El Túnel” (Ernesto Sabato 1911-2011)

Μυθιστόρημα

ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΚΛΑΙΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑΔΟΥ

Ο ΕΡΝΕΣΤΟ ΣΑΜΠΑΤΟ, ένας από τους μεγάλους της Αργεντίνικης λογοτεχνίας με σπουδές στη Φυσική Επιστήμη, μελετάει Φιλοσοφία και μετά τον Β’Παγκόσμιο Πόλεμο αφιερώνεται στη λογοτεχνία.

Το “ΤΟΥΝΕΛ” είναι το πρώτο του έργο με το οποίο συστήνεται εκδοτικά στο αναγνωστικό κοινό το 1948. Ακολουθούν μεταφράσεις σε πολλές γλώσσες και η μεταφορά του στον κινηματογράφο.

Η αποδοχή της αξίας του στον χώρο πραγματοποιείται από αυτά τα πρώτα συγγραφικά του βήματα, όταν αποδεικνύεται ότι, εκτός της μαεστρίας του τρόπου γραφής, διαθέτει βαθιά γνώση της ψυχολογίας και της ψυχανάλυσης χαρακτήρων με την χαρτογράφηση της ανθρώπινης ύπαρξης.

Στο “ΤΟΥΝΕΛ”, αρκούν τριάντα εννέα μικρά κεφάλαια που συμπληρώνουν τις μόλις 174 σελίδες ώστε, μέσα από τη μυθιστορία του, να κατατεθούν πολλές αλήθειες και άλλα τόσα ψέματα από ένα διαστροφικό μυαλό όπου υπάρχει ο απόλυτος “συνωστισμός”, όπως επισημαίνει ο ήρωας του.

Με μία εξομολογητική αφήγηση, αμφισβητούμενης ανιδιοτέλειας και υποκειμενικότητας εκ μέρους του αφηγητή, που θυμίζει σε κάποια μόνο σημεία το ΥΠΟΓΕΙΟ του ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ, αναφέρεται το κίνητρο του εγκλήματος και το αναπόφευκτο της πράξης.

➖”Υπήρξε ένας άνθρωπος που μπορούσε να με καταλάβει. Όμως ήταν, ακριβώς, ο άνθρωπος που σκότωσα“.

Αυτό εξομολογείται από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου ο βασικός πρωταγωνιστής, ο Χουάν Πάμπλο Καστέλ, και με έναν παραληρηματικό εσωτερικό μονόλογο δίνει την δική του εκδοχή για το έγκλημα που έχει διαπράξει και έχει δικαστεί γι’ αυτό.

Είναι ζωγράφος και συμμετέχει με έναν πίνακα του με τίτλο τη “Μητρότητα”σε μία έκθεση στο Μπουένος Άιρες.Επάνω αριστερά στον πίνακα του,παρεμβάλλεται μια σκηνή,που δεν προσελκύει την προσοχή των φιλότεχνων με την πρώτη ματιά.Δείχνει μία μοναχική γυναίκα να κοιτάζει τη θάλασσα,κάτι που υποδηλώνει την απόλυτη μοναξιά.

Ο καλλιτέχνης προσέχει με ενδιαφέρον την παρουσία μίας νέας, άγνωστης γυναίκας, να παρατηρεί τον πίνακα του εστιάζοντας την προσοχή της στο σημείο εκείνο του έργου. Όλα αρχίζουν από τη στιγμή που ο Καστέλ μπαίνει στη διαδικασία να ψάχνει εναγωνίως να ανακαλύψει ποια είναι αυτή η γυναίκα που έχει εντοπίσει αυτή την ιδιαιτερότητα του πίνακα και επιθυμεί διακαώς να τη συναντήσει και να τη γνωρίσει καλύτερα.

Ο αναγνώστης, έχοντας ήδη πληροφορηθεί από την αρχή της αφήγησης την πράξη της δολοφονίας, ενημερώνεται αναδρομικά για τον ιδιόρρυθμο χαρακτήρα του καλλιτέχνη από τις δικές του βεβαίως εκμυστηρεύσεις, ο οποίος γίνεται απόλυτα αυτοαναφορικός. Αυτοαναλύεται και περιγράφει την πολύπαθη γνωριμία του με τη Μαρία Ιριμπάντε Χάντερ, η ζωή της οποίας είναι γεμάτη σκιές ακαθόριστες.

Αναβιώνεται το χρονικό της γνωριμίας και της σχέσης τους που αναστατώνει την μονότονη καθημερινότητα του άνδρα, ο οποίος έχει μέχρι τώρα συνηθίσει να ζει αποκομμένος στον δικό του σύμπαν, τον κόσμο του στο “τούνελ” του, με απληστία, φθόνο, αλαζονεία και έπαρση. Επενδύει σε αυτή την πρωτόγνωρη, για εκείνον, ιδιόρρυθμη αισθηματική σχέση και αντιλαμβάνεται μία αλλαγή που συντελείται στον εαυτόν του με την απέχθεια του για την ανθρωπότητα να αρχίζει να “ακυρώνεται”.

Ωστόσο, εξακολουθεί να βιώνει μία συναισθηματική μοναξιά και βασανίζεται συνέχεια από σκέψεις σύνθετες και αυθαίρετες, γεμάτες υπόνοιες για απιστία εκ μέρους της.

Τα αναπάντητα ερωτηματικά που εγείρονται από τη μυστηριώδη ζωή της Μαρίας, του δημιουργούν τον φόβο της απόρριψης και τον οδηγούν σε ένα υπαρξιακό αδιέξοδο, όπου η σκέψη του φόνου έρχεται σαν λύτρωση.

➖”…σκοτεινές σκέψεις περνούσαν μες στο σκοτάδι του μυαλού μου, όπως σ’ ένα υπόγειο τέλμα… περίμεναν τη στιγμή για να βγουν, τσαλαβουτώντας, μουγκρίζοντας υπόκωφα μες στη λάσπη“.

Η ασυγκράτητη, χειμαρρώδης φωνή του επινοημένου χαρακτήρα συγκροτεί έναν απλά ρέοντα λόγο χωρίς λογοτεχνικά τεχνάσματα. Μιλάει για τη συλλογική μνήμη, τη ματαιοδοξία και τη μετριοπάθεια, την έλλειψη κοινωνικότητας, τη μηδενιστική σκέψη, το ερωτικό πάθος και την παράφορη ζήλεια.

Αναφέρονται οι παντός είδους νευρωτικές καταστάσεις που τροφοδοτούνται από αδυναμίες, αμφιβολίες και εμμονές με την ανυπαρξία θετικής σκέψης – όταν πολύ λεπτές γραμμές χωρίζουν την αγάπη από το μίσος και τη λογική από την παράνοια.

Το “ΤΟΥΝΕΛ” είναι ένα ιδιαίτερο μυθιστόρημα για τους στροβιλισμούς που μπορεί να κάνει η πολύπλοκη σκέψη εκείνου του ανθρώπου που θεωρεί ότι πρέπει να εξολοθρεύονται οι επικίνδυνοι άνθρωποι, ενώ γίνεται ο ίδιος επικίνδυνος – γίνεται θύτης και θύμα.

➖”…έτσι κι αλλιώς, υπήρχε ένα μόνο τούνελ, σκοτεινό και μοναχικό: το δικό μου… είχα δει αυτό το κορίτσι και είχα πιστέψει με αφέλεια πως προερχόταν από ένα άλλο τούνελ παράλληλο με το δικό μου, όταν στην πραγματικότητα ανήκε στον πλατύ κόσμο, στον κόσμο χωρίς όρια εκείνων που δεν ζουν σε τούνελ…