Νουβέλα Εκδόσεις Εστία 2023 σελ. 157


Όλοι γνωρίζουμε ότι το Προεδρικό Μέγαρο βρίσκεται στην οδό Ηρώδου Αττικού. Ποιος ήταν ο Ηρώδης Αττικός;
Η καλύτερη Ελληνίδα πεζογράφος, η Ελένη Λαδιά, στο νέο της βιβλίο συνθέτει με καταπληκτικό τρόπο τη ζωή, το έργο, τα αξιώματα και την προσωπικότητα του Ηρώδη του Αττικού.


Η συγγραφέας κάνει ένα τεράστιο άλμα από τον μεταχριστιανικό εικοστό πρώτο αιώνα στον δεύτερο μεταχριστιανικό, τότε που έζησε ο σπουδαίος Ηρώδης Αττικός. Ζώντας κανείς στην Αθήνα θα άκουσε πολλές φορές το όνομά του, τόσο συνδεδεμένο με τα έργα που άφησε πίσω, όπως το Παναθηναϊκό στάδιο, το Ηρώδειο ή Ωδείον, το ναό της θεάς Τύχης στον λόφο του Αρδητού, η οδός Ρηγίλλης και τόπους όπως η Κηφισιά, ο Μαραθώνας και η Εύα Κυνουρίας. Επίσης και άλλες πόλεις της Ελλάδας φρόντισε και διαμόρφωσε (στάδιο στο Πύθιο, πηγή στην Ολυμπία, κολυμβήθρες στις Θερμοπύλες, αποίκισε το Ωρικό της Ηπείρου, το Κανύσιο στην Ιταλία) και ευεργέτησε τις πόλεις της Ευβοίας, της Πελοποννήσου και της Βοιωτίας. Θλιβόταν γιατί δεν άνοιξε τον Ισθμό της Κορίνθου…


Η Ελένη Λαδιά διάβασε την δεύτερη σοφιστική του συγγραφέα Φλάβιου Φιλόστρατου και εκεί είδε ότι ο λαμπρότερος σοφιστής και ρήτορας ήταν ο Ηρώδης Αττικός.
Από το 50-60 μ.Χ. καλλιεργείται η δεύτερη σοφιστική στις πόλεις της δυτικής Μικράς Ασίας, Σμύρνη, Έφεσο, Πέργαμο και κυρίως στην Αθήνα.
Αλλά ποια είναι και τι επιδιώκει; Είναι το τελευταίο οχυρό του Ελληνισμού πριν έρθει η παρακμή. Κορώνα της δεύτερης σοφιστικής είναι ο ελληνικός λόγος. Μαζί με αυτόν και η προσπάθεια αφύπνισης του εθνικού αισθήματος. Υπήρξε μια έντονη ελληνολατρία για να αντιμετωπίσουν οι ημέτεροι λόγιοι την ρωμαϊκή κυριαρχία και την απειλή της λατινικής γλώσσας. Στον δεύτερο και τρίτο μεταχριστιανικό αιώνα, όταν οι Ρωμαίοι επεδίωξαν να επιβάλλουν την γλώσσα τους, οι εκπρόσωποι της δεύτερης σοφιστικής προτιμούσαν να τους κοπεί η δική τους, παρά να χρησιμοποιήσουν τις βάρβαρες λατινικές λέξεις. Ο δεύτερος μεταχριστιανικός αιώνας είναι σημαντικός για την διαφύλαξη της σεβαστής κληρονομιάς των Ελλήνων. Έτσι αναγκάσθηκαν οι Ρωμαίοι να ξεχωρίσουν τους Έλληνες, και οι ίδιοι να διδαχθούν την γλώσσα και τον πολιτισμό των Ελλήνων. Με τον Αυτοκράτορα Αδριανό η Ελληνική ανατολή γνώρισε την πολιτιστική αναγέννηση του Ελληνισμού, την γνωστή Δευτέρα Σοφιστική. Η αποθέωση της δεύτερης σοφιστικής κατά τον Φιλόστρατο βρίσκεται στο πρόσωπο του Πολέμωνος, του Σκοπελιανού και κυρίως του Ηρώδου Αττικού.
Ο Ηρώδης Αττικός ήταν ένας θαυμάσιος λάτρης του αρχαιοελληνικού παρελθόντος μέσα στους αυτοκρατορικούς χρόνους, και με την σοφιστική του δύναμη αυτός και οι άλλοι σύγχρονοι σοφιστές προσπαθήσανε να διατηρήσουνε τον αττικό λόγο, για να μη φιμωθεί από την εισβολή της λατινικής γλώσσας. Ακρίτες σταθήκανε για την αναβίωση του μακροχρόνιου ελληνικού πολιτισμού και της πολύτιμης γλώσσας του!


Ο Ηρώδης Αττικός ήταν άνθρωπος ταγμένος σε μεγάλη αποστολή. Να τιμά την Ελλάδα και να διατηρεί το πνεύμα της ως ο μεγαλύτερος σοφιστής του καιρού του. Να φροντίζει την ωραία αττική διάλεκτο, ώστε να παραμείνει πολλούς αιώνες μετά από αυτόν.
Ο Ηρώδης Αττικός γεννήθηκε στον Μαραθώνα το έτος 101 μ.Χ. Ο πατέρας του, ο Αττικός, ευνοήθηκε από την Τύχη, όταν σε μία από τις οικίες του βρήκε την κρύπτη ενός αμύθητου θησαυρού. Οπότε ο Ηρώδης Αττικός μεγάλωσε και έζησε πάμπλουτος.
Νεαρός ο Ηρώδης έμαθε διαλεκτική από τον Θεαγένη τον Κνίδιο, λογοτεχνία από τον Μανούτιο των Τράλλεων, την πλατωνική φιλοσοφία από τον Ταύρο τον Τύριο και πήρε μαθήματα από τον σοφιστή Πολέμωνα, τον Αθηναίο φιλόσοφο Σεκούνδο, τον φιλόσοφο Φαβωρίνο και από τον Σκοπελιανό έμαθε την τεχνική του αυτοσχεδιασμού. Έμαθε σε ηλικία 11 ετών στη Ρώμη την λατινική γλώσσα, μυήθηκε νέος στα Ελευσίνια μυστήρια, το 126-7 μ.Χ. έγινε επώνυμος άρχων των Αθηνών και σε ηλικία μόνον 24 ετών ήταν μέλος του Αρείου Πάγου. Το 133 μ.Χ. διορίστηκε από τον αυτοκράτορα Αδριανό Άρχων του Πανελληνίου και το 134 μ.Χ. ηγεμών των ελεύθερων πόλεων της Μ. Ασίας. Το 136 μ.Χ. ανέλαβε την οργάνωση των Πανελληνίων Αγώνων και μετά το 140 μ.Χ. πήγε στη Ρώμη και επί πέντε έτη δίδαξε τους πρίγκιπες Μάρκο Αυρήλιο (μετέπειτα Στωικό φιλόσοφο) και Λούκιο Βέρο. Το 143 διορίζεται ύπατος και μετά συγκλητικός κοιαίστωρ (ταμίας). Όταν έγινε ο μεγαλύτερος σοφιστής δίδαξε όλους τους σπουδαίους σοφιστές της εποχής των Αντωνίνων.


Υπήρξε μια πολύπτυχη προσωπικότητα, ένας άνθρωπος με πολλές ιδιότητες, ένας εξαίσιος πολυσχιδής νους! Η αγάπη του για την μελέτη ήταν μοναδική. Μολονότι μάθαινε εύκολα δεν σταματούσε να μοχθεί. Μελετούσε κι όταν έπινε και στην διάρκεια της νύχτας και στα διαλείμματα του ύπνου. Οι κατήγοροί του (λόγου ζήλιας και φθόνου) τον κατηγορούσαν επειδή ήταν μελετηρός και τον αποκαλούσαν «σιτευτό ρήτορα».
Η Τύχη του έφερε πλούτη, δόξες, πένθη και πόνους βαθύτερους και από τον ωκεανό. Το πένθος του για τα παιδιά του και την σύζυγό του Ρηγίλλη, ήταν δυνατό, ξεπερνούσε τα όρια.
Ο Ηρώδης Αττικός, ζάπλουτος όντας, χρησιμοποίησε τον πλούτο του για τους άλλους. Ήταν μεγαλόψυχος. Δεν είχε κανένα ανταγωνισμό, καμία κακία στα λεγόμενά του, κανένα σαρκαστικό υπαινιγμό, ήταν πέρα από τα μικρά κι ανθρώπινα, στοχεύοντας στα υψηλά. Ήταν πάντα έτοιμος να κατανοήσει και να συγχωρήσει. Ήταν δοτικό πνεύμα. Όλα ήταν για την χαρά και την αισθητική των άλλων. Δεν κρατούσε τίποτα για τον εαυτό του. Είχε γνώσεις, πρωτότυπες ιδέες, ήθος, υπομονή, καρτερικότητα, μεγαθυμία και ανεξικακία. Είχε ευφράδεια και κομψότητα στην απαγγελία.


Έστησε πολλούς ανδριάντες, αγάλματα (Ορχούμενες Λάκαινες), στήλες (στήλη των πεσόντων στη μάχη του Μαραθώνα, στήλη που αναφέρει την υποδοχή, που προετοίμασαν οι Αθηναίοι γι΄ αυτόν), έφτιαξε επαύλεις, βίλες (στην Κηφισιά, στον Μαραθώνα και στην Εύα Κυνουρίας), κτίρια, μουσεία, ιερά (ιερό των Αιγυπτίων θεών), στάδια, δεξαμενές, λουτρά, υδραγωγεία, βαλανεία, νυμφαία, βιβλιοθήκες, το Κλεψύδριο κ.α. Ήταν ευεργέτης της Αθήνας και άλλων πόλεων. Ήταν υπέροχος με τα αξιώματα και την διαχείριση της τεράστιας περιουσίας του. Όλοι τον θαύμαζαν για την ευφυία του και το ήθος του. Έκανε πολλά περίλαμπρα έργα και τόσους σοφούς ρητορικούς λόγους. Από τα γραπτά του διασώθηκε ένας μόνο λόγος του, «Περί Πολιτείας». Είχε πάθος με την Τέχνη και ήταν συλλέκτης έργων τέχνης. Χωρίς να είναι ματαιόδοξος, τον ενδιέφερε η καλή φήμη και η υστεροφημία του.
Αν συνοψίζαμε τη ζωή του: «Έργα λαμπρά και πένθη πικρά!»


Παρέδιδε μαθήματα, περιηγείται τόπους, δίνει διαλέξεις, παρουσιάζει επιδεικτικούς λόγους, κάνει αυτοσχεδιασμούς. Ο λόγος του, σύμφωνα με τον Φιλόστρατο, ήταν αρκετά αρμονικός, το σθένος του ήταν μάλλον συγκαλυμμένο, υπήρξε βαρυσήμαντος με τρόπο απλό, ο ήχος του θύμιζε Κριτία (είχε το προσωνύμιο «κριτιάζουσα ηχώ»). Οι ιδέες του ήταν τέτοιες που δεν μπορούσε να σκεφτεί άλλος. Η κωμική χροιά δεν εισάγεται βίαια, αλλά βγαίνει ελεύθερα μέσα από τα ίδια τα πράγματα. Ο λόγος του είναι ευχάριστος και πλούσιος σε σχήματα και γεμάτος χάρη, με ωραίες εναλλαγές στην σύναξη και με τόνο όχι βίαιο αλλά ομαλό και σταθερό. Όταν ήθελε να συγκινήσει το ακροατήριό του, αντλούσε την θεματολογία από την τραγωδία και την καθημερινότητα. Ήταν τόση η ρητορική του δεινότητα, ώστε αναφέρεται πως ήταν «εις των δέκα ρητόρων, βασιλεύς λόγων, Ελλήνων γλώσσα και γλώσσα Αθηναίων». Η γλώσσα του τσάκιζε κόκκαλα με τον ευθύβολο λόγο του και το δηκτικό του ύφος.
Οι Αθηναίοι έφηβοι, όταν πέθανε εβδομήντα έξι χρονών, τον έκλαψαν επευφημώντας συγχρόνως, και τον έθαψαν στο Παναθηναϊκό στάδιο, χαράζοντας πάνω στον τάφο του, το σύντομο και σπουδαίο επίγραμμα :
«Αττικού Ηρώδης Μαραθώνιος, ού τάδε πάντα
Κείται τώδε τάφω, πάντοθεν ευδόκιμος.»


Μια ευπρόσδεκτη, καλοειπωμένη ιστορία.
Πρωτότυπη και συναρπαστική εξιστόρηση της ζωής του Ηρώδη Αττικού -τόσο ζωντανού αλλά και τόσο άγνωστου στους Αθηναίους «συγκατοίκους» του…
Μια κρυψίβουλη μινιμαλιστική Νουβέλα, με αμφισημία των νοημάτων της και μικρές, ευσύνοπτες, όμως δραστικά πανούργες φέτες αλήθειας.
Η αφηγηματική δεινότητα της Ελένης Λαδιά είναι παροιμιώδης, η ματιά της οξυδερκής, η επιμονή στη λεπτομέρεια συγκινητική, η άρνηση να υποκύψει στην ολοένα αυξανόμενη ταχύτητα της εποχής απόλυτη. Με τα πιο απλά υλικά πετυχαίνει να συνθέσει μια στέρεα και καλοκατασκευασμένη Νουβέλα για τον αισθαντικό Ηρώδη Αττικό.
Πρόκειται για Αριστούργημα.
Διαβάστε το και διαδώστε το.

Η Ελένη Λαδιά γεννήθηκε το 1945 στην Αθήνα. Σπούδασε αρχαιολογία και θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Τα πιο γνωστά λογοτεχνικά της έργα είναι: “Χάλκινος ύπνος”, “Αποσπασματική σχέση”, “Η θητεία”, “Τα άλση της Περσεφόνης”, “Η Χάρις”, “Οι ποταμίσοι έρωτες”, “Τα ψυχομαντεία και ο υποχθόνιος κόσμος των Ελλήνων”. Έχει τιμηθεί με το Β΄ Κρατικό βραβείο (1981) για τη συλλογή “Χάλκινος ύπνος” και με το βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για την “Ωρογραφία” (1999) και με το Κρατικό βραβείο Διηγήματος (2007) για τη νουβέλα “Η γυναίκα με το πλοίο στο κεφάλι”. Διηγήματά της έχουν μεταφραστεί στα σλοβένικα, τα γαλλικά και τα αγγλικά. Το μυθιστόρημά της “Χι ο Λεοντόμορφος” στα σέρβικα και “Η Χάρις” και “Η γυναίκα με το πλοίο στο κεφάλι” στα ρουμάνικα. Οι “Ομηρικοί ύμνοι” σε μτφ. Δ. Π. Παπαδίτσα – Ε. Λαδιά έχουν μεταφραστεί στα φιλανδικά. Άρθρα και μελετήματά της έχουν δημοσιευθεί σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες της χώρας.