Πρωτοεμφανιζόμενη συγγραφέας η ΑΝΤΩΝΙΑ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΥ-ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟY εκδίδει το πρώτο της βιβλίο το 2016, από τις εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, με ένα αντιπροσωπευτικό και όμορφο εξώφυλλο και τίτλο «ΒΕΝΕΤΣΙΑΝΙΚΕΣ ΒΙΝΙΕΤΕΣ».


Πρόκειται για ένα σπονδυλωτό έργο με πέντε διαφορετικές ιστορίες, οι οποίες διαδραματίζονται σε 5 διαφορετικές πόλεις και 5 διαφορετικές χρονικές περιόδους. Ιστορίες όμως που τις ενώνει μια κλωστή. Σημείο αναφοράς οι Εβραίοι και το γκέτο τους στη Βενετία. Μια πόλη μαγική με δύο ίσως πρόσωπα. Του πλούτου και της φτώχειας, της ομορφιάς και της ομίχλης, των υπέροχων καναλιών της και των μικρών χαμένων στενών της. Αυτή είναι η κλωστή που ενώνει τις ζωές των ηρώων του έργου, τα «τείχη» που χτίσανε γύρω τους οι εβραίοι, η απομόνωσή τους, ο φόβος τους. Ο προσωπικός εγκλεισμός των ηρώων και η προσπάθειά τους για να ζήσουν. Έχουν και κάτι κοινό ακόμη οι ιστορίες. Σε όλες υπάρχει ο θάνατος, αν και στις χρονικές περιόδους που διαδραματίζονται οι ιστορίες μας, αυτό ήταν κάτι σχετικά συνηθισμένο. Ταραγμένες εποχές και μέσα εκεί διαφαίνονται τα ανθρώπινα πάθη, η μισαλλοδοξία, ο ρατσισμός, η σκληρότητα και η κοινωνική προκατάληψη.
Ιωσήφ Λουτζάνι, εβραίος γιατρός που έζησε στο εβραϊκό γκέτο της Βενετίας κάπου στο 1797, Παύλος Ιακωβίδης, Έλληνας πρόσφυγας από τη Οδησσό της Ουκρανίας κάπου στην Θεσσαλονίκη το 1908, Εστεμπάν Μποράλες και Μανουελίτα κάπου στη Σεβίλλη την εποχή του Ισπανικού εμφυλίου το 1936, η Αμαλία κάπου στην Πελοπόννησο το 1964 και τέλος η μικρή Σιμόν κάπου στην Ν. Υόρκη το 2007. Αυτοί είναι οι κεντρικοί ήρωες που διαπερνούν την ιστορία. Ένα γρήγορο ταξίδι στο παρελθόν σε τόσο διαφορετικές εποχές πλημμυρισμένο από έντονα συναισθήματα.
Κοινωνικό-ιστορικό το πόνημα της συγγραφέα που τολμούμε να πούμε ότι μπορεί να διαβαστεί και ως εκλαϊκευμένο δοκίμιο. Πόλεμοι, επαναστάσεις, εμφύλιοι, πρόσφυγες μα και ανθρώπινες ιστορίες και πάθη που διαδραματίζονται μέσα στην μεγάλη ιστορία του κόσμου.
«…Και τώρα ήρθε η σειρά του να πληρώσει για τους ανάξιους δούλους, που είχαν δηλητηριαστεί για να ζήσει εκείνος, και τη φρουρά του, που ορκιζόταν στη σκιά του Αλλάχ πάνω στη γη, μέχρι που δεν έμεινε κανένας για να θυμίζει τις μέρες της δόξας του. Ύστερα άρχισαν οι εφιάλτες. Σχεδόν κάθε νύχτα έβλεπε πως είχε μείνει μόνος του γιατί δεν υπήρχε κανένας να τον υπερασπιστεί, τους είχε θυσιάσει όλους στο βωμό της ματαιοδοξίας του, αφού ήταν ένας βασιλιάς χωρίς υπηκόους, μια μαριονέτα στα χέρια των ισχυρών και του όχλου, που τον κομμάτιαζε κι έπαιρνε τα κομμάτια του για φυλαχτό. Μια στάλα από το μαύρο αίμα του θεράπευε όλες τις αρρώστιες του σώματος και της ψυχής. Ήταν ένα μαρτύριο που κρατούσε τόσο λίγο, ώστε δεν έμεινε τίποτα από εκείνον, μόνο η σκιά του έτρεμε ακόμα στις πλάκες του δρόμου…».
Γρήγορο ατμοσφαιρικό αφήγημα σχεδόν χωρίς διαλόγους, με έναν ιδιαίτερο τρόπο γραφής και ήρωες άρτια σκιαγραφημένους και μάλιστα με πολλούς από αυτούς να είναι συγγραφείς.
«… οι επίδοξοι συγγραφείς έγραφαν βιβλία για να αρέσουν στους λογοτέχνες καθώς και σε μια μικρή απρόσιτη και παρηκμασμένη ελίτ που τους έκρινε χωρίς να τους διαβάζει…»
Η Αντωνία Πανταζοπούλου-Σακελλαρίου γεννήθηκε στον Πύργο της Ηλείας.
Είναι νηπιαγωγός. Ζει και εργάζεται στη Λέρο.

(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)

«Βενετία 1797. Η Δημοκρατία της Γαληνοτάτης καταρρέει. Ο γιατρός Λουτζάνι, που έζησε όλη του τη ζωή στο γκέτο των Εβραίων της πόλης, κατηγορείται πως σκότωσε τον Βενετό αριστοκράτη τον οποίο προσπαθούσε να γιατρέψει, όταν κάποιος τον κατήγγειλε ανώνυμα στην bocca di leone.
Στο Κάμπο ντέι Μόρι καταργείται ο χρόνος, κι από ένα παιχνίδι των συμπτώσεων βρίσκονται εκεί:
Ο Παύλος Ιακωβίδης, που ζωγραφίζει στα χνάρια του Τιντορέτο προσπαθώντας να ξεχάσει την Ελένη, την οποία μαχαίρωσε από έρωτα στη Θεσσαλονίκη το 1908.
Η γυναίκα που στέκεται στην αυλή της Παναγίας των Θαυμάτων και θυμίζει τη φτωχή Μανουελίτα, που δεν ταξίδεψε ποτέ, μόνο περπατούσε με τα σακατεμένα της πόδια, ξεκομμένη από τα καραβάνια των προσφύγων, για να ξεφύγει από τους στρατιώτες της Εθνοφυλακής στη Σεβίλη, μετά το τέλος του Ισπανικού Εμφυλίου το 1939.
Ο αστυνόμος Ντινόπουλος, που ήρθε από την Πελοπόννησο το 1964, όταν έχασε τη γυναίκα του Αμαλία, και πίνει αψέντι κοντά στον Άγιο Γεώργιο των Γραικών.
Η Σιμόν που θα ταξίδευε στη Βενετία, αλλά αυτό δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, μια και όταν το 2005 ο τυφώνας Κατρίνα κατέστρεψε τη Νέα Ορλεάνη, όλα τα θυμωμένα καβούρια του κόσμου τρύπωσαν μέσα στο μυαλό της.

Πέντε ετερόκλητες ιστορίες που κρέμονται από μια κλωστή, έτοιμη να κοπεί, στη Βενετία που χώνεψε τις χαλασμένες ζωές των ανθρώπων που έζησαν όσο γραφόταν το βιβλίο.»