Συγγραφέας του βιβλίου «Η θεία Μπέμπα» – Εκδόσεις «Ψυχογιός»

Ευθυμογράφημα εποχής μας φέρνει στο μυαλό το νέο μυθιστόρημα της Ισμήνης Μπάρακλη. Το νοσταλγικό και «νόστιμο» εξώφυλλο σε συνδυασμό με το ιδιαίτερο χιούμορ με το οποίο έχει γραφτεί, καρφιτσώνει στα χείλη μας ένα ζεστό χαμόγελο και μας κρατά ευχάριστη συντροφιά μέχρι το τέλος. Ηρωίδα της «Η θεία Μπέμπα», η οικονόμος μιας αριστοκρατικής οικογένειας. Μια σπιρτώδης γυναίκα με μπρίο και φλογερό ταπεραμέντο, που τολμά επανεκκινήσεις στην ζωή της. Ο αναγνώστης τη λατρεύει αμέσως, επειδή διαπιστώνει πως ο τρόπος που αγαπά είναι ουσιαστικός, βαθύς, άδολος, αμετάβλητος. Μαζί της θα βρεθούμε στο Ναύπλιο της δεκαετίας του 1930 και θα κάνουμε παρέα με ευφάνταστους χαρακτήρες. Όπως λέει στο Vivlio-life η συγγραφέας «Το μυθιστόρημα καθρεπτίζει την κοινωνία της εποχής, την αισθητική της, το ήθος της, με καλοσύνες και παθογένειες, και φέρνει στο φως αυτό που είναι και ο πυρήνας της λογοτεχνίας, τον άνθρωπο, που μένει πάντα ίδιος και αναλλοίωτος στον χρόνο».

Το εξώφυλλό σας εκτός από νοσταλγικό είναι και ιδιαιτέρως νόστιμο. Είναι διαφήμιση κακάου μιας άλλης εποχής;
Ομολογουμένως, είναι ένα εξώφυλλο που έχει κάνει ιδιαίτερη εντύπωση. Πράγματι, προέρχεται από μια παλιά διαφήμιση σοκολάτας, συνειρμικά φέρνει στο νου γλυκές μνήμες από το μακρινό παρελθόν. Ωστόσο, ταιριάζει απόλυτα και με τον τίτλο, όπου επίσης έχει τη νοσταλγία της εποχής.

Το πρώτο που έκανα ως αναγνώστρια κρατώντας το βιβλίο σας στα χέρια μου ήταν να χαμογελάσω. Ήταν ο λόγος που το επιλέξατε αυτό το χαμόγελο;
Πόσο πολύτιμα και ακριβοθώρητα έχουν γίνει τα χαμόγελα στις μέρες μας! Χαίρομαι για την ερώτησή σας, γιατί πιστεύω πως το χαμόγελο θα συνοδεύσει τον αναγνώστη καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάγνωσης μέχρι την τελευταία σελίδα. Η θεία Μπέμπα είναι ένα μυθιστόρημα που θυμίζει ευθυμογράφημα εποχής και νομίζω πως έρχεται σε μια περίοδο που διψάμε για χιούμορ και προσπαθούμε να γαντζωθούμε στην αισιόδοξη πλευρά της ζωής.

Τοποθετήσατε την ιστορία σας στην εποχή κατά την οποία «στις σκοτεινές κουζίνες της Γερμανίας μαγειρευόταν ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», άρα στη δεκαετία του ’30. Υπάρχουν μνήμες δικών σας ανθρώπων στο βιβλίο σας;
Είναι μυθοπλασία που ακολουθεί ωστόσο τη γραμμή του χρόνου. Η δεκαετία του 1930 ήταν για την αριστοκρατία μια παρατεταμένη περίοδος μπελ επόκ που όλα έμοιαζαν ακόμα ρόδινα, όμως δεν ήταν. Όλες αυτές οι ζυμώσεις σε παγκόσμιο επίπεδο καταγράφονται μέσα στο μυθιστόρημα, καθώς και οι αλλαγές που θα φέρουν στις ζωές των ηρώων.

Όλοι έχουμε να θυμόμαστε μια θεία Μπέμπα να πρωταγωνιστεί στις παιδικές μας αναμνήσεις. Η δική σας αφηγείται μία συγκινητική ιστορία και ο τρόπος που το κάνει μας κερδίζει αμέσως. Μιλήστε μας για την κεντρική σας ηρωίδα.
Η θεία Μπέμπα είναι μια σπιρτώδης γυναίκα με μπρίο και φλογερό ταπεραμέντο. Πέρα όμως από το χιούμορ που την διακρίνει, είναι ένας άνθρωπος με βάθος και επίγνωση. Ο τρόπος που διαχειρίζεται τραγικές και δυσεπίλυτες καταστάσεις, αφήνει ανεξίτηλη τη σφραγίδα της σε πρόσωπα και γεγονότα. Πέρα όμως από την ιστορία αυτή καθ’ αυτή ίσως το ζουμί, ο πυρήνας του βιβλίου, να βρίσκεται στην προσωπικότητα της Μπέμπας, μιας γυναίκας που τολμά επανεκκινήσεις στην ζωή της, τολμά νέες αφετηρίες και στροφές, τολμά να ζήσει πέρα από καθωσπρεπισμούς και κοινωνικά στερεότυπα και εντέλει σκηνοθετεί τη ζωή της με τέτοιο τρόπο ώστε να αξίζει το κάθε λεπτό της διαδρομής και η κάθε ανάσα.

Αυτή η γυναίκα έχει πολλά χαρίσματα. Μια γυναίκα με αρετές και αξίες. Ποιο από τα χαρακτηριστικά που της δώσατε πιστεύετε πως κεντρίζει περισσότερο το ενδιαφέρον και τη συμπάθεια του αναγνώστη;
Ο τρόπος που αγαπά. Ουσιαστικός, βαθύς, άδολος, αμετάβλητος μέσα στα χρόνια. Καθρεπτίζεται στον τρόπο που προσεγγίζει ιδιαίτερες καταστάσεις. Δεν μπορώ να μην αναφέρω σαν παράδειγμα την αλληλογραφία που αναπτύσσει με έναν από τους ήρωες του βιβλίου όπου αυτή η αγάπη που την χαρακτηρίζει θα γίνει χιούμορ προκειμένου να τον εμψυχώσει και να τον κρατήσει στη ζωή. Ή την σχέση που αναπτύσσει με τον Ντίνο, το στερνοπαίδι της οικογένειας Ροδόπουλου, που τον μεγαλώνει σαν δικό της παιδί. Και η ιδιαίτερη αυτή σχέση Μπέμπας – Ντίνου μονοπωλεί την ιστορία μέχρι την τελευταία σελίδα σε πείσμα των χρόνων που περνούν και των δεκαετιών που διαδέχεται η μια την άλλη φέρνοντας αλλαγές και εξελίξεις και για τους δυο ήρωες. Ωστόσο η αγάπη, είναι ο σταθερός παράγοντας και ο συνδετικός κρίκος.

Βρέθηκε να φροντίζει ένα αρχοντικό και μία αριστοκρατική αλλά συγχρόνως και ιδιόρρυθμη οικογένεια μ’ ένα «επτασφράγιστο μυστικό» όπως αναφέρετε στο οπισθόφυλλό σας. Πόσο θα διαταράξει τις σχέσεις της με τα μέλη της οικογένειας η αποκάλυψή του;
Αυτό είναι το θαυμαστό σημείο της ιστορίας. Και εδώ κρύβονται πολλά που δεν μπορούν να αποκαλυφθούν. Ας πούμε μόνο: Εντελώς και καθόλου. Οξύμωρο, ωστόσο πέρα για πέρα αληθινό.

Πόσο διαδεδομένος ήταν ο ρόλος της οικονόμου στα αρχοντικά του Ναυπλίου και ποιους όρους έπρεπε να πληρούν οι γυναίκες που προοριζόταν γι αυτές τις θέσεις εμπιστοσύνης;
Ήταν θέσεις άκρας εμπιστοσύνης και σιωπής. Γνώριζαν τα πάντα, δεν μπορούσαν να υπάρχουν μυστικά και κρυφές πτυχές, όχι λόγω οικειότητας, απεναντίας, ξεκάθαρα λόγο τριβής. Ήταν το τρίτο μάτι της οικογένειας, πανταχού παρόν. Πολύ χαρακτηριστική φυσιογνωμία μέσα στην ιστορία είναι η Μαριγούλα, η πρώτη υπηρέτρια του αρχοντικού, που προηγήθηκε χρονικά της Μπέμπας, καθώς και η σχέση που αναπτύσσεται με τα χρόνια μεταξύ των μελών του σπιτιού. Ενσωματώνεται με το σπίτι και τους ανθρώπους του.

Υπάρχουν στιγμές που διαβάζοντας το βιβλίο σας πίστευα πως παρακολουθώ παλιά ελληνική ταινία. Το νιώσατε όταν περιγράφατε σκηνές με τον κύριο Βασιλάκη Ροδόπουλο και τη σύζυγό του Ελπινίκη;
Οι ευφάνταστοι χαρακτήρες, τα κοστούμια τους, οι μεταξύ τους διάλογοι, το σκηνικό της παλιάς πόλης του Ναυπλίου, η κοινωνία της εποχής, η αισθητική της, όλα αυτά έχουν μια άκρως θεατρική χροιά. Ήταν ένας απολαυστικός κόσμος, νόστιμος, θεατρικός, με κουσούρια και χαρίσματα όπως σε όλες τις εποχές, σε μια κοινή θέα όμως. Από την άποψη αυτή θα συμφωνήσω μαζί σας, καθώς φέρνει στο νου παλιό ελληνικό κινηματογράφο.

Αν κάτι κάνει πιο απολαυστική την ανάγνωση του μυθιστορήματός σας είναι η χιουμοριστική διάθεση της θείας Μπέμπας και άρα η δική σας. Με όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας είναι το χιούμορ ένας καλός τρόπος να δούμε τη ζωή με άλλο μάτι;
Νομίζω πως το χιούμορ έχει μια ιερή διάσταση, είναι μια ανάσα, μια δύναμη, προκειμένου να μπορέσουμε να ισορροπήσουμε και να συνεχίσουμε το προσωπικό μας ταξίδι. Αλλάζει σταδιακά και τη θέση μας μέσα στη ζωή, αναφορικά με την παρατήρηση των γεγονότων που παραμένουν ίδια, βρίσκουν όμως εμάς διαφορετικούς. Μεγάλες μορφές του πνευματικού κόσμου ακόμα και μέσα από τον χώρο της εκκλησίας διακρίνονταν απόένα λεπτεπίλεπτο χιούμορ. «Η αίσθηση του χιούμορ είναι η μοναδική θεϊκή ιδιότητα του ανθρώπου» λέει o Γερμανός φιλόσοφος Σοπενχάουερ.

Ναύπλιο. Εκεί ζουν οι ήρωές σας από εκεί κατάγεστε και εσείς. Άρα κάπου εκεί ανάμεσα στις αναμνήσεις από γεύσεις και μυρωδιές και φωνές του δικού σας παρελθόντος γεννήθηκε η θεία Μπέμπα;
Η θεία Μπέμπα, αμάλγαμα φαντασίας και αφηγήσεων, γεννήθηκε σε έναν φανταστικό χώρο της μνήμης μου που πίστευα πως έχει εξασθενίσει και δεν υπάρχει. Προφανώς όμως όλα αυτά είναι καταγεγραμμένα στα κύτταρά μας, σε μια έσω μνήμη που κάποιες φορές η ακρίβειά της ξεπερνά και εμάς τους ίδιους.

Γνωρίσατε σ’ αυτή την όμορφη πόλη κάποια πρόσωπα που σήμερα παίζουν μεγάλους ή μικρούς ρόλους στο μυθιστόρημά σας;
Είναι μυθοπλασία, τα πρόσωπα σαφώς δεν είναι υπαρκτά, ωστόσο αποκτούν υπόσταση μέσα από την αλήθεια τους. Το μυθιστόρημα καθρεπτίζει την κοινωνία της εποχής, την αισθητική της, το ήθος της, με καλοσύνες και παθογένειες, και φέρνει στο φως αυτό που είναι και ο πυρήνας της λογοτεχνίας, τον άνθρωπο, που μένει πάντα ίδιος και αναλλοίωτος στον χρόνο.

Δώστε μας μια γεύση από το Ναύπλιο εκείνης της εποχής και τον τρόπο ζωής των παλιών Αναπλιωτών.
Ένα καλοφτιαγμένο σκηνικό, ένα πολύβουο μελίσσι: Η βαβούρα του λιμανιού, τα εμπορικά μπαπόρια, ο σταθμός του τρένου, τα φτωχικά κάρα, οι πλούσιες άμαξες, ο σαματάς στα σοκάκια και στις δρομόσκαλες, οι καφενέδες, οι ταβέρνες και τα κρασοπουλιά, τα εμπορικά, τα μπαρμπέρικα, τα φωτογραφεία, τα Δικαστήρια, το Δεσποτικό, η αριστοκρατική συνοικία του γιαλού, το επονομαζόμενο μικρό Κολονάκι με τα δίπατα νεοκλασικά της προκυμαίας, στην φάτσα της πόλης. Και από την άλλη πλευρά οι φτωχογειτονιές του Ψαρομαχαλά κρυμμένες στα πίσω σοκάκια κάτω από τον βράχο του κάστρου, σφικτά τα σπίτια σαν τις σαρδέλες το ένα δίπλα στο άλλο. Και ο εμπορικός δρόμος καταμεσής των δυο αυτών κόσμων να χωρίζει την πόλη στη μέση με καταστήματα και οικίες άνωθεν, σκαρφαλωμένες μπουκαβίλιες, πλανόδιους πωλητές, ψαθάκια και καπέλα, ομπρελίνια και μπαστούνια… «Ευτυχισμένο το χίλια εννιακόσια τριάντα έξι»

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Ενόσω στις σκοτεινές κουζίνες της Γερμανίας μαγειρεύεται ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, εις την Οικία Ροδόπουλου εορτάζεται η έλευση του Βασιλιά με ταγκό, πίπερμαν ως και σοκολατάκια λικέρ εκ Φλόκα. Παραλής γαρ, ο κύριος Βασιλάκης ευημερεί εκ του εμπορίου ραδιοφώνων Φίλιπς και η ευτυχής, πλην άχρηστη, σύζυγος Ελπινίκη, φανατική συλλέκτρια φτερωτών καπέλων, διάγει ζωή χαρισάμενη.
Το αυτό και ο μικρός τους υιός, Ντίνος, ο οποίος ζαχαρώνει γυναικείους ποδόγυρους, κάτω από τραπεζαρίες φορτωμένες εδέσματα. Μέχρι την ημέρα-κόλαφο που η Μπέμπα, η δαιμόνια οικονόμος, θα βρεθεί αντιμέτωπη με το επτασφράγιστο μυστικό του αρχοντικού, καλά θαμμένο για χρόνια…

Βιογραφικό
Η Ισμήνη Χ. Μπάρακλη γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα σπίτι γεμάτο βιβλία και μυρωδιές μαγειρικής. Σπουδάζει, εργάζεται, ταξιδεύει, παντρεύεται, γίνεται μαμά, λατρεύει τη φύση, υμνεί τη φιλία και ονειρεύεται έναν καλύτερο κόσμο με περισσότερο χιούμορ, ειλικρίνεια και αγνότητα! Ευσεβής της πόθος είναι μέσα από τις αράδες της να κάνει τους αναγνώστες της να γελούν. Πιστεύει ότι το γέλιο είναι πηγή ζωής και τρόπος επιβίωσης σε χαλεπούς καιρούς και θεωρεί το βιβλίο ως το πιο υγιές μέσο για να το πετύχουμε.