Συγγραφέας του βιβλίου «Ισορροπώντας στον άνεμο» – Εκδόσεις Καστανιώτη

Στη δίνη των γεγονότων που ακολούθησαν τον βομβαρδισμό της Αλεξάνδρειας την άνοιξη του 1882, ένας μεγάλος έρωτας γεννιέται. Μέσα από την περιπετειώδη σχέση του Παύλου και της Ευγενίας, ο Βασίλης Λογοθέτης μας δίνει πολλές και ενδιαφέρουσες πληροφορίες για το ιστορικό πλαίσιο της εποχής αλλά και τη ζωή των Ελλήνων, που αποτελούσαν τη μεγαλύτερη παροικία ξένων της Αιγύπτου. Μαθαίνουμε ακόμη για το Χρηματιστήριο Βάμβακος, το λόγο που το βαμβάκι ονομάστηκε τότε λευκός χρυσός, τη σπουδαία θέση του εμπορικού στόλου των Ελλήνων αλλά και τα πολιτικά γεγονότα που επηρέασαν άμεσα η έμμεσα την ζωή των επινοημένων ηρώων του. Όπως λέει στο Vivlio-life o συγγραφέας, που χρειάστηκε να μελετήσει αρκετά βιβλία, ακόμα και διατριβές, για την ζωή στην Ερμούπολη, την Αλεξάνδρεια και την Κωνσταντινούπολη του τότε «Προσπάθησα περιγράφοντας τους έρωτες και τις περιπέτειες των ηρώων της μυθοπλασίας να δημιουργήσω ένα ρεαλιστικό ιστορικό πλαίσιο της εποχής που διαδραματίζεται η ζωή τους».

  • Μια ματιά στη ζωή των Ελλήνων αστών και εμπόρων του 19ου αιώνα, με φόντο τα συγκλονιστικά γεγονότα της εποχής», γράφετε. Ποια είναι τα σοβαρά ιστορικά γεγονότα πλάι στα οποία κινούνται οι ήρωές σας;
    Το μυθιστόρημα εξελίσσεται στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα.
    Έχει ξεκινήσει η βιομηχανική επανάσταση στην Ευρώπη, ενώ οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής η Βρετανία, η Γαλλία, η Ρωσία και η Αυστροουγγαρία συνεχίζουν την αποικιοποίηση κατακτώντας μεγάλες περιοχές του πλανήτη. Την ίδια εποχή η Οθωμανική αυτοκρατορία, ο Μεγάλος Ασθενής όπως την αποκαλούσαν οι Ευρωπαίοι διπλωμάτες, προσπαθεί να εκσυγχρονιστεί για να αποφύγει την κατάρρευση.
    Η Αίγυπτος αποτελούσε τμήμα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και την κυβερνούσε στο όνομα του Σουλτάνου ως Χεδίβης (Αντιβασιλέας) ο Μεχμέτ Αλή και στη συνέχεια οι διάδοχοι του. Οι ηγεμόνες αυτοί προσπάθησαν να εκσυγχρονίσουν την χώρα και να αποκτήσουν πολιτική και στρατιωτική ανεξαρτησία από τον Σουλτάνο. Για να το πετύχουν έδωσαν κίνητρα σε μορφωμένους Ευρωπαίους, Ρωμιούς και Λεβαντίνους να εγκατασταθούν στην Αίγυπτο ώστε να αναπτύξουν την καλλιέργεια και το εμπόριο του βαμβακιού και να ιδρύσουν βιομηχανίες.
    Με Αγγλική και Γαλλική χρηματοδότηση άνοιξαν τη διώρυγα του Σουέζ , πραγματοποίησαν έργα υποδομής (σιδηρόδρομος, δρόμοι, φράγματα και κανάλια στον Νείλο) και ταυτόχρονα δημιουργήσαν ισχυρό στρατό και πολεμικό στόλο. Ταυτόχρονα προσπάθησαν να εκμοντερνίσουν την διοίκηση του κράτους. Όλες οι υψηλές θέσεις στον στρατό και την διοίκηση δόθηκαν σε αλλοδαπούς ώστε με την τεχνογνωσία τους να πετύχουν τον εκσυγχρονισμό.
    Όμως τα τεράστια αυτά έργα ξεπερνούσαν τις οικονομικές δυνατότητες της Αιγύπτου και το κράτος βρέθηκε σε αδυναμία να εξυπηρετήσει τα δάνεια που είχε λάβει. Οι δανειστές πέτυχαν μέσω της Κυβέρνησης της Αγγλίας και Γαλλίας να επιβληθεί οικονομικός έλεγχος στην χώρα και υποχρέωσαν τον Χεδίβη να έχει στο υπουργικό συμβούλιο έναν Γάλλο και έναν Άγγλο επίτροπο που αποφάσιζαν την οικονομική πολιτική και τα δημόσια έργα.
    Η λιτότητα που επέβαλαν οι δύο επίτροποι δημιούργησε φτώχεια και πείνα στον λαό και αγανάκτηση γιατί ο Χεδίβης είχε παραδώσει την χώρα στους ξένους. Δημιουργήθηκε εθνικιστικό κίνημα με αρχηγό έναν Αιγύπτιο αξιωματικό τον Ουράμπι που στόχευσε στην απομάκρυνση των ξένων και την ανατροπή του Χεδίβη .
    Την άνοιξη του 1882 έγιναν μεγάλες ταραχές στην Αλεξάνδρεια και σκοτώθηκαν πολλοί ξένοι και Αιγύπτιοι. Η Αγγλία ανησύχησε ότι αν επικρατούσε ο Ουράμπι θα έχανε τον έλεγχο του Σουέζ που αποτελούσε την συντομότερη οδό για την σημαντικότερη της αποικία την Ινδία. Έτσι μοίρα του Αγγλικού στόλου βομβάρδισε τον Ιούλιο του ίδιου έτους την Αλεξάνδρεια στην οποία είχε οχυρωθεί ο Ουράμπι. Μετά τον βομβαρδισμό ακολούθησε πυρκαγιά που κατέστρεψε το Ευρωπαϊκό τμήμα της πόλεως. Πριν να αρχίσει ο βομβαρδισμός είχαν εγκαταλείψει την χώρα όλοι οι ξένοι. Στη δίνη αυτών των γεγονότων εξελίσσεται η ερωτική ιστορία του Παύλου και της Ευγενίας καθώς και η προσπάθεια του να εκμεταλλευτεί την έκρυθμη κατάσταση ώστε να αποκομίσει μεγάλο εμπορικό κέρδος.
  • Κυκλάδες. Εκεί μας ταξιδεύετε με το ιστορικό σας μυθιστόρημα και εκεί συναντούμε τον Παύλο και την Ευγενία. Ήταν τόσο εύκολο, όσο συνήθως συμβαίνει, να παρασυρθούν στη δίνη του έρωτα δυο καλοί παιδικοί φίλοι;
    Ο Έρωτας δεν είναι προνόμιο της εποχής μας.
    Στην ιστορία της ανθρωπότητας ο έρωτας έπαιζε και παίζει σημαντικό ρόλο στην ζωή των ανθρώπων. Την εποχή που διαδραματίζεται το μυθιστόρημα το κίνημα του ρομαντισμού στις τέχνες, τη φιλολογία, την όπερα και το θέατρο έφτασε στο απόγειο ενθαρρύνοντας η παρασύροντας τους νέους της εποχής να εκφράζουν τα αισθήματα τους και να περιμένουν ότι θα ζήσουν μεγάλους έρωτες.
  • Η ζωή τα ‘φερε έτσι και ο Παύλος έφυγε στην Αίγυπτο. Είναι το σημείο που η πλοκή σας αποκτά έντονο ενδιαφέρον καθώς παρακολουθούμε την Ευγενία να ζει με την απουσία του. Δώστε μας μια γεύση από τη σχέση των δυο αυτών προσώπων.
    Ο Παύλος και η Ευγενία παιδικοί φίλοι είχαν γεννηθεί σε ένα μικρό νησί των Κυκλάδων. Πρώτος έφυγε για την Ερμούπολη ο Παύλος γιατί στο νησί του δεν υπήρχε γυμνάσιο. Ένα χρόνο αργότερα ο πατέρας της Ευγενίας με την οικογένεια του εγκαταστάθηκε επίσης στην Ερμούπολη που την εποχή εκείνη ήταν το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας και πολύ σημαντικό διαμετακομιστικό κέντρο στο εμπόριο της Μεσογείου.
    Οι δυο νέοι μεγαλώνοντας ερωτευθήκαν και σκόπευαν να παντρευτούν όταν ένας σοβαρός καβγάς για οικονομικά θέματα έφερε αντιμέτωπους τον πατέρα της Ευγενίας με τον Παύλο.
    Η Ευγενία χωρίς να ενημερωθεί για την αίτια του καυγά πήρε το μέρος του πατέρα της και χώρισε από τον Παύλο. Απογοητευμένος εκείνος από τη στάση της έφυγε στην Αίγυπτο για να ξεκινήσει νέα ζωή μακριά της.
    Αργότερα η Ευγενία μετανιωμένη θα ταξιδέψει στην Αλεξάνδρεια για να τον βρει.
  • Μέσα από τα βιώματά τους γνωρίζουμε και το «λευκό χρυσό». Δώστε μας κάποιες πληροφορίες για τα εκκοκκιστήρια βαμβακιού και το λόγο που συνήθως παρομοιάζεται το αγροτικό προϊόν με το πολύτιμο μέταλλο.
    Τον 19 αιώνα την καλύτερη ποικιλία βαμβακιού στον κόσμο καλλιεργούσαν στις Νότιες Πολιτείες των ΗΠΑ και στα νησιά της Καραϊβικής. Ο Μεχμέτ Αλή όταν πληροφορήθηκε από ένα Γάλλο γεωπόνο και επιχειρηματία ότι είχε βρει τυχαία φυτά βαμβακιού σε ένα κήπο του Καΐρου το κλίμα της Αιγύπτου με το άφθονο νερό που προμήθευε ο Νείλος ήταν ιδεώδες για την καλλιέργεια της αμερικανικής ποικιλίας βαμβακιού συνειδητοποίησε την οικονομική ευκαιρία για τη χώρα του. Έκανε αναδασμό της γης , τη μοίρασε η πούλησε σε φίλους του και υποστηρικτές του δίνοντας εντολή να γίνει εντατική καλλιέργεια του προϊόντος. Ο εμφύλιος πόλεμος στις ΗΠΑ είχε σαν συνέπεια την διακοπή των εξαγωγών του βαμβακιού για αρκετά χρόνια έτσι τα νηματουργία της Αγγλίας και της Γαλλίας στράφηκαν στο Αιγυπτιακό βαμβάκι. Οι Έλληνες αποτελούσαν την μεγαλύτερη παροικία ξένων στην Αίγυπτο και κατά κύριο λόγο ασχολούντο με το εμπόριο, τον εκκοκκισμό και την εξαγωγή του προϊόντος. Οι περισσότεροι που ασχολήθηκαν με το προϊόν, ιδίως εκείνη την εποχή, δημιούργησαν τεράστιες περιουσίες. Η επιτυχία τους αυτή προσέλκυσε και άλλους Έλληνες έτσι λίγα χρόνια αργότερα το εμπόριο και τη διακίνηση του βαμβακιού ελέγχανε κατά βάση οι Έλληνες.
    Έλληνες επίσης ίδρυσαν στην Αλεξάνδρεια το Χρηματιστήριο Βάμβακος καθώς και τράπεζες που χρηματοδοτούσαν την εξαγωγή του. Τα κέρδη που έφερνε το βαμβάκι ήταν πολύ σημαντικά έτσι σύντομα το ονόμασαν λευκό χρυσό συγκρίνοντας το με το πολύτιμο μέταλλο.
    Όνειρο του Παύλου όταν εγκαταστάθηκε στην Αίγυπτο ήταν να δημιουργήσει την δική του επιχείρηση.
  • Μας δίνετε την εντύπωση ότι είστε μέρος των όσων συμβαίνουν στις πόλεις της Αιγύπτου. Έχετε ζήσει εκεί; Απολαύσατε κι εσείς, άραγε, τα μαγικά Χριστούγεννα και την «παραμονή του νέου έτους με βεγγαλικά και γιορτές», όπως παραστατικά τα περιγράφετε;
    Υπενθυμίζω ότι η χρονική περίοδος για την οποία γράφω αφορά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, έτσι οι εορτασμοί των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς αφορούν εκείνη την περίοδο.
    Ο πλούτος στην Αλεξάνδρεια και το Κάϊρο δημιούργησε αστική και μεγαλοαστική τάξη η οποία παρακολουθούσε και αντέγραφε τον τρόπο ζωής των αστών και μεγαλοαστών του Λονδίνου του Παρισιού της Βιέννης και των άλλων μεγάλων πόλεων της Ευρώπης, στην αρχιτεκτονική και επίπλωση των σπιτιών, τη ρυμοτομία της πόλεως, τη μόδα, την κουζίνα, τις συνήθειες και την διασκέδαση. Έτσι τις μεγάλες αυτές εορτές γιόρταζαν με την ανάλογη Ευρωπαϊκή λαμπρότητα.
  • Ποια ιστορικά πρόσωπα, όπως η επίσημη Ιστορία έχει καταγράψει να δρουν τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο που πραγματεύεστε, χρησιμοποιήσατε και σε ποιο βαθμό επηρεάζουν την πλοκή και τη ζωή των επινοημένων ηρώων σας;
    Οι άνθρωποι που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο τότε στην Αίγυπτο ήταν ο Μεχμέτ Αλή και ο γιός του Ιμπραήμ, οι Χεδίφηδες Ισμαήλ και ο διάδοχός του Ταουφίκ Πασάς καθώς και ο συνταγματάρχης Ουράμπι. Τα πολιτικά γεγονότα που συνέβησαν στην εποχή τους επηρέασαν άμεσα η έμμεσα την ζωή των επινοημένων ηρώων. Οι Έλληνες επίσης μεγιστάνες όπως ο Τοσίτσας, ο Ζήνιας, ο Sir Τζων Αντωνιάδης, ο Γ. Αβέρωφ, ο Π. Καβάφης (πατέρας του ποιητή) αναφέρονται στο μυθιστόρημα για τις μεγάλες τους ευεργεσίες στις κοινότητες της Αλεξάνδρειας και του Καΐρου.
  • Οι πληροφορίες που μας δίνετε για τον απόδημο Ελληνισμό της εποχής είναι σημαντικές και πάνω απ’ όλα χρήσιμες. Πώς θα τη χαρακτηρίζατε; Ήταν μια καλή εποχή να αναζητήσει κανείς τύχη του στην Αίγυπτο; Και αν ναι, σε ποια κατάσταση άφηνε πίσω του την πατρίδα που εγκατέλειπε αναζητώντας καλύτερη τύχη;
    Όταν δημιουργήθηκε το Ελληνικό κράτος τα σύνορα του περιοριζόντουσαν στην Πελοπόννησο τη Στερεά Ελλάδα την Εύβοια και τις Κυκλάδες μαζί με τα νησιά του Σαρωνικού .
    Ήταν μια κατεστραμμένη χώρα από την επανάσταση και τον εμφύλιο που ακολούθησε, χρεωμένη και πολύ φτωχή.
    Η αδυναμία των μικρών νησιών του Αιγαίου να θρέψουν τον πληθυσμό τους ανάγκαζε τους άνδρες να γίνουν ναυτικοί η να ξενιτευτούν. Το εμπόριο και η θάλασσα είναι στο αίμα των Ελλήνων. Έτσι τα πιο δυναμικά στοιχεία της φυλής μας εγκατέλειπαν τα φτωχά ορεινά η πεδινά χωριά τους στο νεοσύστατο κράτος αλλά και στην Ήπειρο και τη Μακεδονία και αναζητούσαν την τύχη τους στα μεγάλα οικονομικά κέντρα της Αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, τον Πόντο, τη Βηρυτό, τη Δαμασκό και βέβαια την Αλεξάνδρεια. Άλλοι μετανάστευαν στα Ρωσικά λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας και στις εκβολές του Δούναβη. Η Οικονομική αυτή μετανάστευση είχε σαν συνέπεια μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα ο πληθυσμός των Ελλήνων της διασποράς να είναι πολύ μεγαλύτερος από τον πληθυσμό του Ελληνικού κράτους. Αυτοί οι Έλληνες εκτός συνόρων δημιουργήσαν κοινωνίες με εξαιρετική εκπαίδευση και πλούτο. Η επιτυχία τους συνέχισε να είναι πόλος έλξης για τους πιο τολμηρούς από τους κατοίκους της Ελλάδας μέχρι το τέλος του Α’ Παγκόσμιου πόλεμου.
  • Το γεγονός πως εργάζεστε στον τομέα της ναυτιλίας πόσο μεγάλη σχέση έχει με τον τίτλο και το εξώφυλλο του βιβλίου σας;
    Ο τίτλος του βιβλίου όπως εξηγώ και στην εισαγωγή αναφέρεται στις σαρωτικές αλλαγές στην υφήλιο που ξεκίνησαν από το τέλος του 18ου αιώνα και συνεχίζουν με αυξανόμενη ταχύτητα στις ημέρες μας. Ο κόσμος όπως ήταν μέχρι τότε γνωστός άλλαξε από τα βάθρα του, αυτές οι αλλαγές άγγιξαν όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας και ζωής. Οι γενιές που έζησαν το ξεκίνημα αυτής της εποχής έκπληκτες προσπάθησαν να προσαρμοστούν και να ισορροπήσουν κόντρα στον ισχυρό άνεμο της αλλαγής που παρέσυρε στο διάβα του ανθρώπινες συμπεριφορές και πρακτικές πολλών αιώνων. Το εξώφυλλο, από μια ακουαρέλα της Βάνας Λογοθέτη, απεικονίζει σπίτια χτισμένα από λασπότουβλα, αποξηραμένα στον ήλιο και καλαμένια σκεπή που ακόμα και κατοικούν οι χωρικοί στις όχθες του Νείλου.
  • Οι γνώσεις που αποκτήσατε τόσο από την εργασία σας όσο και ως μέλος του Δ.Σ. του Ναυτικού Μουσείου Αιγαίου, σε ποιο βαθμό σας βοήθησαν να αντλήσετε στοιχεία για το μυθιστόρημά σας και σε ποιες πηγές αναζητήσατε υλικό;
    Προσπάθησα περιγράφοντας τους έρωτες και τις περιπέτειες των ηρώων της μυθοπλασίας να δημιουργήσω ένα ρεαλιστικό ιστορικό πλαίσιο της εποχής που διαδραματίζεται η ζωή τους.
    Χρειάστηκε να μελετήσω αρκετά βιβλία, ακόμα και διατριβές, για την ζωή στην Ερμούπολη την Αλεξάνδρεια και την Κωνσταντινούπολη του τότε. Επίσης μελέτησα πως ξεκίνησε η καλλιέργεια του βαμβακιού στην Αίγυπτο και τις συνέπειες που είχε στη ζωή των χωρικών (φελάχων).
  • Όπως και στο προηγούμενο μυθιστόρημά σας έτσι και «Ισορροπώντας στον άνεμο» οι ήρωές σας ξενιτεύονται και ασχολούνται με τη ναυτιλία. Αυτό σημαίνει πως έχετε δώσει σ’ αυτά τα πρόσωπα και δικά σας χαρακτηριστικά. Μήπως τους δώσατε ρόλους και αποφάσεις στις οποίες θέλατε να πρωταγωνιστείτε εσείς;
    Πράγματι και τα δύο βιβλία μου «Θυμάρι Μεσοπέλαγα» και «Ισορροπώντας στον Άνεμο» είναι περιπετειώδη ιστορικά μυθιστορήματα.
    Το πρώτο χρονικά καλύπτει τα τελευταία τριάντα χρόνια του 18ου αιώνα και τον 19ον αιώνα μέχρι το 1835 και γεωγραφικά τα νησιά του Αιγαίου, την Σμύρνη, την Οδησσό και τη Τεργέστη ενώ το δεύτερο την περίοδο 1850 -1890 στις Κυκλάδες, την Ερμούπολη την Αλεξάνδρεια την Κωνσταντινούπολη τη Μασσαλία και το Παρίσι. Στα δύο αυτά μυθιστορήματα μαζί με τη ζωή και τις περιπέτειες των ηρώων περιγράφω πως ήταν οργανωμένες οι νησιωτικές κοινωνίες. Με την κατάρρευση της ναυτικής δύναμης των Βενετών δημιουργήθηκε ένα κενό εξουσίας στο Αιγαίο που είχε σαν συνέπεια να ανθίσει η πειρατεία.
    Μόνο στα μεγάλα νησιά του Αιγαίου κατοικούσαν ως μειοψηφία Τούρκοι τα υπόλοιπα είχαν αμιγή ελληνικό πληθυσμό. Οι Οθωμανοί άφηναν τους νησιώτες να αυτοδιοικούνται και μια φορά το χρόνο περνούσε ο Οθωμανικός στόλος για να εισπράξει τον κεφαλικό φόρο. Τις κοινωνίες των νησιωτών διοικούσαν επίτροποι εκλεγμένοι από τους κατοίκους συνήθως για ένα χρόνο. Αυτοί φρόντιζαν να ορίζουν τους κανόνες που λειτουργούσε η κοινωνία, να εισπράττουν τους φόρους, να λύνουν τις διάφορες των κατοίκων, να προσλαμβάνουν δασκάλους για να εκπαιδεύονται τα παιδιά τους και γιατρούς για την υγεία τους. Επειδή οι άνδρες ταξίδευαν με τα ιστιοφόρα, πολλές φορές για χρόνια, οι νησιωτικές αυτές κοινωνίες είχαν μητριαρχία και η θέση της γυναίκας ήταν ισότιμη με του άνδρα αφού οι γυναίκες αποφάσιζαν για όλα τα σοβαρά θέματα όσο οι άνδρες τους ταξίδευαν.

Τον επόμενο αιώνα οι νησιώτες εκμεταλλευόμενοι τους όρους της συνθήκη ειρήνης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή μεταξύ των Ρώσων και των Οθωμανών το 1774 δημιούργησαν σημαντικούς στόλους ιστιοφόρων και ασχολήθηκαν με τις θαλάσσιες μεταφορές εμπορευμάτων. Συχνά ήταν έμποροι και καραβοκύρηδες. Αυτό ήταν το ξεκίνημα της μεγάλης ναυτιλίας των Ελλήνων.
Ίσως δεν είναι γνωστό στους αναγνώστες σας ότι οι Έλληνες διαχειρίζονται σήμερα τον μεγαλύτερο εμπορικό στόλο του κόσμου. Το 90% του παγκόσμιου εμπορίου διακινείται από τη θάλασσα. Το 20% αυτών των εμπορευμάτων μεταφέρεται από πλοία που τα διαχειρίζονται Έλληνες. Αυτή η πρωτιά των Ελλήνων δεν είναι συγκυριακή. Ήδη στο ξεκίνημα του 20ου αιώνα ο εμπορικός στόλος των Ελλήνων συγκαταλεγόταν μέσα στους 10 μεγαλύτερους στόλους του κόσμου.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Κυκλάδες, δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Δυο νέοι, ο Παύλος και η Ευγενία, φίλοι από παιδιά, παρασύρονται στη δίνη του έρωτα. Απρόσμενα ο Παύλος συγκρούεται με τον πατέρα της Ευγενίας και αναγκάζεται να την εγκαταλείψει φεύγοντας στην Αίγυπτο.
Στις όχθες του Νείλου θα έρθει αντιμέτωπος με μιαν άλλη πραγματικότητα, ασχολούμενος με την παραγωγή και το εμπόριο του βαμβακιού, που τότε αποκαλούσαν “λευκό χρυσό”. Η Ευγενία θα ταξιδέψει εκεί για να τον αναζητήσει, μάταια όμως. Κάποια στιγμή θα πληροφορηθεί από τις τοπικές εφημερίδες την απαγωγή του από Αιγύπτιους εθνικιστές και στη συνέχεια την απελευθέρωσή του. Όταν επιτέλους συναντηθούν, θα μάθει ότι στη ζωή του υπάρχει πλέον άλλη γυναίκα. Λίγο καιρό αργότερα, ένα ιστιοφόρο φορτωμένο με βαμβάκι και με επιβάτη τον Παύλο εγκαταλείπει τελευταίο την Αλεξάνδρεια πριν απ’ τον βομβαρδισμό της, ενώ ένα ναυάγιο στη Μαύρη θάλασσα φέρνει την ανατροπή…
Ένα συναρπαστικό ταξίδι στον χρόνο, στην κοσμοπολίτικη Ερμούπολη, την Αλεξάνδρεια και την Κωνσταντινούπολη.
Μια ματιά στη ζωή των Ελλήνων αστών και εμπόρων του 19ου αιώνα, με φόντο τα συγκλονιστικά γεγονότα της εποχής.

Βιογραφικό
Ο Βασίλης Λογοθέτης, έχει σπουδάσει νομικά και εργάζεται στη ναυτιλία όπου διευθύνει γνωστή ναυτιλιακή εταιρεία. Είναι αντιπρόεδρος του Ναυτικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος. Mε τη λογοτεχνία ασχολείται πολλά χρόνια. Το μυθιστόρημα «Θυμάρι Μεσοπέλαγα», έχει επίσης εκδοθεί από τις Εκδόσεις Καστανιώτη. Οι γνώσεις που απέκτησε από την εργασία του και ως μέλος του Δ.Σ. του Ναυτικού Μουσείου Αιγαίου, μαζί με την αγάπη για τη ναυτική ιστορία της χώρας μας και των νησιών της, τον βοήθησαν να αντλήσει στοιχεία για να γράψει το παρόν βιβλίο.