Εκδόσεις Γράφημα 2023 σελ.45-Γράφει : Ο Κώστας Τραχανάς


Επί 14 μήνες, τα μέλη του Φιλολογικού Ομίλου Θεσσαλονίκης επεξεργάστηκαν γεγονότα και περιστατικά της Θεσσαλονίκης τού 20ου αιώνα, προσαρμόζοντάς τα στα δεδομένα τής τεχνοτροπίας τού δομημένου ρεαλισμού. Ένα εγχείρημα εξαιρετικά επίπονο, αποτυπώνει τα αποτελέσματά του στις σελίδες τής εν λόγω συλλογής. Η ποιητική αυτή συλλογή περιέχει εικοσιένα ποιήματα. Ρεαλιστική περιγραφή γεγονότων, στο επίπεδο του ποιητικού λόγου, που διαμόρφωσαν μια ολόκληρη πόλη και τους ανθρώπους της. Εκεί που συνυπήρξαν, άλλοτε ειρηνικά και άλλοτε εν μέσω αντιθέσεων, πρόσωπα κοινωνικών καταβολών και πολιτισμικών αναφορών.


Είναι ποιήματα για τις δολοφονίες στην Θεσσαλονίκη: του Λαμπράκη, του Γιώργου Τσαρουχά και του Πολκ, για το ζήτημα των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, για την αυτοπυρπόληση του Νίκου Ρουκουνάκη το 1971 έξω από το πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, για το τζαμί της Φαριντέ Χανίμ, για το αρχοντικό «Villa Fernandez», για το Ουζερί Τσιτσάνης, για τη ματωμένη απεργία στις 9 Μαΐου 1936 στη Θεσσαλονίκη, για τα σοκάκια της κακόφημης συνοικίας «Μπάρας», για τις Φοιτητικές εστίες του Α.Π.Θ., για την πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης του 1917, για το «Ανάθεμα» του Βενιζέλου το 1916, για τον τόπο εκτελέσεων των Γερμανών στον Χορτιάτη, για τους Κήπους του Πασά και για τον τόπο εκτελέσεων του Εμφυλίου όπισθεν του Επταπυργίου Θεσσαλονίκης.


Δολοφονία Λαμπράκη
«Νύχτα, 22ας Μαΐου 1963
ένας άνδρας, μετρίου αναστήματος,
μόλις εξέρχεται του κτηρίου,
συμβολή οδών Ερμού και Βενιζέλου,
ένα βήμα δεξιά έπειτα, ένα βήμα αριστερά
κινείται με αργό ρυθμό.
Πλήθος κόσμου στα πεζοδρόμια φωνασκεί,
πέριξ του δημόσιου χώρου.
Απ΄ την απέναντι πλευρά του δρόμου
παρατηρώ το τρίκυκλο όχημα
να εφορμά κατά πάνω του.

Τώρα, το σώμα κείτεται κατά γης αιμόφυρτο». Αντώνης Ε.Χαριστός

Γιώργος Τσαρουχάς
«Άγνωστοι άνδρες με αδράχνουν παραμάσχαλα,
και μ΄ οδηγούν στο πλυσταριό της ταράτσας,
Με δένουν πισθάγκωνα, σφιχτά, με τριχιά,
που γδέρνει τους αστραγάλους
και ματώνει τους καρπούς των χεριών μου.
Τα άκρα μελανιάζουν και πρήζονται,
καθώς κτυπούν με σιδεροσωλήνες τα πέλματά μου.

Ζητούν αυτό που στο στομάχι βρίσκεται
το σημείωμα το οποίο και κατάπια, μόλις με συνέλαβαν.

Τα πόδια λυγίζουν
γονατίζω στο μαρμάρινο δάπεδο». Κώστας Λίχνος

9 Μαΐου 1936
«Είναι κι ο στίχος του ποιητή
με τον ομοιοκατάληκτο δεκαπεντασύλλαβο
που συγχέεται με τον θρήνο της μάνας
εκείνο το πρωινό του Μαγιού,
που ο επιτάφιος περιφέρεται λιτός
απάνω σε μια ξηλωμένη πόρτα
χωρίς λουλούδια και στολίδια,
εκεί, στη διασταύρωση
Βενιζέλου και Εγναντίας». Αντωνία Α. Καππέ

Συνοικία Βαρώνου Χιρς
7 πρωινή της 1ης Αυγούστου 1943
βρίσκομαι τελευταίος σε μια σειρά ανδρών
κρατώντας ανά χείρας το διαβατήριο.
Μπροστά μας, δύο αξιωματικοί των SS
ελέγχουν και σφραγίζουν τα έγγραφα.
Οι γυναίκες, με τα παιδιά στην αγκάλη,
σχηματίζουν άλλη σειρά, στ΄ αριστερά μας.
Ησυχία επικρατεί.
Ένας ένας περπατάμε ως την είσοδο του βαγονιού.
Κανείς δεν μιλά. Τίποτα δεν ακούγεται.

Μονάχα λευκά σύννεφα
βλέπω να περνάνε γοργά από πάνω μας,
καθώς στρέφω τα μάτια μου
στον γαλανό ουρανό». Λουκάς Αναγνωστόπουλος


Στο εν λόγω ποίημα ο Λουκάς Αναγνωστόπουλος όφειλε να ερευνήσει το ζήτημα των Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Εξέτασε τη σχετική βιβλιογραφία, καθώς και το υλικό που είναι προσβάσιμο σε πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες. Απευθύνθηκε σε φορείς της εβραϊκής κοινότητας Θεσσαλονίκης και συγκέντρωσε πλήθος λεπτομερειών για τα δραματικά γεγονότα της γερμανικής κατοχής και των ιδιαιτεροτήτων της Θεσσαλονίκης. Σκοπός του ήταν να περιγράψει ένα γεγονός που έλαβε χώρα στην πραγματικότητα και το οποίο σηματοδοτεί μέρος της τοπικής ιστορίας και της πολιτισμικής μνήμης. Το σύνολο των κριτηρίων τέθηκε σε αναλυτική μέθοδο και εφαρμόστηκε επιστημονική προσέγγιση ως προς τη βάση εξέτασης των δεδομένων. Σταδιακά μετουσίωσε το αρχειακό υλικό σειρά γεγονότων, αυτονομημένων από το σύνολο της ιστορικής καταγραφής. Αυτά τα γεγονότα τα κορύφωσε σε μία πράξη, στην τελευταία μέρα κατά την οποία αναχώρησαν βαγόνια για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί. Με την τεχνοτροπία του «δομημένου ρεαλισμού» συμπύκνωσε τις εικόνες που μεσολαβούν από το ένα γεγονός στο επόμενο, σε μία πράξη, σε μία ενέργεια. Είναι πλέον ο ίδιος ο δημιουργός που εισέρχεται στην ιστορία και την περιγράφει, έχοντας αποκτήσει γνώση. Δεν είναι σε θέση να ανατρέψει τα δεδομένα. Δεν δικάζει, ούτε αθωώνει. Δεν είναι αυτός ο ρόλος του. Στόχος του είναι να κατασκευάσει μία γέφυρα πραγματολογικής αναπαραγωγής της δεδομένης κατάστασης συμβάντων, παρέχοντας τα συστατικά εκείνα στοιχεία που επιτρέπουν στον αναγνώστη να διακρίνει επίπεδα αιτιών και κοινωνικών αναφορών. Κάθε ενέργεια δίδεται σε πρώτο πρόσωπο. Δεν είναι αφηγητής που απλά περιγράφει τη σκηνή ενός δράματος ,είναι το πρόσωπο που βιώνει, τη στιγμή που συμβαίνει μία πράξη και επαναφέρει στο προσκήνιο την αίσθηση αυτής σε χρόνο ενεστώτα.

Η τελευταία στροφή «Μονάχα λευκά σύννεφα / βλέπω να περνάνε γοργά από πάνω μας/καθώς στρέφω τα μάτια μου / στον γαλανό ουρανό», ξεκινά με αφηγηματικό τρόπο και εν πολλοίς αφηρημένο (λευκά σύννεφα/περνάνε γοργά). Επρόκειτο για μία σκηνή η οποία εάν δεν αποκτήσει υλικο-πραγματολογικό χαρακτήρα, καταργεί τον ρεαλισμό και την τεχνοτροπία του. Για το λόγο αυτό, απευθείας το δρων υποκείμενο επεξηγεί «ποιος» ενεργεί και μέσω «ποιού» (στρέφω τα μάτια μου). Ο εν λόγω στίχος είναι η απόληξη του «δομημένου ρεαλισμού», όπως και στους στίχους που προηγήθηκαν.


O Φιλολογικός Όμιλος Θεσσαλονίκης σηματοδοτεί την έναρξη ενός εγχειρήματος στο οποίο κεντρικό ρόλο κατέχει η έννοια της «σχολής». Στόχος του η διαμόρφωση των όρων συγκρότηση σχολής λογοτεχνίας με επίκεντρο τον δομημένο ρεαλισμό. Για να οδηγηθούνε στο τελικό αυτό αποτέλεσμα, το οποίο συνεπάγεται ολοκληρωτική εκ βάθρων ανανέωση της οπτικής γύρω από ζητήματα πεζογραφίας, ποίησης, δοκιμίου και λογοτεχνικής κριτικής, οφείλουνε να επενδύσουνε στην επιστημονική επεξεργασία των όρων κατασκευής του μυθοπλαστικού κειμένου, να ορίσουνε την ταυτότητα και το περιεχόμενο αυτού και να οδηγηθούνε στην αποτύπωση του νέου λόγου, της νέας πρότασης θέασης της πραγματικότητας, ώστε από εκείνο το σημείο κι έπειτα ο αναγνώστης να κληθεί να αναλάβει την εφαρμογή των απαντήσεων που ο ίδιος σχηματοποιεί στο νου κατά τη μελέτη της ρεαλιστικής λογοτεχνίας. Η τελευταία δεν είναι μία ακόμη καταγραφή συναισθηματικών εξάρσεων και εικόνων της καθημερινής ζωής, αλλά η στρατευμένη αντίληψη των εξ επαγγέλματος λογοτεχνών για τις αιτίες που καταδυναστεύουν τις ανθρώπινες κοινωνίες.


Το εγχείρημα του Φιλολογικού Ομίλου Θεσσαλονίκης επιδιώκει να δημιουργήσει το πεδίο αναφοράς των εξ επαγγέλματος λογοτεχνών, προτού φτάσει στο σημείο να μιλήσει για λογοτεχνία. Στην εποχή κατά την οποία η κατοχή χρήματος σε μετατρέπει αυτόματα σε ποιητή ή πεζογράφο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στον ψεύτικο κόσμο των οθονών, πριμοδοτούν τη ματαιοδοξία τού ανθρώπου, αυτοί λένε ότι για να οδηγηθείς στην καταγραφή ενός θέματος στα πλαίσια της ποίησης ή/και της πεζογραφίας, οφείλεις πρώτα να ερευνήσεις. Να γίνεις φιλόλογος, φιλόσοφος, κοινωνιολόγος, ψυχολόγος, ιστορικός, όχι με την έννοια κατοχής πτυχίων, αλλά με αυτήν της συστηματικής και συγκροτημένης επεξεργασίας της γνωστικής ύλης, προκειμένου να ξεδιπλώσεις και να απομαγεύσεις την εικόνα τής πραγματικότητας και να αντι-προτείνεις μία νέα οπτική. Επομένως, από τη μία πλευρά οι εξ επαγγέλματος λογοτέχνες και από την άλλη πλευρά η οπτική γύρω από το ζήτημα του τί είναι η λογοτεχνία, ορίζουν το περιεχόμενο του εγχειρήματος. Για αυτούς, η λογοτεχνία δεν δύναται να είναι τίποτα λιγότερο από την στοχευμένη, με ταυτότητα και επεξεργασία επιμελημένη στην λεπτομέρεια, αντι-πρόταση και καταγραφή ενός νέου λόγου, σε ρήξη με την επιφάνεια της πραγματικότητας την οποία ο αναγνώστης βιώνει. Και, παράλληλα, οφείλει, σαν αρχαιολόγος ή ανατόμος, να εξερευνήσει εις βάθος τα αίτια της κοινωνικής πραγματικότητας, ώστε να συντάξει έργα που θα ορίσουν το παρόν και το μέλλον της νέας πρότασης. Από κει και πέρα, ο αναγνώστης καλείται να λάβει τα ηνία υλοποίησης και εφαρμογής.