Συγγραφέας του βιβλίου «Αλυσίδα γυναικών» – Εκδόσεις Πατάκη

Με την ελπίδα ενός καλύτερου αύριο μακριά από την Ελλάδα, μια πολυπρόσωπη οικογένεια αποφασίζει να κάνει το μακρινό ταξίδι προς τη Βραζιλία. Εκεί, πέρα από τον Ατλαντικό, όπου τα πάντα είναι διαφορετικά, τα πρόσωπα που απαρτίζουν την «Αλυσίδα γυναικών» θα βιώσουν όλα τα στάδια της μετανάστευσης. Όπως λέει στο Vivlio-life η Αθηνά Μπίνιου «Νιώθαμε πρόσφυγες, αγκαλιαζόμασταν, αλλά και συγκρουόμασταν. Μετανιώναμε και παρηγορούμασταν, με την ελπίδα ενός καλύτερου αύριο… Δουλεύαμε πολύ σκληρά όλοι μαζί, μέχρι εξάντλησης». Μια κατάθεση ψυχής, ένα βιβλίο πλημμυρισμένο από συναισθήματα ένα «αληθινό ταξιδιωτικό παραμύθι»!

  • Η Χάρις Κατάκη, στον πρόλογό της χαρακτηρίζει το βιβλίο σας «αληθινό ταξιδιωτικό παραμύθι». Ποιοι σας συνοδεύουν σ’ αυτό το παραμύθι ζωής; Πρόκειται για όλα εκείνα τα πρόσωπα γένους θηλυκού που λειτούργησαν ως κρίκοι στην «Αλυσίδα γυναικών»;
    Ναι. Γι’ αυτές τις γυναίκες μιλώ, αλλά και για την συνάντησή μου με τον Ατλαντικό Ωκεανό.
  • Τη δεκαετία του 1950, η Άρτεμη με τη μητέρα και τον αδερφό της ταξιδεύουν με ένα από τα πρώτα μυθικά υπερωκεάνια. Προορισμός τους η Βραζιλία. Πώς βιώνει στα δεκατέσσερά της χρόνια η ηρωίδα σας ένα τόσο μακρινό και πολυήμερο ταξίδι;
    Στην αρχή νιώθει φόβο και ανασφάλεια. Μετά αναδύθηκε το ενδιαφέρον για μέρη μακρινά και άγνωστα, όπως τα είχε περιγράψει ποιητικά ο θείος της, Νικηφόρος Βρεττάκος. Έτσι μπόρεσε να φτάσει στην άλλη άκρη της Γης, γεμάτη αισιοδοξία και λαχτάρα να συναντήσει τον πατέρα της.
  • Ήταν η Βραζιλία τα χρόνια εκείνα ένας διάσημος μεταναστευτικός προορισμός;
    Εκείνα τα χρόνια ήταν η Βραζιλία ένας προορισμός πολύ μακρινός, αλλά εκεί είχαμε έναν θείο του πατέρα μου, τον Δημήτρη Μαυρομιχάλη, πρόξενο της Ελλάδος στο Σάντος, το μεγάλο εμπορικό λιμάνι της Βραζιλίας. Αυτός μάς έστειλε πρόσκληση, η οποία έγινε δεκτή από Ελλάδα και Βραζιλία.
  • Μια οικογένεια από την Ελλάδα πόσο εύκολο ήταν να ενσωματωθεί σε μια κοινωνία τόσο διαφορετική από εκείνη που γνώριζε και τι δυνατότητες είχε στην αγορά εργασίας;
    Περάσαμε από διάφορα στάδια, νιώθαμε πρόσφυγες, αγκαλιαζόμασταν, αλλά και συγκρουόμασταν. Μετανιώναμε και παρηγορούμασταν, με την ελπίδα ενός καλύτερου αύριο… Δουλεύαμε πολύ σκληρά όλοι μαζί, μέχρι εξάντλησης.
  • Πόσο εύκολο ήταν για την οικογένεια που μετανάστευε να κρατήσει τις ισορροπίες ανάμεσα στις ρίζες που έχει αποκτήσει σε δυο πατρίδες;
    Ήταν πολύ δύσκολο να αντιμετωπίσουμε ένα ξένο σύμπαν. Την άγνωστη γλώσσα, το τροπικό περιβάλλον, την έλλειψη χρημάτων.
  • Ο αναγνώστης, εξαρχής αντιλαμβάνεται πως το μυθιστόρημά σας είναι μια συναισθηματική κατάθεση ψυχής και βιωμάτων δικών σας. Ποια συναισθήματα επικράτησαν καθώς μας κάνατε μέρος της ιστορίας αυτής της πολυπρόσωπης οικογένειας;
    Η εξομολόγηση. Η συνάντηση με τον κόσμο. Η ζωή μας επί ποδός πολέμου.
  • «Μήπως βαθιά μέσα μου χαίρομαι να ξεκόβω απ’ ό,τι με δένει και ν’ αλλάζω;» αναρωτιέστε περιγράφοντας στην αρχή του βιβλίου τη στιγμή που ξεκινούσε το ταξίδι της επιστροφής στην πατρίδα. Έχετε απαντήσει σ’ αυτό το ερώτημα;
    Το παλεύω ακόμα. Βλέπω τους αναγνώστες μου σαν ένα πολύμορφο θαύμα. Τους μιλώ, μου μιλούν… Συναντιόμαστε στην παραλία της Γλυφάδας, της Βούλας, απολαμβάνουμε την καθημερινότητα, τις γνωστές καταστάσεις, την ενότητα των πολιτιστικών συλλόγων, την λαϊκή αγορά και την ρουτίνα.
  • Ακολουθούμε τα νοσταλγικά σας βήματα στη Θεσσαλονίκη, όπως στο φωτογραφείο του Νικολέρη στην Τσιμισκή, στη Μητροπόλεως, στον Χορτιάτη, στην παραλία… Τώρα που πλέον ζείτε στην Αθήνα, ποια γωνιά, ποια μυρωδιά και ποιοι άνθρωποι έρχονται στο μυαλό σας αναπολώντας την πόλη που γεννηθήκατε;
    Είναι στιγμές που νιώθω μια περίεργη αγάπη, για όλα όσα με δυσκόλεψαν τότε. Καταγράφω τα συναισθήματά μου πάνω στα πλήκτρα και η ψυχή μου υπαγορεύει.
  • Όλοι μας αναζητούμε την ευτυχία και κάποιοι ίσως δεν την συναντούν ποτέ. Η ηρωίδα σας, πάντως την έβρισκε «στον χωματόδρομο, στην κούνια της μουριάς στον κήπο μας, στη θάλασσα δυο δρόμους παρακάτω, και στον Ραμσή τον γάτο μου». Ίσως ο πιο σύντομος και υπέροχα απλός ορισμός της ευτυχίας. Ποιον ορισμό θα δίνατε σήμερα;
    Πολλές χαρές κέρδισα και πολλές μπορώ να κερδίσω ακόμα…

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Δεκαετία του 1950. Η Άρτεμη, στα δεκατέσσερά της χρόνια, υποχρεώνεται να εγκαταλείψει μαζί με τη μητέρα και τον αδελφό της τη Θεσσαλονίκη προκειμένου, ταξιδεύοντας με ένα από τα πρώτα και μυθικά υπερωκεάνια από τον Πειραιά, να φτάσουν στη Βραζιλία. Πηγαίνουν εκεί να βρουν τον πατέρα, ο οποίος είχε φύγει κυνηγημένος ως αριστερός από την πόλη του τα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια. Στο Σάο Πάολο, το νεαρό κορίτσι θα σπουδάσει χημικός βιομηχανίας, θα αρχίσει να εργάζεται, θα παντρευτεί έναν Έλληνα επιχειρηματία και θα επιστρέψει στην Ελλάδα -μόνη με τα παιδιά της πια- με τη μεταπολίτευση, το 1974…
«Ένα ταξιδιωτικό μυθιστόρημα με ρίζες στην Ελλάδα της μετανάστευσης», όπως το είχε χαρακτηρίσει ο Στρατής Χαβιαράς, «με πλοκή, σασπένς, δράμα, συγκίνηση και τις ιδιαιτερότητες των Ελλήνων επαναπατριζόμενων». «Μια ιστορία με όνειρα και εφιάλτες, με ταξίδια στο παρελθόν, που θεραπεύουν το παρόν και ωθούν το μέλλον», σύμφωνα με τον Κώστα Βρεττάκο. Η πορεία προς την ενηλικίωση ενός νεαρού κοριτσιού που, παίρνοντας δύναμη από τις μεγαλύτερες γυναίκες της οικογένειάς της, έγινε με τη σειρά της ο κρίκος για να προχωρήσουν οι κόρες και οι εγγονές της σε έναν κόσμο που διαρκώς αλλάζει. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

«Ένα μυθιστόρημα που ξεδιπλώνει πτυχές της διαχρονικής γυναικείας εμπειρίας: τις κατακτήσεις και τις υπερβάσεις, τις αλλεπάλληλες μεταμορφώσεις της γυναικείας ταυτότητας… Ένα αληθινό ταξιδιωτικό παραμύθι, που μας συνδέει με την ανάγκη να έρθουμε σε επαφή με τον εσωτερικό μας κόσμο και με την οικογένεια – το φυτώριο των ανθρώπινων σχέσεων. Με αυτή την έννοια, η αφήγηση της Αθηνάς Μπίνιου λειτουργεί στον αναγνώστη θεραπευτικά, όπως οι ιστορίες με έντονο συγκινησιακό φορτίο, τις οποίες ακούω καθημερινά λόγω της μακρόχρονης θητείας μου ως θεραπεύτριας».

Βιογραφικό
Η Αθηνά Μπίνιου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και έχει καταγωγή από τη Μάνη. Είναι χημικός, αλλά πάντοτε πίστευε ότι η χημεία ενώνει την έρευνα με τη φαντασία και τη λογοτεχνία. Στην παιδική της ηλικία έφυγε με τους γονείς της για τη Βραζιλία. Εκεί έμεινε πολλά χρόνια, σπούδασε στο Σάο Πάολο, εργάστηκε, συνέβαλε στην ανάπτυξη της ελληνικής παροικίας και δημιούργησε οικογένεια. Τώρα ζει στην Αθήνα και γράφει παραμύθια για μικρούς και μεγάλους. Στη βραχεία λίστα των Κρατικών Βραβείων έχουν συμπεριληφθεί τα βιβλία της Η κυρά της Αιξωνής (Εκδόσεις Πατάκη, 2015), Νικηφόρος Βρεττάκος: Το παιδί που ήθελε να γίνει ποιητής (Εκδόσεις Πατάκη, 2012) και Στο πανηγύρι των πουλιών (Εκδόσεις Πατάκη, 2010). Από τις Εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν επίσης τα βιβλία της Η Ταρώ και ο Ζαχαροζυμωμένος (2006, παραμύθι σε κουκλοθέατρο, το οποίο εγκαινίασε τη Μικρή Σκηνή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών το 2010), Το κατόρθωμα του Δάκρυ (2007), Τα χειρόγραφα του Πύργου (2007), Η Λουκία και οι δύο πατρίδες της (2011, βραβείο από την Εταιρεία Τεχνών Κερατσινίου), Πιρουλίτο και Ροζαλία (2012, βραβείο από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών), καθώς και το μυθιστόρημα Αλυσίδα γυναικών (2022). Άλλα βιβλία της για παιδιά είναι Ο κρυστάλλινος αετός (Ελληνικά Γράμματα, 2005), Το δειλό λιοντάρι (Καλειδοσκόπιο, 2009), Ιστορίες για φίλημα (Μίνωας, 2011). Σε καλλιτεχνική βιβλιοδεσία έχουν εκδοθεί τα έργα της Οι ήρωες του Άρδα, Κεντήματα μαγειρικής και ζαχαροπλαστικής, Μαντινάδες της Κρήτης και Η τέχνη της ευτυχίας. Βιβλία της έχουν μεταφραστεί στην πορτογαλική, στην ισπανική, στην αγγλική, στην κροατική και στην κινέζικη γλώσσα. Το Kατόρθωμα του Δάκρυ διακρίθηκε ως το καλύτερο παραδοσιακό μεσογειακό παραμύθι του 2008 στην Καρταγκένα της Ισπανίας. Είναι μέλος του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου – Ελληνικού Τμήματος της ΙΒΒΥ, της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς, της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, του Πολιτιστικού Συλλόγου Απολλωνία και του Σωματείου «Οι φίλοι του ΠΙΚΠΑ Βούλας». Αφηγείται τα κείμενά της σε σχολεία και πολιτιστικούς χώρους. Περισσότερες πληροφορίες για τη ζωή και το έργο της μπορείτε να βρείτε στην ιστοσελίδα www.athinabiniou.gr