Συγγραφέας του βιβλίου «Η ράφτρα» – Εκδόσεις «Ψυχογιός»

Μια ηρωίδα διαφορετική, που δε θα έμοιαζε με καμία από τις ηρωίδες της ήθελε η Αργυρώ Μαργαρίτη για το νέο της βιβλίο. Τη βρήκε στο πρόσωπο ενός κοριτσιού που ‘μοιαζε με «αγρίμι» και ζούσε σε σπηλιά, την εποχή που οι Βούλγαροι κλέβανε τα αγόρια για να τα κάνουν γενίτσαρους και τα κορίτσια τα σκότωναν. Τότε που οι μανάδες, ελπίζοντας πως τα παιδιά τους θα επιβιώσουν κεντούσαν στο φανελάκι το όνομά του. Μια ιστορία που δε θα μπορούσε να εκτυλιχτεί πουθενά καλύτερα από την Ξάνθη, την υπέροχη πόλη όπου οι γυναίκες ήθελαν πάντα να είναι καλοντυμένες. Μια ιστορία που μας ταξιδεύει στην εποχή που οι ράφτρες με τις ασημένιες δακτυλήθρες μάθαιναν τα όνειρα των γυναικών και τους έραβαν ένα ρούχο που να τα ντύνει! Αυτή την τέχνη έμαθε και η ηρωίδα της η Κεραστώ. Όπως λέει στο Vivlio-life η συγγραφέας, «Η Κεραστώ ήταν τεσσάρων χρονών όταν την βρήκε το κατατρεγμένο μπουλούκι των γυναικών. Όσο μεγάλωνε, δεν θυμόταν πολλά, αλλά αυτή η κεντημένη ταυτότητα ήταν το μοναδικό της δέσιμο με τις ρίζες της».

Όπως διαβάζουμε στην εισαγωγή, ξεκινώντας το γράψιμο είχατε τον σπόρο κι έπρεπε να βρείτε το χώμα που θα τον φυτέψετε. Ο δρόμος που σας οδήγησε στην Ξάνθη ήταν μονόδρομος ή είχατε και δεύτερη επιλογή;
Η Παλιά πόλη της Ξάνθης με μαγνήτισε από την πρώτη φορά που περπάτησα στα καλντερίμια, στους ρωμαίικους μαχαλάδες, στις αρχοντικές συνοικίες. Ο σπόρος είναι η ιδέα για ένα κορίτσι που δεν θα έμοιαζε με καμιά από τις ηρωίδες μου, ένα αγρίμι με ξυρισμένο κεφάλι και φούμο στα μούτρα. Ήθελα μια ηρωίδα διαφορετική, να την αφήσω σε ένα μέρος εξίσου διαφορετικό και να την παρακολουθώ καταγράφοντας τη ζωή της. Επέλεξα την Ξάνθη γιατί χωρίζεται στα δυο από τον ποταμό και έχει πάνω της τη Ροδόπη, το βουνό με τους θρύλους.

Ένας αγαπημένος τόπος για όλους μας, για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Η πρωταγωνίστριά σας, μας έδωσε έναν ακόμη λόγο για να λατρέψουμε την Ξάνθη: Οι «σπουδαίες μοδίστρες με ασημένιες δακτυλήθρες, που ντύναν τις Θράσσες με την τελευταία λέξη της μόδας». Μιλήστε μας γι’ αυτές τις υπέροχες γυναίκες.
Αυτές οι γυναίκες ήταν η αιτία να δώσω στην Κεραστώ την ιδιότητα της ράφτρας, αλλά έπρεπε να βρω ένα λόγο που να δένει κι όταν έμαθα για το κέντημα στο φανελάκι, ήξερα πώς ήταν αυτό ακριβώς που μου ταίριαζε. Υπήρχαν λοιπόν, εκεί στο 1900, μοναδικές στην τέχνη τους μοδίστρες που κατάφεραν να ανυψώσουν ένα βιοποριστικό επάγγελμα σε Τέχνη. Πολλές από αυτές δεν χρησιμοποιούσαν φιγουρίνια και δεν ακολουθούσαν πάντα τη μόδα. Έπιαναν την κουβέντα με την πελάτισσα, πίνανε καφέ, μαθαίνανε τα όνειρα και της έραβαν ένα ρούχο που να τα ντύνει.

Είχατε κάποιες εικόνες κατά νου καθώς γράφατε για τη «λευκή μουσελίνα», τα «γάντια μέχρι τον αγκώνα» ή το «ψάθινο καπελίνο γεμάτο λουλούδια δεμένα με σατέν φιόγκο…»;
Έκανα μεγάλη έρευνα για το ρούχο εκείνης της εποχής. Ξεφύλλισα φιγουρίνια, ζήτησα πληροφορίες από καθηγητές ενδυματολογίας, επισκέφτηκα βεστιάρια, μίλησα ακόμα και με σχεδιαστές μόδας. Έτσι, κατάφερα να ανασυστήσω την ενδυματολογική εικόνα της εποχής. Λάτρεψα τα φουστάνια, την απίστευτη κομψότητα, τα καπέλα, τα γάντια. Και να σας πω κάτι που δεν το έχω αναφέρει μέχρι τώρα. Ήθελα η Κεραστώ να είναι καπελού και αυτός ήταν ο αρχικός τίτλος του βιβλίου. Αλλά με συνεπήρε η μαγεία, το μυστήριο της ραπτικής.

Πόσο σημαντική ήταν η ιδιότητα της ράφτρας στα τέλη του 1800 και πόση απήχηση είχε στις τοπικές κοινωνίες;
Μια αρχοντοπούλα της καλής κοινωνίας, εκτός από την κλασσική μόρφωση, γαλλικά και πιάνο, όφειλε να ξέρει να ράβει και να έχει ως αναπόσπαστο προικιό μια μηχανή singer! Οι περισσότερες μοδίστρες, άλλοτε επί πληρωμή, άλλοτε δωρεάν, δίδασκαν την τέχνη τους στα φτωχά κορίτσια. Η Ξάνθη είχε θέατρο, πρεσβείες, κινηματογράφους, κέντρα διασκέδασης και η κοσμική ζωή ανθούσε. Οι γυναίκες ήθελαν να είναι καλοντυμένες.

«Η ράφτρα», όμως, δεν είναι ένα βιβλίο που μιλά για τη μόδα εποχής και αυτό ο αναγνώστης το εισπράττει από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου σας. Το μυθιστόρημά σας διδάσκει ιστορία, που ίσως πολλοί δεν γνωρίζουμε. Είναι αυτή η ιστορία που σας κέντρισε το συγγραφικό ενδιαφέρον;
Σε κάθε μυθιστόρημα, τα δρώμενα της εποχής δεν γίνεται να μην επηρεάζουν τη ζωή των ηρώων. Φανταστείτε να διαβάζουμε μετά από δέκα χρόνια μια ιστορία που διαδραματίζεται το 2020 και οι ήρωες ταξιδεύουν, βγαίνουν βόλτες και… δε φοράνε μάσκα! Προσωπικά, θα το θεωρούσα κακόγουστη φάρσα. Η ζωή της Κεραστώς, το μοναστήρι που μεγαλώνει, η κεντημένη ταυτότητα που θέλει να διασώσει, όλα αυτά είναι καταστάσεις που προκλήθηκαν από την Ιστορία: τον τουρκικό ζυγό, το λεπίδι των κομιτατζήδων, την αδιαφορία της ελεύθερης Ελλάδας. Ο Μήτσος Γιαβάσογλου δεν θα χρειαζόταν να γίνει αντάρτης, να μεταφέρει κρυφά όπλα αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Η Ιστορία, σαν δερματοστιξία μας σημαδεύει και μας καθορίζει.

«Εκείνο που με πόνεσε και ήθελα να το περάσω, να το “ράψω” εδώ είναι η Βουλγαρική Εξαρχία, οι κομιτατζήδες και η φρίκη ενός βρόμικου σχεδίου…», διαβάζω. Δώστε μας κάποια στοιχεία από τη δράση των κομιτατζήδων στην Ξάνθη και την Θράκη και ποιο είναι αυτό το σχέδιο που αναφέρετε;
Δεν θα μου έφταναν άπειρες σελίδες για να σας δώσω μια εικόνα. Έγραψα στην εισαγωγή μια σύντομη ιστορική αναδρομή για να ξέρει ο αναγνώστης πού βαδίζουν τα πρόσωπα του βιβλίου. Όταν η Βουλγαρία δημιούργησε δικό της θρησκευτικό δόγμα, την Εξαρχία, ο Σουλτάνος μαζί με τους καλούς του φίλους τους Γερμανούς, επέτρεψε αυτό το σχίσμα εφαρμόζοντας το «διαίρει και βασίλευε». Ξεκίνησε μια φονική επίθεση εναντίον των χριστιανών, τους αποκαλούσαν πατριαρχικούς, και το μίσος των κομιτατζήδων ήταν τέτοιο ώστε τους τρέμανε ακόμα και οι Τούρκοι.

Την Κεραστώ, την κεντρική σας ηρωίδα, την αγαπήσατε πολύ, όπως μας λέτε, γιατί ξεφυλλίσατε παρέα άγνωστες σελίδες. Ποια από αυτές τις σελίδες σας προβλημάτισε και σας θύμωσε περισσότερο;
Αχ, γιατί μου βάζετε τόσο δύσκολα! Μετά τη Γέρση, πίστευα πως είχα δει την κτηνωδία του ανθρώπου. Αλλά βρήκα την Κεραστώ, κοριτσάκι στα τέσσερα χρόνια της, κάτω από το βιασμένο κορμί της μάνας της, μέσα στα αποκαΐδια του σπιτιού της. Οι Βούλγαροι κλέβανε τα αγόρια να τα κάνουν γενίτσαρους. Κι όταν βρίσκανε κάποιο παιδί που δεν μπορούσαν να καταλάβουν το φύλο του επειδή ήταν μικρό, το γδύνανε. Αν ήταν κορίτσι, το σφάζανε.

Γιατί την αποκαλείτε «Αγρίμι» στην παρουσίαση των προσώπων που πρωταγωνιστούν στο μυθιστόρημά σας;
Μόνο ένα αγρίμι θα μπορούσε να ζει σε μια σπηλιά, να αρνείται για καιρό τη θηλυκή της εικόνα κι ας είναι λαβωμένη η καρδιά της από τον έρωτα.

Έμεινε ορφανή και μεγάλωσε σε μοναστήρι. Θέλει να διασώσει ένα «πανάκι τη μοναδική της κληρονομιά….». Ας γνωρίσουμε αυτό το κορίτσι μέσα από τα δικά σας μάτια. Γιατί μοναδική της κληρονομιά ένα πανάκι;
Την εποχή εκείνη, οι μανάδες πάνω στα χωριά, φοβούμενες πως η μοίρα τους είναι καθορισμένη, ελπίζοντας πως τα παιδιά τους θα επιβιώσουν, κεντούσαν σε ένα πανάκι την ταυτότητα: όνομα, χρονιά γέννησης, γονείς, αδέρφια. Αυτό το έραβαν πάνω στο κατασάρκι= φανελάκι του παιδιού. Η Κεραστώ ήταν τεσσάρων χρονών όταν την βρήκε το κατατρεγμένο μπουλούκι των γυναικών. Όσο μεγάλωνε, δεν θυμόταν πολλά, αλλά αυτή η κεντημένη ταυτότητα ήταν το μοναδικό της δέσιμο με τις ρίζες της. Μεγαλώνει μέσα στην απέραντη αγάπη όλων των γυναικών του μοναστηριού. Μαθαίνει να ράβει από μια αρχοντοπούλα που κρύβεται στο μοναστήρι για να κρύψει τις «πομπές» της. Μυείται στη μαγεία της ασημένιας δαχτυλήθρας, φορτώνει την ψυχή της τάματα, εκδικείται με τον τρόπο της αυτούς που χλεύασαν τα ιερά της, μεταμφιέζεται σε αγόρι και κρύβεται σε σπηλιά. Ράβει ποδιές και γιλεκάκια και τα πουλάει στα πανηγύρια. Πάντα μόνη. Κι όταν έρχεται στη ζωή της ο έρωτας, δεν μπορεί να του παραδοθεί. Ο έρωτας σε δένει, δεν της ταιριάζει αυτό.

Μήτσος Γιαβάσογλου. Ο αντάρτης καπνέμπορος, που εκτός από τον καπνό ονειρεύεται και τη λευτεριά της Θράκης. Ποια χαρακτηριστικά δώσατε σ’ αυτόν τον γενναίο άντρα;
Έβαλα δίπλα της έναν άντρα που θα μπορούσα να ερωτευτώ!
Δεν θα άφηνα την Κεραστώ να αγαπήσει έναν άντρα που θα αδιαφορούσε για την υποδουλωμένη του πατρίδα. Ο Μήτσος Γιαβάσογλου είναι κοσμογυρισμένος, κυνηγάει τον ποδόγυρο, παθιάζεται με τον καπνό, δουλεύει με τους εργάτες του στα καπνοχώραφα. Όμορφος, πλούσιος, μορφωμένος, το όνειρο των ελεύθερων πλουσιοκόριτσων. Είναι ένας μυθιστορηματικός ήρωας! Πρέπει να σας πω ότι με μεγάλη έκπληξη διάβασα πως τότε οι πλούσιοι καπνέμποροι βοηθούσαν στον Αγώνα με κάθε τρόπο, είτε δίνοντας χρήματα είτε χρησιμοποιώντας την επιρροή τους είτε ανεβαίνοντας στα βουνά μαζί με τους αντάρτες. Στο πρόσωπο του Μήτσου θέλησα να συνδυάσω κάποια από αυτά τα χαρακτηριστικά.

«… νόμιζε πως η πληγή του θα κλείσει γρήγορα. Μα εκείνη η ράφτρα τονε σακάτεψε με το ασημένιο της βελόνι», γράφετε στο οπισθόφυλλο και καταλαβαίνουμε πως το βελόνι της ηρωίδας σας είναι εκείνο που θα τον σακατέψει. Τι είχε ορίσει το πεπρωμένο γι’ αυτή τη γνωριμία;
Επιτρέψτε μου να μην το αποκαλύψω. Ο Μήτσος λαβώνεται σε αλισβερίσι με λαθρέμπορους και καταφεύγει στη σπηλιά της Κεραστώς για να κρυφτεί. Εκεί τον περιμένει μια μεγάλη έκπληξη, το φουστάνι της από χρόνια νεκρής μητέρας του απλωμένο στα βράχια. Κι ένα αγόρι με λιανό κορμί, ξυρισμένο κεφάλι, με πυρετό στα μάτια και ένα κόκκινο στόμα να ξεχωρίζει ανάμεσα στο μαυρισμένο από το φούμο πρόσωπο. Θαρρώ πως το πεπρωμένο ξεκίνησε να γράφεται όταν η Κεραστώ διέσωσε το φόρεμα της πεθαμένης αρχόντισσας.

«Το ομορφότερο ταξίδι στον Χρόνο γίνεται με όχημα ένα ιστορικό μυθιστόρημα». Πόσο όμορφη πρόταση για μας τους συνταξιδιώτες σ’ αυτό σας το ταξίδι! Πόσο κράτησε και πώς νιώθετε τώρα που φθάσατε στον προορισμό σας; Σας λείπουν οι ήρωές σας;
Το ταξίδι έρευνας και συγγραφής κράτησε σχεδόν τρία χρόνια, αλλά είχε προηγηθεί η μελέτη για την Παλιά Πόλη της Ξάνθης όταν έγραψα το σενάριο για ένα σχετικό ντοκιμαντέρ. Οι ήρωές μου δεν μου λείπουν. Κάθε φορά που ολοκληρώνω ένα βιβλίο, ζω για λίγες μέρες την απόλυτη εγκατάλειψη, αλλά μετά αισθάνομαι σαν την μάνα που καλοπάντρεψε το παιδί της. Όποτε θέλω να τους δω, ανοίγω το βιβλίο και τους αγγίζω.

Μια ευχάριστη διαπίστωση με περίμενε κατά την ανάγνωση: Ακολουθήσατε συγκεκριμένες ορθογραφικές επιλογές. Σε συνδυασμό με τις σπουδές σας – μεταξύ των οποίων και η ελληνική φιλολογία – οι επιλογές αυτές αποκτούν άλλο ενδιαφέρον…
Έχω πάθος με τη γλώσσα και με τη λέξη. Ένας κόσμος μαγικός η κάθε λέξη. Με το δικαίωμα της προσωπικής άποψης, θεωρώ βανδαλισμό την αλλαγή γραφής, την αντικατάσταση του Ω από το Ο. Άλλο το Μέγα Ω και άλλο το Μικρόν Ο. Στον εκδοτικό οίκο Ψυχογιός ακολουθούν καθιερωμένους ορθογραφικούς κανόνες και αισθάνομαι ευτυχής που επετράπησαν μικρές ορθογραφικές παρεκκλίσεις. Και αυτό έγινε ως ένδειξη σεβασμού σε ποιήματα, εκφράσεις και λέξεις που έτσι τις έγραφαν τότε, πριν από έναν αιώνα.

Ευχαριστώ θερμά για τις ενδιαφέρουσες ερωτήσεις!

Λίγα λόγια για το βιβλίο
ΘΡΑΚΗ, 1895-1913. Στη μαγική πόλη της Ξάνθης, σπουδαίες μοδίστρες με ασημένιες δαχτυλήθρες ντύναν τις Θράσσες με την τελευταία λέξη της μόδας. Κι ολόγυρα καπνοχώραφα με το χρυσόφυλλο φυτό που γέμιζε παράδες τους καπνέμπορους. Αρχοντικά με ζωγραφισμένα ταβάνια, το βουνό με τους θρύλους… Θα μπορούσε να είναι όμορφη η ζωή, αν δε σπέρνανε φωτιά οι κομιτατζήδες. Στα πλούσια αρχοντόσπιτα, στα ταπεινά πετρόχτιστα του Σαμακώβ, σε ένα παράξενο μοναστήρι, ράβουν και ξηλώνουν τη ζωή τους τα πρόσωπα αυτής της ιστορίας.
Κεραστώ: Η ράφτρα. Για να διασώσει μια πάνινη ταυτότητα, μαθαίνει να πατά βελονιές. Μα τρύπωσε πάνω στην καρδιά της τάματα βαριά, κι όταν εκείνος ο άντρας μπήκε στη σπηλιά της, δε γινόταν να τον υποτάξει με τις χάρες του θηλυκού, γιατί είχε ξυρίσει το κεφάλι, είχε βάλει φούμο στα μούτρα, αυτός τηνε νόμιζε αγόρι.
Μήτσος Γιαβάσογλου: Ο αντάρτης καπνέμπορος. Μεγάλο πάθος ο καπνός και η λευτεριά της Θράκης. Όταν λαβώθηκε σε κείνο το αλισβερίσι με τους λαθρέμπορες, νόμιζε πως η πληγή του θα κλείσει γρήγορα. Μα εκείνη η ράφτρα τονε σακάτεψε με το ασημένιο της βελόνι.
Ένα μυθιστόρημα που θα μπορούσε να είναι παραμύθι ανατρεπτικό, με αρχοντόπουλα, κυράδες και θεριά που ράβουν τα πάθη, τους έρωτες, τα μυστικά και τις προδοσίες με γερές βελονιές πάνω στη ζωή τους. Εκεί στη Θράκη: Ξάνθη, Γενί Κιοΐ, Ντεντέαγατς, Γκιουμουλτζίνα, Αντριανού…

Βιογραφικό
Η Αργυρώ Μαργαρίτη γεννήθηκε στη Νέα Ιωνία. Μεγάλωσε σε μια προσφυγική γειτονιά, τότε που το παιχνίδι στους δρόμους ήταν τρόπος ζωής. Σπούδασε γαλλική και ελληνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, έκανε μεταπτυχιακό στη Σορβόννη, παρακολούθησε μαθήματα γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο της Μπεσανσόν, ιστορία της τέχνης στο Γαλλικό Ινστιτούτο και συμμετείχε για δύο χρόνια στα διεθνή προγράμματα Lingua. Εργάστηκε ως εκπαιδευτικός στο Πειραματικό Λύκειο Αναβρύτων και τα τρία τελευταία χρόνια στο Ελληνικό Σχολείο των Βρυξελλών. Έχει εκδώσει πέντε βιβλία, έχει επιμεληθεί δύο ντοκιμαντέρ και έχει γράψει τηλεοπτικά σενάρια. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν επίσης τα μυθιστορήματά της VINSANTO. ΤΟ ΚΡΑΣΙ ΤΗΣ ΛΑΒΑΣ και ΓΕΡΣΗ, ΕΙΣΑΙ ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΣΤΟ ΑΙΜΑ ΜΟΥ.