Συγγραφέας του βιβλίου «Πικρό γάλα» – Εκδόσεις «Ψυχογιός»

Φώτης και Διονύσης. Δυο παιδιά που μεγαλώνουν παράλληλα με την ιστορία σε μια σκοτεινή περίοδο της Ελλάδας. Δεν έχουν τίποτε. Ζουν τρομαγμένα σε μία παιδόπολη, πίνοντας «Πικρό γάλα». Έχουν όμως ο ένας τον άλλον και κατορθώνουν να κρατήσουν ζωντανά τα όνειρά τους. Μαζί με τον Σπύρο, αδερφό του Φώτη, πρωταγωνιστούν στο νέο βιβλίο του Μένιου Σακελλαρόπουλου που συγκινεί. Ο συγγραφέας μιλώντας στο Vivlio-life χαρακτηρίζει το μυθιστόρημά του, ως την κορυφαία στιγμή της συγγραφικής του πορείας. Το μήνυμα που θέλει να περάσει μέσα από αυτή τη συγκλονιστική αληθινή ιστορία, είναι πως «χάνεται μόνο όποιος χάσει τα όνειρά του».

«Πικρό γάλα»… Ιδιαίτερος τίτλος με βαθύ νόημα. Ήταν αυθόρμητη η επιλογή του ή επικράτησε μεταξύ κάποιων άλλων;
Όταν ο Φώτης Ραπακούσης άνοιξε τα εσώψυχά του και μου διηγήθηκε αυτή την απίστευτη ιστορία –και κλαίγαμε κι οι δυο μαζί ώρες και μέρες- σκέφτηκα ότι αυτό το παιδάκι, που βρέθηκε σε ορφανοτροφείο από τα 6 του χρόνια, δίχως αγάπη και στοργή, δίχως ένα χέρι να τον κρατήσει, ήπιε πικρό γάλα! Ήταν η πρώτη σκέψη που ήρθε στο μυαλό μου! Πρώτα μου ήρθε ο τίτλος και μετά έγραψα το κείμενο. Αποδείχτηκε ότι είχα δίκιο. Ο τίτλος, συν βέβαια η αληθινή φωτογραφία του εξωφύλλου, έγιναν μαγνήτης για τον κόσμο. Πάντα το αυθεντικό καταφέρνει και λάμπει!

Φώτης και Διονύσης είναι οι πρωταγωνιστές του νέου σας βιβλίου και αυτή τη φορά δεν τους γέννησε η μυθοπλασία, αλλά η ίδια η ζωή. Πώς έφθασε σ’ εσάς η ιστορία τους;
Όταν έμαθα μέσω facebook την αδιανόητη ιστορία του Φώτη Ραπακούση με τον αναγκαστικό εγκλεισμό του στα έξι του μόλις χρόνια στον Ζηρό, ένα από τα ορφανοτροφεία της Φρειδερίκης, τον χωρισμό του με τον αδελφό του Σπύρο που πήγε σε άλλο ορφανοτροφείο αλλά και τα «μαρτύρια» που πέρασαν τα δυο ορφανά, ήταν σαν να δέχτηκα μια γροθιά στο στομάχι! Κι όταν, μαθαίνοντας την ιστορία, προσπαθούσα να συγκρατήσω τα δάκρυα στα μάτια μου, κατάλαβα αμέσως ότι αυτό το ΠΙΚΡΟ ΓΑΛΑ θα συγκινήσει τους πάντες. Γιατί ποιος θα μπορούσε να μείνει ασυγκίνητος μπροστά σε μια τέτοια συγκλονιστική ιστορία που περιέχει ανατριχιαστικές λεπτομέρειες από την αφήγηση του ήρωα; Είναι μια πολύ σημαντική αλλά και σκοτεινή περίοδος της ελληνικής ιστορίας, με την Ελλάδα να βγαίνει από έναν αιματηρό εμφύλιο που άφησε πίσω του όχι μόνο χιλιάδες θύματα αλλά και τεράστιες πληγές που για κάποιους δεν έχουν κλείσει ακόμα. Ο ήρωας, ο Φώτης, μαζί με τον φίλο του Διονύση, επίσης παιδί του ορφανοτροφείου, μεγαλώνουν παράλληλα με την ιστορία. Εμφύλιος, βασιλεία, δικτατορία, μεταπολίτευση, όλα μέσα από τα μάτια του αγριμιού της Ηπείρου, όπως τον ονόμασα. Πήρα το αυτοκίνητο και πήγα να τον συναντήσω στα Γιάννενα, και μια συνάντηση λίγων ωρών, όπως ήταν αρχικά προγραμματισμένο, κράτησε… τέσσερις μέρες! Γιατί όταν μιλάνε τα εσώψυχα, ο χρόνος χάνεται! Ο Φώτης λοιπόν άνοιξε την ψυχή του –ακολούθησαν κι άλλες συγκλονιστικές μέρες «εξομολόγησης»- κι έτσι βγήκε το ΠΙΚΡΟ ΓΑΛΑ, το οποίο θεωρώ ως την κορυφαία στιγμή της συγγραφικής μου πορείας.

Η ζωή σε ρόλο σκηνοθέτη έπαιξε άσχημο παιχνίδι στα δυο αγόρια. Χάθηκαν και μια μεγάλη φιλία που ξεκίνησε να χτίζεται σε γερές βάσεις αλλά σε σαθρό περιβάλλον έσβησε. Η ίδια αυτή η «ριμάδα» η ζωή έκανε και πάλι την παρέμβασή της…
Ο Φώτης δεν ξέχασε ποτέ το παιδάκι με το οποίο μεγάλωσε στον Ζηρό, τον Διονύση. Του χάραξε τη ζωή του. Κι αφού χάθηκαν, άρχισε να τον ψάχνει 50 ολόκληρα χρόνια! Το καταλαβαίνετε; Πενήντα χρόνια, μισό αιώνα! Ούτε ο Σπίλμπεργκ δεν θα μπορούσε να φανταστεί τον τρόπο με τον οποίο τελικά τον βρήκε ο Φώτης Ραπακούσης. Η ζωή του είχε φερθεί πολύ σκληρά και τον αντάμειψε με έναν αναπάντεχο τρόπο. Έτσι άλλωστε ξεκινάει το βιβλίο. Με τις αγωνιώδεις προσπάθειες να βρει το φιλαράκι του…

Το ότι αυτό το βιβλίο θα το διαβάσουμε όλοι εμείς που σας ακολουθούμε χρόνια τώρα, το οφείλουμε στον Φώτη Ραπακούση. Το «αγρίμι της Ηπείρου» όπως τον χαρακτηρίζετε. Μιλήστε μας γι’ αυτόν τον άνθρωπο.
Ο βασικός ήρωας, ο Φώτης, λόγω των συνθηκών, της εγκατάλειψης, της έλλειψης στοργής και αγάπης, έγινε ένα αγρίμι! Κι ευτυχώς! Γιατί μόνο έτσι θα μπορούσε να μεγαλουργήσει και να κάνει αδιανόητα πράγματα. Γιατί αυτό το αγρίμι είναι σήμερα ένας από τους μεγαλύτερους συλλέκτες της εποχής μας! Και το μουσείο του, αυτό του Αλή Πασά στο Νησάκι Ιωαννίνων, τεράστιας σπουδαιότητας! Παλεύοντας με ερινύες, αγωνίες και φόβους, εκείνο το χαμίνι των ορφανοτροφείων απέκτησε όραμα, στάθηκε όρθιος και μεγαλούργησε! Κι αυτό ακριβώς είναι το σπουδαίο μήνυμα. Ότι αυτός που παλεύει με την ψυχή του, θα ξεπεράσει ανυπέρβλητα εμπόδια και θα κερδίσει τη ζωή.

Πριν διαβάσω το βιβλίο σας, το κράτησα για αρκετά λεπτά, παρατηρώντας τα δυο κοντοκουρεμένα αγόρια. Το σφιγμένο χαμόγελο στα πρόσωπά τους, το γκρίζο καταθλιπτικό φόντο και φυσικά ο τίτλος με προετοίμασαν, για μια συγκινητική ιστορία. Τι θέλετε να κρατήσει ο αναγνώστης από αυτήν;
Το βασικό μήνυμα που ήθελα να περάσω είναι ότι χάνεται μόνο όποιος χάσει τα όνειρά του. Τα δυο αδελφάκια του εξωφύλλου, ο Σπύρος και ο Φώτης, αλλά και ο «σταυραδελφός» του Φώτη, ο Διονύσης, κράτησαν με κάθε κόστος ζωντανά τα όνειρά τους. Μ’ αυτά ανάσαιναν. Πάλεψαν σκληρά να μην τα χάσουν. Κι έτσι τα κατάφεραν. Είναι ο θρίαμβος της ζωής, η νίκη του ανθρώπου απέναντι σε ανυπέρβλητα εμπόδια.

Μια φωτογραφία που τραβήχτηκε πριν από πενήντα χρόνια θα παίξει σημαντικό ρόλο στη ζωή και την αναπάντεχη εξέλιξη της σχέσης τους. Ποιος είναι ο λόγος που την επιλέξατε για εξώφυλλο;
Θεωρώ ότι η φωτογραφία με τα δύο αδελφάκια πριν δοθούν στα ορφανοτροφεία έχει μια τρομακτική δύναμη, μαγνητίζει κάθε βλέμμα, δεν αφήνει ούτε έναν αδιάφορο! Αιχμαλωτίζει τα μάτια και τις αισθήσεις, σε καλεί να πιάσεις αυτό το βιβλίο στα χέρια σου. Όταν την πήρα στα χέρια μου, με σαγήνευσε η αδιανόητη δύναμη που εξέπεμπε. Είχα τη σιγουριά ότι θα συγκινήσει τον κόσμο. Η επιλογή με δικαίωσε απόλυτα. Όλοι μου μιλάνε γι’ αυτό το μοναδικό εξώφυλλο και τη δύναμη της αυθεντικότητας.

«Δυο τρομοκρατημένες παιδικές ψυχές γνωρίζουν σκληρούς επιτηρητές και ομαδάρχες, μακριά από την αγκαλιά και την ασφάλεια της μάνας…», διαβάζω στο οπισθόφυλλο και θέλω να μας περιγράψετε το πρόσωπο του Φώτη αλλά και τις κινήσεις του σώματός του, όταν σας διηγούνταν τις ημέρες και νύχτες ντροπής που έζησε στην παιδόπολη.
Όταν τον συνάντησα στα Γιάννενα ήμουν συγκλονισμένος πριν καν μιλήσουμε. Η προσέγγισή μου ήταν καθαρά ανθρώπινη γιατί είχα μπροστά μου έναν βασανισμένο άνθρωπο που έγινε σύμβολο για την Ήπειρο και όχι μόνο. Κι έτσι όφειλα. Να είμαι ένας ζεστός άνθρωπος μπροστά σε έναν άνθρωπο που μου άνοιξε την ψυχή και το σπίτι του. Τον έβλεπα να σπαρταράει μπροστά μου καθώς γύριζε πίσω στο χρόνο, ξανάμπαινε στα ορφανοτροφεία, θυμόταν θυμωμένος τους εγκλεισμούς, τις τιμωρίες, τα ανελέητα κυνηγητά, αλλά πάνω απ’ όλα θυμόταν –προσπαθώντας ακόμα να καταλάβει μισό αιώνα μετά- την απόφαση της μάνας να τον δώσει σε ορφανοτροφείο. Τον έκανα να νιώσει ότι έχει δίπλα του έναν φίλο με τον οποίο μπορεί να συζητήσει τα πάντα. Του ξεκαθάρισα από την αρχή ότι δεν θα μπει το παραμικρό που εκείνος δεν επιθυμεί, όπως κι έγινε. Υπήρξε αμοιβαίος σεβασμός, μιας και είχαμε να κάνουμε με απολύτως προσωπικά θέματα. Έκλαιγε στην εξομολόγησή του, έκλαιγα κι εγώ. Έσφιγγε τα χέρια του, σφιγγόταν η καρδιά μου. Ήταν κάτι αδιανόητο όλο αυτό και στα Γιάννενα αλλά και στο Αηδονοχώρι όπου έγινε το μεγαλύτερο μέρος της εξομολόγησης αυτής.

Φαντάζομαι πως ο Φώτης ήταν ο πρώτος αναγνώστης του βιβλίου σας. Καθώς είναι και ο βασικός πρωταγωνιστής, αναρωτιέμαι τι σας είπε μόλις κράτησε στα χέρια τη ζωή του σε τετρακόσιες ογδόντα οκτώ σελίδες…
«Ποιος είμαι εγώ για να με κάνεις βιβλίο; Και ποιον ενδιαφέρει η ζωή μου;», μου έλεγε στην αρχή. Μάλιστα θεωρώ πως δεν πίστευε ότι τελικά θα γίνει βιβλίο. Μιλούσαμε συχνά κατά τη διάρκεια της συγγραφής, θέλοντας να αποσαφηνίσω κάποια πράγματα. Ούτε τότε είχε πειστεί ακόμα ότι θα βγει το βιβλίο. Κι όταν τελείωσα και του το έστειλα, ξέσπασε σε γοερά κλάματα! Έκλαιγε τόσο, που δεν μπορούσα να καταλάβω τι μου έλεγε! Μου είπε συγκινητικά πράγματα. Κι ένα απ’ αυτά ήταν ότι η ζωή του ξαναγύρισε μπροστά στα μάτια του! Ότι ξανάγινε έξι, οκτώ δεκαπέντε, είκοσι χρονών…

Όπως και χιλιάδες άλλα παιδιά, αντιμετώπισε το άσχημο πρόσωπο της ζωής στην πιο τρυφερή ηλικία. Κατάφερε, όμως, πολλά ο ήρωάς σας. Το σημαντικότερο είναι πως κατάφερε ν’ αφήσει πίσω τις άσχημες μέρες. Τι ήταν αυτό που τον κράτησε όρθιο;
Ο Φώτης Ραπακούσης είναι μια ανυπότακτη ψυχή που δεν μπαίνει σε καλούπια. Έτσι ήταν από μικρός, πηγαίνοντας κόντρα σε πολύ δύσκολα ρεύματα. Κι είχε την άποψή του, ισχυρή και παγιωμένη, την οποία δεν άλλαζε ακόμα κι αν περνούσε από βασανιστήρια! Η δύναμη της ψυχής και του χαρακτήρα του τον βοήθησαν να επιβιώσει, να σταθεί στα πόδια του και αργότερα να μεγαλουργήσει! Γιατί αυτή τη στιγμή είναι από τους μεγαλύτερους συλλέκτες στην Ελλάδα, έχοντας ένα μουσείο-στολίδι: αυτό του Αλή Πασά στο Νησάκι Ιωαννίνων με αδιανόητα εκθέματα. Βίωσε την εγκατάλειψη και τον πόνο, εννοείται την έλλειψη στοργής και αγάπης. Όμως μέσα στη δυστυχία του απέκτησε όραμα. Έτσι έγινε ένας σύγχρονος ευεργέτης, χαρίζοντας στην πατρίδα –γιατί σ’ αυτήν θα μείνει το μουσείο- ένα τεράστιο κληροδότημα. Και για να το δημιουργήσει θυσίασε τον εαυτό του και ξόδεψε όλη την περιουσία του. Είχε ανάγκη να ξαναβρεί τις ρίζες του μετά τα ορφανοτροφεία, να δεθεί με τα αντικείμενα της ιδιαίτερης πατρίδας του, να φωτίσει μια ολόκληρη εποχή. Όλο αυτό του δημιούργησε μια «μανία», και μέσα απ’ αυτήν πέτυχε ένα θαύμα! Ας μην ξεχνάμε ποτέ από πού ξεκίνησε και τι πέτυχε. Είναι ένα σπουδαίο μάθημα ζωής προς όλους.

Ανάμεσα στα εκθέματα του Μουσείου είναι και το καριοφίλι του Αλή Πασά, που φέρει μάλιστα την υπογραφή του (Αλή Πασιά 1804). Πόσο πείσμα, αγάπη για την ιστορία και μεράκι μπορεί να έχει κάποιος για να καταφέρει κάτι τόσο σπουδαίο;
Δεν είναι μόνο το χρυσό καριοφίλι, ένας αληθινός θησαυρός, αλλά και το ασημένιο ξιφίδιο του Αρσάκη, η αυθεντική στολή της κυρά Φροσύνης, όπλα της επανάστασης, θησαυροί ολόκληροι! Είναι ένα από τα καλύτερα και πιο συγκινητικά μουσεία που έχω δει στην Ελλάδα. Η τρέλα του Φώτη με την ιστορία, η επιθυμία να βρίσκει «ρίζες» και να τις επαναπατρίζει, τον οδήγησαν σε ένα θαύμα! Κι όλο αυτό το αφήνει στην πατρίδα. Είναι ένας σύγχρονος ευεργέτης!

Το «Πικρό γάλα», πιστεύετε θα παρακινήσει του επισκέπτες της όμορφης Ηπείρου να αναζητήσουν το Μουσείο του Αλή Πασά στο νησάκι των Ιωαννίνων;
Δέχτηκα άπειρα μηνύματα από ανθρώπους που με ρωτούσαν για τον Φώτη και το μουσείο, που έτσι κι αλλιώς έχει γίνει ένας προορισμός για όσους βρίσκονται στα Γιάννινα. Μακάρι το βιβλίο αυτό, που ταξίδεψε σε όλη την Ελλάδα, να στείλει κι άλλους ανθρώπους που δεν γνώριζαν αυτό το συγκλονιστικό μουσείο. Θεωρώ ότι θα προσελκύσει ανθρώπους που θα σπεύσουν να δουν και το μουσείο και τον συγκλονιστικό ιδιοκτήτη του.

Αφιερώνετε το βιβλίο σας και «στα παιδιά των ορφανοτροφείων, που ένιωσαν τον πόνο βαθιά στην ψυχή τους και στάθηκαν όρθια»… Ο καθένας έχει την άποψή του. Όφειλα να καταγράψω την οπτική γωνία του Φώτη», γράφετε. Επειδή στα βιβλία σας ο συγγραφέας βαδίζει πλάι πλάι με τον δημοσιογράφο, είμαι βέβαιη πως έχετε κι ένα καλό ρεπορτάζ για τις παιδοπόλεις της Φρειδερίκης…
Το όλο θέμα είναι εξαιρετικά ευαίσθητο και λεπτό και έχει διαφορετικές αναγνώσεις, ανάλογα με την οπτική γωνία του καθενός. Κατά πολλούς «αλλοιώθηκαν συνειδήσεις», κατ’ άλλους σώθηκαν ψυχές και ζωές που μπορεί να χάνονταν σε μια κατεστραμμένη από τον φονικό εμφύλιο Ελλάδα, διαλυμένη πατρίδα. Περισσότερα από 25 χιλιάδες παιδιά πέρασαν τις βαριές πύλες των πενήντα τριών παιδουπόλεων της Φρειδερίκης, αλλά είναι ξεκάθαρο ότι δεν έχουν όλα την ίδια άποψη. Όταν λοιπόν ξεκίνησα την έρευνα για το Πικρό Γάλα, συνάντησα ένα ιδιότυπο φαινόμενο που με προβλημάτισε ιδιαίτερα. Πολλοί από όσους συνάντησα έβαφαν με μαύρο χρώμα τις λέξεις τους. Μιλούσαν για την κόλαση επί γης, «αυτή που σημάδεψε για πάντα τις ψυχές μας και μας κάνει ακόμα και τώρα να πεταγόμαστε στον ύπνο μας. Χαστούκια, φτυσίματα, φόβος, αγωνία, πλύση εγκεφάλου, εννιά προσευχές την ημέρα, προσκύνημα των εικόνων των βασιλιάδων, στρατιωτική πειθαρχία που δεν άρμοζε σε παιδιά, ψυχαναγκασμός…». Όμως επίσης πολλοί ήταν αυτοί που εξέφραζαν το ακριβώς αντίθετο!
«Σώθηκαν οι ζωές μας. Γλιτώσαμε από την ασιτία, είχαμε στέγη, φροντίδα, μάθαμε πέντε γράμματα και μια τέχνη, βγήκαμε έτοιμοι στην κοινωνία, επιβιώσαμε!»
Είναι λοιπόν η προσωπική εκτίμηση του καθενός, κανείς δεν μπορεί να πείσει τον άλλο περί της ορθότητας των απόψεων και των επιχειρημάτων του, αφού η κάθε οπτική γωνία είναι μοναδική. Ο Φώτης γνώρισε στον Ζηρό ένα συνομήλικο αγοράκι, τον Διονύση, με τον οποίο πέρασαν μαζί τα πιο κρίσιμα χρόνια της ζωής τους σε μια άγουρη ηλικία, τυλιγμένα από σκιές και φαντάσματα, φόβους κι αγωνίες. Άρα δέθηκαν πολύ, έγιναν ακόμα και σταυραδέλφια ενώνοντας το αίμα τους! Ο ένας ήταν τα πάντα για τον άλλο τις νύχτες του φόβου και τις μέρες της αγωνίας. Αυτό δημιούργησε μια ιδιότυπη σχέση, αφού τους ένωσε η ίδια η μοίρα, η πικρή ζωή. Φυσικά αλλιώς σκέφτεται κάποιος στα δέκα και στα δώδεκα, αλλιώς μεγαλώνοντας. Ευτυχώς κατάφερα να τους δω αγκαλιασμένους στην παρουσίαση του βιβλίου στον Ιανό. Κι όταν ανέβηκαν μαζί πάνω, έχοντας πίσω την παιδική φωτογραφία τους, είδα κόσμο από κάτω να κλαίει με λυγμούς. Ήταν για μένα προσωπικά μια συγκλονιστική στιγμή, αυτή που με έκανε να πω ότι και μόνο γι’ αυτό άξιζε ο κόπος, η ταλαιπωρία, η τεράστια ψυχική φόρτιση, η κούραση, τα ξενύχτια μέχρι να ολοκληρωθεί αυτό το βιβλίο.

Δηλώσατε πως θα επανέλθετε συγγραφικά στην Ήπειρο… Από την άλλη έχουμε κι ένα βιβλίο που αφήσατε στην άκρη όταν εκείνο το μήνυμα στο fb σας αναστάτωσε συγγραφικά και σας έκανε να φύγετε ξαφνικά για Γιάννενα. Άρα τι να περιμένουμε για τον ερχόμενο Οκτώβρη;
Ψάχνοντας στην ιστορία του Φώτη, ανακάλυψα –έπεσαν πάνω μου για την ακρίβεια- κάποιες ακόμα ιστορίες που με συγκλόνισαν. Ξέρω ότι θα με τραβήξουν από το μανίκι για να τις ερευνήσω. Πάντως αυτή τη στιγμή ασχολούμαι με την επόμενη ιστορία που επίσης με συγκινεί. Ένα ψυχογράφημα με εξαιρετική ευαισθησία που κλέβει ώρες από τον ύπνο μου. Είναι μια διαφορετική ιστορία, επίσης ασυνήθιστη, που ελπίζω να αγαπηθεί όσο το Πικρό Γάλα.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Το νήμα της ζωής, τυλιγμένο με αγκάθια και πόνο, ενώνει απρόσμενα δυο πιτσιρίκια σε μια από τις παιδοπόλεις της Φρειδερίκης, τον Ζηρό. Ο Φώτης κι ο Διονύσης περνάνε μαζί με την Ελλάδα τον δικό τους Γολγοθά. Δυο τρομοκρατημένες παιδικές ψυχές γνωρίζουν σκληρούς επιτηρητές και ομαδάρχες, μακριά από την αγκαλιά και την ασφάλεια της μάνας. Γίνονται σταυραδέλφια και προσπαθούν να επιβιώσουν σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον. Ο Φώτης μετατρέπεται σε αγρίμι κι η ζωή του σημαδεύεται από αποδράσεις, μετέωρες σκέψεις, αγάπη και μίσος για τη μάνα του, αμφισβήτηση της ίδιας της ζωής. Όλα στην κόψη του ξυραφιού, δίπλα στη λίμνη της κυρα-Φροσύνης. Τα δυο παιδιά χάνονται μέσα στον χρόνο. Η ζωή δεν έχει πει την τελευταία λέξη…
Ένα μοναδικό ταξίδι στην Ιστορία της Ελλάδας, στα χρόνια της βασιλείας, της δικτατορίας και της Μεταπολίτευσης. Μια αληθινή σπαρακτική ιστορία, μέσα από τα μάτια του αγριμιού της Ηπείρου, που συγκλονίζει και τον πιο ψυχρό αναγνώστη.

Βιογραφικό
Ο Μένιος Σακελλαρόπουλος παλεύει με τις λέξεις και τη δημοσιογραφία 33 χρόνια, από το καλοκαίρι του 1979, όταν ξεκίνησε να αρθρογραφεί στο Φως, μαθητής λυκείου ακόμα. Σπούδασε στη Νομική Θράκης, αλλά άφησε για τους άλλους… νόμους κι αστυνόμους, για να τους ξαναβρεί στα μυθιστορήματά του. Μύρισε το μελάνι στις εφημερίδες Βραδυνή, Έθνος, Αθλητική, Sportime και Derby, γνώρισε τα ερτζιανά (ΕΡΑ, Sport FM, Sentra FM), ενώ από το 1992 είναι στο MEGA Channel. Έκανε τρεις φορές το γύρο της Ευρώπης (φτάνοντας και Αφρική…) με εκατοντάδες ρεπορτάζ και μεταδόσεις. Είναι μέλος της Ένωσης Συντακτών και του Πανελληνίου Συνδέσμου Αθλητικού Τύπου, από τον οποίο έχει βραβευτεί δύο φορές για τηλεοπτικά ρεπορτάζ. Πορφυρός Κώδικας είναι το ένατο βιβλίο του. Προηγήθηκαν τα Είκοσι Χρόνια Ταξίδια, τα μυθιστορήματα The Game Boy –Το Μοιραίο 10, Θα Πεθάνεις, Ρε!, Η Νύχτα της Λώρας, το Μαύρο Φιλί και το Φεγγάρι από Πέτρα, και Δυο Μαύρα Πουκάμισα που κυκλοφορούν επίσης από τις εκδόσεις μας, και μια ειδική ημερολογιακή έκδοση με τίτλο Ολυμπιάδα, Ιστορία και Θρύλοι. Συνεχίζει να ταξιδεύει, να χαμογελά, να σαρκάζει και να αυτοσαρκάζεται…