«Τίποτα δεν μας ανήκει, μονάχα οι στιγμές, ο χρόνος που έχουμε πάνω στη γη. Από το τίποτα ερχόμαστε και στο τίποτα πάμε. Ολόκληρη η ζωή μας μια χαρακιά πάνω στον χρόνο. Μια γρατζουνιά στο μπράτσο του Θεού. Σβήνει και χάνεται κάτω από άλλες, φρέσκιες χαρακιές. Το τώρα έχουμε μονάχα, για τούτο ζούμε. Τα άλλα, όλα, ένα ψέμα. Μια θλιβερή απάτη».

Μέσα σ’ αυτές τις λίγες λέξεις εμπεριέχεται όλο το νόημα του νέου βιβλίου της Αφροδίτης Βακάλη, Χαρακιές πάνω στο χρόνο, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Είναι το τρίτο της βιβλίο, μετά τα εξαιρετικά “Και γύρω τους η θάλασσα” και “219 μέρες βροχής“.

Μια ιστορία χαμένη μέσα στο χωροχρόνο, χωρίς συγκεκριμένες περιγραφές ενός τόπου ή του χρόνου που διαδραματίζεται και αυτό δίνει ακόμη πιο συναρπαστική διάσταση στην πλοκή.
Πώς μπορεί να συνδέεται ένας ξένος που φτάνει σε ένα απομακρυσμένο χωριό, κάπου στην ελληνική ύπαιθρο, πληγωμένος, βρόμικος και νηστικός, ανήμπορος να δώσει εξηγήσεις για το ποιος είναι ή από πού έρχεται με γεγονότα που σημάδεψαν πολλά χρόνια πριν την ευρύτερη περιοχή;
Και πώς γίνεται άνθρωποι που έχουν μεγαλώσει μέσα στην καχυποψία και την προκατάληψη να δεχτούν ότι υπάρχουν κι εκείνοι οι οποίοι δίνουν απλόχερα την αγάπη τους, νοιάζονται τον συνάνθρωπο και δεν τους ενδιαφέρει ούτε η καταγωγή μα κυρίως ούτε η εξωτερική εμφάνιση κάποιου;
Θα μπορούσαμε να χωρίσουμε το βιβλίο σε τέσσερις ξεχωριστές ενότητες, τη στιγμή που ο συγκεκριμένος ξένος φτάνει ανήμπορος σε ένα σπίτι και η οικοδέσποινα τον περιθάλπει χωρίς να τον φοβάται, την περιγραφή μιας οικογένειας που υιοθετεί ένα μικρό παιδί από μια τσιγγάνα πολλά χρόνια πριν, τη ζωή και τον τρόπο που μεγάλωσε ένα πανέμορφο κορίτσι μέσα σε μια οικογένεια που ο πατέρας τη λάτρεψε από τη στιγμή και της γέννησής της (δεν συνέβη όμως το ίδιο και στη μάνα) και τέλος, τη στιγμή που έρχεται το πλήρωμα του χρόνου ώστε να αποκατασταθούν οι κρυμμένες αλήθειες, να φανερωθούν εγκλήματα και συμβάντα που ένωσαν ανθρώπους οι οποίοι φαινομενικά δεν είχαν καμία σχέση μεταξύ τους.


«Σκιές είμαστε. Σκιές περαστικές, που τριγυρίζουμε στους ίδιους χώρους, μοιραζόμαστε την ίδια πλάνη. Τίποτα δεν είναι αληθινά δικό μας. Κι όταν φεύγουμε, τα πάντα μένουν πίσω, περνάνε σε άλλα χέρια».


Με έντονο ενδιαφέρον ο αναγνώστης παρακολουθεί τα κομμάτια της ιστορίας να δένουν ένα ένα μεταξύ τους, να περιγράφονται σκληρές μάχες ανάμεσα σε μικρά παιδιά, μεγαλωμένα όμως με λανθασμένα πρότυπα (αδιάφορους γονείς, μέθυσους πατεράδες), νταήδες που θέλουν να επιβάλλονται στον κατώτερο κατά την άποψή τους και να οδηγούνται σε μη αναστρέψιμες καταστάσεις.
Από την άλλη η ασφυκτική και πιεστική αγάπη ορισμένων ανθρώπων μπορεί να οδηγήσει σε απόγνωση όσους την εισπράττουν, να αισθάνονται εγκλωβισμένοι ανάμεσα σε φαντάσματα του παρελθόντος και να αναζητούν μια φυγή, οποιονδήποτε τρόπο να ξεφύγουν, να απαλλαγούν, με κάθε κόστος.


«Δεν είναι εύκολο να θεραπεύσεις κάποιον, πρέπει να βάλεις όλη σου τη δύναμη, τη δύναμη της ψυχής, να πιστέψεις σ’ αυτό που κάνεις και να προσευχηθείς. Θέλει καρδιά καθαρή και μυαλό ξάστερο για να δεις την αλήθεια, για να πάρεις απαντήσεις στα ερωτήματά σου, να μπορέσεις να καταλάβεις».


Και τι γίνεται όταν μερικοί άνθρωποι είναι διαφορετικοί από τον περίγυρό τους; Όταν ξεχωρίζουν από το σωρό, είναι γεμάτοι αγνά συναισθήματα και το μόνο που θέλουν είναι να διοχετεύσουν αυτή την αγάπη την περίσσια που έχουν μέσα τους; Είναι προστατευμένοι μόνο όταν έχουν και κάποιον σύμμαχο, όταν αντιληφθούν ότι όλα έχουν λόγο ύπαρξης, και οι ίδιοι, ένα σκοπό να επιτελέσουν.


«Οι άνθρωποι πιστεύουν πάντα αυτό που θέλουν να πιστέψουν, βλέπουν εκείνο που θέλουν να δουν. Η φαντασία παρερμηνεύει την εικόνα που φτάνει στο μάτι, ο φόβος για τ’ αλλιώτικο τη διαστρεβλώνει, την παραποιεί. Οι δοξασίες μπλέκουν με τα γεγονότα, φτιάχνουν ιστορίες, διανθίζονται από χείλη σε χείλη και καταλήγουν πεποιθήσεις ακλόνητες. Η αλήθεια γίνεται υποκειμενική και η πραγματικότητα ρευστή, αλλάζει σχήμα, ανάλογα με τη γωνία όπου στέκεται ο καθένας. Τίποτα δεν είναι σταθερό σε τούτο τον κόσμο, τίποτα δεν είναι απόλυτο».


«Τελικά τα πάντα επηρεάζουν εκείνους μόνο που μπορούν και θέλουν να επηρεαστούν. Κρυφά μηνύματα, προτροπές και προειδοποιήσεις υπάρχουν μόνο για όσους πιστεύουν σ’ αυτά. Οι άλλοι δεν τα βλέπουν. Κι αν τα δουν, τα αγνοούν, αδυνατώντας να κατανοήσουν τη σημασία τους. άλλωστε, οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στην αλήθεια και στις δεισιδαιμονίες είναι δυσδιάκριτες και συγχέονται εύκολα, μπερδεύοντας συχνά τους ανθρώπους».


Η μόνη διέξοδος σε όλες τις δύσκολες στιγμές που καλείται να αντιμετωπίσει ο άνθρωπος, είναι η αποκάλυψη της αλήθειας που κουβαλάει και να τη δέσει με την αλήθεια του άλλου. Μόνο όταν τα κομμάτια δέσουν μεταξύ τους, όταν κουμπώσουν τα κενά το καθενός, μόνο τότε μπορεί να επέλθει η ισορροπία, να δοθούν απαντήσεις και να έρθει η λύτρωση.

«Η αλήθεια του καθενός έρχεται όποτε κρίνει εκείνη και μας υποχρεώνει να τη δούμε. Αν δεν τα καταφέρουμε, μας δοκιμάζει πάλι, ξανά και ξανά. Δεν εξαφανίζεται δεν υποχωρεί, μας κυνηγάει και μας βρίσκει σ’ όποια πλάνη κι αν κρυφτούμε. Έρχεται με διαφορετικές μορφές κάθε φορά, τρυπώνει στη ζωή μας με διάφορους τρόπους. Μας χτυπάει ανελέητα, ώσπου να τη δούμε ολοκάθαρα μπροστά μας με τα μάτια της ψυχής, να την αποδεχτούμε και να πάρουμε το μάθημά μας. Κι όταν τελικά φανούμε δυνατοί να αντιμετωπίσουμε την αλήθεια μας, ικανοί να βγούμε όρθιοι κι αλώβητοι από αυτή την αναμέτρηση τότε και μόνο τότε μπορούμε να σταθούμε στα πόδια μας, να προχωρήσουμε και να εξελιχθούμε».

Ένα βιβλίο με έντονες φιλοσοφικές και μεταφυσικές διαστάσεις, με ήρωες που θα λατρέψετε και ήρωες που θα μισήσετε, ανθρώπους επιρρεπείς στα πάθη τους, που δεν διστάζουν να ακολουθήσουν τα μηνύματα της καρδιάς τους, να βουτήξουν στο άγνωστο και αν είναι έτσι γραμμένο, να λυτρωθούν ή να χαθούν για πάντα…

Λίγα λόγια
Μια κοπέλα, εγκλωβισμένη σ’ ένα σπίτι που έχει παντού χαραγμένο τ’ όνομά της, ασφυκτιά μέσα στον γάμο της, στη φυλακή που αντί για σίδερα έχει λέξεις. Ένας άντρας, μεγαλωμένος με τη ρετσινιά του «γύφτου» και του «μπάσταρδου», μοναχικός, σκληρός, συναισθηματικά χωλός, ακροβατεί στο περιθώριο μιας κοινωνίας που από νωρίς τον απορρίπτει και τον εχθρεύεται. Ένας έρωτας, μια αμοιβαία ανάγκη, μια φυγή και ένα άδοξο τέλος.
Δεκαπέντε χρόνια μετά, ένας ξένος, ταλαιπωρημένος απ’ το ταξίδι, βρίσκει θαλπωρή και καταφύγιο στο σπίτι μιας γυναίκας που είναι γεννημένη ν’ αγαπά, να προσφέρει, να γαληνεύει τους ανθρώπους. Πιο πέρα, στο δάσος, η Ελισσώ. Γιάτρισσα, μαΐστρα, κατέχει τη Γνώση, τη Σοφία της ζωής. Ρίχνει τους ρούνους και βλέπει το πριν και το μετά. Μα δεν τα βλέπει όλα.
Ένα μυστικό. Ένας γρίφος, που ζητάει να λυθεί. Ψυχές ταραγμένες που προσπαθούν να ισορροπήσουν, να βρουν τον σκοπό τους και να γιατρευτούν. Μόνος δρόμος, η Αλήθεια∙ αυτή που κρύβεται μέσα τους κι αδυνατούν να δούνε. Αυτή μονάχα μπορεί να τους λυτρώσει. Η Αλήθεια της ψυχής. Τίποτα πέρα απ’ αυτήν, τίποτα χωρίς αυτήν…