Συγγραφέας του βιβλίου «Σπασμένο ακορντεόν» – εκδόσεις «Πηγή»

Ακροβατώντας ανάμεσα στην αλήθεια και τον μύθο, το βιβλίο της Μαρίας Γεωργίου μας φέρνει κοντά σε ιστορικά γεγονότα της Κύπρου, όπως τα βίωσαν οι πρωταγωνιστές της. Το μυθιστόρημά της στηρίζεται σε αφηγήσεις του πατέρα της, ωστόσο δεν πρόκειται για βιογραφία. Οι ιστορίες που της αφηγήθηκε, τόσο εκείνος όσο οι άλλοι ήρωές της, που είναι υπαρκτά πρόσωπα, φιλτραρίστηκαν και μεταπλάστηκαν έτσι ώστε να εξυπηρετούν την αφήγηση, κάτι που κάνει το βιβλίο της πολύ ενδιαφέρον για τους αναγνώστες τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο. «Περνώντας στη μυθοπλασία, οι πρόγονοι μου, έγιναν παιδιά μου», λέει στο Vivlio-life, η συγγραφέας, καλώντας μας ν’ ακολουθήσουμε τα βήματα και τα συναισθήματά τους μέσα όμως σ’ ένα ιστορικό πλαίσιο.

Γιαννάκης και Κωσταντής. Εγγονός και παππούς που έχουν να μας πουν πολλά. Ποιος από τους δυο είναι ο βασικός πρωταγωνιστής του «Σπασμένου ακορντεόν»;
Ξεκάθαρα ο βασικός πρωταγωνιστής του Σπασμένου Ακορντεόν είναι ο Γιαννάκης. Ο Κωσταντής είναι ο αγαπημένος και αυστηρός παππούς. Τα λίγα μετρημένα λόγια του και η βαριά σκιά του καθορίζουν βέβαια τον τρόπο που ο Γιαννάκης μεγαλώνει. Έχει όνειρα για τον εγγονό του, θέλει να μάθει γράμματα. Σε μια εποχή φτώχειας κι αγραμματοσύνης, η μόρφωση είναι ο δρόμος για μια καλύτερη ζωή, όχι μόνο σε ατομικό επίπεδο αλλά και σε κοινωνικό. Ο Κωσταντής όπως και άλλοι ήρωες του Σπασμένου Ακορντεόν έχουν κι ένα συμβολικό ρόλο μέσα στο μυθιστόρημα. Ο Κωσταντής ύστερα από μια περιπλάνηση από την Πόλη στην Αίγυπτο φθάνει στην Κύπρο που είναι τόπος Ελληνικός. Όπως λέει κι ο Παλαμάς: Εσύ κρυφοζωντάνεψες, ωραίο νησί, και φύλαξες, εσύ τα προσκυνάς, της Ρωμιοσύνης τα είδωλα, της Ομορφιάς το είδωλο και της Παλληκαριάς. Για τον Παλαμά, όπως και για τον Κωσταντή, η Κύπρος ήταν η ελπίδα του ελληνισμού. Αν επαληθεύτηκαν ή όχι οι ελπίδες τους, είναι στην κρίση του καθενός μας.

Το βιβλίο σας βασίζεται σε αληθινά γεγονότα και στηρίζεται σε αφηγήσεις του πατέρα σας. Μιλήστε μας γι’ αυτά τα γεγονότα.
Το Σπασμένο Ακορντεόν, στηρίζεται σε αληθινά γεγονότα όπως είναι η εξέγερση του 31, η φτώχεια, η μιζέρια, η αγραμματοσύνη της εποχής, το όνειρο για Ένωση, η δημιουργία του κυπριακού συντάγματος το 40, ο αγώνας του 55-59, τα ανθρωπομαζώματα, τα κέρφιου, οι απαγχονισμοί. Το κείμενο όμως παραμένει πάντα προϊόν μυθοπλασίας. Είναι ένα μυθιστόρημα. Στηρίζεται σε αφηγήσεις του πατέρα μου σχετικά με τη ζωή του, τα παιδικά του χρόνια και την εμπλοκή του στον αγώνα της ΕΟΚΑ. Δεν είναι όμως μια βιογραφία, μια ακριβής καταγραφή της ζωής του. Οι ιστορίες και οι ήρωες που πέρασαν απ’ αυτόν σε μένα, φιλτραρίστηκαν και μεταπλάστηκαν έτσι ώστε να εξυπηρετούν την αφήγηση κι έτσι ώστε η αφήγηση να ρέει γύρω από ένα κεντρικό νήμα, να έχει ένα σκοπό. Το Σπασμένο Ακορντεόν, ακροβατεί ανάμεσα στην αλήθεια και στον μύθο. Κι έτσι ενώ όλοι οι ήρωες στηρίζονται σε υπαρκτά πρόσωπα, είναι όλοι ξαναπλασμένοι από μένα. Περνώντας στη μυθοπλασία, οι πρόγονοί μου, έγιναν παιδιά μου. Εγώ βρήκα την ιστορία που ήθελα να πω, όταν βρήκα μέσα στις αφηγήσεις του πατέρα μου, συμβολισμούς και δύο αφηγητές. Αυτοί καθόρισαν την οπτική, το ύφος και τη γλώσσα του κειμένου.

Όταν μας δίνει την αφήγησή του, είναι πια ηλικιωμένος, έχει δει τη συνέχεια της ιστορίας, έχει κοιτάξει με περισυλλογή τις πληγές του, έχει θέσει στον εαυτό του δύσκολα ερωτήματα και μας δίνει το καταστάλαγμά του”, διαβάζω. Θα μπορούσαμε κλείσουμε το καταστάλαγμα του πατέρα σας σε μία πρόταση;
Θα σας πω το καταστάλαγμα όχι του πατέρα μου αλλά του μυθιστορηματικού μου ήρωα, του Γιαννάκη όπως το διατυπώνει ο ίδιος στο Σπασμένο Ακορντεόν: Όταν ξέρεις ποιος είσαι, ποια είναι η ουσία σου, τότε είσαι ενωμένος με όποιον έχει την ίδιαν ουσία με σένα.

Είναι κάποιες πληγές που όσο «βάλσαμο» και να ρίξεις πάνω τους δεν κλείνουν ποτέ. Όταν καθόσασταν απέναντι στον πατέρα σας ακούγοντας τις διηγήσεις του, νιώσατε πως κάποιες πληγές του αιμορραγούσαν ακόμη;
Όχι, σε συνειδητό επίπεδο, ο πατέρας μου δεν δείχνει ποτέ πληγωμένος. Αφηγείται τη ζωή του σαν να είναι η ζωή κάποιου άλλου. Είναι σίγουρο όμως για μένα ότι αυτό που είναι ο πατέρας μου όπως αυτό που είμαστε όλοι μας, είναι αποτέλεσμα αυτών που ζήσαμε. Ο πατέρας μου είναι ένας δυνατός άνθρωπος, ζωντανή επιβεβαίωση της ρήσης του Νίτσε: Ό,τι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό.

Σε ποια ηλικία ακούσατε για πρώτη φορά για τον αντιαποικιακό αγώνα της Κύπρου;
Άκουγα πάντα για τον αντιαποικιακό αγώνα. Ήταν μέρος της ζωής μου από τότε που θυμάμαι. Όμως η συγγραφή του βιβλίου μου έδωσε την αφορμή να ερευνήσω καλύτερα τον αγώνα, να τον δω πέρα από πατριωτισμούς, να κατανοήσω καλύτερα τα κίνητρα ενός άοπλου και μακκούλη λαού να εμπλακεί σ’ ένα τέτοιο αγώνα και να έχω και μια κριτική ματιά απέναντί του.

«Ο ήρωας του «Σπασμένου Ακορντεόν» παίρνει θέση στα γεγονότα της εποχής του, σύμφωνα με τα δεδομένα της εποχής του, της προσωπικής του ζωής και της περιρρέουσας ατμόσφαιρας», λέτε. Πόσο επηρέασαν όλα αυτά τους ανθρώπους που τα έζησαν; Τι τους άφησαν στην ψυχή;
Μέσα από την έρευνα που έκανα για την εποχή κατάλαβα ότι οι άνθρωποι βίωσαν τα γεγονότα του 55-59 με μια πατριωτική έπαρση, μ’ έναν άκρατο ενθουσιασμό. Ήταν νέοι, ήθελαν να συμμετέχουν στα πράγματα και το τελευταίο που σκεφτόντουσαν ήταν ο κίνδυνος στον οποίο έβαζαν τις ζωές τους. Ένιωθαν πως ήρθε η ώρα για τον αγώνα, η ώρα για να πουν τα δικά τους μεγάλα ναι και τα μεγάλα όχι. Ήταν λες και ο αγώνας έδωσε μια υπαρξιακή διέξοδο στα στάσιμα νερά του αποικιοκρατούμενου τόπου. Εγώ νομίζω πως εκείνος ο αγώνας ήταν μια υπαρξιακή ανάγκη για τους νέους της Κύπρου εκείνη την εποχή κι όταν κανείς δίνει έναν τέτοιο αγώνα, πάλλεται από ενθουσιασμό. Μην ξεχνάτε πως ο αγώνας του 55-59 ήταν ένας κατεξοχήν νεανικός αγώνας. Συχνά μιλάμε με συγκίνηση για τον Παλληκαρίδη που ήταν μόλις 18 χρονών όταν απαγχονίστηκε από τους Άγγλους. Όμως ας σημειώσουμε εδώ ότι ο μεγαλύτερος από τους απαγχονισθέντες, ο Αντρέας Ζάκος ήταν μόλις 25 χρονών. Ο μεγαλύτερος. Καταλαβαίνετε λοιπόν πως μιλάμε για ανθρώπους που φλεγόντουσαν από νιάτα και πάθος. Οι πληγές, ο μεγάλος πόνος, ήρθαν μετά. Όταν έπρεπε να δουν τα πράγματα πέρα από τον ενθουσιασμό του αγώνα. Όταν έπρεπε να αναγνωρίσουν πως στην πολιτική τα πράγματα δεν είναι τόσο ξεκάθαρα όσο ένας αγνός αγώνας. Δεν έχουμε έναν κακό αποικιοκράτη, τον πολεμάμε γενναία, τον διώχνουμε από τον τόπο μας και πάμε τώρα να ενωθούμε με την Ελλάδα. Πρέπει να δεις τι λέει και τι μπορεί να κάνει γι’ αυτό η ίδια η Ελλάδα, τι λένε γι’ αυτό κάποιοι άλλοι που σ’ αρέσει δεν σ’ αρέσει ζουν στο νησί σου και το θεωρούν πατρίδα τους, πρέπει να δεις τι λένε τα συμφέροντα των μεγάλων, τι λέει η διεθνής διπλωματία. Ο λαός της Κύπρου, έμαθε με τον πιο σκληρό τρόπο, όταν λίγα χρόνια μετά την ανεξαρτησία είχαμε τα γεγονότα του πραξικοπήματος και της εισβολής. Εκεί ήταν η μεγάλη και αξεπέραστη πληγή. Αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι ο αγώνας αυτός καθεαυτός ήταν ένας ωραίος αγώνας ακριβώς γιατί ήταν ένας αγώνας με αγνά αθώα κίνητρα. Όπως λέει και ο Γιαννάκης στο Σπασμένο Ακορντεόν: Εξαιτίας του αγώνα, είδαμε μέσα μας τον καλύτερον και τον χειρότερον εαυτόν μας. Εγνωρίσαμεν τις πιο δυνατές και τις πιο σκοτεινές πλευρές μας. Εδεθήκαμε μεταξύ μας με φιλίες καρδιακές, παντοτινές. Ύστερα από τον αγώναν έγιναν πολλά, μας έφαγεν η έπαρση, εξαναβρήκαμεν τους μικρούς εγωιστές εαυτούς μας. Όμως εκείνον το μεγαλείον της συνύπαρξης που εζήσαμεν για τέσσερα χρόνια, υπάρχει και μας δείχνει πάντα ποιος είναι ο δρόμος του ανθρώπου. Δεν είναι οι ωραίες ιδέες, είναι που δένεσαι με τους άλλους για τις ωραίες ιδέες.

Υπάρχει (σπασμένο) ακορντεόν στην αληθινή ιστορία του πατέρα σας; Γιατί στο μυθιστόρημά σας χαρήκαμε με τη χαρά του Γιαννάκη όταν έπιασε για πρώτη φορά το κόκκινο γυαλιστερό ακορντεόν που του χάρισε ο παππούς του…
Ναι, υπήρξε ακορντεόν. Ήταν ένα δώρο πέρα από κάθε όνειρο. Όμως πάλι εδώ σας θυμίζω ότι το Σπασμένο Ακορντεόν είναι ένα μυθιστόρημα και πρέπει πάντα να κοιτάμε και τους συμβολισμούς πίσω από τα πρόσωπα, τις ιστορίες τους και τα αντικείμενά τους.

Τι ήταν αυτό που σας έκανε να αποφασίσετε να δώσετε σ’ εμάς τους αναγνώστες την ευκαιρία να μάθουμε για εκείνη τη γκρίζα περίοδο στο νησί σας;
Όπως έχω πει, το Σπασμένο Ακορντεόν στηρίζεται σε αφηγήσεις του πατέρα μου. Αυτή η γκρίζα περίοδος όπως τη χαρακτηρίζετε, ήταν η περίοδος που τον σημάδεψε, τον καθόρισε τον ωρίμασε. Αυτό εμένα μου έδωσε την ιστορία. Αυτό μόνο ήταν το κίνητρο μου για να γράψω γι’ αυτήν την περίοδο. Γενικά στο γράψιμό μου, μ’ ενδιαφέρουν κυρίως οι ήρωες και το πώς αυτοί δρουν. Οι ιστορικές συγκυρίες είναι το φόντο της εξέλιξής τους. Η Ιστορία αυτή καθεαυτή, η Ιστορία με κεφαλαίο γιώτα, είναι θέμα των ιστορικών, είναι μια επιστήμη. Παρόλα αυτά και η λογοτεχνία μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τα ιστορικά γεγονότα γιατί μας σπρώχνει να σκύψουμε μέσα στις ανθρώπινες ιστορίες, να κατανοήσουμε τα κίνητρα των προσώπων που εμπλέκονται στα ιστορικά γεγονότα. Τα ιστορικά γεγονότα στο τέλος είναι αποτέλεσμα ανθρώπινων επιλογών. Κατανοώντας τα με αυτή την οπτική εμπλουτίζουμε την κρίση και την κριτική μας, μαθαίνουμε.

«Αν και μοιάζει με ιστορικό, στόχος μου ήταν να γράψω ένα μυθιστόρημα ενηλικίωσης και ελπίζω οι αναγνώστες να δουν κυρίως αυτή την πλευρά του», έχετε πει. Θέλετε να μας εξηγήσετε πώς ορίζετε το μυθιστόρημα ενηλικίωσης;
Ο διεθνής όρος είναι Bildungsroman (γερμανικός όρος). Είναι ένα μυθιστόρημα που περιγράφει τη πορεία ενός νέου ανθρώπου προς την ωριμότητα και την ενηλικίωση. Οι περιπέτειες που συναντά στη ζωή του είναι οι αφορμές που τον οδηγούν στην αμφισβήτηση των δεδομένων του, στην καλύτερη κατανόηση του εαυτού του, και του πώς λειτουργεί αυτός ο κόσμος, στην προσωπική του επανάσταση. Παραδείγματα μυθιστορημάτων ενηλικίωσης πολλά στην διεθνή βιβλιογραφία. Το πορτραίτο ενός νεαρού καλλιτέχνη, του James Joyce είναι ένα από τα αγαπημένα μου, οι Μεγάλες Προσδοκίες του Ντίκενς επίσης. Από την ελληνική βιβλιογραφία μπορούμε να αναφέρουμε την Eroica, του Κοσμά Πολίτη ή την Πρώτη Αγάπη του Κονδυλάκη. Στο Σπασμένο Ακορντεόν, έχουμε έναν ήρωα που ανδρώνεται μέσα σε μια ιστορική συγκυρία. Το ζητούμενο είναι να δούμε πώς στέκεται μέσα σ’ αυτήν την συγκυρία και πώς αυτή τον διαμορφώνει. Ποια είναι τα διλήμματα που αντιμετωπίζει, πώς τα χειρίζεται, τι θα κάναμε εμείς στη θέση του. Για μένα αυτά είναι τα σημαντικά και τα πανανθρώπινα. Γι’ αυτό η ιστορία του Σπασμένου Ακορντεόν εξελίσσεται μεν στην Κύπρο όμως ξεπερνά την ιστορία αυτού του μικρού τόπου. Τα ζητήματα που θίγει αφορούν τον καθένα μας.

Η Κυπριακή σας καταγωγή είναι αρκετά έντονη στο γράψιμό σας. Χρησιμοποιήσατε πολλές λέξεις, οι οποίες δίνουν μια ευχάριστη νότα στην ανάγνωση. Δική σας ιδέα ήταν να ενσωματώσετε το γλωσσάρι στο τέλος του βιβλίου;
Γενικά δεν μου αρέσουν ούτε οι υποσημειώσεις, ούτε οι επεξηγήσεις στα βιβλία λογοτεχνίας όπου ο αναγνώστης καλείται να διαβάζει ενεργητικά, κρατώντας σημειώσεις και γκουγκλάροντας ζητήματα που του είναι άγνωστα. Όμως δίνοντας το κείμενο σε φίλους μου “ιδανικούς” αναγνώστες πριν την έκδοση, κατάλαβα ότι για κάποιους υπήρχε μια δυσκολία στην ανάγνωση του κυπριακού ιδιώματος που ούτως ή άλλως είναι αρκετά δύσκολο στην αποτύπωσή του. Έτσι αποφάσισα να βοηθήσω τη ροή της ανάγνωσης δίνοντας άμεσα σε υποσημείωση την ερμηνεία δύσκολων λέξεων τις οποίες επίσης συγκέντρωσα σ’ ένα γλωσσάρι στο τέλος του βιβλίου. Πιστεύω ότι η χρήση της κυπριακής διαλέκτου δεν δίνει μόνο χρώμα και πλούτο στην αφήγηση αλλά και κάνει τους ήρωες πιο ζωντανούς, πιο ανάγλυφους.

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Ο Γιαννάκης μεγαλώνει με τον παππού του, τον Κωσταντή τον μάντζιπα, στη Σκάλα, το άλλοτε αρχαίο Κίτιο της Κύπρου. Οι Κύπριοι, οι Συπς όπως τους λένε οι Άγγλοι, σύμφωνα με τον Λώρενς Ντάρελ, είναι εξαθλιωμένοι, φτωχοί κι αμόρφωτοι. Οι δυνατότητες για όνειρα είναι περιορισμένες, αλλά ποιος μπορεί να ζήσει χωρίς όνειρα; Το όνειρο του Κωσταντή είναι ο εγγονός του να μάθει γράμματα. Αυτός όμως είναι ατίθασο κι αμπάλατο παιδί. Θέλει τη θάλασσα, το κυνήγι στις αλυκές, τον έρωτα, το ακορντεόν του. Μέχρι που ξεκινά ο αγώνας του 55-59 και όλα αυτά μπαίνουν στο περιθώριο. Για τον Γιαννάκη, όπως και για όλους τους νέους της εποχής, ο αγώνας είναι γεμάτος ωραίες, λαμπερές ιδέες, που τρέφουν την ψυχή και τα όνειρά του. Η εμπλοκή του στον αγώνα, μια δοκιμασία για τις ανθρώπινες αντοχές του και για τις ωραίες ιδέες του. Όλα δοκιμάζονται κι όλα παίρνουν μια άλλη διάσταση. Δεν είναι οι ωραίες ιδέες, είναι που δένεσαι με τους άλλους για τις ωραίες ιδέες, λέει καθώς ξετυλίγει την αφήγησή του, σε μεγάλη πια ηλικία.

Βιογραφικό

Το μυθιστόρημα «Σπασμένο Ακορντεόν» είναι το πρώτο μυθιστόρημα της Μαρίας Γεωργίου. Το 2018, βραβεύτηκε από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών για το διήγημα «Χιονισμένες Πολιτείες». Επίσης, τον ίδιο χρόνο, βραβεύτηκε από τις εκδόσεις Εντύποις για το διήγημα «Οι Άλλοι και η Άλλη».
Το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου έχει παίξει στη ραδιοφωνική εκπομπή του “Κυπριώτικο Σκετς”, δύο έργα της, το Ο “Σιελιδονής” και το “Η Νυφιτζή Φωτογραφία”. Από αυτά το δεύτερο έχει βραβευτεί.
Γεννήθηκε στη Λάρνακα της Κύπρου το 1962, σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Warwick στη Μ. Βρετανία, Διοίκηση Επιχειρήσεων, εργάστηκε στις επιχειρήσεις Computer Team και PanoramaCom, στη Θεσσαλονίκη, όπου και ζει από το 1984.