Οι καταιγίδες είναι που κάνουν τις βελανιδιές να βγάζουν πιο ανθεκτικές και βαθιές ρίζες. Όπως και το να βουτά κανείς σε καυτό νερό, είναι αυτό που τον κρατά καθαρό και αμίαντο. Είναι η ελπίδα που τρέφει τους πεινασμένους, ακόμα και τους τυφλούς που σκοντάφτοντας σε ένα εμπόδιο, επιμένουν πως εκεί τελειώνουν τα σύνορα του κόσμου. Είναι επίσης οι δυσκολίες, κάποιες χθόνιες, άνευ προηγουμένου δοκιμασίες που πάντα μάς θυμίζουν πως ο άνθρωπος είναι εκείνο το μέταλλο που ούτε σκουριάζει, ούτε σκευρώνει εκεί όπου η ζωή και η πραγματικότητα μετατρέπονται σε λάβα, έτοιμες να το λιώσουν. Είναι το κοινό αίμα που μάς θυμίζει την αφετηρία και τον προορισμό μας. Είναι η ανάγκη μιας ευνοϊκής τύχης που μάς ωθεί έξω απ’ τα νερά μας, είναι και ο έρωτας το πάθος για το οποίο μπορούμε να εγκαταλείψουμε αμετανόητα τους άλλους και τον εαυτό μας. Με άλλα λόγια, είναι κάποιοι άνθρωποι που στυγνά, σχεδόν δικαιωματικά γίνονται όλος μας ο κόσμος. Στο δικό τους ταμείο καταθέτουμε με προθυμία όχι μόνο την καρδιά μας, μα και την ψυχή μας, και με τον τρόπο τους επιβεβαιώνουν πως ό,τι γίνεται από αγάπη υπερβαίνει το καλό, το κακό, το νόμιμο και το παράνομο.

Είναι βαρύς και ασήκωτος ο καημός για τους Κωνσταντινοπολίτες που εκριζώνονται από τον πλούσιο τόπο τους, και γυρεύουν να στήσουν στα μέρη μας το σπιτικό τους. Είναι αβέβαιη η καινούργια ζωή. Η μοίρα ένα έργο χωρίς υπότιτλους για τα δύστυχα καραβάνια των προσφύγων. Ανάμεσά τους οι αδελφές Ραζή. Μέλπω, Τέτα και Χαρίκλεια. Τρεις γυναίκες που έλαχε να ζήσουν στο πετσί τους την κατήφεια της προσφυγιάς, την κατάντια της Κατοχής, το όνειδος του Εμφυλίου και την αδυσώπητη τυραννία της Χούντας. Στο νέο βιβλίο της Κατερίνας Ζαρόκωστα «Οι αδερφές Ραζή» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, περιγράφεται η πορεία των ανθρώπων αυτών που γίνονται πραγματικά ενδιαφέροντες σαν ξεκινούν να κροταλίζουν τα κάγκελα του κελιού τους. Συχνά οι ιδεολογίες τούς χωρίζουν, αλλά πάντα τα όνειρα μα και οι ελπίδες τούς ενώνουν. Εκεί λοιπόν που η ζωή τελειώνει λεπτό το λεπτό, εκεί όπου είναι παρακινδυνευμένο να έχει κανείς δίκιο απέναντι σε κυβερνήσεις και κατακτητές που έχουν άδικο, αρχίζει η αναζήτηση του τίποτα για κάτι, κι είναι κάποιοι που μάλιστα βρίσκουν αυτό για το οποίο θα πέθαιναν. Αυτό που την ίδια στιγμή τους διχάζει, τους γεμίζει ενοχές και τους πιέζει για μια κρίσιμη απόφαση.

Εκεί ακριβώς είναι όπου γεννιούνται οι παράνομοι έρωτες και ταυτόχρονα η συνείδηση μοιάζει με πεθερά που παρατείνει διαρκώς την ήδη αρμένικη βίζιτά της. Κάπου εκεί αποκτούν λαλιά οι πέτρινοι τοίχοι μιας σπηλιάς, πάνω στους οποίους το ερωτικό πάθος θεριεύει και σμιλεύεται, και κάπως έτσι κατεβαίνει ο παράδεισος στη γη μες σε έναν συρμό φευγαλέων μα τόσο πολύτιμων στιγμών. Μες σ’ ένα πουγκί κλεμμένων φιλιών που θέλεις να τα κρατήσεις αλλά αδυνατείς. Ο Ευάγγελος δε μπορεί και δεν αντέχει να διαλέξει. Ο έρωτάς του δεν έχει καμία λογική και κάθε κρυφή συμμετοχή του στο άνομο, έχει συνέπεια τη δημιουργία μιας αμαρτωλής ανάμνησης, μιας εύθραυστης ευτυχίας, μιας αγάπης που σπεύδει να του αφήσει σημάδια. Η Ινώ από την άλλη, ξέρει πως αν σου αρέσει η άβυσσος, οφείλεις να βγάλεις φτερά για να μη σε καταπιεί, και όλες οι αμαρτίες της είναι απεγνωσμένες προσπάθειες να γεμίσει το κενό. Την ίδια στιγμή μαύρες σκέψεις καταπνίγουν τη Μέλπω κι η ζωή της γίνεται χίλια κομμάτια, εφόσον αγαπά στο μέγιστο βαθμό τον άντρα της. Παρόλα αυτά, είναι κάποιες γυναίκες καταδικασμένες να μάθουν τι εστί δημοκρατία στον έρωτα. Και τότε είναι που η θλίψη και η εσωστρέφεια είναι γειτόνισσες της παραφροσύνης, με νοικάρη τον πόνο που τις συνοδεύει.

Ωστόσο, στη συναρπαστική ιστορία της Κατερίνας Ζαρόκωστα, εκεί όπου οι άνθρωποι ετοιμάζουν εθνικές μα και ψυχικές εξεγέρσεις, δίνουν και δε φτωχαίνουν. Ακόμα κι αυτοί που δεν τους μέλλει να αγαπηθούν όπως και όσο θα ήθελαν. Όπως ο Άρης που είχε την ατυχία να έρχεται συνεχώς δεύτερος. Αναμετρήθηκε με το ψέμα και το παρελθόν, των οποίων η υπόγεια συμμαχία είναι που μας απομονώνει όσο τίποτα. Όπως αναμετρήθηκε κι η Ινώ με του χρόνου τις αλυσίδες. Όπως η Μέλπω κι η Τέτα με το περιβραχιώνιο του πένθους. Όπως και η Λίλη με απαντήσεις για τις οποίες δε θα μπορούσε ποτέ να έχει ιδέα.

Κι όμως όλοι οι χαρακτήρες αυτού του μυθιστορήματος οφείλουν το μεγαλείο τους στις δυσκολίες που αντιμετώπισαν. Κι ήταν σαν κι εμάς. Χωρίς καμία εξαίρεση. Άλλοι έκαναν προτεραιότητά τους ανθρώπους που πάντα τούς είχαν για δεύτερη επιλογή, άλλοι δεν ήταν ότι δεν ταίριαζαν, απλώς δεν είχαν κάτι να πουν ή να κάνουν μεταξύ τους και άλλοι που γίνονταν δέσμιοι του πεπρωμένου. Τι μ’ αυτό όμως; Η Κατερίνα Ζαρόκωστα γράφει για τις πιο σημαντικές μας σκέψεις που συχνά συγκρούονται με τα συναισθήματά μας, για τα μάτια των άλλων που γίνονται ες αεί η φυλακή μας, για το πικρό κρασί της ξενιτιάς που κατακαίει τα σωθικά. Γράφει για τη μόνη αξία και αξιοπρέπεια που είναι το να μας αγαπούν. Με συγγραφική μαεστρία καταλήγει σε ένα συμπέρασμα: toujours recommancer ή αλλιώς, πάντοτε να ξαναρχίζεις. Και με λογοτεχνική ευσυνειδησία υπογράφει μια ιστορία που κλείνει την κατάλληλη στιγμή. Εκεί δηλαδή όπου όλα έχουν δοθεί γενναιόδωρα στον αναγνώστη κι η πλοκή μοιάζει πιο αληθινή από ό,τι αν είχε συμβεί αληθινά.