Συγγραφέας του βιβλίου «Η εμμονή της μνήμης» – Εκδόσεις «Ψυχογιός»

Ένας άντρας και μια γυναίκα, φαινομενικά άγνωστοι μεταξύ τους, με μοναδικό κοινό στοιχείο τη ματαίωση μιας πτήσης στο αεροδρόμιο του Δουβλίνου, πρωταγωνιστούν στο μυθιστόρημα της Ελένης Τσαμαδού. Οι ώρες της αναμονής θα τους φέρουν κοντά, αλλά δεν είναι αυτό που μονοπωλεί το αναγνωστικό μας ενδιαφέρον. Είναι η διαπίστωση, πως οι ζωές τους για διαφορετικούς λόγους έχουν επηρεαστεί από την τουρκική εισβολή του ΄74 στην Κύπρο. Μια ιστορία που θα μας μεταφέρει σ’ εκείνες τις ιστορικές στιγμές και με πόνο ψυχής κατέγραψε η συγγραφέας συνομιλώντας με ανθρώπους που έζησαν τα δραματικά γεγονότα. «Δεν μπορώ να σας πω ποια εμπειρία ήταν η πιο δραματική.. Τι να πρωτοθυμηθώ;», λέει στο Vivlio-life η συγγραφέας. «Είναι τόσα αυτά που άκουσα… αυτά που είδα… Να μιλήσω για τις μαυροφορεμένες γυναίκες, τους πρόσφυγες; Ποιος πόνος ζυγίζεται, ποιος είναι πιο μεγάλος; Όταν δεν ξέρεις αν θα βρεις ποτέ αυτούς που έχασες, αν θα ξανανοίξεις την πόρτα του σπιτιού σου και αν θα συνεχίσεις τη ζωή που άφησες μετέωρη εκείνο το φοβερό καλοκαίρι του 74; Είναι τόσα αυτά που και σήμερα πληγώνουν… Και εγώ.. «δεν ξεχνώ». Η «εμμονή της μνήμης»…

«Η εμμονή της μνήμης», αποτελεί συνέχεια του γνωστού ιστορικού σας βιβλίου «Οι άνεμοι του χρόνου». Εκεί συναντήθηκε το τέλος μιας χιλιόχρονης αυτοκρατορίας με το τέλος μιας χιλιετίας (1453 – 1999). Πώς συνδέσατε, λοιπόν, τα δυο μυθιστορήματα;
Το νέο μου βιβλίο «Η Εμμονή της Μνήμης», δεν είναι ακριβώς συνέχεια του προηγουμένου «Οι Άνεμοι του Χρόνου». Τα δύο βιβλία διαβάζονται αυτοτελώς. Συνδέονται όμως κατά κάποιο τρόπο, με την έννοια ότι ο αναγνώστης του νέου βιβλίου θα συναντήσει στο νέο και πάλι κάποια από τα πρόσωπα και θα φωτιστούν ορισμένες πτυχές του προηγούμενου βιβλίου.


Βρεθήκατε στην Κύπρο – τον τόπο στον οποίο εκτυλίσσεται η ιστορία σας – όταν τα τραύματα ήταν ακόμη νωπά από την Εισβολή. Ποια ήταν η πιο δραματική στιγμή που ζήσατε δίπλα στους ανθρώπους που βίωσαν το δράμα του ΄74;
Δεν μπορώ να σας πω ποια εμπειρία ήταν η πιο δραματική… Τι να πρωτοθυμηθώ; Είναι τόσα αυτά που άκουσα.. αυτά που είδα.. Να μιλήσω για τις μαυροφορεμένες γυναίκες, τους πρόσφυγες; Ποιος πόνος ζυγίζεται, ποιος είναι πιο μεγάλος; Όταν δεν ξέρεις αν θα βρεις ποτέ αυτούς που έχασες, αν θα ξανανοίξεις την πόρτα του σπιτιού σου και αν θα συνεχίσεις τη ζωή που άφησες μετέωρη εκείνο το φοβερό καλοκαίρι του 74; Είναι τόσα αυτά που και σήμερα πληγώνουν.. Και εγώ.. «δεν ξεχνώ». Η «εμμονή της μνήμης»…


Φοίβος και Δάφνη. Οι δυο ήρωές σας έρχονται κοντά με αφορμή την έκρηξη του ηφαιστείου της Ισλανδίας. Είναι δυο άνθρωποι με διαφορετικές καταβολές, που όμως η συγγραφική πένα ενώνει τα βήματά τους. Μιλήστε μας γι’ αυτούς.
Δύο άγνωστοι μεταξύ τους άνθρωποι, η Δάφνη μια κοσμοπολίτισσα γυναίκα κοντά στα σαράντα, με γονείς Τούρκους, μεγαλωμένη στην Αγγλία, παντρεμένη με Αμερικανό, και ο Φοίβος, επιτυχημένος Κύπριος δικηγόρος, συνταξιδεύουν σε μια υπερατλαντική πτήση. Η ματαίωση του ταξιδιού τους εξ αιτίας ενός απρόβλεπτου γεγονότος, της έκρηξης ενός ηφαιστείου και η εξ αυτού του λόγου ματαίωση διεθνών πτήσεων, τους υποχρεώνει να μείνουν τρεις μέρες στο Αεροδρόμιο του Δουβλίνου. Αναπόφευκτα, όπως γίνεται σε ανάλογες περιπτώσεις, οι δύο ξένοι και φαινομενικά ανόμοιοι άνθρωποι θα έρθουν πολύ κοντά, θα γίνουν εραστές για μια νύχτα και θα κάνουν αμοιβαίες εκμυστηρεύσεις αποκαλύπτοντας οδυνηρές πτυχές της ζωής τους. Η ζωή και των δύο, για διαφορετικούς λόγους, έχει επηρεαστεί από τα γεγονότα της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο το ’74, όπως και από τον απόηχο απώτερων ιστορικών γεγονότων, αλλά και αυτές οι τρείς μέρες και νύχτες και η αναπόφευκτη κατάληξη της σχέσης των δύο αγνώστων θα σημαδέψουν τη ζωή τους. Το ζητούμενο είναι κατά πόσο θα μπορέσουν να ξεπεραστούν τα τραύματα που έχει προκαλέσει ο πόλεμος στις ψυχές τους… και όχι μόνον.


Ωστόσο, ξεκινώντας το μυθιστόρημά σας βρισκόμαστε στη Λευκωσία του 1458 και γνωρίζουμε τη ρήγισσα Ελένη και αμέσως μετά στην Άγκυρα του 2010 όπου μας συστήνετε τον Οσμάν. Είναι σαφές πως έχουν άμεση σχέση με την ιστορία σας. Δώστε μας ένα στοιχείο της μυθοπλασίας σας.
Λυπάμαι, αλλά δεν μπορώ να σας απαντήσω όπως θα θέλατε. Θα ήταν spoiler όπως συνηθίζεται να λέγεται, θα κατέστρεφα το ενδιαφέρον των αναγνωστών.


Πρόκειται για μια σύγχρονη ιστορία, με παράλληλη αναφορά στην πτώση του Βυζαντίου στην πολιορκία της Αμμοχώστου και σε μια σειρά άλλων ιστορικών γεγονότων που διαδραματίστηκαν στο νησί της Αφροδίτης. Μια συγγραφική προσέγγιση που κρύβει μέσα της την έρευνα. Πώς κινηθήκατε ερευνώντας τα ιστορικά γεγονότα;
Διαβάζοντας πολύ, τις πηγές κυρίως, τον Λεόντιο Μαχαιρά, τον Γεώργιο Βουστρώνιο, τον Φραντζή, ιστορικές μελέτες διαφόρων ερευνητών, αλλά και εφημερίδες Κυπριακές κυρίως, βιβλία και δημοσιεύματα της εποχής και φυσικά αντλώντας από τις αναμνήσεις μου.


Το έναυσμα για να γράψετε αυτό το μυθιστόρημα πάει πολύ πίσω στα μαθητικά σας χρόνια, διαβάζοντας το διήγημα του Κωνσταντίνου Ράδου «Κάτω στην Κύπρο, στην Αμμόχωστο», όπως γράφετε στις σημειώσεις σας. Ποιο ήταν όμως εκείνο το σημείο της ανάγνωσης που σας έμεινε τόσο έντονα χαραγμένο στη μνήμη;

Το ηρωικό τέλος και το μαρτύριο του Μαρκαντώνιο Βραγαδίνου, τελευταίου υπερασπιστή της Αμμοχώστου/Φαμαγκούστας. Αναπόφευκτα το συνέδεσα με τα τραγικά γεγονότα του Ιουλίου-Αυγούστου του 1974.


«Το φάντασμα της Αμμοχώστου, της πόλης που μόνο από μακριά, από τη Δερύνεια μπορούσες να δεις», γράφετε. Τα πράγματα άλλαξαν σήμερα και όσοι θέλουν «μπορούν να επισκεφθούν τα κατεχόμενα να δουν τα σπίτια τους και να κλάψουν». Το έκαναν κάποιοι από τους ανθρώπους που γνωρίσατε;
Ξέρω ότι κάποιοι τόλμησαν και πέρασαν όταν άνοιξε η πράσινη γραμμή. Με την ευκαιρία σας λέω ότι ήμουν εκεί το 2006, την ημέρα που άνοιξε άλλο ένα πέρασμα, η οδός Λήδας. Μερικοί από αυτούς πήγαν να δουν τα σπίτια τους, είδαν άλλους να μένουν εκεί, Τούρκους, από την Ανατολία, όχι Τουρκοκυπρίους. Κάποιοι τους αντιμετώπισαν με ευγένεια, άλλοι με δυσπιστία, φοβούμενοι ίσως ότι οι ιδιοκτήτες θα διεκδικήσουν το σπίτι τους, και άλλοι ήταν εχθρικοί… φανερά εχθρικοί. Υπάρχουν όμως πολλοί Κύπριοι, και φίλοι μου μεταξύ τους, που αρνιούνται να δείξουν διαβατήριο στον Τούρκο φρουρό για να περάσουν στον τόπο τους.


Μπορείτε να μας περιγράψετε τα χαρακτηριστικά των προσώπων εκείνων που σας εμπιστεύτηκαν τις μνήμες τους, τη στιγμή που άνοιγαν την ψυχή τους ξεριζώνοντας από τη μνήμη δραματικές σκηνές του παρελθόντος;
Λόγω της δουλειάς του άντρα μου και της δικιάς μου, είχαμε γνωρίσει πολλούς Κύπριους. Τον πρώτο καιρό όταν άκουγαν ότι είμαστε από την Ελλάδα, κουμπώνονταν, ήταν επιφυλακτικοί και πληγωμένοι, δεν μιλούσαν για τις εμπειρίες τους. Είχαν δίκιο. Είμαστε και εμείς υπεύθυνοι για τα δεινά τους. Ντρεπόμουν.. Θυμάμαι χαρακτηριστικά έναν πολιτικό, που μιλούσε σε μια εκπομπή για τα παιδιά στο ραδιόφωνο, να τους διηγείται ιστορίες από την αρχαιότητα και να αναφέρεται στον Κίμωνα τον Αθηναίο που είχε πάει με Αθηναϊκό στόλο να ελευθερώσει το νησί από τους Πέρσες. Στο τέλος σκοτώθηκε πεθαίνοντας όμως έδωσε εντολή να λυθεί η πολιορκία του Κιτίου, Κυπριακής πόλης υπό Περσική κατοχή, και να αναχωρήσει ο στόλος. «Αυτή ήταν η πρώτη φορά που μας εγκαταλείψατε» είπε ο πολιτικός… Ντράπηκα… Εσείς πώς θα νιώθατε;
Ευτυχώς όμως δεν άργησε να κάνουμε φίλους, και η φιλία μας κρατάει ζωντανή μέχρι σήμερα παρά τα χρόνια που πέρασαν. Χάρη στους φίλους αυτούς, είχα την ευκαιρία να μιλήσω και να μάθω από πρώτο χέρι τραγικές ιστορίες. Δύο κυρίες, μου είχαν μιλήσει για δικές τους και απώλειες. Η μια είχε αγνοούμενο τον αδελφό της, η άλλη είχε χάσει το σπίτι της στην Κερύνεια. Κάποιοι άλλοι μου είχαν διηγηθεί πως είχαν φύγει κυνηγημένοι από τη Μόρφου, ενώ από πάνω τουρκικά αεροπλάνα τους βομβάρδιζαν… Όλη η οικογένεια σε ένα Μίνι Μόρις, εκτός από τον πατέρα που είχε μείνει πίσω να υπερασπιστεί το σπίτι και την πατρίδα του και δεν ξαναγύρισε. Και άλλα, και άλλα. Δεν έχουν τέλος…


Ποια ήταν τα δικά σας συναισθήματα όταν βγαίνοντας από το αεροδρόμιο της Λάρνακας αντικρίσατε για πρώτη φορά στην πλαγιά του Πενταδάκτυλου την τεράστια κατακόκκινη τουρκική σημαία;
Γροθιά στο στομάχι, πόνο στην καρδιά. Και δεν ήταν μόνον αυτό. Την βλέπαμε την τουρκική σημαία και από την ταράτσα του σπιτιού μας.. Και κάθε μέρα βλέπαμε Τούρκους φρουρούς και τουρκικές σημαίες να κυματίζουν πάνω στην πράσινη γραμμή, στην οδό Λήδρας και το οδόφραγμα στο τέλος του δρόμου, δίπλα στην Ελληνική Πρεσβεία και στο ξενοδοχείο «Λήδρα Παλλάς» εκεί που έδρευε η ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ…
Αυτά είχα να σας πω, ελπίζω να απάντησα στις ερωτήσεις σας. Σας ευχαριστώ που μου δώσατε την ευκαιρία να μιλήσω για το νέο βιβλίο μου Η ΕΜΜΟΝΗ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ που ελπίζω να αγαπηθεί και αυτό από τους αναγνώστες.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Παιχνίδια της μοίρας. Γεγονότα απρόβλεπτα.

  1. Η έκρηξη του ηφαιστείου της Ισλανδίας φέρνει κοντά έναν άντρα και μια γυναίκα, τον Φοίβο και τη Δάφνη. Τι μέλλον μπορεί να έχει η σχέση δύο ανθρώπων με διαφορετικές καταβολές; Πώς συνδέονται μια πεταλούδα, ένας βυζαντινολόγος και μια νεκρή ερευνήτρια; Πόσο δυνατή μπορεί να είναι η εμμονή της μνήμης όταν έρχεται αντιμέτωπη με τον έρωτα;
    Μια σύγχρονη ιστορία με παράλληλη αναφορά στην πτώση του Βυζαντίου, στην πολιορκία της Αμμοχώστου, αλλά και σε άλλα γεγονότα, γνωστά και άγνωστα, της πρόσφατης και παλαιότερης ιστορίας του νησιού της Αφροδίτης.

Βιογραφικό
Η Ελένη Τσαμαδού σπούδασε νομικά στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, καθώς και International Legal Studies στο American University, Washington College of Law. Σταδιοδρόμησε ως δικηγόρος στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος από το 1966 μέχρι το 2000, οπότε αποχώρησε με τον ανώτατο βαθμό ιεραρχίας. Ασχολήθηκε κυρίως με θέματα Διεθνών Συναλλαγών και Ιδιωτικοποιήσεων. Τα έτη 2000-2004 εργάστηκε ως ειδική σύμβουλος σε νομικά θέματα των Υπουργών Ανάπτυξης, και Οικονομίας και Οικονομικών. Είναι παντρεμένη και έχει δύο κόρες. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν επίσης τα μυθιστορήματά της ΟΙ ΘΕΟΙΠΕΘΑΝΑΝ ΣΤΗ ΡΩΜΗ, το οποίο έχει μεταφραστεί στα γερμανικά με τον τίτλο EIN KONIGREICH FUR EIN GRAB, Η ΕΤΑΙΡΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ, Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΜΥΣΤΙΚΩΝ, ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ, Ο ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ, ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ ΖΩΗΣ και ΟΙ ΑΝΕΜΟΙ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ.