Συγγραφέας του βιβλίου «Μια βαλίτσα μαύρο χαβιάρι» – Εκδόσεις «Κυριακίδη»
«Τα ελληνικά μου είναι λίγα. Αλλά για να πεις την αλήθεια δεν χρειάζονται πολλά λόγια», μου είπε η Σοφία Προκοπίδου, ξεκινώντας αυτήν τη συνέντευξη για το Vivlio-life. Όταν την ολοκληρώσαμε, διαπίστωσα πως τα ελληνικά της είναι πολύ καλύτερα απ’ όσο και η ίδια πιστεύει. Γιατί έχουν ψυχή. Όπως και το βιβλίο της που συγκινεί γιατί αγγίζει ευαίσθητες χορδές. Πρωταγωνιστές της πρόσφυγες από τον Πόντο, που μπήκαν στο βαπόρι με μια βαλίτσα γεμάτη χαβιάρι, για τις πρώτες ανάγκες στην Ελλάδα. Στα είκοσι μικρά της διηγήματα ο αναγνώστης έρχεται κοντά στους ανθρώπους που λάτρευαν την Ελλάδα από μακριά και όταν πάτησαν τη γη της σε άλλους όπως στην ηρωίδα της τη Σόνια έφερε έμφραγμα από την κρατημένη πνοή της χαράς και του απερίγραπτου ενθουσιασμού. Κάποιοι άλλοι όπως η Αντιγόνα άντεξαν τη χαρά της συνάντησης με το όνειρο των προγόνων τους.
Από τη συνέντευξη με την καλή συνάδελφο κράτησα το εξής: «Για να είσαι αληθινός δε χρειάζεται να περιγράφεις να γεγονότα με τη γραφικότητα των πολλών ωραίων λέξεων, χρειάζεται απλά να γράφεις έστω με λίγες, αλλά με απόλυτο σεβασμό σε ό.τι περιγράφεις».
Ο τίτλος του βιβλίου σας δεν είναι τίποτε άλλο από την αρχή της ζωής σας στην Ελλάδα την οποία παρακολούθησα με πολύ ενδιαφέρον σε μία συνέντευξη για το βιβλίο σας. Νομίζω πως θα έχει το ίδιο ενδιαφέρον και για τους φίλους του Vivlio-life…
Ο τίτλος και πολλά αλλά ονόματα που εμφανίζονται στο βιβλίο μου, μου ήρθαν αυθόρμητα, όχι με πολύ σκέψη της λογικής, αλλά με την καλύτερη λογική έμπνευσης. Πρώτον: ήταν πραγματική ιστορία… υπερρεαλιστική από μόνη της. Δεύτερον: το μαύρο χαβιάρι είναι ένα προϊόν (έδεσμα) που εμφανίστηκε μόνο σε ένα μέρος του πλανήτη. Τη Σοβιετική Ένωση και εν μέρει, στο Ιράν. Είναι πανάκριβο. Σήμερα το ένα κιλό φτάνει στο 800-900 ευρώ! Η παλιννόστηση ή μετανάστευση των Ελλήνων της Ρωσίας, Γεωργίας και Ουκρανίας… και άλλων χωρών στην Ελλάδα ήταν μια βαλίτσα γεμάτη μαύρο χαβιάρι, ένας πλούτος ήταν και είναι για την Ελλάδα! Για τους Έλληνες η επιστροφή στην πατρίδα με καράβι ήταν, όπως λέτε, ο στόχος και το νόημα της ζωής, ακόμη και για εκείνους που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σε πόλεις που δεν είχαν θάλασσες. Τι σηματοδοτεί για όλους αυτούς αλλά και για σας το καράβι;
Το βαπόρι ήταν σύμβολο και μέσο της επιστροφής… Στην Ελλάδα μόνο με βαπόρι μπορούσαν να φτάσουν οι πρόσφυγες από τον Πόντο…
Αντιγόνα ονομάζεται η κεντρική σας ηρωίδα, η οποία όπως εξηγείτε στο οπισθόφυλλο είναι ακροάτρια, παρατηρήτρια αλλά και πρωταγωνίστρια στα γεγονότα που συμβαίνουν στην πρώην ΕΣΣΔ και την Ελλάδα τα τελευταία τριάντα χρόνια. Μιλήστε μας γι’ αυτήν τη γυναίκα.
Σίγουρα, η Αντιγόνα είμαι εγώ. Η Ηρωίδα με βοήθησε να αποστασιοποιηθώ από τα γεγονότα που είναι όλα πραγματικά και ρεαλιστικά, που φαίνονται ιστορίες φανταστικές, αλλά η πραγματική ζωή είναι μαγικός ρεαλισμός, όπου τα σύνορα της πραγματικότητας και λογικής, των ονείρων και της φαντασίας σβήνονται δια μαγείας. Γιατί όμως; Πιστεύω ότι η μόνιμη επιθυμία του ανθρώπου είναι να κάνει τη ζωή του ένα παραμύθι. Μόνο τότε νιώθει ότι βρίσκεται στον ρου της μεγάλης ιστορίας της ανθρωπότητας… μέσα στον μύθο. Με τον μύθο παραμένει δυνατός να συνεχίσει.
Η Αντιγόνα… ένα όνομα που μου ήρθε από το πουθενά, αλλά στην ουσία ήρθε από τη μνήμη μου. Θυμήθηκα μια γειτόνισσα που την έλεγαν Αντιγόνα. Πολύ πιο μετά, αφού εκδόθηκε το βιβλίο, ξαφνιάστηκα όταν κατάλαβα πως τελικά επέλεξα ασυνείδητα ένα όνομα που συμβολίζει τον αγώνα για το δίκαιο, την αλήθεια και τη πραγματική αδελφική αγάπη και αντίσταση στην εξουσία και το κατεστημένο… Η δικιά μου Αντιγόνα είναι όλα αυτά, χωρίς να επιδιώξω να την κάνω “κόπια”, απλά έτσι μίλησε η δικιά μου φωνή και ψυχή…
Το βιβλίο σας αποτελείται από είκοσι διηγήματα και η Αντιγόνα άλλες φορές με χιούμορ και ευχάριστη διάθεση, άλλες πάλι με θλίψη και πόνο συμμετέχει ή παρατηρεί τους γύρω της δίνοντάς μας μια γεύση από τη ζωή μακριά από την πατρίδα. Πώς της φάνηκε η Ελλάδα όταν μύρισε το χώμα της και μύρισε το άρωμά της;
…όπως στη θεία Σόνια… με μια κρατημένη πνοή από χαρά και έναν απερίγραπτο ενθουσιασμό, που στη Σόνια έφερε έμφραγμα ενώ η Αντιγόνα άντεξε τη χαρά της συνάντησης με το όνειρο των προγόνων της.
«…Δεν περίμενε πως η Αθήνα θα ήταν μια πόλη φυλακισμένη μέσα σε κτίρια από μπετόν, μια πόλη σφιχτά τυλιγμένη με ασφαλτόδρομους και σκουπίδια… ενώ η Ακρόπολη ήταν μακριά…», διαβάζω στο κεφάλαιο που έχει τον ίδιο τίτλο με το βιβλίο. Θα επηρεάσει αυτή η πρώτη εικόνα την ηρωίδα σας;
Όχι, φυσικά. Απλά θα περάσει από το όνειρο, για μια τέλεια χώρα την Ελλάδα, όπως το είχε αυτή και πολλοί άλλοι Έλληνες της Ρωσίας στο μυαλό και την ψυχή της, στην πραγματική εικόνα της “Γης της επαγγελίας”.
Θα απογοητευτεί αλλά θα αγαπήσει αυτήν τη χώρα, με όλη την ψυχή της. Ο έρωτας για την πατρίδα θα μετατραπεί στη συμπονετική αγάπη για την πατρίδα.
Πρόκειται για ιστορίες που σας μετέφεραν ή ιστορίες μέρος των οποίων είστε κατά κάποιον τρόπο κι εσείς πρωταγωνίστρια;
Πάντα είμαστε πρωταγωνιστές στη ζωή, ακόμα και όταν παρατηρούμενε τα γεγονότα. Από τη στιγμή που θα υιοθετήσουμε τις αφηγήσεις γραπτές ή προφορικές, γινόμαστε πρωταγωνιστές. Εφόσον τα περνάμε από μέσα μας, παίρνουμε θέσεις, εκφράζουμε συναισθήματα…
Μέσα από την αντιμετώπιση της ζωής όλων αυτών των υπέροχων ανθρώπων που πλαισιώνουν την Αντιγόνα, διακρίνει ο αναγνώστης μια αθωότητα, την οποία επισημαίνετε και εσείς. Είναι αυτό που τους έκανε ευτυχισμένους μακριά από την Ελλάδα;
Ο άνθρωπος έρχεται στον κόσμο αθώος και μετά αλλάζει, φθείρεται. Ο θυμός τον μετατρέπει πολλές φορές στο εγωκεντρικό ον, που πιστεύει ότι όλα πρέπει να περιστρέφονται γύρω του. Η πορεία όλων μας είναι να φτάσουμε στην αρχική αθωότητα. Τότε που βγαίνουμε στο φως της ζωής, αφού περάσουμε τις συμπληγάδες των δύσκολων καταστάσεων ακόμα και τραγωδιών. Να φτάσουμε στην αθωότητα της σοφίας- αυτός είναι ο στόχος της ανθρώπινης ύπαρξης. Αν δε φτάσουμε στη σοφία, αλίμονό μας… Και όμως, λίγοι άνθρωποι το καταφέρνουν… Οι ήρωές μου ζουν σε μια κοινωνία, που ακριβώς αυτός ο δρόμος στη σοφία είναι τρόπος ζωής τους. Είναι ο εθνικός χαρακτήρας – η αθωότητα, η σοφία και η δυνατότητα μέσα από τις τραγωδίες να κάνουν μύθους – παραμύθια, έπος και τραγούδια.
Τα μόνα χρήματα που αγάπησε η Αντιγόνα ήταν οι δραχμές. Τα ρούβλια τα θεωρούσε ασήμαντα, τα δολάρια της φαινόταν ξένα και άψυχα χρήματα, τα ευρώ της φαινόταν λίγα σαν τα ρούβλια. Γιατί αγάπησε τη δραχμή η ηρωίδα σας;
Η δραχμή συνδέεται με την προσπάθεια στο νέο ξεκίνημα, σε μια νέα σελίδα της ζωής της. Η δραχμή ήταν το νόμισμα που πληρωνόταν για τις πρώτες της εργασίες στην ελεύθερη οικονομική αγορά της καπιταλιστικής χώρας. Για τη δραχμή ταπεινώθηκε (έγινε οικιακή βοηθός, ενώ ήταν καθηγήτρια). Η δραχμή ήταν το νόμισμα με το οποίο βραβεύτηκε για τις αντοχές της στα πρώτα χρόνια μετανάστευσης στην Ελλάδα.
Μέσα από τα διηγήματά σας ερχόμαστε πολύ κοντά σε ιστορικά γεγονότα όπως τα ζούσαν οι ήρωές σας. Κάποια από αυτά τα γεγονότα βιώσατε κι εσείς πριν βρεθείτε στη Θεσσαλονίκη το 1990. Ποιο ήταν εκείνο το γεγονός που τότε σας άγγιξε περισσότερο σαν άνθρωπο;
Η απόλυτη διάλυση. Της χώρας αλλά και των ηθικών κανόνων. Η πνευματική πολιτιστική ζωή μετατράπηκε σε τελετές που μετέδιδε το πρώτο τηλεοπτικό κανάλι της Ρωσίας. Τότε είπα: “τέλος”. Δε ήταν, που η χώρα έπεσε στον πάτο, ήταν ότι η χώρα έχανε τις αξίες της ατομικής και κοινωνικής αξιοπρέπειας. Η σωτηρία μπορεί να έρθει – είπα – αλλά θέλει δεκαετίες… Είχα δίκιο.
Αν και το όνειρό σας να γίνετε δημοσιογράφος πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη, θα ήθελα να μας πείτε ποιο από τα γεγονότα που συνέβησαν πριν φύγετε από εκεί θα θέλατε να καλύψετε δημοσιογραφικά.
Δημοσιογραφικά – κανένα, λογοτεχνικά – πολλά γεγονότα αποτύπωσα. Δεν με ενδιαφέρει να καλύπτω γεγονότα που οδηγούν στο αδιέξοδο ή ένα μεγάλο ψέμα. Πάντα θέλω να υπάρχει φως στο τούνελ. Τότε δεν υπήρχε φως.
Έτυχε να βρεθείτε στη Ρωσία ως δημοσιογράφος για να καλύψετε κάποιο ρεπορτάζ;
Πολλά ρεπορτάζ… Ειδικά με θέματα των ελληνικών κοινοτήτων, αλλά είχα πάρει συνεντεύξεις από γνωστά πρόσωπα, όπως τον Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, τον διεθνή τσελίστα Μστισλάβ Ροστροπόβιτς, τους δημάρχους της Μόσχας, Αυρηλίου Ποπόφ και τον σημερινό Σεμπίανιν, και μια μεγάλη πλειάδα αξιόλογων προσωπικοτήτων της Ρωσίας και άλλων δημοκρατιών.
Σας είδα να παίρνετε ενεργό μέρος στην επέτειο εκατό χρόνων από τη γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού. Αν ζούσε σήμερα η Αντιγόνα πώς θα γιόρταζε αυτήν την τόσο σημαντική επέτειο;
Αυτήν την ημέρα δε γιορτάζουμε αλλά συλλογιζόμαστε. Πράγματι μόνο φέτος άρχισαν να περνούν μηνύματα για την τραγική ιστορία του Πόντου και των Ποντίων στην κοινή γνώμη. Χρειάστηκαν 100 χρόνια να μπορέσουμε να δούμε κατάματα τη γενοκτονία – δεν ήταν πόλεμος ή απλή ανταλλαγή λαών, ήταν γενοκτονία.
Γεννηθήκατε, σπουδάσατε και εργαστήκατε στη Ρωσία. Πόσο εύκολο είναι να γράψετε στην ελληνική γλώσσα όχι μόνο το βιβλίο που αποτελεί την πρώτη σας λογοτεχνική δουλειά αλλά και τα δυο θεατρικά έργα που φέρουν την υπογραφή σας;
Τα ελληνικά μου είναι λίγα. Αλλά για να πεις την αλήθεια δεν χρειάζονται πολλά λόγια. Να δεις τη ψυχή του ανθρώπου δεν χρειάζεται να τον κοιτάζεις από πάνω έως κάτω, αρκεί μια ματιά στα μάτια του… Για να είσαι αληθινός επίσης δεν χρειάζεται να περιγράφεις να γεγονότα με τη γραφικότητα των πολλών ωραίων λέξεων, χρειάζεται απλά να γράφεις έστω με λίγες, αλλά με απόλυτο σεβασμό σε ό,τι περιγράφεις.
Η Αντιγόνα, εσείς και μάλλον πολλοί της δεκαετία του ’90 ήρθατε στην Ελλάδα φέρνοντας μαζί σας μαύρο χαβιάρι. Η ηρωίδα σας όπως με χιούμορ περιγράφετε και τζάμπα δε θα το έτρωγε! Τι ήταν λοιπόν αυτό το χαβιάρι και πόσο κόστιζε;
Το πιο σπάνιο στη Γη χαβιάρι βρισκόταν στη ΕΣΣΔ, ένα έδεσμα είναι αλλά είναι και “σπέρμα”- γονίδια ενός έθνους που πίστευε και πιστεύει πως είναι ξεχωριστό. Είναι όντως έτσι τα πράγματα; Η ηρωίδα μου στο τέλος τί λέει; Καλύτερα να το διαβάσετε…
Το βιβλίο σας μεταφράστηκε το 2016 και εκδόθηκε στη Μόσχα. Ποια ήταν η απήχησή του εκεί;
Πολύ καλή. Μου γράφουν όπως ο καθηγητής οφθαλμολόγος Χρήστος Ταχτσίδης: «Είμαστε όλοι οι ήρωες του βιβλίου της Σοφίας Προκοπίδου, που μίλησε για μας και εκ μέρους μας για την πατρίδα των πόθων και των λογισμών μας- των Ελλήνων της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Μίλησε για την Ελλάδα που λατρέψαμε, τη θεοποιήσαμε πριν καν τη γνωρίσουμε. Για τη γιαγιά μας, τη γριά Λεμόνα, που ζήτησε με το χαμόγελο χαράς να φάει «χαβίτς» πριν φύγει από τη ζωή, γιατί ήταν απόλυτα σίγουρη ότι πάει στον Παράδεισο…».
Η Τρεσορόυκοβα Ειρήνη, καθηγήτρια στην έδρα Βυζαντινής και νεοελληνικής λογοτεχνίας του Κρατικού Πανεπιστήμιου Μόσχας “Λομονόσοφ” είπε: «Κατάφερε να μεταφέρει την ευτυχία της ζωής, παρά το γεγονός ότι οι περισσότερες από τις ιστορίες της μιλούν για θάνατο. Εδώ ακόμα και ο θάνατος είναι ένα μονοπάτι για την απόλυτη ευτυχία».
Μετά τις ιστορίες της Αντιγόνας σκέφτεστε να συνεχίσετε στο συγγραφικό μονοπάτι;
Γράφω βιβλίο με 14 διηγήματα και νουβέλες, αυτόνομες ιστορίες, ανθρωποκεντρικές, όπως πάντα, αλλά κανείς εκδότης δεν θέλει πια διηγήματα μόνο μυθιστορήματα… Ο νόμος της αγοράς. Για αυτό τα δημοσιεύω στο μπλοκ μου.
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Η έκδοση αποτελείται από συλλογή 18 διηγημάτων με μία κεντρική ηρωίδα την Αντιγόνα που είναι στη θέση της ακροάτριας ή παρατηρήτριας, αλλά και πρωταγωνίστριας στα γεγονότα που συμβαίνουν στην πρώην ΕΣΣΔ και την Ελλάδα τα τελευταία 30 χρόνια.
Οι τίτλοι των διηγημάτων λένε από μόνοι τους: «Ο μικρός Στάλιν», «Ο Αχιλλέας και ο Βοροσίλοβ», «Ο ξάδελφος ΒασιλιάςΚωνσταντίνος Β’», «H γιαγιά Μαρία, o γάτος και o Στάλιν», «Πως ο θείος Κώστας έφτυσε το Λένιν», «Ο Όμηρος και η Μαρία Κάλλας», «Ο Αχιλλέας και το 26ο συνέδριο του ΚΚΣΕ». «Μυστική οργάνωση «Παιδαγωγική Εταιρία», «ΚΚΣΕ και το νεφρό της Αντιγόνας», «Ο «Γάμος» της 25ης Μαρτίου»…
Αλλά και τα υπόλοιπα διηγήματα: «Η γιαγιά – ρατσίστρια», «Η γριά Λεμόνα φεύγει στον Παράδεισο», «Γλυκό από σύκα», «Το θέατρο του Αχιλλέα», «Οι θείοι Σόνια και Κόλια και η γουρούνα τους Κάτκα», «Ο Πατέρας Βάνια», «Η Βάλια, το ποδήλατο της και ο έρωτας του Βάνια», «Μια βαλίτσα μαύρο χαβιάρι», επίσης αναφέρονται στις προσωπικές ιστορίες που διαδραματίζονται στην εποχή μεγάλων ιστορικών αλλαγών.
Οι ήρωες περνούν από πολλές συμπληγάδες και φτάνουν σε ένα και μοναδικό καταφύγιο που έχει μόνιμες αξίες και τους δυναμώνει για να συνεχίζουν τη Ζώη τους. Είναι η αγάπη και αθωότητα, που τους σώζει και τους δίνει ελπίδα και ευτυχία. Όλοι τους είναι πραγματικά ευτυχισμένοι άνθρωποι γιατί μπόρεσαν και επιβίωσαν με όχημα τη απόλυτη πίστη ότι … η ζωή είναι ωραία ότι και αν μας επιφυλάσσει η μοίρα, γιατί το κάθε τέλος είναι και μια αρχή…
Βιογραφικό
Η Σοφία Προκοπίδου γεννήθηκε στo Καζακστάν. Είναι δημοσιογράφος. Σπούδασε Ρωσική Φιλολογία στη Μόσχα και εργάστηκε πολλά χρόνια στη Μέση εκπαίδευση ως καθηγήτρια στο Σότσι της Ρωσίας. Ζει από το 1990 στη Θεσσαλονίκη. Εργάστηκε στην ΕΡΤ-3. Σήμερα εργάζεται στο Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και στο «Πρακτορείο FM». Είναι μέλος της ΕΣΗΕΜΘ. Έχει γράψει στην ελληνική γλώσσα δυο θεατρικά έργα: “Η χώρα των μανταρινιών” και «Η Ρόζα και η Άντα». Τα έργα της είναι ανθρωποκεντρικά με φόντο τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα.
No comments!
There are no comments yet, but you can be first to comment this article.