραφέας του βιβλίου «Κοινή θνητή» – Εκδόσεις «Συρτάρι»

Με ένα δυνατό κράμα αλήθειας και μυθοπλασίας και έναν τίτλο που αγγίζει, ίσως λίγο περισσότερο εμάς τις γυναίκες, η Μαρία Μανωλοπούλου μέσα από δεκαεπτά διηγήματα φροντίζει να μας υπενθυμίζει πως κάθε μία από εμάς είμαστε «Κοινή θνητή». «Ο καρκίνος του μαστού ήταν η αφορμή για να μιλήσω για τον απωθημένο και τον τοξικό κόσμο αυτών των γυναικών, το σκοτεινό, αθέατο τους κομμάτι. Υπονοείται ότι από αυτήν τη χαραμάδα τρυπώνει η αρρώστια, εάν υποθέσουμε ότι έχει και ψυχολογικό υπόβαθρο…», λέει στο Vivlio-life. Πάντως οι ηρωίδες της πάσχουν είτε πριν την ασθένεια, είτε μετά. Και όπως μας εξηγεί η συγγραφέας «δεν πρόκειται για γυναίκες οι οποίες απλά πλήττουν στον γάμο τους ή στην καθημερινότητά τους, αλλά για γυναίκες που βιώνουν ακραίες καταστάσεις και κυριολεκτικά βλέπουν τον χάρο με τα μάτια τους».

Ο τίτλος σας αποτελεί μια αλήθεια που αφορά όλους μας. Για ένα λόγο παραπάνω εμάς τις γυναίκες που έχουμε τον μόνιμο φόβο του καρκίνου του μαστού. Ήταν η πρώτη σας επιλογή ο συγκεκριμένος τίτλος που ομολογουμένως μας αγγίζει;
Ναι ήταν η πρώτη μου επιλογή και όντως αφορά όχι μόνο τις γυναίκες αλλά κάθε ζωντανό οργανισμό. Η θνητότητα μας είναι το μόνο αδιαμφισβήτητο γεγονός και για εμένα απευκταίο ακόμα και αν συμβεί φυσιολογικά, πόσο μάλλον πρόωρα εξαιτίας μιας ασθένειας ή ενός ατυχήματος. Εάν και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της φύσης αδυνατώ ακόμα να συμφιλιωθώ μαζί της.


Απέναντι στο μεγάλο φόβο, έρχονται οι δυο αυτές λέξεις να μας θυμίσουν μια αλήθεια: «Κοινή θνητή». Ποιοι λόγοι κάνουν κάποιες γυναίκες να τις ξεχνούν;
Όλοι τις ξεχνούν, όχι μόνο οι γυναίκες και ορθά πράττουν μέχρι ενός σημείου. Δεν ωφελεί να ζούμε με τον φόβο του θανάτου. Η γνώση αυτή αρκεί να εξαντλείται στην επιδίωξη μιας ουσιαστικής, αυθεντικής ζωής, στη συνειδητοποίηση της ταπεινότητάς μας και βεβαίως στον προληπτικό έλεγχο.


Δεκαεπτά διηγήματα περιλαμβάνονται στο βιβλίο σας. Πρόκειται για αληθινές ιστορίες που με κάποιον τρόπο έφθασαν σ΄ εσάς;
Είναι ένα κράμα αλήθειας και μυθοπλασίας. Υπάρχουν ακόμα και κομμάτια ατόφια όπως ακριβώς έχουν συμβεί, αλλά αναμεμιγμένα μέσα στη μυθοπλασία για ευνόητους λόγους.


Οι ηρωίδες σας έζησαν μια περιπέτεια που έφερε τα πάνω κάτω στη ζωή τους. Με ποιο κριτήριο επιλέξατε τις συγκεκριμένες ιστορίες.
Οι ηρωίδες μου πάσχουν είτε πριν την ασθένεια, είτε μετά. Δεν πρόκειται για γυναίκες οι οποίες απλά πλήττουν στον γάμο τους ή στην καθημερινότητά τους, αλλά για γυναίκες που βιώνουν ακραίες καταστάσεις και κυριολεκτικά βλέπουν τον χάρο με τα μάτια τους.


Θα συναντήσουμε ανάμεσα στα διηγήματά σας και προσωπικά βιώματα; Αν, ναι, πόσο δύσκολο ήταν κατά τη συγγραφή να μιλήσετε για κάτι που σας πονάει τόσο πολύ;
Ναι υπάρχουν και προσωπικά βιώματα. Ήταν περισσότερο αναγκαίο και λυτρωτικό, παρά δύσκολο. Δεν κρατάω κανέναν πόνο πλέον για ό,τι μπορεί να ξεπεραστεί, μόνο κάποια σχετική κόπωση και ενίοτε νεύρα. Μόνο το αμετάκλητο θα μπορούσε να με διαλύσει.


Σε ποιο από τα δεκαεπτά κεφάλαια νιώσατε πως ενώ θέλατε δεν μπορούσατε να συνεχίσετε από την ένταση και τη συγκίνηση;
Δεν ένιωσα έτσι κατά τη διάρκεια της συγγραφής, περισσότερο εκ των υστέρων όταν επιμελούμουν τις ιστορίες, κάποιες απ’ αυτές μου δημιουργούσαν ιδιαίτερη συγκίνηση, ενδεικτικά θα πω η ιστορία «Σάσα το φεγγάρι» εξαιτίας της άδολης, απόλυτης αγάπης σε συνδυασμό με το αναπόφευκτο. Κυρίως προβληματιζόμουν για το αν θα αντέξουν οι αναγνώστες, παρόλο που οι καταστάσεις που παραθέτω είναι ρεαλιστικές και συμβαίνουν συχνά και σε ευρεία κλίμακα. Η τελευταία ιστορία για παράδειγμα «Έξι μήνες» είναι περισσότερο αγαπητή στους αναγνώστες λόγω αίσιου τέλους. Δεν αντέχουν όλοι να κοιτάξουν την αλήθεια κατάματα ειδικά σε μια συγκυρία πανδημίας, οικονομικής κρίσης κλπ. και το κατανοώ απολύτως.


Το μοναδικό κοινό στοιχείο των ηρωίδων σας είναι ο καρκίνος του μαστού ή υπάρχουν και γεγονότα που τις συνδέουν;
Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί την αφορμή για να μιλήσω για τον απωθημένο και τον τοξικό κόσμο αυτών των γυναικών, το σκοτεινό, αθέατο τους κομμάτι. Υπονοείται ότι από αυτήν τη χαραμάδα τρυπώνει η αρρώστια, εάν υποθέσουμε ότι έχει και ψυχολογικό υπόβαθρο, γιατί εξ όσων γνωρίζω δεν έχει αποδειχθεί επιστημονικά κάτι τέτοιο.


Πίσω από την απόφαση να γράψετε το βιβλίο σας υπήρχε κάποιος σκοπός; Τι θέλετε να εισπράξουν οι αναγνώστες σας;
Παρόλο που κάποιες αναγνώστριες μου είπαν ότι αφυπνίστηκαν από το βιβλίο, ο δικός μου στόχος ήταν και είναι σε ότι γράφω η δημιουργία έντονων συναισθημάτων και θεωρώ ότι αυτός είναι κι ένας από τους βασικούς στόχους της τέχνης εν γένει.


Ως «Κοινή θνητή» η γυναίκα τι πρέπει να κάνει ώστε να θωρακίσει τον εαυτό της απέναντι σ’ αυτό που φοβάται; Τι θα μας συμβούλευαν οι ηρωίδες σας.
Υπάρχουν δύο ειδών φόβοι. Αυτός που μας προστατεύει μέσω της πρόληψής και ο άχρηστος, περιττός φόβος που δημιουργείται από υποθέσεις και φανταστικά σενάρια και δηλητηριάζει την ύπαρξή μας. Θα ήταν χρήσιμο να μάθουμε να τους ξεχωρίζουμε και να κρατάμε ότι μας προάγει και μας ωφελεί. Δεν είναι όμως στις προθέσεις μου να δώσω συμβουλές μέσω των ηρωίδων μου. Δεν πρόκειται για ένα βιβλίο ψυχολογίας, αυτοβελτίωσης ή εμψύχωσης. Μέσα από την έκβαση αυτών των ιστοριών και τα διάφορα στάδια συνειδητοποίησης αυτών των γυναικών ο αναγνώστης θα εξάγει τα δικά του συμπεράσματα ή θα του δημιουργηθούν καινούργια ερωτήματα.


Αν σας ζητούσα να μας μιλήσετε για κάτι αισιόδοξο που μπορούμε να εισπράξουμε μέσα από ένα αρκετά ψυχοφθόρο θέμα που επιλέξατε ποιο θα ήταν αυτό;
Δεν το αντιλαμβάνομαι ως ψυχοφθόρο, θεωρώ ότι η φθορά, η ευαλωτότητα, η ασθένεια, η θνητότητα είναι αναπόσπαστα μέρη της ζωής. Αν και δεν θα ήθελα να σας κατευθύνω στο τι θα εισπράξετε, θεωρώ ότι η δύναμη, η αντοχή, η στωικότητα, η γενναιότητα, η εξάντληση του δυναμικού μας, η αγάπη για τον εαυτό μας, η αυθεντικότητα, η ταπεινότητα, η εστίαση στο παρόν, η αναζήτηση της ευτυχίας στην απλότητα, η συνειδητοποίηση του εφήμερου και του μη δεδομένου στον κύκλο της ζωής, η σοφία και πολλά άλλα είναι τα θετικά που αποκομίζουμε όχι μόνο από το συγκεκριμένο βιβλίο αλλά κατ’ επέκταση από τις δοκιμασίες που συναντούμε στο ταξίδι της ζωής μας.


Ποιο είναι το πιο «δυνατό» σε συναίσθημα μήνυμα που λάβατε για το ευαίσθητο βιβλίο σας;
Μου έχουν πει μέχρι στιγμής ότι ταυτίστηκαν, ότι αφυπνίστηκαν, ότι λυτρώθηκαν, ότι συγκλονίστηκαν, ότι έκλαψαν, ότι αισθάνθηκαν πόνο στο στομάχι…Θα παραμείνω όμως ανοιχτή σε μηνύματα γιατί το βιβλίο δεν έχει κάνει ακόμα τον κύκλο του…

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Τη λένε Άννα, Μυρτώ, Νίκη, Ανθή, Ελένη, Ζωή, Λίνα, Μάχη… Είναι φτωχή, πλούσια, διάσημη, άσημη, νεαρή, μεσήλικας, στην τρίτη ηλικία, είναι μαύρη, λευκή, είναι πτυχιούχος, δεν έχει τελειώσει καν το σχολείο, έχει διδακτορικό, είναι καριερίστα, είναι καλλιτέχνης, δουλεύει σε μια εταιρεία, δουλεύει σε ένα σουπερμάρκετ, έχει οικογένεια, έχει παιδιά, δεν έχει παιδιά, είναι χωρισμένη, είναι άγαμη, είναι ευτυχισμένη, είναι δυστυχισμένη, είναι εσωστρεφής, είναι εξωστρεφής, είναι παχύσαρκη, είναι γυμνασμένη, προσέχει τη διατροφή της, τρώει σκουπίδια, πίνει, δεν πίνει, καπνίζει, δεν καπνίζει, κάνει προληπτικό
έλεγχο, δεν κάνει ποτέ εξετάσεις, έχει κακοποιηθεί, έχει περάσει υπέροχα παιδικά χρόνια… Είναι υποψήφια κι εντελώς ανοχύρωτη μπροστά σε αυτήν την αταξική αρρώστια που δεν κάνει διακρίσεις, είναι ανίσχυρη μπροστά στο κοινό, αναπόφευκτο τέλος όλων, τον θάνατο. Είναι μια κοινή θνητή, όπως είναι όλοι. Κάθε τρίμηνο από δω και στο εξής θα υποβάλλεται σε εξετάσεις, γνωρίζοντας ότι ανά πάσα στιγμή υπάρχει η πιθανότητα να ακούσει δυσάρεστα νέα, όπως μπορεί ν’ ακούσει οποιοσδήποτε άνθρωπος για χιλιάδες λόγους. Όμως μέχρι τότε θα έχει πλέον εκείνη τον έλεγχο της ζωής της, θα ζει εκτός των τετριμμένων και θα είναι ο εαυτός της, ώστε να μην ξαναθρηνήσει το σώμα της μια δεύτερη απωθημένη ζωή.

Βιογραφικό
Η Μαρία Μανωλοπούλου είναι απόφοιτος του κοινού Μεταπτυχιακού προγράμματος Δημιουργικής Γραφής του Ε.Α.Π του Πανεπιστήμιου Δυτ. Μακεδονίας, του τμήματος Θεατρολογίας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, της Δραματικής Σχολής «ΒΕΑΚΗ» και του τμήματος Τουρισμού του Α.Τ.Ε.Ι Πάτρας. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα