Μένιος Σακελλαρόπουλος

Από το Μπαντεμλί της Τουρκίας θα ξεκινήσει μια βάρκα με προορισμό την Λέσβο, αλλά οι άμοιροι επιβάτες θα γίνουν βορά της κτηνωδίας του Τούρκου οδηγού και των παγωμένων νερών του Αιγαίου. Η υπερφορτωμένη βάρκα θα ανατραπεί μέσα στο σκοτάδι της νύχτας, οι φωνές των ανθρώπων θα σκίζουν βουνά και οι μητρικές κραυγές είναι τόσο σπαρακτικές που μπορούν να καθηλώσουν τους πάντες.
Προσπαθούν να κολυμπήσουν και ελάχιστοι βγαίνουν σε μια στεριά της Λέσβου. Ανάμεσά του ο Ασκάν, ένας δοτικός, αλτρουιστής, ευγενής και καλλιεργημένος άνδρας από τη Τεχεράνη, γιατρός στον τόπο του που θα μείνει μόνος μετά τον άδικο χαμό μητέρας και αδερφής. Πτώματα, χαλασμένα σωσίβια, παπούτσια που επιπλέουν και ένα πυκνό και άγριο σκοτάδι είναι όλα όσα θα μείνουν παρακαταθήκη στη μνήμη του, από την εφιαλτική βραδιά που έφτασε στην Ελλάδα.
Βρίσκεται στην εκκλησία του βράχου, σώζεται από έναν καλοκάγαθο άνθρωπο τον Ραφαήλ και αρχίζει να ζει τη δική του οδύσσεια σε έναν τόπο που διχάζεται από εκείνους που είναι φιλόξενοι και θέλουν να προσφέρουν ανιδιοτελώς και από εκείνους τους ρατσιστές που με όποιον τρόπο μπορούν δυσχεραίνουν τη ζωή των προσφύγων.


Η Ευρυδίκη, ευαίσθητη και γλυκιά γυναίκα, έχοντας τελειώσει τις σπουδές της στην Αθήνα, επιστρέφει στη γενέτειρά της και ζει πλέον με τους γονείς της, Σαπφώ και Αντώνη. Η Σαπφώ είναι μια ήρεμη και άβουλη γυναίκα, ζει στη σκιά του στρατιωτικού συζύγου της και σιωπά σε ότι κι αν ακούσει. Ο Αντώνης είναι οξύθυμος, τσιγκούνης, αυταρχικός, σκληρός και άδικος που επιθυμεί να επιβάλλει τα θέλω του στην Ευρυδίκη και ενόσω η τελευταία υψώνει το ανάστημά της χωρίς φόβο, εκείνος οργίζεται και αντιδρά με κακεντρέχεια και μίσος, ακόμη και απέναντι στο ίδιο του το αίμα.
Θα έρθουμε αντιμέτωποι με πολλά γεγονότα, η ιστορία θα συνδέσει τους δρόμους των δύο νέων και η συνέχεια προμηνύεται γεμάτη θύελλες, έρωτες, πάθη αλλά και μίση.
Η ιστορία της Παναγίας της Κρυφτής, ένα φυλακτό με τρία χρώματα, οι χαμένες ψυχές που ταξιδεύουν στα παγωμένα νερά του Αιγαίου, ένας διωγμός πατρικού χαρακτήρα, μια νεροποντή που αφήνει πίσω της μια πνευμονία, αλλά και το ουζάδικο του Μπαμπούκου το παλαιότερο καφενείο τη Ελλάδας, ορίζουν ένα σκηνικό ποικιλόμορφο που παράλληλα με τη χαρισματική πένα του συγγραφέα μας προϊδεάζουν για την καταιγιστική συνέχεια.

…όταν δεν έχεις τίποτα, ακόμα και το κάτι είναι θησαυρός…

Το τηλεφώνημα του Αντώνη στην αστυνομία, ο πνιγμός ενός άμοιρου κοριτσιού που δεν ξέρει να κολυμπάει, ένα φιλί που αφήνει τα χείλη ξέπνοα, ένας άγριος ξυλοδαρμός, ένα σπασμένο δάκτυλο, οι ιαματικές πηγές με το θερμό νερό, η άγρια δολοφονία μιας νεαρής πεταλούδας και η δραστήρια Βελγίδα επικεφαλής Αντέλ που πασχίζει να φέρει ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης στη προσφυγική δομή, αναμοχλεύονται με τη φλόγα του έρωτα που κάνει δειλά – δειλά την εμφάνισή της και άλλοτε καίει τους ερωτευμένους ή άλλοτε σβήνει πριν ακόμη φουντώσει.
Η συνέχεια της ιστορίας μας επιφυλάσσει μια κόκκινη ατζέντα γεμάτη ονόματα και τηλέφωνα, έναν ξαφνικό και αιφνίδιο χωρισμό λόγω φυλετικών διακρίσεων, έναν νέο συγκάτοικο τον γάτο Ράφα, μια Κύπρια φοιτήτρια που βρέθηκε νεκρή, τρεις γυαλιστερές κάρτες που διαφημίζουν ένα bar και τη Ρία μία εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή κόρη ιερέα που θα συνδράμει ούτως ώστε να φτάσει η αστυνομία στα χνάρια των δολοφόνων.
Λεκέδες από αίματα σε πλακάκια. Ένας νταβατζής που ουρλιάζει για την αθωότητά του. Η δοτικότητα, προσόν τόσο της Βάλιας όσο και της Ελένης. Το μπλοφάρισμα του έμπειρου αστυνόμου που ανοίγει πόρτες και στόματα. Η Παναγία η Γοργόνα. Η παρακολούθηση και οι προσβολές ενός ανθρώπου που δεν επιτρέπεται επ ουδενί να λέγεται πατέρας και οι λέξεις αλήθεια, δικαιοσύνη, ελευθερία, και αγάπη που χαρακτηρίζουν κάποιους από τους πρωταγωνιστές του βιβλίου προβληματίζουν τον αναγνώστη για τη συνέχεια, αδημονώντας να πάρει επιτέλους τη σκυτάλη η αγάπη και να στάξει βάλσαμο στις καρδιές εκείνων που υποφέρουν.

Από τα βιβλία που διαβάζω, επιλέγω μια φράση που μου κίνησε το ενδιαφέρον για να την μοιραστώ μαζί σας. Από το βιβλίο του Μένιου Σακελλαρόπουλου, ένα μικρό βιογραφικό του οποίου θα βρείτε στο τέλος του άρθρου, επέλεξα την παρακάτω:
…όπου υπάρχουν ερείπια, εκεί υπάρχει ελπίδα για κρυμμένους θησαυρούς…

Απρόσμενα θα φτάσουν χαρτιά από την Τεχεράνη που πιστοποιούν μια επαγγελματική ιδιότητα, μια γυναίκα θα επαναστατήσει και θα καμαρώνει ελεύθερη για το ήθος και τις αποφάσεις της κόρης της, μια τραχειοτομία θα σώσει μια ζωή και η αυλαία θα κλείσει με τον Λευτέρη που θα αποφασίσει να λύσει τα δεσμά του.

Μην περιμένετε περισσότερες λεπτομέρειες. Ήδη είπα αρκετά με γνώμονα να αποτελέσουν δέλεαρ για να αναζητήσετε το βιβλίο και να ταξιδέψετε στα νερά του Αιγαίου πλάι σε ανθρώπους που χάθηκαν, πλάι σε ανθρώπους που σώθηκαν, πλάι σε ανθρώπους που πασχίζουν να ορθοποδήσουν, διεκδικώντας το μερίδιό τους στη ΖΩΗ!

Ο Μένιος Σακελλαρόπουλος δεν ασχολήθηκε με αποτρόπαια εγκλήματα, μετά τις σπουδές του στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Θράκης, παρά μόνο πολύ αργότερα, στα μυθιστορήματά του. Τον είχε κερδίσει ήδη η δημοσιογραφία, την οποία ταλαιπωρεί επί σαράντα τέσσερα συναπτά έτη. Ξεκίνησε μαθητής λυκείου ακόμα από το Φως, μύρισε το μελάνι στις εφημερίδες Βραδυνή, Έθνος, Ελεύθερος Τύπος, Αθλητική, Sportime, Derby, στα περιοδικά Εικόνες, Nitro, Active, Επίκαιρα, βούτηξε στα ερτζιανά (ΕΡΑ, Sport FM, Sentra FM, SPORT 24), ήταν στο Mega Channel, στο Open TV και ξανά στο Mega. Έκανε τρεις φορές τον γύρο της Ευρώπης, φτάνοντας ως τη Νότια Αφρική, με εκατοντάδες ρεπορτάζ και χιλιάδες βίντεο, όλα με ένα δικό του χρώμα. Είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΠΣΑΤ, από τον οποίο έχει βραβευτεί τέσσερις φορές για τηλεοπτικά θέματα. Παραμένει έφηβος και εκρηκτικός, συνεχίζει να ονειρεύεται, να χαμογελάει, να σαρκάζει και να αυτοσαρκάζεται, και πιστεύει στην… άσπρη μέρα.

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός.