Η Μαριάννα Τσαντίλη, συγγραφέας του μυθιστορήματος «Σαν ψίθυρος στην έρημο» στο agrinio-life Συνέντευξη στην Ιουλία Ιωάννου
«Κάθε καλό κείμενο είναι κι ένα καινούργιο μάθημα» δήλωσε η Μαριάννα Τσαντίλη και θα συμφωνήσω μαζί της ως προς το κέρδος που αποκομίζει κάποιος αφιερώνοντας το χρόνο του στο να μάθει, να μελετήσει, να ταξιδέψει μέσα από ένα βιβλίο, ένα κείμενο καλογραμμένο, σωστά δομημένο και πάνω απ’ όλα που σου αποκαλύπτει την ΨΥΧΗ του συγγραφέα. Όταν η πραγματικότητα μπλέκεται με τη φαντασία, όταν η αποστασιοποίηση από τα συνταρακτικά γεγονότα που κουβαλάς μέσα σου φανερώνεται με την ωριμότητα των συναισθημάτων, τότε στέκονται απέναντί σου και σε κοιτάζουν κατάματα και ξέρεις πως είναι η σωστή στιγμή να βγάλεις όσα σε σημάδεψαν, όσα κυοφορούσες, όσα προσπαθούσες να καταχωνιάσεις για να μην σε πληγώνουν. Μόνο όμως όταν μπορέσεις να καταγράψεις τους φόβους, τις ανασφάλειες, τα μίση και τα πάθη που σαν άνθρωπος αναπόφευκτα έχεις βιώσει, τότε λοιπόν έρχεται η μαγική στιγμή της αυτοκάθαρσης, της δημιουργίας και της συνέχειας στη ζωή…
– Η Μαργαρίτα μπορεί κάλλιστα να ταυτιστεί με τη Μαριάννα, έχει αναπόφευκτα στοιχεία η μία της άλλης, μα, δεν θα μπορούσε να γίνει κι αλλιώς! Ποια από τις πράξεις της ηρωίδας σας δεν θα ενστερνιζόσασταν ποτέ και τι διαφορετικό θα πράττατε εσείς σε μια ανάλογη περίσταση;
Στην πραγματικότητα υπάρχουν πολλά κοινά στοιχεία ανάμεσα σ’ εμένα και στην ηρωίδα μου και σωστά λέτε ότι δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Πολύ συχνά ο συγγραφέας ενσωματώνει στο κείμενο του βιωματικά στοιχεία ή εμπειρίες που έχει ζήσει, εικόνες που έχει δει, ακούσματα ή ακόμα και προτιμήσεις ή αντιπάθειες. Και αυτό όχι μόνο γιατί έχουν επηρεάσει τον χαρακτήρα του και συνεπώς τον τρόπο που σκέπτεται, αλλά και γιατί κάτι που το έχει νιώσει μπορεί και να το περιγράψει καλύτερα. Φυσικά, ένα μυθιστόρημα δεν είναι ποτέ και μια πλήρης βιωματική εξιστόρηση, εκτός και αν ο συγγραφέας επιθυμεί να παρουσιάσει την αυτοβιογραφία του. Κι αυτό το αναφέρω, γιατί δεν πρέπει τα όποια μυθοπλαστικά θέματα να συσχετίζονται με τα πραγματικά ούτε και οι απόψεις των ηρώων με εκείνες του συγγραφέα. Η βιωματική αναφορά δεν προϋποθέτει και την βιογραφική αλήθεια. Και για να επανέλθουμε στην ερώτηση σας, εγώ σαν Μαριάννα δεν θα δεχόμουν ποτέ να ζήσω σε μια χώρα που αγνοούσα τελείως τους νόμους της, τις συνήθειες των κατοίκων, τον τρόπο ζωής και τη θέση των γυναικών, αν δεν τα είχα ελέγξει λεπτομερώς όλα αυτά, πριν εγκατασταθώ εκεί. Και φυσικά δεν θα άφηνα να πλανιέται στην ατμόσφαιρα η ερωτική έλξη και διάθεση δύο ανθρώπων που δίσταζαν να την ομολογήσουν, υπακούοντας στις κοινωνικές συνήθειες της χώρας και καθιστώντας την στην ουσία πλατωνική, χωρίς να ξεκαθαρίσω τη θέση μου και να ξέρω πού πατώ και τι μπορώ να περιμένω.
-Η πορεία του μυθιστορήματος αποκαλύπτει πολλά άγνωστα περιστατικά σχετικά με τις συνθήκες ζωής των αραβικών χωρών που μόνο κάποιος που έχει ζήσει εκεί μπορεί να γνωρίζει. Εσείς προσωπικά, αντιμετωπίσατε το ρατσισμό, την κατωτερότητα της γυναικείας φύσης, της «ξένης»;
Το ότι θα ήμουν και θα αντιμετωπιζόμουν πάντα σαν “ξένη” ήταν δεδομένο. Και η ουσιαστική διαφορά με τον υπόλοιπο κόσμο είχε να κάνει με το θέμα της θρησκείας. Η ντόπια και η ομόθρησκη γυναίκα πάντα προηγείται. Στις αραβικές χώρες, λόγω του ότι υπήρξαν για πολλά χρόνια προτεκτοράτα άλλων δυτικών κρατών, η παρουσία αλλοδαπών γυναικών είναι συνηθισμένη. Πολλές έχουν γεννηθεί εκεί, συνεπώς γνωρίζουν τον τρόπο ζωής των Αράβων και κυρίως τη γλώσσα, που τους επιτρέπει να επικοινωνούν πιο εύκολα. Δεν πέφτουν, δηλαδή, από τα σύννεφα, όπως συμβαίνει σε κάποια που πηγαίνει για πρώτη φορά, έχοντας ζήσει για χρόνια σ’ ένα διαφορετικό περιβάλλον. Δεν θα έλεγα ότι υπάρχει ρατσισμός, αλλά οπωσδήποτε δεν υπάρχει και ούτε θα υπάρξει ποτέ και πλήρης αποδοχή ή ταύτιση. Όσο για την κατωτερότητα των γυναικών και της γυναικείας φύσης, ναι, είναι γεγονός, και δεν πρέπει κανείς να περιμένει κάτι διαφορετικό. Είναι τόσο απόλυτα ισχυρή η πεποίθηση ότι ο άνδρας είναι πιο ικανός από τη γυναίκα και γι’ αυτό όλες πρέπει να ζουν πάντα κάτω από την επίβλεψη κάποιου αρσενικού που θα τις καθοδηγεί και θα τις προστατεύει είτε αυτός είναι ο πατέρας, ο αδελφός ή αργότερα ο σύζυγος, ώστε καμιά γυναίκα δεν θα τολμούσε να σκεφθεί να την αμφισβητήσει ή να την αγνοήσει. Εξάλλου αυτό προβλέπεται από το νόμο που, ως γνωστόν, απορρέει από το Κοράνι. Βέβαια, θα πρέπει να αναφέρω ότι δεν είναι όλα τα αραβικά κράτη το ίδιο, άρα και οι συνθήκες ζωής των γυναικών ποικίλουν. Αλλιώς είναι οι συνθήκες στα κράτη του Αραβικού Κόλπου, με τον αμύθητο πλούτο του πετρελαίου, που επιτρέπει στις γυναίκες να ταξιδεύουν, να σπουδάζουν σε ξένα πανεπιστήμια και να έρχονται σε επαφή με άλλους λαούς και πολιτισμούς και αλλιώς στη κατεστραμμένη από τον πόλεμο Συρία και στο Ιράκ, όπου ζουν κάτω από τραγικές συνθήκες. Ούτε ανάμεσα στην Μαυριτανία, το Σουδάν ή τον Λίβανο. Υπάρχουν τεράστιες κοινωνικές, πολιτιστικές και οικονομικές διαφορές.
– Αναφέρεστε σε περιστατικά που συνέβησαν πριν από 30 – 40 χρόνια. Τι έχει αλλάξει από τότε ως προς την αντιμετώπιση των προβλημάτων που θίγετε στο βιβλίο σας; Επίσης, υπάρχει διαφορετική αντιμετώπιση ως προς τα αγόρια από ό,τι στα κορίτσια γύρω από το τι επιτρέπει και τι όχι η πατριαρχική κοινωνία που έχουν;
Ελάχιστα έχουν αλλάξει. Ίσως οι ευκαιρίες για τις πλούσιες χώρες και για τις κοπέλες που μπορούν να ταξιδεύουν και να σπουδάζουν σε άλλα κράτη να είναι τώρα περισσότερες, αλλά τα βασικά παραμένουν τα ίδια. Όταν πρωτοπήγα εγώ, στα περισσότερα κράτη του Κόλπου η γυναίκα δεν είχε καν δικαίωμα ψήφου. Τώρα, όχι μόνο ψηφίζουν, αλλά και μερικές έχουν εκλεγεί και αναλάβει σημαντικές θέσεις στην κυβέρνηση της χώρας τους. Στην οικογένειά τους, όμως, μέσα στο σπίτι τους εξακολουθούν να ζουν με τη νοοτροπία του υποδεέστερου ατόμου, που είναι υποχρεωμένο να υπακούει στον άντρα του σπιτιού. Και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει, γιατί όπως σας ανέφερα, πηγάζει από τις εντολές του Κορανίου. Το ίδιο ισχύει και για τα αγόρια. Στην ουσία είναι μικροί άνδρες. Μην ξεχνάτε το θέμα της περιτομής, που κατά τη γνώμη τους, καθιστά τα αγόρια μικρούς ενήλικες, από την βρεφική ακόμα ηλικία. Πολύ συχνά θα ακούσετε τους γονείς να αποκαλούν “κυρίους” τα αγόρια της οικογένειας, όταν τα συστήνουν σε τρίτους, ακόμα και όταν είναι στην παιδική ηλικία.
– Οι διαφορές στον τρόπο ζωής, θρησκείας, πεποιθήσεων είναι τεράστιες σε σχέση με τα δικά μας ήθη και έθιμα. Πώς μπορέσατε να αντέξετε τόσα πολλά χρόνια μακριά από τη θαλπωρή και ζεστασιά της χώρας μας, που τουλάχιστον ως προς τον τρόπο ζωής που περιγράφετε, είμαστε εντελώς διαφορετικοί;
Μα, τελικώς δεν άντεξα. Και δε φταίνε οι διαφορετικές πεποιθήσεις ή οι καταστάσεις που αντιμετώπισα, γιατί στην ουσία, είμαι άτομο που προσαρμόζεται πολύ εύκολα. Φταίει ότι δεν βρήκα την ανάλογη αντιμετώπιση από τον άνδρα που διάλεξα για σύζυγο, ενώ αντιθέτως, αυτήν τη θαλπωρή και τη ζεστασιά, που αναφέρετε, τη βρήκα στα μέλη της οικογένειάς του που ήταν εξαιρετικοί άνθρωποι. Αλλά, δεν ζεις με τους συγγενείς, όσο καλοί και αν είναι. Ζεις με τον άνδρα σου και όταν κλείνει η πόρτα πίσω σου κανείς δεν μπορεί να επέμβει και να βελτιώσει την κατάσταση.
– Μα και οι καιρικές συνθήκες είναι πάρα πολύ δύσκολες, αναφέρετε χαρακτηριστικά πως εκεί δεν υπάρχει άνοιξη και φθινόπωρο παρά μόνο ένα ατέλειωτο καυτό καλοκαίρι και παγωμένοι χειμώνες! Πώς συνηθίζεται αυτό;
Ναι, αυτό ήταν πράγματι πολύ δύσκολο, και δεν συνηθίζεται ποτέ, κυρίως αν έχεις μάθει να ζεις σ’ ένα άλλο κλίμα. Απλά, προσπαθείς να το αντιμετωπίσεις με όσο το δυνατόν πιο ανεκτό τρόπο. Η μεγάλη ζέστη ήταν στην αρχή αφόρητη. Όμως, το καλό ήταν ότι εκεί νύχτωνε πολύ γρήγορα. Πέντε η ώρα το απόγευμα έπεφτε το σκοτάδι, με αποτέλεσμα να μειώνεται και η θερμοκρασία. Βέβαια, όπως γράφω δεν υπήρχε ούτε άνοιξη ούτε φθινόπωρο, συνεπώς δεν υπήρχαν λουλούδια και χρωματικές εναλλαγές στη φύση και αυτά μου έλειπαν πάρα πολύ.
-Ο έρωτας μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο, να δώσει φτερά στα όνειρα, υπόσταση στα θέλω… όταν όμως αποδεικνύεται ένα άδειο συναίσθημα που δεν στάθηκε ικανό να υπερπηδήσει τα εμπόδια που θέτει ο τρόπος που μεγάλωσαν και μετέδωσαν στις καρδιές των ανθρώπων εκεί… τότε τι γίνεται;
Ο έρωτας είναι μια καθαρά προσωπική υπόθεση και κάποιος τη διαχειρίζεται ανάλογα με τον χαρακτήρα του, την παιδεία του, τις καταβολές του και πολλές φορές ανάλογα και με το περιβάλλον που ζει. Ο στενός κύκλος της οικογένειας, μέσα στην οποίαν ζουν οι Άραβες επηρεάζει και δημιουργεί εμπόδια. Όταν έχεις μάθει από μικρός σε διαφορετικά “επιτρέπεται” και “απαγορεύεται”, είναι φύσει αδύνατο να ταιριάξεις με κάποια ξένη που έχει μάθει να εκφράζεται, να συμπεριφέρεται και να εκδηλώνεται με έναν άλλον τρόπο. Όσο όμορφα κι αν πιστεύεις στην αρχή ότι είναι τα πράγματα, θα έρθει κάποια στιγμή που η ενοχλητική πραγματικότητα θα σου χτυπήσει την πόρτα.
– Η μητρική αγάπη είναι πάνω από όλα, υπερπηδάει κάθε εμπόδιο, ατσαλώνει τη δύναμη, μπορεί να κινήσει βουνά! Κι όμως από τις περιγραφές σας καταλαβαίνει κάποιος ότι η ηρωίδα σας υπήρξε η εξαίρεση στον αραβικό νόμο που θέλει μια γυναίκα να παραιτείται της μητρικής της ιδιότητας αν αποφάσιζε να προχωρήσει σε διαζύγιο! Ισχύει κάτι τέτοιο ακόμη και σήμερα;
Ισχύει και θα ισχύει πάντα! Όπως σας είπα, η γυναίκα δεν μπορεί να ζήσει μόνη της. Η περίπτωση της γυναίκας που εργάζεται και μεγαλώνει μόνη της τα παιδιά της, ή που είναι μητέρα χωρίς γάμο, δεν υπάρχει ούτε στην πιο τρελή φαντασία των Αράβων. Εκεί, μια κοπέλα μόλις φτάσει σε ηλικία γάμου θα την παντρέψουν και το ίδιο θα κάνουν αν χωρίσει ή αν χηρέψει. Συνεπώς της είναι αδύνατον να πάρει μαζί της τα παιδιά από τον προηγούμενο γάμο και ούτε κάποιος άνδρας θα επέτρεπε ποτέ τα δικά του παιδιά να μεγαλώνουν με άλλον. Και αν δεν ζει ο φυσικός τους πατέρας θα τα αναλάβει η οικογένειά του. Ο νόμος, σε περίπτωση διαζυγίου δίνει το αγόρι στον πατέρα και το κορίτσι στα δεκατέσσερα χρόνια του ή αμέσως μόλις η μητέρα παντρευτεί ξανά. Αυτό το γνωρίζουν όλες. Συνεπώς γιατί να διεκδικήσουν την κηδεμονία των παιδιών τους, αφού αποτελούν εμπόδιο για ένα νέο γάμο ή θα αναγκασθούν να τα δώσουν στον πατέρα τους; Για μια ξένη όμως, που θα υποχρεωθεί να επιστρέψει στη χώρα της μετά από ένα διαζύγιο, άρα θα στερηθεί τα παιδιά της, είναι δυσβάσταχτο, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται τραγικές καταστάσεις.
– Αν γυρίζατε το χρόνο πίσω θα επιλέγατε να ξαναζήσετε σ’ αυτή την παράξενη και ιδιόρρυθμη χώρα; Αν σήμερα μπορούσατε να διαλέξετε να περάσετε την υπόλοιπη ζωή σας εκεί θα το κάνατε;
Θα το έκανα με μεγάλη χαρά, γιατί παρόλο που είναι παράξενη και ιδιόρρυθμη, όπως λέτε, είναι συγχρόνως και μια χώρα στην οποία συνάντησα εκπληκτικούς ανθρώπους και καταστάσεις που οι περισσότερες σύγχρονες κοινωνίες, εν ονόματι του μοντερνισμού ή της ανεξαρτησίας του ατόμου, τις έχουν διαγράψει από την καθημερινότητά τους. Και αυτές είναι ο σεβασμός προς τους γονείς και τους ηλικιωμένους, το δέσιμο και η υποστήριξη των οικογενειών, η υπεράσπιση των αδύναμων και ορφανών που τα θεωρούν δικά τους παιδιά και πολλά άλλα που μόνο αν ζήσεις εκεί μπορείς να τα νιώσεις. Φυσικά, προϋπόθεση γι’ αυτό θα ήταν ένα σωστός σύντροφος, με τον οποίον θα με συνέδεε αγάπη, συντροφικότητα και σεβασμός.
– Θα χαρακτηρίζατε τη ζωή σας «ένα οδυνηρό ταξίδι στην έρημο…» κάτι σαν ψίθυρο.
– Όχι, ακριβώς. Υπήρξαν φορές που έμοιαζε περισσότερο με ουρλιαχτό απόγνωσης και πόνου, παρά με ψίθυρο. Όσο για το ταξίδι, ναι ήταν οδυνηρό, αλλά ήταν συγχρόνως μοναδικό και απίστευτα διδακτικό. Με βοήθησε να γνωρίσω καλύτερα τον εαυτό μου και τις δυνατότητές μου, κάτι που δεν θα συνέβαινε αν παρέμενα κάπου αλλού.
Σας ευχαριστώ πολύ και σας εύχομαι καλή συγγραφική πορεία!
Κι εγώ σας ευχαριστώ πολύ για την τιμή που μου κάνατε, τις ευχές και τα καλά σας λόγια.
Η Μαριάννα Τσαντίλη γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Ιστορία της Τέχνης, Commercial Art και Ζωγραφική στην Washington School of Arts, όπου παρακολούθησε επίσης μαθήματα Αρχαιολογίας. Από τον γάμο της με Άραβα απέκτησε μία κόρη, που τώρα ζει ανάμεσα στην Πράγα και τη Σαουδική Αραβία. Για είκοσι πέντε χρόνια έζησε στην Αμερική, στις αραβικές χώρες και στο Λονδίνο. Έχει ασχοληθεί με την ποίηση και το διήγημα. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, ολοκλήρωσε το πρώτο της μυθιστόρημα.