Συγγραφέας του βιβλίου «Αψέντι, η Πράσινη Νεράιδα» – Εκδόσεις «Μολύβι»

Σήμερα είναι απλά ένα ποτό. Πριν από έναν αιώνα, ωστόσο, σύμφωνα με την Ιωάννα Αμπατζή, υπήρξε μια σπουδαία πηγή έμπνευσης. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε πως εξαιρετικά έργα τέχνης και λογοτεχνήματα οφείλουν τη δυναμική τους κατά τους δημιουργούς τους, αποκλειστικά στο «Αψέντι». Όπως λέει στο Vivlio-life η συγγραφέας «Μποντλέρ, Βερλέν, Βαν Γκογκ, Όσκαρ Ουάιλντ, Ρεμπό, Μαλαρμέ, Πικάσο, Απολινέρ, Γκογκέν, Ζαρύ και δεκάδες ακόμα, ήταν γνήσιοι πότες αψινθιού και ισχυρίζονταν πως χωρίς αυτό δεν ήταν δυνατόν να δημιουργήσουν». Η ιστορία της μας μεταφέρει στο Παρίσι του 1900, μια εποχή που μοιάζει πολύ με τη δική μας. «Μια εποχή τεχνολογικών ανακαλύψεων, πολιτικών αναταραχών, χαράς και βίας, συντηρητισμού και σεξουαλικής απελευθέρωσης, ευγένειας και χαμέρπειας, μια εποχή αντιθέσεων, σαν αυτή που ζούμε σήμερα».

  • Αψέντι. Λίγοι γνωρίζαμε τη λέξη μέχρι, που, την είδαμε τίτλο στο μυθιστόρημά σας και προκάλεσε το ενδιαφέρον να την αναζητήσουμε. Αποσταγμένο ποτό, διαβάζουμε, με υψηλή περιεκτικότητα σε οινόπνευμα. Μιλήστε μας για την επιλογή του τίτλου.
    Το αψέντι του σήμερα είναι απλά ένα ποτό, όπως το περιγράφετε, αποσταγμένο, με υψηλή περιεκτικότητα σε οινόπνευμα. Ένα αιώνα πριν, όμως, ήταν η έμπνευση συμπυκνωμένη σε ένα ποτήρι και σημάδεψε μια ολόκληρη γενιά καλλιτεχνών. Το λάτρεψαν, το εκθείασαν, το ζωγράφισαν, έγραψαν γι’ αυτό ποιήματα, ξέχασαν για χάρη του το κρασί.
  • «Η πράσινη νεράιδα». Είναι οι τρεις λέξεις του υπότιτλου. Με ενδιαφέρον περιμένουμε να μας μιλήσετε και γι αυτήν την επιλογή.
    Είναι το χαϊδευτικό του αψινθιού. Το έλεγαν και «Πράσινη Τρέλα», «Πράσινη Κυρία», «Νεράιδα με τα πράσινα μάτια», “Σμαραγδένια Μούσα”. Το έπιναν όλοι, από τον φτωχότερο εργάτη έως τον πλουσιότερο ευγενή. Του χάρισαν αυτόν τον τίτλο όχι μόνο γιατί το ποτό αυτό είχε έντονο πράσινο χρώμα αλλά και γιατί το θεωρούσαν πηγή έμπνευσης και δημιουργίας.
  • Ένα ποτό με υπέροχο σμαραγδί χρώμα, λοιπόν. Συγχρόνως και ποτό των παραισθήσεων και της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Μιλήστε μας γι αυτήν την ιδιότητά του και τη σχέση με την ιστορία που πραγματεύεστε.
    Εξαιρετικά έργα τέχνης και λογοτεχνήματα οφείλουν, κατά τους δημιουργούς τους, τη δυναμική τους αποκλειστικά στο αψέντι. Μποντλέρ, Βερλέν, Βαν Γκογκ, Όσκαρ Ουάιλντ, Ρεμπό, Μαλαρμέ, Πικάσο, Απολινέρ, Γκογκέν, Ζαρύ και δεκάδες ακόμα, ήταν γνήσιοι πότες αψινθιού και ισχυρίζονταν πως χωρίς αυτό δεν ήταν δυνατόν να δημιουργήσουν. Καθώς το έπιναν, θεωρούσαν πως τρύπωνε βαθιά στο ασυνείδητο, ξεκλείδωνε το μυαλό και την ψυχή τους και φυσικά την έμπνευσή τους. Η έξαψη που τους κυρίευε, τους οδηγούσε σε άλλο, ανώτερο επίπεδο, αυτό του συλλογικού ασυνείδητου απ’ όπου αντλούσαν τα αριστουργήματά τους. Στην πορεία του βιβλίου βλέπουμε το τρόπο που ο Ζαρύ και η παρέα του σχετίζονται με την Πράσινη Νεράιδα, τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν, το ξεδίπλωμα του πραγματικού τους εαυτού, τις σχέσεις και τα έργα που δημιουργούν πίνοντας αψέντι, τη συνάφεια και την απόσταση μεταξύ παραισθήσεων και πραγματικότητας, ρεαλισμού και παταφυσικής.
  • Παρίσι 1900. Ας ταξιδέψουμε, στον χρόνο και ας φθάσουμε στην αρχή ενός αιώνα που άφησε δυνατό αποτύπωμα στην ιστορία. Δεν επιλέξατε τυχαία τη συγκεκριμένη χρονολογία. Ποιο είναι το ερέθισμα που κρύβει και σας ενέπνευσε γι αυτό το μυθιστόρημα;
    Είναι μια εποχή που μοιάζει πολύ με τη δική μας, μια αλληγορία της σύγχρονης κοινωνίας μας και των βιωμάτων μας. Μια εποχή τεχνολογικών ανακαλύψεων, πολιτικών αναταραχών, χαράς και βίας, συντηρητισμού και σεξουαλικής απελευθέρωσης, ευγένειας και χαμέρπειας, μια εποχή αντιθέσεων, σαν αυτή που ζούμε σήμερα.
  • Μιας και έχουμε να κάνουμε με ένα ιστορικό μυθιστόρημα, ποια ιστορικά γεγονότα συμπεριλάβατε στη μυθιστοριογραφία σας;
    Τη Μεγάλη Έκθεση και τα περίπτερά της κατά μήκος του Σηκουάνα, το παράδοξο του νεκροτομείου του Παρισιού στο οποίο συνήθιζαν να επισκέπτονται οι Παριζιάνοι με τις οικογένειές τους για την κυριακάτικη βόλτα τους, τους Ολυμπιακούς του 1900 με τα περίεργα αθλήματα όπως το πέταγμα χαρταετού κι η σκοποβολή περιστεριών, τη στιγμή της αλλαγής του αιώνα οπότε και για πρώτη φορά φωτίστηκε με ηλεκτρικούς λαμπτήρες ο Πύργος του Άιφελ, την πρεμιέρα του έργου Βασιλιάς Ιμπί του Ζαρύ και άλλα πολλά.
  • Ο αναγνώστης παρακολουθεί τρεις παράλληλες αφηγήσεις, που όμως η γραφή σας τις μπλέκει, έτσι ώστε, να κρατάτε αμείωτο το ενδιαφέρον. Η πρώτη αφορά τον κεντρικό σας ήρωα το «Αψέντι». Ποιους πρωταγωνιστές βάλατε δίπλα του;
    Πρωταγωνιστής είναι το αψέντι που τρυπώνει στις ζωές της Ρασίλντ, του Αλφρέντ και του Βαλέ, του Ρεμύ, της Σουζάν, του Γκιγιώμ του Πάμπλο, του Τουλουζ, του Μαρτσέλο, του Ζαν και αρκετών άλλων, που, είτε λατρεύουν, είτε μισούν την Πράσινη Νεράιδα.
  • Η δεύτερη αφορά την παρέα του Αλφρέντ του περιθωριακού γάλλου λογοτέχνη, που ο αναγνώστης συμπαθεί αμέσως. Ποια χαρακτηριστικά του δώσατε;
    Τον περιέγραψα πάνω κάτω όπως ήταν, αρκετά πρωτοπόρος ώστε να θεωρείται ο προάγγελος του σουρεαλισμού, αρκετά τρελός ώστε να ποδηλατεί φορώντας τα κίτρινα παπούτσια της ξαδέλφης του και να πυροβολεί αδιακρίτως με το ρεβόλβερ του το πλήθος, με αίσθηση του χιούμορ που διακρίνεται έντονα στα έργα του, ευαίσθητο, αυθάδη, επίμονο, ονειροπόλο, τολμηρό.
  • Η τρίτη αφήγηση αφορά όλους αυτούς που πολεμούν το αψέντι για τους δικούς τους λόγους. Ποιοι είναι αυτοί που το πολεμούν και ποιοι είναι οι βασικοί λόγοι που το κάνουν;
    Αυτοί που πολεμούν το αψέντι το κάνουν κυρίως στο βωμό του κέρδους και για προσωπικό όφελος. Ο Μεγάλος θέλει να προωθήσει τα κρασιά του, ο Μαρτσέλο θέλει να ικανοποιήσει τον θείο του και να βγάλει χρήματα, οι πολιτικοί θέλουν να ευχαριστήσουν συγκεκριμένες ομάδες συντηρητικών ψηφοφόρων, κάποιοι άλλοι, όπως ο Ζαν, ψάχνουν ένα εξιλαστήριο θύμα για τα δεινά που τους συμβαίνουν, άλλοι προβάλλουν θρησκευτικούς λόγους.
  • Οι σπουδές σας στο Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας πόσο κοντά σας έφεραν στους επινοημένους ήρωές σας;
    Τα περισσότερα άτομα που αναφέρονται στο μυθιστόρημα είναι υπαρκτά πρόσωπα, λογοτέχνες και καλλιτέχνες. Δεν τους γνώριζα σε βάθος πριν ασχοληθώ με τη συγγραφή του βιβλίου, αλλά γνώριζα το πλαίσιο μέσα στο οποίο είχαν ζήσει και δημιουργήσει. Λόγω των σπουδών μου, όχι μόνο στη Γαλλική αλλά και μετέπειτα, στα μεταπτυχιακά μου στο θέατρο και τη δημιουργική γραφή, το λογοτεχνικό και ιστορικό υπόβαθρο της εποχής μού ήταν οικείο. Ήταν ένας χώρος που μπορούσα να κινηθώ με σχετική άνεση, γιατί είχα τη γνώση.
  • Πίσω από κάθε μυθιστόρημα υπάρχει μια μεγάλη ή μικρή έρευνα. Σε ποιες πηγές εστιάσατε την προσοχή σας;
    Η συγκεκριμένη έρευνα ήταν σχετικά μεγάλη και διήρκησε πολλά χρόνια. Φανταστείτε, όταν ξεκίνησε, δεν υπήρχε το διαδίκτυο όπως το ξέρουμε σήμερα παρά μόνο ως εργαλείο εύρεσης βιβλίων σε διεθνείς καταλόγους. Συνεπώς, η έρευνα έγινε μέσα σε βιβλιοθήκες. Ευτυχώς εκείνο το διάστημα ήμουν στην Αμερική και είχα στη διάθεσή μου δυο καταπληκτικές πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες. Βρήκα σλάιντς από τον ημερήσιο τύπο του 1900, βρήκα αντίγραφα του περιοδικού που πρωτοεξέδωσε ο Ζαρύ, κάποια από τα έργα του που ακόμα δεν είχαν καν μπει σε συλλογή, την αλληλογραφία του με τη Ρασίλντ, τεύχη της Mercure de France της οποίας ήταν εκδότης ο Βαλέ, καρτ ποστάλ και φωτογραφίες από τη Μεγάλη Έκθεση στο Παρίσι και από τους Ολυμπιακούς Αγώνες, υλικό για το νεκροτομείο του Παρισιού κι ένα σωρό λογοτεχνικά κείμενα. Μπορώ να απαριθμήσω αμέτρητες πηγές. Χαίρομαι που στην αρχή δεν είχα την ευκολία που είχα αργότερα να γκουγκλάρω ό,τι θέλω, γιατί για χρόνια αισθανόμουν σαν αστυνομικός ντετέκτιβ και μου άρεσε. Φυσικά, όταν είχα την πολυτέλεια του σημερινού διαδικτύου, βρήκα αρκετά ιστορικά αρχεία από τους πρώτους φωτογράφους και κινηματογραφιστές και η εικόνα που είχα στο μυαλό μου για την εποχή που περιγράφω στο βιβλίο, ολοκληρώθηκε. Ευελπιστώ πως έχω μεταφέρει έτσι ολοκληρωμένη και στις σελίδες του βιβλίου.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Ο Αλφρέντ τρέχει με το ποδήλατο, πυροβολεί με το ρεβόλβερ του και μιλά για παταφυσική.
Η Μαργαρίτα φορά αντρικά ρούχα στο Σαλόνι της Τρίτης και ενίοτε γράφει πορνογραφήματα..
Ο Τουλούζ, όταν δεν φτιάχνει κοκτέηλ για την Πολική και την Γκουλού, ζωγραφίζει.
Ο Βαλέ αγαπά τον συμβολισμό αλλά και τα κελιά του Γραν Γκινιόλ..
Ο Μαρτσέλο αφήνει τη βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης για τα αψεντοχώραφα.Ο Πάμπλο δοκιμάζει λαγό στιφάδο στου μπάρμπα Φρέντ και ζωγραφίζει τον Λόλο τον γάιδαρο.
Η Σουζάν φορά ένα ακριβό δαχτυλίδι.
Ο Γκιγιώμ κλέβει παιδικά αλογάκια.Ο Ζαν θέλει τις μπότες του καλογυαλισμένες.Ο Ανρί παίζει βιολί έξω από την όπερα.
Κι εκείνη, τους κοιτά, ψιθυρίζει στο αυτί τους, τους εμπνέει, τους φτάνει στα άκρα, ζητά να τη λατρέψουν και να τη δικαιώσουν. Ιπποκράτειο οίνο, αψίνθιον, πράσινη μούσα, Αρτεμισία, πράσινη νεράιδα, αψέντι, σμαραγδένια μούσα, πράσινο φίδι. Έτσι τη φώναζαν.

Βιογραφικό
Η Ιωάννα Αμπατζή αποφοίτησε από το Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Α.Π.Θ. και συνέχισε τις μεταπτυχιακές της σπουδές στο Washington State University και το University of Kansas στα τμήματα Θεάτρου και Κινηματογράφου, ενώ πρόσφατα, απέκτησε και έναν δεύτερο μεταπτυχιακό τίτλο στη Δημιουργική Γραφή (Πανεπιστήμιο Δ. Μακεδονίας, Φλώρινα) με κατεύθυνση στην Παιδική Λογοτεχνία. Πέρα από τη διδακτική της εμπειρία, ασχολείται χρόνια με τη συγγραφή και την τέχνη. Έχει εργαστεί ως σκηνογράφος και ζωγράφος σκηνικών στην Αμερική και έχει συμμετάσχει σε διάφορες εκθέσεις εικαστικών και ζωγραφικής εδώ στην Ελλάδα. Μικρά θεατρικά της έχουν παιχτεί σε σχολεία της Θεσσαλονίκης και της Έδεσσας. Μαθήτρια του Μίμη Σουλιώτη, του Τίτου Πατρίκιου, του Θανάση Βαλτινού, έχει βραβευτεί σε διάφορους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, τόσο για τα ποιήματα, όσο και για τα διηγήματά της. Πρόσφατα, πήρα το πρώτο βραβείο ποίησης στον Πανελλήνιο διαγωνισμό του “Αρχείου Ιστορίας και Τέχνης Γεώργιος Παπαθανασίου”, με προεδρεύουσα την ποιήτρια Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ.