Συγγραφέας του βιβλίου «Μωβ μεδωδία» – Εκδόσεις «Πηγή»

Ρομαντική διάθεση, ιστορίες ανθρώπων στο μωβ της δύσης, ποίηση, νοσταλγικά συναισθήματα και αυθόρμητες εμπνεύσεις σε σημειώσεις, ραπ μουσική και έξι διηγήματα με άλλοτε κοινά σημεία και άλλοτε να υπονοούνται. Αυτά είναι τα βασικά συστατικά του βιβλίου της Αθηνάς Γκαλίτσιου. Ένα βιβλίο εμπνευσμένο από τους ανθρώπους που κινούνται γύρω της. Οι πρωταγωνιστές της αν και μυθοπλαστικοί κρύβουν μέσα τους καταστάσεις από πρόσωπα που πέρασαν από τη ζωή της. «Προσπάθησα στη Μωβ Μελωδία να βάλω όσο περισσότερο “χρώμα”, όσο περισσότερο συναίσθημα μπορούσα. Ήθελα να μεταφέρω όλη την ονειρική διάθεση και την αγάπη μου για το αστικό τοπίο. Ελπίζω να κατάφερε η Μωβ Μελωδία να αγγίξει τους αναγνώστες της, να τους ταξιδέψει», λέει στο Vivlio-life.

Η πρώτη ερώτηση έρχεται εντελώς αυθόρμητα. Γιατί χρωματίσατε μωβ τη μελωδία σας;
Είναι μια μεταβατική φάση, κάπου στο τέλος του καλοκαιριού και στην αρχή του φθινοπώρου, όταν ο ουρανός μετά τη δύση του ήλιου έχει ένα χρώμα που στα μάτια μου μοιάζει Μωβ. Το χρώμα αυτό είναι ρομαντικό και παράλληλα μου προκαλεί νοσταλγία. Δεν ξέρω αν τα συναισθήματα προέρχονται από το χρώμα του ουρανού ή το χρώμα του ουρανού φτάνει στα μάτια μου έτσι λόγω των συναισθημάτων. Πάντως από αυτές τις σκέψεις ήρθε το όνομα της Μελωδίας μου. Αυτόν τον ρομαντισμό ήθελα να αφήσω στο βιβλίο!

Η «Μωβ μελωδία» σας, έφθασε στ’ αυτιά μου πολύ γλυκά στην τελευταία σελίδα του βιβλίου, όπως το απαλό ροζ του ήλιου που ανατέλλει και μας περιγράφετε πολύ παραστατικά. Ποια μελωδική μουσική είχατε κατά νου καθώς γράφατε;
Η αλήθεια είναι ότι πάντα παίζει μουσική στο σπίτι μου, ειδικά όταν γράφω! Στο βιβλίο η “μουσική” για την οποία μιλάω είναι οι ήχοι της πόλης όταν εκείνη ξυπνάει και όταν εκείνη κοιμάται. Και στίχοι της μουσικής αυτής, οι σκέψεις και οι ιστορίες μας. Στην πραγματικότητα η μουσική που άκουγα, ως επί το πλείστον, όταν έγραφα το βιβλίο ήταν ραπ.

Το βιβλίο σας είναι μία συλλογή από έξι διηγήματα. Είναι αυτόνομα ή υπάρχουν κοινά στοιχεία ακόμη και πρόσωπα που αποτελούν το συνδετικό τους κρίκο;
Εννοείται υπάρχουν κοινά σημεία. Κάποια αναφέρονται ξεκάθαρα και κάποια υπονοούνται. Οι ιστορίες μπλέκονται μεταξύ τους. Κάποιες λίγο περισσότερο, δηλαδή επηρεάζει η μία την έκβαση της άλλης. Κάποιες άλλες απλά συναντιούνται. Αυτή ήταν η ιδέα! Πόσες ιστορίες εξελίσσονται παράλληλα μέσα σε μια νύχτα στην ίδια πόλη και πως ακόμα και μια μικρή αλληλεπίδραση δύο ανθρώπων μπορεί να αλλάξει ολόκληρο το βράδυ τους, την ιστορία τους, καμία φορά και τη ζωή τους!

«Στην πόλη Χάος η μοναξιά μοιάζει βία», διαβάζω στην πρώτη σελίδα του διηγήματος με τίτλο «Λυκόφως». Είναι μία πρόταση σε εισαγωγικά και θα ήθελα να μας μιλήσετε γι’ αυτή.
Η πρόταση αυτή βρίσκεται σε εισαγωγικά γιατί τη δανείζομαι από ένα ποίημα που βρίσκεται παρακάτω. Πρώτα γράφτηκε το ποίημα και μετά η ιστορία, έτσι μου φάνηκε σωστό να βάλω τον στίχο σε εισαγωγικά. Επίσης, το ποίημα αυτό είναι το τελευταίο του βιβλίου και το έχω τοποθετήσει λίγο πριν το φινάλε. Όταν ο αναγνώστης διαβάσει ξανά τον στίχο αυτό θα βρίσκεται λίγο πιο κοντά στο ξημέρωμα. Η σημασία που έχει αυτή η φράση στο πρώτο κεφάλαιο είναι διαφορετική από το νόημα που δίνει ο στίχος στο τελευταίο ποίημα κι ας είναι οι λέξεις οι ίδιες. Αυτή είναι και η μαγεία, άλλωστε. Στην πρώτη ιστορία η μοναξιά αναφέρεται στον ήρωα, ονομάζει ένα συναίσθημά του. Στο ποίημα που ακολουθεί (αλλά συγγραφικά προηγείται της ιστορίας) η μοναξιά που μοιάζει βία, αναφέρεται σε όλους μας, σε όλους αυτούς που ζούνε μέσα σε μεγάλες πόλεις, ανάμεσα σε τόσο κόσμο και βιώνουν πιο δυνατά το συναίσθημα αυτό.

Έρεβος είναι ο πρωταγωνιστής του κεφαλαίου αυτού. Δώσατε στον ήρωά σας ένα όνομα που προήλθε από το Χάος και τη Γαία και συμβολίζει τη σιωπή και το βάθος της νύχτας. Η λέξη Χάος είναι μια λέξη που «παίζει» στο κεφάλαιο αυτό. Είναι και μια λέξη που σας εμπνέει;
Στο διήγημα αυτό τα ονόματα των ηρώων ήταν συνειδητή επιλογή. Σε καμία περίπτωση δεν είναι τυχαία. Η ιστορία διαδραματίζεται στην αρχή της νύχτας, λίγο μετά τη δύση. Ο ήρωας αυτός είναι ο μοναδικός που φαίνεται πιο σκοτεινός ο ίδιος πάρα οι καταστάσεις γύρω του. Ενώ στις υπόλοιπες ιστορίες βλέπουμε “σκοτεινές” καταστάσεις και ήρωες που προσπαθούν να τις αντιμετωπίσουν, σε αυτό το διήγημα το σκοτάδι βρίσκεται μέσα στον ήρωα και όχι έξω από αυτόν. Το χάος το προκαλεί και τον παρασέρνει ενώ αυτό που χρειάζεται είναι η γείωση. Ο Έρεβος βρίσκεται ανάμεσα στο Χάος και τη Γαία. Φυσικά και με εμπνέει αυτό!

Νεφέλη, Αλέξης, Νίνα, Τζακ, Δανάη, Αέλια, είναι κάποιοι από τους πρωταγωνιστές σας. Είναι όλοι μυθοπλαστικοί ήρωες ή κάποιοι υπήρξαν πρόσωπα που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο βρέθηκαν κάποτε στη ζωή σας;
Παρατηρώ τους ανθρώπους, εμπνέομαι από αυτούς! Οι ήρωες είναι μυθοπλαστικοί αλλά σίγουρα κρύβουν μέσα τους στοιχεία από πρόσωπα που πέρασαν από τη ζωή μου. Υπάρχει μια δόση αλήθειας σε κάθε ιστορία, κάτι που είδες, κάτι που σου αφηγήθηκαν, κάποιο περιστατικό που έζησες ο ίδιος και με την πολύτιμη βοήθεια της φαντασίας το μετέτρεψες σε ιστορία.

Μεταξύ των διηγημάτων αλλά και μέσα σ’ αυτά, παρεμβαίνετε λογοτεχνικά με κάποιους στίχους, προσωπικές τοποθετήσεις, ακόμη και ρήσεις ξένων συγγραφέων, με τρόπο που κάνετε πιο ευανάγνωστο το βιβλίο σας. Πρόκειται για εμπνεύσεις που σας «έβγαιναν» στο γράψιμο;
Τα ποιήματα στο βιβλίο γράφτηκαν, τα περισσότερα, παράλληλα με τα διηγήματα. Ήταν πολύ σημαντικό για εμένα να περάσω μέσα στο βιβλίο την αίσθηση που ήθελα, να αφήσω στον αναγνώστη αυτό το συναίσθημα της νοσταλγίας και του μυστηρίου, του ρομαντισμού που μπορεί να κρύβεται στο αστικό τοπίο. Τα ποιήματα δεν έχουν τίτλους γιατί δεν ήθελα να είναι “μόνα” τους, κάτι ξεχωριστό. Είναι συνέχεια των ιστοριών και κομμάτι τους ταυτόχρονα. Ήθελα να γράψω ένα βιβλίο που να σε ταξιδεύει όπως το αγαπημένο σου τραγούδι. Οι φράσεις που όντως ήταν προσωπικές σημειώσεις ήταν και αυθόρμητες εμπνεύσεις, αλλά εν τέλη όλα τοποθετήθηκαν εκεί που αισθάνθηκα ότι έπρεπε για να πετύχω αυτόν τον σκοπό.

Επιλέγω τους παρακάτω στίχους πριν από το διήγημα «Εκδίκηση»:
Μια παλέτα πολύχρωμη
Μ’ αποκορύφωμα το μαύρο
Σπάμε τα όρια του Εγώ
Σαν αυγή που σπάει τις νύχτες
Αναπόφευκτο
Ασταμάτητο
Αναγκαίο

Βάλτε μας στη στιγμή που τους εμπνευστήκατε και τι ήταν αυτό που σας επηρέασε.
Είναι ωραίο να υπάρχουν όρια αλλά είναι εξίσου ωραίο να μπορούμε να τα ξεπερνάμε. Υπάρχουν πολλών ειδών όρια, κάποια που οφείλουμε να τα σεβόμαστε, κάποια που μας επιβάλλονται κι άλλα που εμείς βάζουμε στον εαυτό μας. Το διήγημα που ακολουθεί είναι η Εκδίκηση και οι στίχοι πριν τις ιστορίες έχουν ως σκοπό να τις προλογίσουν. Οπότε στη συγκεκριμένη περίπτωση τα όρια στα οποία αναφέρομαι είναι συγκεκριμένα και προέρχονται από φόβο και αδυναμία, έρχονται από εμάς, από μια πτυχή του εαυτού μας που μας κρατάει “ασφαλείς” αλλά και αδρανείς. Αυτά τα όρια πρέπει να ξεπερνάμε, να τα σπάσουμε όπως οι πρώτες ακτίνες του ήλιου σπάνε το σκοτάδι. Μπορεί να φαίνεται δύσκολο αλλά εν τέλει είμαστε “φτιαγμένοι” για να ξεπερνάμε αυτά τα όρια, εν τέλει η δύναμη αυτή έρχεται τόσο φυσικά και αβίαστα όπως το ξημέρωμα!

Πιστεύετε πως οι σύγχρονοι αναγνώστες έχουμε κουραστεί και επιθυμούμε να μπουν στα ελληνικά μυθιστορήματα και διηγήματα περισσότερες λογοτεχνικές τεχνικές, προκειμένου να αποκτήσουν άλλον «αέρα» οι εκδόσεις;
Δεν ξέρω αν οι αναγνώστες έχουν κουραστεί, πιστεύω όμως σε μια αλλαγή. Νομίζω ότι θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να δοκιμάζαμε έστω κάποιες νέες τεχνικές, να κάνουμε πιο ζωντανό το κείμενο. Υπάρχει πάντα η σκέψη μήπως γίνεται πολύ προσωπικό και όχι τόσο κατανοητό από τον αναγνώστη αλλά θεωρώ ότι κι αυτό είναι διαχειρίσιμο. Πρέπει να δοκιμάζουμε για να δούμε τι λειτουργεί και τι όχι, για να βρούμε τις σωστές δοσολογίες ώστε ένα έργο να έχει καλά δουλεμένη πλοκή, αισθητική, μια ιδέα, μια “αύρα” και να είναι τελικά κάτι φρέσκο.

«Τράβα με θάρρος την αλυσίδα της νύχτας και δες πώς οι κρίκοι της κρύβουν παράλληλες ιστορίες. Ο ήχος της είναι η Μωβ Μελωδία. Τον ακούς;», καταλήγει το οπισθόφυλλο του βιβλίου. Οι αναγνώστες άκουσαν τη «Μωβ μελωδία» σας; Τους άγγιξε;
Προσπάθησα στη Μωβ Μελωδία να βάλω όσο περισσότερο “χρώμα”, όσο περισσότερο συναίσθημα μπορούσα. Με μικρές σημειώσεις μέσα στις ιστορίες, με τους ορισμούς λεξικού για κάθε τίτλο, με τον ποιητικό λόγο και τους στίχους ανάμεσα στα διηγήματα. Ήθελα να μεταφέρω στο βιβλίο όλη την ονειρική διάθεση και την αγάπη μου για το αστικό τοπίο. Ελπίζω να κατάφερε η Μωβ Μελωδία να αγγίξει τους αναγνώστες της, να τους ταξιδέψει.

Νομίζω το γεγονός πως σπουδάζετε στο Τμήμα Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου βγαίνει στο κείμενό σας. Έχει κάτι θεατρικό η «Μωβ μελωδία» ή μήπως κάνω λάθος;
Αγαπάω το θέατρο, διαβάζω πολλά θεατρικά κείμενα και αυτό σαφώς επηρεάζει τον τρόπο γραφής μου. Οι διάλογοι και οι σχέσεις μεταξύ των ηρώων θυμίζουν πολύ θεατρικό κείμενο ενώ το σκηνικό, το πώς διαδέχεται η μία σκηνή την άλλη ήθελα να θυμίζει κινηματογραφική ταινία. Η δράση να είναι γρήγορη, ουσιαστική, ο λόγος να έχει ρυθμό και καθετί που συμβαίνει ή λέγεται να είναι απαραίτητο για τη συνέχεια της ιστορίας. Η θεατρικότητα αυτή σε συνδυασμό με τον ποιητικό λόγο και την αλυσιδωτή πλοκή συνιστούν τη Μωβ Μελωδία.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Οι πρωινές ώρες τρέχουν, όσο και οι άνθρωποι κατά τη διάρκεια αυτών. Με γνώμονα τη λογική, θα τακτοποιήσουν τις υποθέσεις τους και θα φροντίσουν τις δουλειές τους.
Έπειτα, νύχτα. Τα πέπλα που έχουν υφανθεί, αφήνονται ελεύθερα πάνω από τα σπίτια, κοντά στη σελήνη. Εκεί μπερδεύονται, μπλέκονται και πλάθουν ιστορίες ντόμινο. Πέφτουν η μια πάνω στην άλλη μέχρι το τέλος του παιχνιδιού.
Τράβα με θάρρος την αλυσίδα της νύχτας και δες πώς οι κρίκοι της κρύβουν παράλληλες ιστορίες. Ο ήχος της είναι η Μωβ Μελωδία. Τον ακούς;

Βιογραφικό
Η Αθηνά Γκαλίτσιου γεννήθηκε το 1997 στη Βέροια Ημαθίας. Τα τελευταία χρόνια ζει στη Θεσσαλονίκη και σπουδάζει στο Τμήμα Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Η Μωβ Μελωδία είναι το πρώτο της βιβλίο.