Το βιβλίο της Ρούλας Σαμαϊλίδου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μιχάλη Σιδέρη

Παρά το τραγικό θέμα που πραγματεύεται το βιβλίο αυτό σου δημιουργεί όμορφες εικόνες και στο τέλος σε αφήνει με μια γλυκιά γεύση. Μέσα από τις διηγήσεις σε πρώτο πρόσωπο μητέρας και γιου μαθαίνουμε ιστορία. Όλος ο πόνος μιας γενιάς που ξεριζώθηκε από τον τόπο της και άφησε πίσω άταφα τα πτώματα συγγενών, άφησε πίσω αγνοούμενους και τους τάφους των προγόνων, άφησε το σπίτι και ό,τι άλλο έχει μάθει να θεωρεί ως δεδομένο και ως “απάγκιο” ο άνθρωπος, όλα αυτά και άλλα πολλά είναι μέσα σε αυτό το βιβλίο. Και μάλιστα δοσμένα με τρόπο σαν να σου τα διηγείται μια “γιαγιά” που τα έζησε, τόσο απλά. Τουλάχιστον σε πολλά σημεία μου θύμισε την δική μου γιαγιά που έζησε παρόμοιες – αν και όχι τόσο τραγικές καταστάσεις.
Και μετά; Μετά από τον ξεριζωμό έρχεται το ρίζωμα σε νέο τόπο. Καινούρια ζωή ξεκινάει από το μηδέν, η ιστορία δοσμένη από την οπτική της μάνας που δουλεύει όλη μέρα για να καταφέρει να θρέψει το γιο της και το βράδυ του μιλάει ώρα πολύ για τη χαμένη πατρίδα. Δοσμένη όμως και από την οπτική του γιου, ενός παιδιού που μωρό το φέρανε σε καινούριο τόπο, μόνο μια μάννα έχει και αυτή είναι όλη μέρα στη δουλειά. Και όμως καταφέρνει να είναι παρούσα στη ζωή του.
Και περνάνε τα χρόνια, η ζωή συνεχίζεται, οι πρωταγωνιστές μεγαλώνουν και μας εξιστορούν την καθημερινότητά τους. Άλλες φορές συγκινείσαι και άλλες χαμογελάς, έτσι είναι η ζωή – έτσι και το βιβλίο. Και το αισιόδοξο τέλος, δεν μπορείς παρά να χαμογελάσεις επειδή είναι φανερή η φύση του ανθρώπου που πάντα θέλει “λίγο ακόμα”.
Με φόρτισε πάρα πολύ συναισθηματικά αυτό το βιβλίο. Για να καταφέρω να μιλήσω για αυτό πέρασαν περίπου τρεις βδομάδες από τότε που το τελείωσα και διάβασα και άλλα δύο βιβλία, διαφορετικού προφανώς περιεχομένου (φυσικά και δεν μου άρεσαν, μετά από αυτό το βιβλίο ήταν καμένο χαρτί όποιο βιβλίο και να έπιανα στα χέρια μου).
Το συστήνω ανεπιφύλακτα σε όλους, αν και δεν θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω ως ανάγνωσμα παραλίας. Δεν είναι από τα βιβλία που τα αφήνεις εύκολα, θέλει να έχεις χρόνο μπροστά σου ώστε να βυθιστείς στην εξαιρετικά δοσμένη ροή της ιστορίας.

 h geitonia ton oneiron

Λίγα λόγια για το βιβλίο

2 Σεπτέβριος 1922:

Η Πανανή, αγκαλιά με τον δυόμισι χρόνων γιο της, τον Μανώλη, καταφέρνει να διασωθούν από το μαχαίρι των Τούρκων.

3 Σεπτέμβρη 1922:
Το χωριό τους, το Ρεϊζντερέ, παραδίδεται στη φωτιά και πνίγεται στο αίμα. Από το Ρεϊζντερά στη Λήμνο, αντιμέτωποι με πικρές αλλά ουσιαστικές αλήθειες. Αναταραχές, πόλεμοι, προσφυγιά, πόνος, αγώνας για ζωή και η μοίρα, που πλέκει την ιστορία της μ’ αυτήν της Πανανής και του γιου της.

Κάποιος σκοπός φέρνει πίσω τον Μανώλη, χρόνια μετά, στο χωριό τους. Κάτι ψάχνει. Αν θα το βρει, θα εξαρτηθεί από τον τούρκο ιδιοκτήτη του σπιτιού τους. Τον Σελίμ Σελίμογλου. Αυτός κρατά το κλειδί… και κάτι άλλο.