Συγγραφέας του βιβλίου «Γυναίκες της αναμονής» – Εκδόσεις «Ψυχογιός»

Διαβάζοντας το βιβλίο της Μάρως Βαμβουνάκη, σίγουρα πέρασα όμορφες βραδιές αυτού του ιδιαίτερου και κρύου χειμώνα. Ωστόσο, ομολογώ, πως συνομιλώντας μαζί της για τις ανάγκες της συνέντευξής της στο Vivlio-life, συνειδητοποίησα πως θα κρατήσω για πάντα στο μυαλό μου κατιτίς από όλες τις απαντήσεις της. Έμαθα τη διαφορά του «αγαπάω» από το «αγαπώ». Συμφώνησα μαζί της πως «δεν γίνεται να επιβάλεις ή να ζητιανεύεις εκείνο που δεν εμπνέεις αυθόρμητα και απλά». Είπα, ναι, αν το καλοσκεφτείς «Ο περίπατος στο ψυχικό μας σύμπαν δεν μπορεί παρά να είναι ποιητικός». Επανέλαβα μετά από εκείνη πως «Συμβιβασμένος έρωτας δεν υπάρχει». Κράτησα ως μότο μου τη δική της τοποθέτηση πως «Καλύτερα ένας άδοξος έρωτας, μια άδοξη φιλία, ένα ταξίδι ταλαίπωρο, από το να μελετάς τα μεγαλύτερα φιλοσοφικά έργα περί έρωτος, περιπέτειας, και φιλίας». Κυρίως, όμως, ταυτίστηκα με την πρότασή της «Με τα χρόνια άρχισα να σταματώ κάποιο αδιάφορο βιβλίο στη μέση, πράγμα που απαγόρευα στον εαυτό μου παλιά ως σπασίκλα μαθήτρια».

Λογοτεχνία και ψυχοθεραπεία σ’ ένα μυθιστόρημα πλημμυρισμένο από άρωμα γυναίκας. Ποιες, όμως, είναι οι «Γυναίκες της αναμονής»; Μιλήστε μας για το βιβλίο σας.
Ο τίτλος του βιβλίου είναι ο τίτλος της πρώτης ιστορίας. Αναφέρεται στις γυναίκες εκείνες που στο περιθώριο της ζωής των άλλων, τρίτο πρόσωπο εδώ σε μια υπόθεση μοιχείας, αναμένουν και πάντα αναμένουν μια λύση του σφιχτοδεμένου κόμπου που από έρωτα δέθηκαν. Μου άρεσε η λέξη “αναμονή” έτσι κι αλλιώς, γιατί νομίζω πως κάθε ζωντανός άνθρωπος κάτι πάντα αναμένει. Δίχως προσδοκίες η ζωή λες και αδειάζει από ένα αναμενόμενο ενθουσιασμό που αναβάλλεται.

Πρέπει να σας ομολογήσω πως αυτή η συγγραφική σας δουλειά μου έδωσε την ευκαιρία να παρατηρήσω κάτι: «Πως το αγαπάω κρύβει μέσα του ένα συναίσθημα πιο βαθιά ριζωμένο από το αγαπώ». Ως ψυχολόγος – αφηγήτρια της ιστορίας το επισημαίνετε εξαρχής. Μιλήστε μας γι’ αυτό το «α» που κάνει τη διαφορά…
Ο ήχος των λέξεων έχει μεγάλη αξία! Αυτό το “α” που λέτε, μοιάζει να επιβραδύνει το χάδι, να κάνει τη μοιραία λέξη τρυφερότερη και πιο θερμή.

«Για μένα ο επιμένων δε νικά… Επιμένοντας δεν κερδίζεις ψυχές», διαβάζω στο κεφάλαιο ο «Εφιάλτης της μεγάλης λατρείας», και θα ήθελα να μας εξηγήσετε αυτό το συλλογισμό. Ίσως βοηθήσετε πολλούς από εμάς…
Για μένα τουλάχιστον, είναι αφόρητο να μου επιβάλει ο άλλος μια σχέση που δεν αισθάνομαι ως αμοιβαία. Να επιμένει ότι πρέπει να τον αγαπώ, να τον αισθάνομαι ερωτικά ή φίλο, ακόμα και ως συγγενή όταν δεν τρέφω τα ίδια αισθήματα. Το θεωρώ ψυχική βία και αδιακρισία. Η διακριτικότητα είναι βασικότατο στοιχείο της αγάπης. Η επίμονη αδιακρισία του “αγάπα με γιατί σ΄ αγαπώ” είναι ένας σκληρός εγωισμός που χειρίζεται τις ενοχές, τις ευαισθησίες μας. Δεν γίνεται να επιβάλεις ή να ζητιανεύεις εκείνο που δεν εμπνέεις αυθόρμητα και απλά.

«Α, ο εγωισμός!… Αυτός ο δυνάστης μας! … Η φυλακή και το κάτεργό μας, το σαδιστικό μας όργανο εναντίον των απέναντι…» γράφετε. Στα μυθιστορήματα, γενικά, ο εγωισμός κατέχει μια ιδιαίτερη θέση. Πώς τον διαχειριστήκατε ως συγγραφέας στο σύνολο του συγγραφικού σας έργου;
Νομίζω ότι είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου, της ύπαρξης. Από εγωισμό οι πρωτόπλαστοι έχασαν τον παράδεισο. Δεν μπορεί εύκολα κανείς να φανταστεί σε πόσες συμπεριφορές μας, και τις πιο “θεάρεστες”, κρύβεται σπόρος εγωισμού. Έτσι και μειώσεις τον εγωισμό σου, πλήθος από τα βάσανά σου και τα ψυχολογικά σου προβλήματα θα μειωθούν, θα υποχωρήσουν. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη και πιο δύσκολη νίκη. Και βέβαια όλα αυτά τα γνωρίζω από τον ίδιο μου τον εαυτό πρώτα πρώτα!

Είχατε πει σε μία σας συνέντευξη πως «… η ψυχολογία από μόνη της είναι σπουδαία ποιητική οδός». Επομένως αυτές οι σπουδές, μαζί με εκείνες της Νομικής σας δίνουν ένα πλεονέκτημα στην αφηγηματική γραφή. Πόσο εκμεταλλευτήκατε στο γράψιμο τις γνώσεις αυτές και πόσο σας βοήθησαν;
Ο περίπατος στο ψυχικό μας σύμπαν δεν μπορεί παρά να είναι ποιητικός. Τσακίζει μια συμβατική λογική που ξεραίνει την κρίση μας, και περπατά σε τόπους απροσδόκητους και ρευστούς. Όσο πιο βαθιά στο υποσυνείδητο προχωρούμε, τόσο η ποίηση γίνεται πιο σουρεαλιστική. Ο Φρόυντ έγραφε πως τα όνειρα είναι η βασιλική οδός προς το ασυνείδητο.

Οι τίτλοι των βιβλίων που έχετε γράψει καλύπτουν σχεδόν τρεις σελίδες του βιβλίου! Πραγματικά εντυπωσιακό και μόνο να το βλέπει κανείς. Θέλετε – για την αποφυγή κάποιου πιθανού δικού μου λάθους – να μας δώσετε το συνολικό αριθμό βιβλίων που έχουν εκδοθεί με το όνομά σας;
Πήγα κι εγώ κι άνοιξα ένα βιβλίο μου για να τα μετρήσω. Έχω χάσει τον αριθμό τους, νομίζω είναι σαραντατέσσερα. Δεν γράφω μόνο για να εκδίδω, γράφω από πολύ μικρή γιατί έτσι καταλαβαίνω τι μου γίνεται και τι γίνεται.

Από τον «Αρχάγγελο του καφενείου» που κυκλοφόρησε το 1978 μέχρι τις «Γυναίκες της αναμονής» του σήμερα, μεσολάβησαν πολλά αλλά κυρίως δημιουργικά χρόνια. Δεκάδες τίτλοι και κεφάλαια, διαφορετικοί τόποι και χρόνοι, αμέτρητοι εμπνευσμένοι ήρωες. Ποιον τίτλο θα βάζατε σ’ αυτόν τον συγγραφικό απολογισμό ζωής;
Α, μη με ρωτάτε, είναι πολλά και περίπλοκα όσα έγιναν και γράφτηκαν μέσα στα τόσα χρόνια για να στριμωχτούν σε ένα τίτλο. Δόξα τω Θεώ νιώθω πως έζησα μια γεμάτη ζωή…

Ποιος από όλους τους πρωταγωνιστές σας, κρατάει ακόμη και σήμερα ζεστή μια θέση στην καρδιά σας;
Η Ντούλια και το κορίτσι στο “Ένας αφηρημένος άντρας“. Πλάσματα που αντιλαμβάνονται την ερωτική σχέση μονάχα ως απόλυτη και είναι πρόθυμα να πληρώσουν το πανάκριβο τίμημα αυτής της στάσης ζωής. Νομίζω ότι έτσι νιώθω κι εγώ γι΄ αυτό πολύ τις αγάπησα και τις κατάλαβα. Συμβιβασμένος έρωτας δεν υπάρχει.

Εστιάζοντας στα συναισθήματα που πηγάζουν από τις «Γυναίκες της αναμονής» μου δημιουργείται η αίσθηση πως είναι εκείνα τα συναισθήματα που προσδώσατε στους χαρακτήρες που έχουν πρωταγωνιστήσει σε όλα σας τα βιβλία. Είναι έτσι;
Έτσι θα είναι. Οι ήρωες και ηρωίδες κι αυτού του βιβλίου είναι χαρακτήρες που ξέρω, που κουβαλάω κι εγώ. Πιστεύω πως όλοι μας πάσχουμε λίγο πολύ από πολλαπλή προσωπικότητα. Αν δεν γνωρίζω καλά κάποιον δεν γίνεται να τον περιγράψω. Τα εντελώς φανταστικά κείμενα είναι ισχνά. Αναγκαστικά κάνουμε επαναλήψεις οι συγγραφείς, περιτριγυρίζουμε επί χρόνια, ίσως και μια ζωή, το ριζικό θέμα μας με εμμονή.

Στο κεφάλαιο «Η τυραννία της επίσημης βλακείας», μιλάτε για το βιβλίο. «Πέρα από την όμορφη, τη σημαντική, την πρωτότυπη, την ταλαντούχα γραφή, ένα καλό αγαπημένο βιβλίο πρέπει να είναι και ενδιαφέρον», γράφετε. Ποια είναι για σας τα στοιχεία που κάνουν ενδιαφέρον ένα βιβλίο;
Είναι το βιβλίο που με συγκινεί γιατί περιέχει πράγματα και πρόσωπα που ταυτίζομαι, που προκαλούν να κάνω συγκρίσεις με την ψυχή μου, με τις σκέψεις μου. Δίχως συναισθηματική ή πνευματική συγκίνηση δικιά μου κανένα βιβλίο δεν με κρατά κοντά του. Το διαβάζω ίσως από περιέργεια, αλλά το βαριέμαι. Με τα χρόνια άρχισα να σταματώ κάποιο αδιάφορο βιβλίο στη μέση, πράγμα που απαγόρευα στον εαυτό μου παλιά ως σπασίκλα μαθήτρια.

Οι «Γυναίκες της αναμονής» είναι τελικά μια προσωπική σας κατάθεση ψυχής; Μήπως κρύβονται στις σελίδες του βιβλίου όλα όσα θέλατε να μοιραστείτε με μας τους αναγνώστες όλα αυτά τα χρόνια αλλά δεν το κάνατε ποτέ;
Πάντα συμβαίνει αυτό. Καταθέτεις δικά σου εν γνώσει σου, είτε χωρίς να το ξέρεις, είτε μη γνωρίζοντας πως είναι δικά σου, από άγνοια εαυτού. Υπάρχουν όμως εκεί και σε τρώνε, και απαιτούν να φανερωθούν. Θες δεν θες συμβαίνει αυτό σε όποιον γράφει. Δεν γράφεις παρά από καρδιάς, και καρδιά κατά τη βιβλική έννοια είναι ολάκαιρος ο άνθρωπος, το προσωπικό του σύμπαν.

Κλείνοντας την πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξή μας θα ήθελα να σχολιάσετε την τελευταία πρόταση του οπισθόφυλλου: «Κρύβει όμως μεγάλη θλίψη και κατάθλιψη η αποφυγή της αυθεντικής, της ζωντανής ζωής».
Μόνο η εμπειρία, μόνο το βίωμα, μόνο η ζώσα ζωή! Η ζωή μόνο μέσα στο κεφάλι σου, είναι μια παραπλανητική φαντασίωση που ούτε σε ικανοποιεί, ούτε σε καθαρίζει. Αντιθέτως, χτίζεις ένα ψευδοκάστρο όπου φυλακίζεσαι και, εκτός πραγματικότητας, σβήνεις. Καλύτερα ένας άδοξος έρωτας, μια άδοξη φιλία, ένα ταξίδι ταλαίπωρο, από το να μελετάς τα μεγαλύτερα φιλοσοφικά έργα περί έρωτος, περιπέτειας, και φιλίας.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
«Τότε, σε εκείνες τις ηλικίες μας, οι αγάπες και τα ζευγαρώματα ήταν στο κέντρο της έγνοιας μας. Πάντα είναι έτσι δηλαδή, μόνο που αρκετοί αρνιούνται να το ομολογήσουν. Ίσως επειδή παραδόθηκαν, στο μεταξύ, σε άλλου είδους πάθη: καριέρας, οικονομικά, πολιτικά, κομματικά, καλλιτεχνικά, γονεϊκά, αθλητικά, όμως πρόκειται για υποκατάστατα. Η βασική ανάγκη για ένωση προσώπου με πρόσωπο είναι εκεί, από πίσω τους, και τα φλογίζει σε βαθμό δυνατού πόθου. Ανικανοποίητου βέβαια αφού πρόκειται για υποκατάστατα».
Απόσπασμα από το κεφάλαιο «Στην ασφάλεια της αποτυχίας» τούτου του βιβλίου.
Γιατί δυστυχώς συμβαίνει να είμαστε πλάσματα γεμάτα φόβους και ψιλοδουλεμένες άμυνες. Φοβόμαστε ακόμα και την αληθινή χαρά, την ευτυχία και, ίσως περισσότερο, τη βαθιά αγάπη.
Για διάφορους λόγους τις αποφεύγουμε και βάζουμε στη θέση τους στόχους και επιλογές που νιώθουμε ότι ελέγχουμε καλύτερα. Κρύβει όμως μεγάλη θλίψη και κατάθλιψη η αποφυγή της αυθεντικής, της ζωντανής ζωής.

Βιογραφικό
Η Μάρω Βαμβουνάκη γεννήθηκε στα Χανιά, όπου έζησε τα παιδικά της χρόνια. Από δέκα χρόνων ήρθε με την οικογένειά της στην Αθήνα. Σπούδασε νομικά και ψυχολογία. Από το 1972 και για έντεκα χρόνια έζησε στη Ρόδο, όπου εργάστηκε ως συμβολαιογράφος. Σήμερα ζει στην Αθήνα.