Συγγραφέας του βιβλίου «Αγκάθια και πικραλίδες» – Εκδόσεις «BELL»

Μια γλυκιά σχέση ανάμεσα σε δυο γυναίκες διαφορετικές αλλά γεμάτες αγάπη και ευγνωμοσύνη η μία για την άλλη, πρωταγωνιστούν στο μυθιστόρημα του Κυριάκου Αθανασιάδη. Η μία μεγάλης ηλικίας και με Αλτσχάιμερ και η άλλη Αλβανίδα, η γυναίκα που τη φροντίζει. Οι δυο τους θα έρθουν κοντά. Όπως λέει στο Vivlio-life o συγγραφέας «Νομίζω πως η ίδια, αν μπορούσε, θα έσφιγγε στην αγκαλιά της τη βοηθό της, αυτή την ωραία γυναίκα, και θα της έλεγε ένα μεγάλο ευχαριστώ γεμάτο δάκρυα. Και πως την αγαπά». Μέσα από τη διαδικασία φροντίδας και της ολοήμερης προσοχής που απαιτείται για την ηρωίδα, ο αναγνώστης έρχεται κοντά όχι μόνο σε πληροφορίες για την νόσο αλλά και για την Αλβανία τα δύσκολα χρόνια που οι πολίτες δεν είχαν δικαιώματα, τότε που έμειναν στάσιμοι και φτωχοί υπό ένα τρομερά απάνθρωπο και σκληρό καθεστώς.

  • Αφιερώνετε το βιβλίο σας «Στις γυναίκες και τους άντρες που ξεχνούν και στις γυναίκες που τους φροντίζουν». Ποια εσωτερική ανάγκη σας έκανε να καταπιαστείτε μ’ αυτό το θέμα;
    Προσωπικές εμπειρίες, τόσο από ανθρώπους του περιβάλλοντός μου που είχαν ή έχουν Αλτσχάιμερ, όσο και από μετανάστριες στην Ελλάδα που, μεταξύ άλλων, έκαναν και αυτή τη θεάρεστη και τρομερά δύσκολη δουλειά, τη δουλειά του φροντιστή.
  • Δυο γυναίκες πρωταγωνιστούν στο βιβλίο σας. Η μία είναι Ελληνίδα μεγάλης ηλικίας ανήμπορη και με Αλτσχάιμερ και η άλλη μια μεσόκοπη Αλβανίδα που την φροντίζει. Ας τις γνωρίσουμε.
    Για τη μεν πρώτη δεν θα μάθουμε και πολλά, καθώς η ίδια δεν μπορεί πια να εκφραστεί – ή, τέλος πάντων, όχι πάντα. Μένουμε, προς το παρόν, στο γεγονός ότι έχει ένα δικό της σπίτι, και μια κάποια σχετική οικονομική άνεση, καθώς «δεν της λείπει τίποτα», όπως λέει η γυναίκα που τη φροντίζει, ενώ βέβαια μπορεί και πληρώνει τις υπηρεσίες αυτής της γυναίκας. Όσο για την Αλβανίδα, η ίδια θα μας πει τα πάντα για τη ζωή της, από τότε που ήταν μικρό κορίτσι, μέχρι και σήμερα. Και νομίζω πως θα χαρούμε να την ακούσουμε και να τη μάθουμε.
  • «Σε όλα τα στάδια μπορεί να εμφανιστούν σύντομες περίοδοι διαύγειας». Μία πρόταση που βρίσκουμε στο εγχειρίδιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για την άνοια, την οποία συναντούμε αρκετές φορές στο βιβλίο σας. Πόσο κοντά θα φέρουν τις ηρωίδες σας οι σύντομες διαύγειες της Θέας;
    Νομίζω πολύ κοντά. Αλλά το ίδιο θα συμβεί και με τις άλλες στιγμές, που είναι και οι περισσότερες. Ακόμη και χωρίς τον λόγο από τη μία πλευρά αυτής της σχέσης, οι δύο γυναίκες θα έρθουν όσο κοντά μπορούν να βρεθούν δυο κατά τα άλλα «ξένοι» μεταξύ τους άνθρωποι. Ακόμη και η σιωπή τις ενώνει. Και θα τις ενώσει πράγματι πολύ, και καταλυτικά. Θα αλλάξει τα πάντα.
  • Πόσο εύκολη, είναι όμως, η συμβίωση των δυο διαφορετικών αυτών γυναικών;
    Καθόλου, δυστυχώς. Η γυναίκα που πάσχει από άνοια χρειάζεται ιδιαίτερη και διαρκή προσοχή. Όμως η γυναίκα από την Αλβανία είναι εκεί γι’ αυτήν και τη φροντίζει κάθε ώρα και στιγμή. Είναι ένας πολύ αγαπητικός άνθρωπος, πολύ ζεστή και πολύ γλυκιά. Και ταυτόχρονα και πολύ αστεία. Οπότε όλες οι δυσκολίες γίνονται παιχνίδι, ρουτίνα, και μια ευκαιρία να εξερευνήσουν τη ζωή και τη σχέση τους. Και να το πάνε όσο πιο μακριά γίνεται. Ίσως ακόμη και μέχρι του σημείου να αγγίξουν ένα θαύμα.
  • Οι δυο γυναίκες δένονται με μια ζεστή φιλία, που αγγίζει εξαρχής τον αναγνώστη. Το δέσιμό τους, οφείλεται μόνο στην υπερπροσπάθεια αλλά και την υπομονή της Αλβανίδας βοηθού να λέει φωναχτά κάθε σκέψη της;
    Και σ’ αυτό, ασφαλώς. Αλλά και στην παρουσία της και μόνο. Στη δοτικότητά της. Στο απόλυτο και συγκινητικό δόσιμό της. Και στο ότι είναι και κάπως «μαγική».
  • Η γυναίκα αυτή, απλά και ανθρώπινα, δίνει μαθήματα σωστής φροντίδας ατόμων που πάσχουν από Αλτσχάιμερ. Άραγε ο συνεχής μονόλογός της πόσο γέμισε τον άδειο κόσμο και την κενή μνήμη της Θέας;
    Είμαι σχεδόν σίγουρος πως της χάρισε ατέλειωτες ώρες γαλήνης. Και όχι μόνο. Μαζί της, η Θέα έζησε μία νέα, αναβαθμισμένη ζωή. Και βέβαια κέρδισε και όλα τα άλλα που θα μάθουμε σιγά-σιγά, όσο πλησιάζουμε προς το τέλος του βιβλίου. Αλλά νομίζω πως μαθαίνουμε και εμείς πολλά από τον μονόλογο αυτό και πως «ξαναθυμόμαστε» πράγματα που ίσως είχαμε ξεχάσει, ή που δεν τους δίναμε πια πολλή σημασία.
  • Σε ποιο βαθμό η ζωή μέσα από την απουσία μνήμης μπορεί γίνει πιο ευχάριστη και ίσως λίγο πιο ανεκτή από τις αναμνήσεις κάποιου άλλου; Τι μαθαίνουμε από τη Θέα σας;
    Νομίζω πως η ίδια, αν μπορούσε, θα έσφιγγε στην αγκαλιά της τη βοηθό της, αυτή την ωραία γυναίκα, και θα της έλεγε ένα μεγάλο ευχαριστώ γεμάτο δάκρυα. Και πως την αγαπά.
  • Μέσα από τις αναμνήσεις και τις διηγήσεις της, μαθαίνουμε πολλά για την πατρίδα της την Αλβανία. Ήταν ένας από τους στόχους σας και αυτός; Να έρθουμε πιο κοντά σ’ ένα λαό για τον οποίο λίγα γνωρίζουμε, επειδή μάλλον ποτέ δε θελήσαμε να μάθουμε περισσότερα;
    Ακριβώς. Είναι ένας λαός που πέρασε πολλά, και επί πολύ χρόνο, επί γενιές ολόκληρες. Τσαλαπατήθηκαν, τους αφαιρέθηκε κάθε ανθρώπινο δικαίωμα, έμειναν στάσιμοι και φτωχοί υπό ένα τρομερά απάνθρωπο και σκληρό καθεστώς. Χαίρομαι πολύ που βρήκαν πια τον δρόμο τους και φτιάχνουν μία όμορφη και περήφανη χώρα. Τους αξίζει, γιατί πέρασαν πολλά, και μέσα και έξω από τη χώρα τους. Και στην Ελλάδα…
  • Στη ζεστή σας ιστορία υπάρχει κι ένας γιος, αδιάφορος. Ποιος είναι ο λόγος αυτής της συμπεριφοράς;
    Δεν τον ξέρω, αλλά δεν νομίζω πως είναι κανείς σε θέση να κρίνει ένα τρίτο πρόσωπο.
  • Δεν μας είναι καθόλου άγνωστος αυτός ο τύπος ανθρώπων, που αφήνουν στο περιθώριο της ζωής τους γονείς τους. Τι θα έλεγε η Θέα σας, σε κάθε γιο και κόρη που εγκαταλείπει στη μοίρα του μια μάνα ή έναν πατέρα με προβλήματα άνοιας;
    Δεν μπορώ να είμαι σίγουρος για το τι θα έλεγε η Θέα, αλλά η Αλβανίδα βοηθός της νομίζω θα είχε να πει πολλά. Όμως, και πάλι, δεν νομίζω πως θα τα εξέφραζε ποτέ. Γιατί είναι πολύ συμπονετική, και μπορεί να καταλάβει την αδυναμία του άλλου. Και να τον συγχωρέσει, αν χρειάζεται συγχώρεση. Καταλαβαίνει πολλά αυτή η γυναίκα.
  • Μέσα από τη διήγησή σας ανοίγετε ένα μεγάλο κεφάλαιο, αυτό του Αλτσχάιμερ. Όλοι μας έχουμε είτε στο κοντινό είτε στο πιο μακρινό μας περιβάλλον έναν δικό μας άνθρωπο που πάσχει από την νόσο. Τι θέλετε να κρατήσουμε από την ιστορία σας που ίσως μας βοηθούσε;
    Ότι οι αγκαλιές είναι καλό πράγμα. Ίσως θα έπρεπε να τις δίνουμε πιο συχνά, και να είναι λίγο πιο σφιχτές. Και ότι, κάπου εκεί μέσα, σ’ αυτό το πρόσωπο που σταδιακά χάνεται και απομακρύνεται, υπάρχει σχεδόν πάντα μία μεγάλη μερίδα μνήμης, που παραμένει δυνατή και λαμπερή. Και ότι αυτό τού φτάνει.
  • Το βιβλίο «Αγκάθια και πικραλίδες» είναι μια καλή ευκαιρία για όλους εμάς να αναζητήσουμε περισσότερες πληροφορίες για το Αλτσχάιμερ. Από πού θα μας συμβουλεύατε να ξεκινήσουμε; Είναι αρκετή μια περιήγηση στο διαδίκτυο;
    Πιστεύω πως ναι. Υπάρχουν πολλές πληροφορίες από ειδικούς εκεί, και ένα πλήθος από μαρτυρίες. Το διαδίκτυο είναι μια ανεξάντλητη πηγή γνώσης. Όμως υπάρχουν και οι μαρτυρίες των κοντινών μας ανθρώπων, που έχουν ζήσει, ή εξακολουθούν να ζουν, με το πρόβλημα μέσα στο ίδιο τους το σπίτι ή σε μία στέγη βοήθειας. Εκείνοι ξέρουν καλύτερα.

Σας ευχαριστώ πολύ για την κουβέντα, όπως και ευχαριστώ όλους τους αναγνώστες που θα διαβάσουν την ιστορία της Θέας και της αγαπημένης της βοηθού. Ελπίζω να τους συγκινήσει, όσο συγκίνησε και εμένα.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Δύο γυναίκες.
Η Ελληνίδα. Μεγάλη σε ηλικία, ανήμπορη να αυτοεξυπηρετηθεί, αμίλητη και κλεισμένη στον εαυτό της, και, το κυριότερο, με Αλτσχάιμερ. Δεν θυμάται τίποτε πια. Έχει ξεχάσει ποια ήταν, τι έζησε, ποιον και πόσο αγάπησε. Κι αν τη δονούν ακόμη κάποιες εκλάμψεις, σύντομα θα πάψουν κι αυτές…
Η Αλβανίδα. Μεσόκοπη, πληγωμένη, προδομένη, αλλά δυνατή και αισιόδοξη ταυτόχρονα, με χιούμορ, με πίστη στη ζωή, με αγάπη για όλο τον κόσμο και κυρίως γι’ αυτήν εδώ τη γυναίκα που τη φροντίζει και της βουρτσίζει κάθε μέρα τα μαλλιά. Και ομιλητική: δεν σταματά να μιλά, και να θυμάται, και να αφηγείται τρομερά πράγματα για μια ζωή, και για μια χώρα, που τώρα πια μοιάζουν ξένες και μακρινές, κομμάτια μιας μεγάλης τραγωδίας…
Οι δυο τους μένουν συνέχεια μαζί, κοιμούνται και ξυπνούν μαζί, μαγειρεύουν, τρώνε, βλέπουν τηλεόραση και κάνουν βόλτες στην πόλη μαζί, και ίσως –ίσως– καταφέρουν κάποια στιγμή να αποδείξουν πως δεν τελείωσαν όλα εδώ, πως υπάρχει συνέχεια, πως υπάρχει ακόμη μνήμη.
Και πως υπάρχει ελπίδα.
Ένα συγκινητικό μυθιστόρημα για τη γυναικεία φιλία, για τη μνήμη και την απώλειά της, για τον έρωτα και την προσδοκία. Ένα βιβλίο που θα ζεστάνει την καρδιά σας.

Βιογραφικό
Ο Κυριάκος Αθανασιάδης είναι συγγραφέας. Έχει εκδώσει πάνω από σαράντα βιβλία. Ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη, αρθρογραφεί στην Athens Voice, γράφει κριτική βιβλίου στην Book Press, είναι συνιδρυτής και ιδιοκτήτης του ιστοτόπου amagi.gr και παρουσιάζει τη βιβλιοφιλική εκπομπή Paperback στο Δημοτικό Ραδιόφωνο Θεσσαλονίκης.