Η Αγγλίδα συγγραφέας κάνοντας μια μαγευτική αναδιατύπωση του αρχαίου ελληνικού μύθου κατάφερε από την πρώτη βδομάδα κυκλοφορίας του βιβλίου, να γίνει best seller των Sunday Times.
Ο αρχαίος μύθος του Θησέα και του Μινώταυρου, της Αριάδνης και της Φαίδρας.
Η ελληνική μυθολογία είναι ένα θέμα αγαπημένο για τους αναγνώστες και έχει εμπνεύσει πολλούς συγγραφείς ανά τον κόσμο.


Ο Βασιλιάς Μίνωας της Κρήτης απαίτησε από την Αθήνα να πληρώσει ένα φρικτό τίμημα για να επικρατήσει ειρήνη. Αυτό που ζήτησε ήταν ένας φόρος τιμής -επτά Αθηναίοι νέοι και επτά Αθηναίες παρθένες θα στέλνονταν κάθε χρόνο στην Κρήτη για να χορτάσουν για λίγο την πείνα του τέρατος που παραλίγο να εξαφανίσει την οικογένεια του Μίνωα από ντροπή, αλλά που τελικά την έκανε θρύλο. Να χορτάσουν το πλάσμα που με τα μουγκρητά του έκανε τα δάπεδα του παλατιού της Κνωσού να σείονται και να βροντούν όταν πλησίαζε η ώρα για το ετήσιο τάισμά του, κι ας ήταν θαμμένος βαθιά κάτω από τη γη , στο κέντρο ενός μισοσκότεινου και δαιδαλώδους λαβύρινθου όπου, όποιος έμπαινε, δεν έβρισκε ποτέ τον δρόμο για να βγει ξανά στο φως της μέρας.
Ενός λαβύρινθου που το κλειδί του το είχε η Αριάδνη.


Ενός λαβύρινθου που στέγαζε τη μεγαλύτερη ταπείνωση και τον πολυτιμότερο θησαυρό του Μίνωα.
Τον Μινώταυρο, τον αδελφό της Αριάδνης, της Φαίδρας και του Δευκαλίωνα ,παιδιά της Πασιφάης.
Ο Μινώταυρος ήταν θηρίο, ένα λάθος της φύσης. Ένας ελαττωματικός ταυράνθρωπος.
Ο Μίνωας ανάγκασε τον Δαίδαλο να κατασκευάσει ένα πανίσχυρο λαβύρινθο στα υπόγεια του παλατιού , ένα εφιάλτη από φιδογυριστούς διαδρόμους , αδιέξοδα και σπειροειδείς διακλαδώσεις , πού όλα οδηγούσαν στο σκοτεινό κέντρο του. Στη φωλιά του Μινώταυρου.
Πριγκίπισσες της Κρήτης και κόρες του Βασιλιά Μίνωα, η Αριάδνη και η μικρή της αδερφή, Φαίδρα, μεγάλωσαν ακούγοντας τον Μινώταυρο, τον αδερφό τους, από τα βάθη του Λαβυρίνθου κάτω από το παλάτι τους. Όταν φθάνει στην Κρήτη ο Θησέας και η Αριάδνη τον ερωτεύεται και για να τον βοηθήσει θα πρέπει να πάει ενάντια στην θέληση της οικογένειάς της, και συνεπώς να έρθει αντιμέτωπη με την οργή των θεών, τότε μπαίνει στο δίλημμα πόσα θα μπορέσει να θυσιάσει για την αγάπη.


Ο Δαίδαλος δίνει στην Αριάδνη ένα χοντρό κόκκινο κουβάρι και ένα βαρύ σιδερένιο κλειδί για τον Λαβύρινθο. Το σχέδιο ήταν έτοιμο. Έτσι θα καθοδηγούσε η Αριάδνη τον Θησέα στον Λαβύρινθο ,θα του έδινε και το ρόπαλό του και ο Θησέας θα γινόταν δικός της για πάντα. Ο Θησέας θα την έπαιρνε από το χέρι και θα την οδηγούσε στο μέλλον της. Θα γινόταν γυναίκα του , σύζυγος του πρίγκιπα της Αθήνας.
Η Αριάδνη ήταν αποφασισμένη να το κάνει. Θα πρόδιδε τον πατέρα της .Θα έστελνε στον αδελφό της τον θάνατο τυλιγμένο με ένα κόκκινο νήμα που θα έφερνε τον δολοφόνο του ξανά πίσω σε αυτή. Θα εγκατέλειπε τη μητέρα της και την αδελφή της. Και ,φυσικά, θα έφευγε από την Κρήτη και δεν θα γύριζε ποτέ…
Φύγανε και πήγανε με το πλοίο με τα μαύρα πανιά ,για την Νάξο, για να ξεγελάσουν τον στόλο του Μίνωα.


Όμως την άλλη μέρα το πλοίο του Θησέα έφυγε από την Νάξο εγκαταλείποντας μόνη την Αριάδνη.
Ο Θησέας την είχε εγκαταλείψει ολομόναχη στη Νάξο. Σε ένα έρημο νησί του Αιγαίου. Η καρδιά της Αριάδνης βούλιαξε στο στήθος της. Ήταν προδότρα , εξόριστη , και θα πέθαινε ολομόναχη…
Από το στόμα της άρχισε να ξεστομίζει προσβολές χωρίς συνοχή , γεμάτες δηλητήριο , σαν ένας χείμαρρος από φλεγόμενα βέλη βουτηγμένα σε δηλητήριο. « Αν ,δεν ήμουν εγώ, τώρα θα ήσουν νεκρός! Δεν είσαι ήρωας ,άπιστε δειλέ! » κραύγαζε.
Είχε θυσιάσει τον αδελφό της για να δοξαστεί ο Θησέας. Ο Θησέας την εγκατέλειψε γιατί πίστευε ότι δικαιούταν να έχει γυναίκα μια κόρη του Δία . Καμία πριγκίπισσα της Κρήτης δεν ήταν κατάλληλη γι΄ αυτόν. Ήταν ένας ψεύτης , ελεεινός έκφυλος και άνανδρος προδότης…
Εξαντλημένη και νηστική μετά από λίγες μέρες η Αριάδνη ανακαλύπτει ότι γέμισε ο τόπος αμπέλια με τσαμπιά από σταφύλια και από ένα πέτρινο άγαλμα έτρεχε τρεχούμενο νερό. Το θαύμα το είχε κάνει κάποιος θεός.
Αυτός ήταν ο Θεός Διόνυσος, ο πιο απρόβλεπτος και πιο παράξενος από τους θεούς του Ολύμπου, που ήρθε με ένα καράβι στο νησί. Ήταν ο θεός του αμπελιού ,του κρασιού και της μουσικής, ο θεός της χαράς και της ηδονής της τρέλας και της έκστασης. Τον Διόνυσο ακολουθούσαν οι Μαινάδες και οι Σειλινοί.
Και κάπως έτσι γνώρισε έναν θεό…


Η Αριάδνη νόμιζε πως ζούσε ένα όνειρο, ένα όνειρο που προέκυψε από το παραλήρημα της πείνας , ένα όνειρο με άφθονο φαγητό και γλυκό κρασί , που της πρόσφερε ένας δυνατός θεός σε ένα παλάτι στο έρημο νησί. Είχε φτάσει στη Νάξο ως επαναστατημένη νύφη και τελικά έγινε καταδικασμένη εξόριστος .Όμως τώρα ήταν φιλοξενούμενη ενός Ολύμπιου Θεού, μια ξεχασμένη ιέρεια της Νάξου.
Ο Διόνυσος της είχε πει ότι δεν ήταν σαν τους άλλους θεούς και η Αριάδνη ήξερε ότι δεν ήταν ούτε σαν τους άλλους ανθρώπους. Δεν ήταν σαν τον Θησέα , που αντέγραψε τα χειρότερα χαρακτηριστικά των αθανάτων: την απληστία, την σκληρότητα και τις ατέλειωτες εγωιστικές επιθυμίες.
Ο Διόνυσος έφτιαξε ένα Παράδεισο για όλες τις γυναίκες : τις Μαινάδες και την Αριάδνη. Τελικά παντρεύτηκε την Αριάδνη και κάνανε πέντε παιδιά τον Οινοπίωνα, τον Ταυρόπολι, τον Λάτραμυ, τον Στάφυλο και τον Θόαντα.


Ο Διόνυσος δεν ήταν ένας εγωιστής και ανάξιος αθάνατος επέτρεπε στους ακολούθους του να τον γιορτάζουν όπως ήθελαν , αρκεί να ρέει το κρασί , να υπάρχουν χοροί και μουσική , τραγούδια και καλή παρέα , μεθυσμένες παρελάσεις και άσεμνες εκδηλώσεις…
Στο συγκεκριμένο βιβλίο πέρα από τη γνωστή ιστορία της Αριάδνης, της πριγκίπισσας της Κρήτης, η συγγραφέας πραγματεύεται και τη ζωή της Φαίδρας της αδελφής της. Με σύντομα κεφάλαια περιγράφει τη ζωή των δύο αδελφών από την παιδική τους ηλικία μέχρι την προδοσία της Αριάδνης από τον Θησέα. Η αφήγηση όμως δεν μένει μόνο σ’ αυτό. Μέσα από τις σχέσεις των ηρώων αυτό που αναφαίνεται είναι η σχέση ανδρών και γυναικών, η έμφυλη βία και η υποτίμηση των γυναικών.
Ο μύθος του Λαβυρίνθου συνήθως στηρίζεται πάνω στον Θησέα ή στον Μινώταυρο και μας θέτει ερωτήματα για το ποιος είναι ο κακός σε αυτήν την ιστορία. Η συγγραφέας μας φέρνει στο προσκήνιο την οπτική γωνίας της Αριάδνης, η οποία είχε πολύ σημαντικό ρόλο στον μύθο.


Η συγγραφέας θα πει την ιστορία της Αριάδνης, της πριγκίπισσας την Κρήτης για την οποία δε μαθαίνουμε και τόσα πολλά μετά την αποχώρησή της από την Κρήτη, σε αντίθεση με τον ήρωα Θησέα. Ήδη από τις πρώτες σελίδες, μας γίνεται ξεκάθαρο ότι η συγγραφέας θέλει να μιλήσει για τις γυναίκες της μυθολογίας, αυτές που δεν κατείχαν τόσο σημαντικές θέσεις στου μύθους που διαδίδονται, αλλά και αυτές που τιμωρούνταν για τα λάθη άλλων. Βλέπουμε ποια ήταν η γνώμη της Αριάδνης και ποια η στάση της για όλες εκείνες τις αδικημένες γυναίκες. Αδικημένες είτε από τους συζύγους, αδερφούς, πατέρες τους, είτε από τους εκδικητικούς Θεούς του Ολύμπου.
Διαβάζοντας το βιβλίο της Τζένιφερ Σεντ θα δούμε το μύθο του Θησέα και του Μινώταυρου από τη σκοπιά της Αριάδνης. Θα δούμε όμως και τη συνέχεια της δικής της ιστορίας, γιατί η Αριάδνη δεν έφτασε ποτέ στην Αθήνα με τον Θησέα.
Το ιστορικό μυθιστόρημα της Τζένιφερ Σεντ, «Αριάδνη», διηγείται την ιστορία της μυθικής ηρωίδας που συνήθως συνδέουμε με τη νίκη του Θησέα επί του τρομερού Μινώταυρου.
Ωστόσο η Σεντ αφιερώνει σχετικά μικρό μέρος του μυθιστορήματος στην σύντομη σχέση της με τον Θησέα: περισσότερο πραγματεύεται την ιστορία της Αριάδνης μετά την εγκατάλειψή της από τον Θησέα στη Νάξο, όταν η Αριάδνη ξεκινά μια νέα ζωή, αυτή τη φορά στο πλευρό ενός θεού, του Διόνυσου.


Ποια ήταν όμως η δική της πορεία;
Είχε την τύχη των υπόλοιπων γυναικών; Ή μήπως κατάφερε να αλλάξει τη δική της;
Σε ένα κόσμο όπου οι γυναίκες είναι τα πιόνια ισχυρών ανδρών, μπορεί μία μυθική ηρωΐδα να βρει την πολυπόθητη ευτυχία;
Και τι θα γίνει με τη Φαίδρα, την αγαπημένη μικρότερη αδερφή της, την οποία αφήνει πίσω;
Τι ήταν οι τελετές αίματος;
Ένας θεός που πονάει είναι επικίνδυνος .Το τίμημα στο τέλος δεν το πληρώνουν ποτέ οι αθάνατοι ;
Μήπως και ο θεός Διόνυσος ήταν φρικαλέος και αιμοσταγής ;
Το τίμημα που πληρώνανε οι γυναίκες για την οργή ,τη λαγνεία και την απληστία των αλαζόνων αντρών ήταν ο πόνος τους ;
Σαγηνευτικό και άκρως συναρπαστικό, το βιβλίο της Τζένιφερ Σεντ επαναφέρει τις ξεχασμένες γυναίκες της ελληνικής μυθολογίας στην καρδιά της αφήγησης, καθώς αγωνίζονται για έναν καλύτερο κόσμο.
Σ’ αυτή την συναρπαστική επαναφήγηση του μύθου της Αριάδνης, ο αναγνώστης βυθίζεται στη μυθολογία ακολουθώντας τον κατακόκκινο μίτο της πιο ενδόμυχης γυναικείας φωνής: μιας φωνής που αναζητά την ευτυχία τόσο επίμονα, που στο τέλος η μόνη της επιλογή είναι να την αρνηθεί με την πιο επίπονη θυσία.
Ένα καλογραμμένο βιβλίο που επαναφέρει τον αρχαίο μύθο δείχνοντας ταυτόχρονα τις σύγχρονες διαστάσεις του.


Η Τζένιφερ Σεντ (Jennifer Saint) μεγάλωσε διαβάζοντας ελληνική μυθολογία και γοητευόταν πάντα από τις άγνωστες ιστορίες που κρύβονταν μέσα στους μύθους. Μετά από δεκατρία χρόνια διδασκαλίας σε σχολεία της Αγγλίας, έγραψε την Αριάδνη, που αφηγείται τον μύθο του Θησέα και του Μινώταυρου από την οπτική της Αριάδνης, της γυναίκας, δηλαδή, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη του συγκεκριμένου μύθου.
Η Τζένιφερ Σεντ σήμερα ζει στο Γιόρκσαϊρ με τον σύζυγο και τα δύο της παιδιά, έχοντας τη συγγραφή ως κύρια απασχόληση.