Συγγραφέας του βιβλίου «Διάλογοι» – Εκδόσεις «Κάκτος»

Μια μικρή αλλά έντονη γεύση από τη ζωή της δεκαετίας του ’80, εκείνη την υπέροχη δεκαετία «επιστροφής της αισιοδοξίας», παίρνουμε από το βιβλίο του Δημοσθένη Δαββέτα «Διάλογοι». Σ’ αυτό το «ημερολόγιο ζωής με τη μορφή διαλόγων», όπως χαρακτηρίζει το βιβλίο του ο συγγραφέας, ο Έλληνας αναγνώστης διαβάζει για πρώτη φορά συνεντεύξεις, από σπουδαία πρόσωπα της εποχής που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Liberation. Ανάμεσά τους ο Άντυ Γουόρχωλ, ο Γιόζεφ Μπόις, ο Κηθ Χαρινγκ και ο Σαλομέ. Όπως λέει στο Vivlio-life ο συγγραφέας «Σκεφτείτε ότι όταν πήρα αρχές του ’80 υποτροφία DAAD για Βερολίνο, συγκατοικούσα με Ντέιβιντ Μπάουι, Ταρκόφσκι, Μπάζελιτς κλπ. Ήταν όλοι οι καλλιτέχνες εκείνη την δεκαετία μια μεγάλη πολυεκφραστική οικογένεια».

  • Οι «Διάλογοι» είναι «ένα ημερολόγιο ζωής με τη μορφή διαλόγων», γράφετε. Πώς αισθάνεστε, σήμερα, που μοιράζεστε το ημερολόγιό σας με όλους εμάς τους αναγνώστες;
    Οι “Διάλογοι” ναι είναι ένα ημερολόγιο ζωής, το οποίο έπρεπε ν’ αφήσω ως κληροδότημα και στην χώρα μου. Επί 30 χρόνια όλες σχεδόν οι χώρες του κόσμου διαβάζουν τα κείμενα μου. Έπρεπε να γίνει και στην χώρα μου, να το διαβάσουν και οι Έλληνες και βέβαια οι νέοι που θέλουν να προοδεύσουν. Νοιώθω δικαιωμένος. Οι κόποι τόσων χρόνων δεν πήγαν χαμένοι. Το αντίθετο.
  • Πού είχατε φυλαγμένο αυτό το μικρό θησαυρό και σε τι μορφή;
    Τα είχα φυλαγμένα σε κείμενα ήδη δημοσιευμένα στην εφημερίδα Liberation και σε μικρές κασέτες παλαιού τύπου που φύλαγα. Περίμενα την κατάλληλη στιγμή. Κι ήρθε.
  • Οι συνομιλίες με όλους αυτούς τους υπέροχους ανθρώπους που συμπεριλάβατε στο βιβλίο σας έχουν γίνει τη δεκαετία του ’80. Πώς θα τη χαρακτηρίζατε;
    Η δεκαετία του ’80 ήταν μια δεκαετία επιστροφής της αισιοδοξίας. Ελευθερία έκφρασης, επιλογών, ταξίδια, επιθυμία ασυγκράτητη για πρότζεκτς, δυναμική και δημιουργική παρουσία του εμπόρου τέχνης, ενεργή παρουσία και συνεργασία μεταξύ των τεχνών, διάλογος τεχνών με μόδα, ντιζάιν, μουσική, χορό, θέατρο, λογοτεχνία κλπ. Σκεφτείτε ότι όταν πήρα αρχές του ’80 υποτροφία DAAD για Βερολίνο, συγκατοικούσα με Ντέιβιντ Μπάουι, Ταρκόφσκι, Μπάζελιτς κλπ. Ήταν όλοι οι καλλιτέχνες εκείνη την δεκαετία μια μεγάλη πολυεκφραστική οικογένεια.
  • Ποιος από τους καλλιτέχνες με τους οποίους συνομιλήσατε ήταν πιο χαλαρός και προσιτός;
    Θα έλεγα ο Μπόις. Όλοι νόμιζαν τον Γουόρχωλ αλλά ο Άντυ πίσω από το μόνιμα γελαστό πρόσωπο του ήταν απροσπέλαστος, προστατευόταν. Αντίθετα ο Γιόζεφ Μπόις, αν και λιγότερο χαμογελαστός, ήταν πάντα ανοιχτός στην συζήτηση, ανθρώπινος, φιλικός, γενναιόδωρος, με χιούμορ, διδακτικός, θετικός προς τους νέους, έτοιμος για κάθε είδους διάλογο, δίκαιος, δημιουργικός, ήταν απέραντη χαρά να περάσεις κάποιες στιγμές μαζί του. Ήταν το κάτι άλλο κι οι μαρτυρίες όσων τον γνώρισαν συμπίπτουν.
  • Και ποιος ήταν ας πούμε «δύστροπος» και σας δυσκόλεψε περισσότερο;
    Ο πιο δύστροπος ήταν ο Κηθ Χαρινγκ, ένας σπουδαίος καλλιτέχνης. Δεν ήταν πάντα διαθέσιμος και επέβαλλε πάντα το δικό του χρονοδιάγραμμα.
  • Σαλομέ, Βερολινέζος ζωγράφος που ξεχώριζε για τις βίαιες ερωτικές σκηνές που αναπαριστούσαν τα έργα του και συνομιλήσατε μαζί του τον Μάρτιο του 1986. Μιλήστε μας γι αυτή την προσωπικότητα και το Moritzaplatz.
    Ο Σαλομέ ήταν δύστροπος και προκλητικός. Καλός καλλιτέχνης αλλά τον ενδιέφερε περισσότερο να ζήσει τις εμπειρίες του και λιγότερο να κάνει καριέρα καλλιτεχνική. Γι’ αυτό άλλωστε σταμάτησε την εικαστική του δραστηριότητα ουσιαστικά από την δεκαετία του ’90 και μετά.
    Το Moritzplatz, ήταν μια περιοχή του Βερολίνου όπου τότε την δεκαετία του ’80 συγκεντρώθηκαν κάποιοι νέοι καλλιτέχνες, αυτοί που ονομάστηκαν “νέοι άγριοι”. Ήταν οι Φέτινγκ, Μίτεντορφ, Καστέλι, Τσίμερ, Σαλομέ και κάποιοι άλλοι λιγότερο γνωστοί. Είχαν την δική τους γκαλερί κι έκθεταν τα έργα τους ώστε να μην είναι δέσμιοι του συστήματος των γκαλερί. Δημιουργούσαν συναυλίες, εκθέσεις, περφόρμανς, χορογραφίες κλπ. Ήταν μια διαρκής γιορτή. Ζούσαν εκεί οι περισσότεροι. Γεννούσαν φόβο κι επιθυμία δράσης. Έγιναν γρήγορα γνωστοί και πολυσυζητήθηκαν. Λίγο καιρό αργότερα ήσαν διάσημοι.
  • Ο τρόπος που παίρνει κάποιος συνέντευξη από κάποιο πρόσωπο έχει αλλάξει από τότε. Κρατούσατε σημειώσεις ή χρησιμοποιούσατε εκείνα τα θρυλικά μαγνητοφωνάκια εκείνης της εποχής;
    Κρατούσα τα θρυλικά μαγνητοφωνάκια. Τα οποία άλλοτε δούλευαν κι άλλοτε όχι. Όμως κάποιες φορές κρατούσα και σημειώσεις. Σε κάποια συζήτηση μου με τον Γουόρχωλ το μαγνητόφωνο δεν λειτούργησε και χρειάστηκε να πάω ν΄ αγοράσω μπαταρίες. Ευτυχώς ήταν υπομονετικός και καλός μαζί μου. Μου τον είχε γνωρίσει ο κοινός μας φίλος. Αλέξανδρος Ιόλας.
  • Υπάρχει κάποιο περιστατικό που συνέβη κατά τη διάρκεια αυτών των συναντήσεων που θυμάστε αλλά δεν προσθέσατε στα κεφάλαιά σας;
    Ναι ένα περιστατικό με τον Γουόρχωλ. Είχαμε βγει από το περίφημο factory, το διάσημο εργαστήριο του και πηγαίναμε στα εγκαίνια μιας έκθεσης στην γκαλερί Καστέλι. Ξαφνικά γεμάτη άγχος έπεσε επάνω του μια γερμανίδα δημοσιογράφος του περιοδικού Stern. “Κύριε Γουόρχωλ σας ψάχνω”. “Τι με θέλετε;” “να σας πάρω συνέντευξη.”. Κι αυτός την απαντά:” Α! Αυτό ήταν. Μα λύνεται απλά το θέμα. Γράφετε εσείς τις ερωτήσεις γράφετε εσείς η ίδια πάλι τις απαντήσεις και υπογράφετε ως Άντυ Γουόρχωλ.” Κόκκαλο η δημοσιογράφος. Δεν ήξερε τι να πει. Ναι αυτό ήταν ο Γουόρχωλ. Όπως ο καθένας τον φαντάζεται.
  • O «Αχτένιστος» καλλιτέχνης Werner Büttner, το 1985, σας είπε πως «το χιούμορ και η ειρωνεία συνιστούν αναγκαία τεχνάσματα και αναπόσπαστα κομμάτια της καλής τέχνης». Πόσο σύμφωνο σας βρίσκουν τα λόγια του;
    Χιούμορ έχω. Και μ’ αρέσει και στους άλλους. Όσο για την ειρωνεία το θέμα είναι διφορούμενο. Η καλόπιστη ειρωνεία μου αρέσει η κακόπιστη που φτάνει τα όρια του κυνισμού όχι. Δεν την υιοθετώ.
  • Ανάμεσα στους διαλόγους με τόσο σπουδαίους εκπροσώπους της Σύγχρονης Τέχνης και δυο Έλληνες. Ο Γιάννης Κουνέλης και ο Λουκάς Σαμαράς. Με ποιο κριτήριο καταλήξατε σ’ αυτούς τους δυο;
    Τους επέλεξα γιατί ήταν οι καλύτεροι και είναι. Το έργο τους είναι μέσα στα πιο αξιόλογα παγκοσμίως της σύγχρονης τέχνης. Τους γνώρισα και τους δυο καλά. Υπήρξαν φίλοι μου. Και είδα από κοντά την τεράστια αξία τους. Από το βιβλίο λείπει ένας άλλος μεγάλος Έλληνας. Ο Takis. Όμως τότε είχαμε τσακωθεί και δεν έβαλα την συζήτηση μας μήπως κι υπάρξει κάποια παρεξήγηση.
  • Andy Warhol. Τον συναντήσατε στην Νέα Υόρκη τον Μάη του 1985 και σας συνόδευε ο Αλέξανδρος Ιόλας. Πώς ήταν να βρίσκεστε ανάμεσα στον Πάπα της Pop Art και τον σπουδαίο συλλέκτη έργων μοντέρνας τέχνης;
    Ήταν κάτι το απίστευτο. Νόμιζα ότι ζούσα σε όνειρο. Ότι εγώ ο ίδιος ήμουν ένα όνειρο. Από την μια ο Ιόλας ο ασυγκράτητα εξωστρεφής. Και από την άλλη ο Γουόρχωλ ο ασυγκράτητα εσωστρεφής παρά την φαινομενική κοινωνικότητα του. Ο Ιόλας μιλούσε ελεύθερα και πολύ. Ο Γουόρχωλ μιλούσε λίγο και μια μόνιμη έκφραση ειρωνείας στο πρόσωπο του. Ταίριαζαν πολύ. Ήταν φυσική η χημεία τους. Κι εγώ ανάμεσα τους σαν ένας μεθυσμένος νεαρός που έτρεχα με χίλια χιλιόμετρα την ώρα, έπινα την ζωή ασταμάτητα, δίχως όρια, ένας νέος που ήθελε ν’ακυρώσει τον θάνατο και τον χρόνο μέσα από την ιλιγγιώδη υπερενέργεια κι υπερεργατικότητα του. Και τώρα που τα ξαναθυμάμαι ξαναμεθώ.
  • Στην ερώτηση «ποια προσωπικότητα έχει ύψιστη σημασία για εσένα;», ο Andy Warhol απάντησε: «Ο Walt Disney». Πιστεύετε πας έκανε χιούμορ ή το εννοούσε;
    Το εννοούσε. Ο Γουώλτ Ντίσνεϋ ήταν πηγή έμπνευσης για τον Γουόρχωλ. Κι αυτό γιατί είδε τον κόσμο ως παιδικό παιχνίδι. Αυτή η αίσθηση μας κάνει να παίρνουμε τα πάντα με διάθεση παιχνιδιού και νάμαστε κι οι ίδιοι παιδιά. Κι αυτό ήταν ο Άντυ ένα παιδί που μεγάλωνε μένοντας παιδί. Του “παιδιού η βασιλεία” μας λέει ο Ηράκλειτος. Το ενσάρκωνε θαυμάσια ο Γουόρχωλ.
  • Ας κλείσουμε αυτή την πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη με την ίδια ερώτηση που θέσατε στον Andy Warhol: «ποια προσωπικότητα έχει ύψιστη σημασία για εσένα (εσάς);»
    Για μένα η υψίστη προσωπικότητα ήταν και είναι ο Γιόζεφ Μπόις. Ένας συνδυασμός πνευματικής ζωής και δημιουργικότητας. Κάθε τι της καθημερινότητας στα χέρια του γινόταν πνευματικό εργαλείο. Τέχνη, πολιτική, εκπαίδευση, οικονομία, κοινωνία, φιλοσοφία,… Τα πάντα. Ήταν ένας και μοναδικός, άνθρωπος και καλλιτέχνης.

Λίγα λόγια για το βιβλίο

Το βιβλίο «Διάλογοι» περιλαμβάνει τις συζητήσεις που είχε πραγματοποιήσει ο συγγραφέας όταν εργαζόταν στη γαλλική εφημερίδα Libération. Όλη η αφρόκρεμα της σύγχρονης τέχνης, όλοι οι κορυφαίοι εικαστικοί εξομολογούνται τα μυστικά της δημιουργικής τους πορείας στον συγγραφέα. Γουόρχωλ, Μπόις, Αμπράμοβιτς, Μπάσκια, Τουόμπλι, Μπάζελιτς, Λόγκας, Σαμαράς, Γιάννης Κουνέλλης και πολλοί άλλοι ανοίγουν την καρδιά τους και αποκαλύπτουν τα κλειδιά της δουλειάς τους.
Όλες αυτές οι συζητήσεις, οι διάλογοι, δημοσιεύτηκαν κατά ένα μέρος τους στην εφημερίδα Libération, ενώ το υπόλοιπο μέρος τους δημοσιεύεται σε αυτή την ελληνική έκδοση. Το ενδιαφέρον πέφτει στη ματιά του Δ. Δαββέτα, που από πολύ νωρίς αντιλήφθηκε την αξία αυτών των καλλιτεχνών, όταν ήταν ακόμα νέοι, και τους στήριξε με άρθρα του από το ξεκίνημά τους, προτού γίνουν διάσημοι.

Βιογραφικό
Ο Δημοσθένης Δαββέτας γεννήθηκε στην Αθήνα.
Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και είναι Διδάκτωρ Αισθητικής στο Πανεπιστήμιο Paris VIII. Διδάσκει στο IESA στο Παρίσι. Έχει διδάξει Φιλοσοφία της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, στο Strate College και στο Creapole στο Παρίσι. Έχει παραδώσει σεμινάρια Φιλοσοφίας της Τέχνης στο Ecole des Beaux-Arts (Παρίσι), σεμινάρια φιλοσοφίας και μοντέρνας τέχνης στο Paris IV (Παρίσι) και Φιλοσοφία Εφαρμοσμένων Τεχνών στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Πανεπιστημίου Πατρών. Συχνά, δίνει διαλέξεις σε σχολές τέχνης και πανεπιστήμια.
Ποιητής και συγγραφέας, ζωγράφος και εικαστικός, γράφει ήδη από το 1982 σχετικά άρθρα και δοκίμια στα περιοδικά Art Forum, Art in America, Art Studio, Beaux Arts Magazine, Galleries Magazine, Parkett Risk, και στις εφημερίδες Liberation, Le Figaro και Les Echos. Είναι πολιτικός σχολιαστής και αναλυτής, στην τηλεόραση και στον έντυπο Τύπο. Διατηρεί εβδομαδιαία στήλη στην εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος.