Συγγραφέας του βιβλίου «Τρεις χιλιάδες ψέματα» – Εκδόσεις «Αποστακτήριο

Ένα αβυσσαλέο μίσος και το πάθος για εκδίκηση, που εξελίχθηκε σε υπέρμετρη φιλοδοξία, εγωπάθεια και υπεροπτισμό παρακολουθούμε με αγωνία στο μυθιστόρημα της Μαρίας Μαυρίδου – Καλούδη. Πρωταγωνίστριες, τρεις γενιές γυναικών με κοινό στοιχείο τον αδίστακτο χαρακτήρα τους. Κάποια από τις δυνατές σκηνές της πλοκής αποτελεί όπως αποκαλύπτει στο Vivlio-life η συγγραφέας, εικόνα από τις δικές της θύμησες. Στην ιστορία δεν υπάρχουν συγκεκριμένες χρονολογίες. Μέσω της αφήγησης, όμως, είναι φανερό πως πρόκειται για τις δεκαετίες όπου το λαϊκό τραγούδι και τα λεγόμενα ξενυχτάδικα, μεσουρανούσαν. «Από τη ζωή είναι όλα βγαλμένα, και παρθενογένεση στην γραφή δεν υπάρχει και οι ιστορίες επαναλαμβάνονται καθημερινά, λίγο πολύ οι ίδιες από όλους. Επίσης, πολλές φορές, εμείς οι συγγραφείς γράφουμε για κάτι και μετά συνειδητοποιούμε πως αυτό το κάτι είχε περάσει ως εικόνα από τη ζωή μας. Ή το ζήσαμε οι ίδιοι».

Το νούμερο στην επιλογή του τίτλου έχει αναλογική σχέση με τις τρεις γενιές γυναικών, γύρω από την ιστορία των οποίων εκτυλίσσεται το μυθιστόρημά σας;
Έχει σχέση με έναν από τους ήρωες. Λόγια που προέκυψαν από τα πληγωμένα του αισθήματα, που του τα προκάλεσε μία από τις γυναίκες ηρωίδες μου. Ο μεγάλος έρωτας ενός αγαθού νέου.

Σε ποια ελληνική πόλη εκτυλίσσεται η ιστορία σας, ποιες χρονολογίες περιλαμβάνει και πόσα συνολικά μέλη των τριών γενεών εμπλέκονται σ’ αυτήν;
Στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη, εκτυλίσσεται η ιστορία. Με αναφορές και σε άλλες πόλεις. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες χρονολογίες. Μέσω της αφήγησης, όμως, είναι φανερό πως πρόκειται για τις δεκαετίες όπου το λαϊκό τραγούδι και τα λεγόμενα ξενυχτάδικα, μεσουρανούσαν. Αρκετά τα μέλη των γενεών που εμπλέκονται. Θα έλεγα γύρω στα τριάντα ή και παραπάνω, αλλά τον «πρωταγωνιστικό» ρόλο τον έχει η ίδια οικογένεια σε τρεις χρονικές περιόδους.

Κοινό στοιχείο στον χαρακτήρα των γυναικών ηρωίδων σας ο αδίστακτος χαρακτήρας τους. Μιλήστε μας γι αυτές και πείτε μας αν η αιτία που έγιναν αδίστακτες είναι κοινός.
Όλο αυτό, ξεκίνησε από το αβυσσαλέο μίσος και το πάθος για εκδίκηση της πρώτης, χρονικά, ηρωίδας. Εξελίχθηκε σε υπέρμετρη φιλοδοξία, σε εγωπάθεια, σε υπεροπτισμό. Και όλα αυτά, λόγω ενός δραματικού γεγονός που συνέβη στην πρώτη ηρωίδα. Που από άνθρωπος απλός, μετατράπηκε σε έναν χαρακτήρα εκδικητικό και ανελέητο με όλους, εκτός ενός. Του παιδιού της. Η οργή που προέκυψε από αυτό το γεγονός, είχε σαν αποτέλεσμα ο αδυσώπητος αυτός χαρακτήρας, να συνεχιστεί και στις επόμενες γενιές.

Πρωταγωνιστούν σε μια σιωπηλή και υποχθόνια μάχη. Δώστε μας κάποια στοιχεία της πλοκής που θα εντείνουν το ενδιαφέρον μας γι αυτή τη μάχη.
Παραθέτω ως απάντηση ένα μικρό απόσπασμα. (Μονομιάς έπαψε να ακούει τις φωνές των φιλενάδων της. Λες και είχαν πατήσει το κουμπί της σίγασης. Είχε μαγευτεί τόσο πολύ, που όλα γύρω της έμοιαζαν να είχαν σταματήσει. Ένιωσε την μεταξωτή κρεπ μουσελίνα να χαϊδεύει το κορμί της, με την κυπούρ δαντέλα γύρω από το λαιμό και τα μπράτσα, να της δίνουν μία ανυπέρβλητη αρχοντιά. Λικνίστηκε πέρα δώθε, για να νοιώσει το αέρινο άγγιγμά του στις καλλίγραμμες γάμπες της. Ήταν όμορφη μα, μέσα σ’ αυτό το φόρεμα, ήταν η πριγκίπισσα του παραμυθιού. Τότε εμφανίστηκε η Ρηνιώ, που έμεινε στήλη άλατος. Ήθελε να ουρλιάξει, να ορμίσει καταπάνω της και να ξεσκίσει το φόρεμα, που πλέον, δεν θα μπορούσε να φορέσει. Μα κρατήθηκε. Της είχε μάθει η μάνα της να συγκρατεί τα νεύρα της, όταν η στιγμή δεν την συνέφερε. Αλλά από την άλλη, οι πορφύρες δεν είναι για τους παρακατιανούς. Πώς να αντέξει το γεγονός ότι μία παρακατιανή, έντυσε το ασήμαντο σώμα της με το φόρεμα που η ίδια σκόπευε να καταπλήξει τα πλήθη. Για τα εγκαίνια του ανακαινισμένου νυκτερινού κέντρου, το προόριζε, όπου θα μαζευόταν όλος ο καλός κόσμος των Αθηνών. Όπου θα γινόταν κανονική πασαρέλα, από τις κυρίες που ετοιμαζόντουσαν για την ημέρα εκείνη, εδώ και καιρό. Από την άλλη, πάλι, η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο. Και το πιάτο αυτό, ήταν στα πρόθυρα του σερβιρίσματος. Επομένως, χαλάλι και η πορφύρα. Μπρος στον στόχο, όλα τα άλλα, δεύτερα).
Αυτός είναι ο χαρακτήρας που διαμορφώθηκε, από τον τρόπο μου μεγάλωσε, η ηρωίδα της δεύτερης γενιάς.

«Και φτάνουν ως τα άκρα για να πετύχουν τους στόχους τους, μη λογαριάζοντας σχεδόν ποτέ τις συνέπειες», γράφετε. Όπως καταλαβαίνετε πρέπει να μας δώσετε μια – έστω και μικρή – γεύση από αυτά τα… άκρα.
‘Όπως περιγράφω στο απόσπασμα που ακολουθεί, τα ξεπερνούν τα άκρα προκειμένου να πετύχουν αυτό που θέλουν.
(Το ίδιο βράδυ, ο Συνάς θα ζούσε τη φρίκη της ζωής του, από τα χέρια της Ρηνιώς.
Κοιμόταν βαθιά. Υπερβολικά βαθιά. Το μαρτυρούσε η ανάσα του αλλά και το μισοάδειο ποτήρι πάνω στο κομοδίνο, δίπλα στο ραδιόφωνο. Η Ρηνιώ τον κοίταξε. Κοίταξε και το ποτήρι.
«Το ήπιε, το αγόρι μου» είπε και τον ξεσκέπασε. Τον γύρισε ανάσκελα και με αργές κινήσεις του έβγαλε το εσώρουχο. Τον κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω και του χάιδεψε το σώμα. «Αγόρι μου, λυπάμαι για αυτό που θα σου κάνω» είπε και άνοιξε το ράδιο, δυνατά. Πάνω που εκείνος άρχισε να ξυπνάει, έσκυψε και του δάγκωσε τους όρχεις, με μανία ενώ με το ένα χέρι της τους συνέθλιβε. Το ουρλιαχτό του, μπερδεύτηκε με τη φωνή του τραγουδιστή. Για λίγο μόνο, μετά έχασε τις αισθήσεις του).

«Όλα μπλεγμένα στον ιστό μιας αράχνης, που ποτέ κανείς δεν θα καθαρίσει από τη σκοτεινή γωνιά της ανθρώπινης ψυχής», διαβάζω. Τους τελευταίους μήνες η ελληνική κοινωνία δέχτηκε πολλά «χτυπήματα» από τη σκοτεινή γωνιά της ανθρώπινης ψυχής πολλών επώνυμων. Στη δική σας ιστορία υπάρχει κάποιος επώνυμος κρυμμένος πίσω από την μυθιστορηματική «ανωνυμία»;
Αυτό το αφήνω στον αναγνώστη να το κρίνει. Εγώ, και να «έκρυβα» κάποιον γνωστό, δεν θα μπορούσα να τον αναφέρω. Εκτός και αν είχα την άδειά του να το κάνω. Πάντα, υποθετικά μιλώντας. Όπως και να έχει, ο αναγνώστης, με την φαντασία του, θα κάνει τους συνειρμούς του. Από τη ζωή είναι όλα βγαλμένα, και παρθενογένεση στην γραφή δεν υπάρχει και οι ιστορίες επαναλαμβάνονται καθημερινά, λίγο πολύ οι ίδιες από όλους. Επίσης, πολλές φορές, εμείς οι συγγραφείς γράφουμε για κάτι και μετά συνειδητοποιούμε πως αυτό το κάτι είχε περάσει ως εικόνα από τη ζωή μας. Ή το ζήσαμε οι ίδιοι.


Το βιβλίο σας έχει πολύ δυνατές σκηνές. Φόνοι, δολοπλοκίες, απαγωγές, κακοποίηση και φυσικά μυστικά είναι μόνο μερικά από αυτά που διαβάζουμε και μας σφίγγουν το στομάχι. Είναι κάποιες από τις έντονες σκηνές που περιγράφετε αληθινές;
Ναι, δυστυχώς είναι. Αυτό με την αυτοκτονία της νεαρής μητέρας, είναι εικόνα από τις δικές μου θύμησες, και η ιστορία του παππού, που ο θεός να τον κάνει παππού, είναι γεγονότα που συνέβησαν, γραμμένα όμως σε συνδυασμό με εικόνες φανταστικές, για ευνόητους λόγους. Τα δε ονόματα είναι όλα φανταστικά.

Η ιστορία έχει φόντο, όπως γράφετε, τα κέντρα διασκέδασης των προηγούμενων δεκαετιών. Μερικά από αυτά τα κέντρα μεσουράνησαν για χρόνια και ονόματα καλλιτεχνών που φιλοξένησαν έγιναν θρύλοι. Πώς τα προσεγγίζετε συγγραφικά και από πού αντλείτε πληροφορίες;
Κάποιες πληροφορίες τις ανασύρω από τις κυψέλες του μυαλού μου. Λόγω ηλικίας, έχω έντονες εικόνες από τις μεταγενέστερες δεκαετίες. Για τις δεκαετίες που ήμουν παιδί, έχω διαβάσει πολλά. Κάποια λίγα, συμπληρώματα κυρίως από τα κενά που παρουσίαζαν οι μνήμες μου, τα αλίευσα από το διαδίκτυο. Στις μέρες μας με ένα κλικ είσαι μέσα σε όλα. Αρκεί να ξέρεις τι ζητάς. Στο βιβλίο έχω και ένα αφιερωματικό απόσπασμα στον Λευτέρη Χαμψιάδη, τον στιχουργό των γνωστών μεγάλων επιτυχιών που ερμήνευσαν πασίγνωστοι τραγουδιστές. Βεβαίως, πήρα την άδειά του για να το κάνω. Θυμίζω το τραγούδι, της δεκαετίας του 1980,«Φαντασία μου πλανεύτρα», που ερμήνευσε ο Πασχάλης Τερζής.

Η ζωή της νύχτας έχει δικούς της κανόνες. Ποιοι άγραφοι νόμοι τηρούνται στην επινοημένη ιστορία σας και την κάνουν να φαίνεται αληθινή;
Η παλιά, καλή μπέσα, κυρίως. Η τήρηση της ιεραρχίας στο πάλκο. Τα πρώτα και τα δεύτερα μικρόφωνα, τα φώτα στον πρώτο τραγουδιστή και στο πρώτο μπουζούκι. Ο θεμιτός ανταγωνισμός των επιχειρηματιών. Ο παλαιός συγχαίρει, και χαίρεται ειλικρινά, για την πρόοδο του γαλουχημένου, από τον ίδιο, νεότερου. Το βλέπει σαν δική του επιτυχία. Υπάρχουν και αυτοί οι χαρακτήρες στο βιβλίο. Και βέβαια, η καλή σχέση με τον πελάτη.

Λένε πως η νύχτα κινείται στις παρυφές του οργανωμένου εγκλήματος. Το επιβεβαιώνει αυτό το μυθιστόρημά σας;
Όχι. Τα εγκλήματα στη δική μου ιστορία δεν έχουν να κάνουν με το οργανωμένο έγκλημα. Δεν έχω μπει σ’ αυτήν διαδικασία. Ίσως να το κάνω σε κάποιο επόμενο βιβλίο. Έχουν να κάνουν με προσωπικές, βεντέτες θα μπορούσε να τις πει κανείς.

Σας ευχαριστώ πολύ,
Ευτυχής καθότι εν ολίγοις αρκούμενη
Μαρία Μαυρίδου – Καλούδη

Λίγα λόγια για το βιβλίο
«Τρεις χιλιάδες ψέματα». Μια ιστορία που εκτυλίσσεται γύρω από τρεις γενιές γυναικών, τις οποίες χαρακτηρίζει ο σκληρός και ιδιαίτερα αδίστακτος χαρακτήρας τους. Πρωταγωνίστριες μιας σιωπηλής και υποχθόνιας μάχης, που φτάνουν ως τα άκρα για να πετύχουν τους στόχους τους, μη λογαριάζοντας σχεδόν ποτέ τις συνέπειες. Στη σκιά τους, άνθρωποι του οικογενειακού ή επαγγελματικού περιβάλλοντος, που πασχίζουν να κερδίσουν την αξία της υπόστασής τους κάτω από τη διαρκή πίεση των αλλεπάλληλων “παράξενων” γεγονότων.
Φόνοι, δολοπλοκίες, απαγωγές, κακοποίηση, μυστικά… Όλα μπλεγμένα στον ιστό μιας αράχνης, που ποτέ κανείς δεν θα καθαρίσει από τη σκοτεινή γωνιά της ανθρώπινης ψυχής.
Με φόντο τα κέντρα διασκέδασης των προηγούμενων δεκαετιών και τις ραδιουργίες που “υποθάλπει” η ζωή της νύχτας, οι ήρωες τής Μαρίας Μαυρίδου-Καλούδη αγωνίζονται ο καθένας για τους δικούς του στόχους. Με θεμιτά και με αθέμιτα μέσα. Με καλοσύνη αλλά και απέραντη μοχθηρία. Με αισθήματα αλτρουισμού αλλά και με υπερεκτίμηση του “εγώ” τους.
Θα αντικρίσει, τελικά, η αλήθεια το φως; Θα πληρώσουν όσοι ευθύνονται για τόσες άνομες πράξεις; Ένα είναι βέβαιο… Αυτό το μυθιστόρημα θα σας πείσει πως ό,τι κι αν φαίνεται εξωπραγματικό μπορεί τελικά να το γέννησε η ίδια η ζωή…

Βιογραφικό

Η Μαρία Μαυρίδου – Καλούδη, γεννήθηκε στη Διομήδεια της Ξάνθης, από γονείς Πόντιους. Μοίρασε τα παιδικά, έως και τα νεανικά της χρόνια, στη Θεσσαλονίκη και στη Γερμανία και εδώ και χρόνια ζει στη Νέα Μηχανιώνα. Εργάστηκε ως διερμηνέας, μεταφράστρια, γραμματέας και άλλα. Η αγάπη της για τα ζώα και το περιβάλλον, ήταν η αφορμή να ξεκινήσει να γράφει με ήρωες τα ζώα. Δε στάθηκε όμως εκεί. Συνέχισε να γράφει μυθιστορήματα, ιστορικά, αστυνομικά, κοινωνικά, θεατρικά σενάρια στην ελληνική και την ποντιακή διάλεκτο. Περιβάλλον, οικογένεια, αγάπη για την πατρίδα, είναι τα μονοπάτια που την οδήγησαν στους έντιμους προορισμούς που είχε θέσει ως στόχο ζωής.