«…Ο χρόνος είναι μετρήσιμος για τους ανθρώπους, άπειρος για τους Θεούς. Απόψε αλλάζει η ώρα πάλι. Στις τέσσερις θα ξαναγίνει τρείς…»

Ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα δίνει ο Πασχάλης Πράντζιος στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, με τον τίτλο «Ξανάγινε τρεις…», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ωκεανίδα!

Μετά το εξαιρετικό «η Πόλη έχει ρεπό», ένα ευφυέστατο και με αρκετή δόση χιούμορ βιβλίο, μας παρουσιάζει το «Ξανάγινε τρεις…» ένα βιβλίο με το οποίο, μέσα από μια φιλοσοφική προσέγγιση και από ένα οδοιπορικό αυτογνωσίας, μας προβληματίζει για την έννοια του «χρόνου».
Αντίνοος, Λητώ, Λευτέρης, ένα τρίγωνο, τρεις άνθρωποι, τρία πελώρια μπαλόνια, τρία κοφτερά μαχαίρια ατσάλινα, τρία αγκάθια στον χρόνο της νιότης. Η ώρα είναι 4… ξανάγινε τρεις! Και το τρία είναι ένας αριθμός που χαρακτηρίζει το βιβλίο. Οι τρεις αυτοί ήρωες, δημιούργησαν μια ιδιότυπη σχέση αγάπης, πέρα από τα γήινα και τετριμμένα, σπάζοντας αλυσίδες, περνώντας σε μια άλλη διάσταση.
Η ιστορία ξεκινάει με τον Αντίνοο σε μεγάλη ηλικία, στο νησί του, εκεί όπου, έχοντας μετατρέψει το πατρικό του σε καφενείο, κυρίως για τον εαυτό του, πίνει τον καφέ του στο μπαλκόνι, προσπαθώντας να μετατρέψει τον… πλασματικό χρόνο σε πραγματικό, κάνοντας ταυτόχρονα ένα ταξίδι αυτογνωσίας.
Τελευταίο Σάββατο του Οκτώβρη, ώρα 3.55, σε λίγο θα είναι 4.00 και… θα ξαναγίνει τρείς… Ο Αντίνοος, γυρίζει πίσω στον χρόνο, θυμάται, προσπαθεί να εντοπίσει τι τον πλήγωσε, αλλά και ποιους πλήγωσε, πώς κατέστρεψε και πώς αυτοκαταστράφηκε.
Θα καταφέρει έστω και αργά να βρει τα λάθη του; Να ζητήσει συγνώμη, έστω και καθυστερημένα; Να βρει την γαλήνη;
Τελευταίο Σάββατο του Οκτώβρη και στο καφενείο βρίσκονται ο Λευτέρης, η Λητώ και ο Αντίνοος, ο αφηγητής, αυτός που απολογείται στον ίδιο τον χρόνο, σε χρόνο πλασματικό και όχι πραγματικό, μαζί τους και η Χάρμπω… πρόσωπο άραγε υπαρκτό; Και μέσα σε αυτόν τον χρόνο, τον αήττητο στο διάβα των ανθρώπων, ο Αντίνοος, ο αδίστακτος και άπονος, προσπαθεί να διορθώσει το παρελθόν, προσπαθεί να πει αυτό που δεν μπόρεσε να πει… ΣΕ ΑΓΑΠΩ!!!

«…Ο χρόνος με το πέρασμα των ετών συμπυκνώνεται στη μνήμη. Ακόμη και το παρελθόν δεν είναι πια αυτό που ήτανε κάποτε. Μάλλον όλα εξαρτώνται από τη στιγμή, από τις στιγμές που έχεις για να θυμάσαι…»

Μα δεν θα πούμε κάτι παραπάνω για την ιστορία και την εξαιρετική ευρηματική πλοκή του έργου. Θα πούμε μόνο λίγα λόγια για το έργο του κ. Πράντζιου και το βιβλίο του γενικά. Ένα ιδιαίτερο βιβλίο με στοιχεία τόσο πραγματικά όσο και μεταφυσικά, με ιστορία που «κινείται» στον χρόνο, με λογοτεχνική γραφή, που αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο, άλλοτε σκληρή και με στοιχεία ειρωνείας, άλλοτε γλαφυρή, με αναδρομές και ανατροπές, ένα βιβλίο με ήρωες δυνατούς, που κάνουν τον αναγνώστη να τους κατανοήσει και να «δει» μέσα από τα δικά τους μάτια. Ένα βιβλίο που δείχνει την επιρροή του χρόνου στους ανθρώπους, τα αποτελέσματα της εκδίκησης, τις φοβίες, το πάθος, την κακοποίηση, μα και την στοργή και την αγάπη.

«…Δεν υπάρχει καλό χωρίς κακό, γιατί τότε το καλό θα είχε εξαφανιστεί. Δεν υπάρχει φυσική χωρίς μεταφυσική, γιατί τότε ο χρόνος θα έμενε ανερμήνευτος. Δεν υπάρχει τίποτα χωρίς το άλλο. Ούτε ο άνθρωπος ως μονάδα. Η ύπαρξη ορίζεται από την ανυπαρξία κι ο έρωτας από τη στέρηση…»

Ένα βιβλίο που κινείται σε χρόνους παράλληλους, γεμάτο κρυμμένα νοήματα που ο συγγραφέας δε θέλησε να τονίσει μα προτίμησε να κάνει τον αναγνώστη να τα ανακαλύψει, μέσα από ένα παιχνίδισμα του χρόνου.

«…Στον εαυτό μας ωστόσο οφείλουμε να είμαστε ειλικρινείς. Δεν είναι εύκολο, ο δρόμος αυτός όμως είναι ο μόνος που μπορεί να φέρει ατραπό στην σκέψη σου. Όσο ανόητο είναι να ξοδεύεις τον χρόνο σου με λάθος ανθρώπους, άλλο τόσο ανόητο είναι να κρύβεσαι από τον ίδιο σου τον εαυτό. Φαντάζει στη σκέψη μου τραγικό να φτάνει η ώρα που ο χρόνος θα σε περάσει στην άλλη γραμμή, αυτή της μεταφυσικής, και συ να μην έχεις καταλάβει ποιος τελικά ήσουν σε όλη σου την διαδρομή…»

Ένα βιβλίο που πρέπει να διαβαστεί πάνω από μια φορά, γιατί… ό,τι δεν βλέπουμε δε σημαίνει πως δεν υπάρχει…

«Αν είχατε τη δυνατότητα για μία ώρα να κάνατε κάτι, το οτιδήποτε, και να μην μπορεί κανείς να αποδείξει ότι στον τάδε χρόνο το κάνατε, ποιο θα ήταν αυτό; Τι θα επιλέγατε;
Όταν κάθε χρόνο αλλάζει η ώρα το φθινόπωρο και από τέσσερις το πρωί ξαναπάει τρεις, ο καθείς από μας μπορεί να κάνει κάτι μεταξύ τρεις και τέσσερις και να ’ναι σαν να μην το έκανε ποτέ. Έπρεπε να μεγαλώσω πολύ για να καταλάβω πως ό,τι ζούμε είναι ένα ψέμα, πως η ζωή είναι ο χρόνος που φεύγει κι ο χρόνος αυτός δεν ορίζεται παρά μονάχα ως σύνολο στιγμών και τυχαίων γεγονότων. Άραγε, πόσο ελεύθερος είναι κανείς να αποφασίζει για τη ζωή του; Πόσα πράγματα θα μπορούσαν να ήταν αλλιώς αν δεν ήμασταν στο τάδε μέρος, την τάδε στιγμή, την τάδε ώρα;»
(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)