«Γλυκιά Λίσι, μικρή Λίσι»…
Η Μαρλέν ήταν όμορφη. Πραγματικά όμορφη. Είκοσι δύο χρονών. Μ΄εκείνα τα βαθιά μπλε μάτια, τα κατάμαυρα μαλλιά και την μαύρη ελιά στην άκρη των χειλιών.
Η Μαρλέν Τάουφαρ-Βίγκαναρ εγκαταλείπει τον άντρα της, τον Χερ Βίγκαναρ και παίρνει όλα τα πράγματά της. Παίρνει μαζί της και το βιβλίο με τα παραμύθια των Αδελφών Γκριμ. Παίρνει το Fiat 130 και το ανταλλάσσει με μία Mercendes. Πριν έχει ανοίξει το χρηματοκιβώτιο του άντρα της και παίρνει ένα σακουλάκι με ζαφείρια… Έχει ένα σχέδιο μελετημένο, γιατί ξέρει πως δεν μπορούσε να γυρίσει πίσω και θα έπρεπε να πάρει μαζί της τα αναγκαία, για να ξαναφτιάξει τη ζωή της, ξεκινώντας από το μηδέν. Στα σπλάχνα της είχε τον Κλάους, έτσι το είχε ονομάσει το αγέννητο παιδί της. Ήταν έγκυος. Η αγάπη την είχε σπρώξει να προδώσει τον πιο επικίνδυνο άνδρα που γνώρισε ποτέ. Η αγάπη της είχε όνομα. Κλάους.
Η Μαρλέν πήρε το δρόμο προς τα δυτικά. Εκτός από τις πρώτες νιφάδες χιονιού, όλα πήγαιναν σύμφωνα με το σχέδιο. Όμως η αγωνία, ο φόβος και το χιόνι που όλο πύκνωνε την έκαναν να χαθεί, να πάρει έναν παρόδρομο, να πατήσει απότομα φρένο, να κάνει επιτόπου στροφή και να βρεθεί να πετάει. Ήταν τρομακτικό. Το σκούρο χιόνι που στροβιλιζόταν γύρω της. Ο γκρεμός που έχασκε, οι κορμοί των δέντρων. Η σύγκρουση. Βίαιη. Μια βροντή πνιγμένου πόνου από τον θόρυβο της λαμαρίνας που σκιζόταν. «Κλάους» , φώναξε και ήταν η τελευταία λέξη πριν από το σκοτάδι…
Ο Ζίμον Κέλαρ ήταν μπάουερ (αγρότης), χωρικός, κυνηγός, ξυλοκόπος, κτηνοτρόφος, βοτανοθεραπευτής, γιατρός. Ζούσε σε μια αγροικία σε υψόμετρο 2.000 μέτρα, στο Νότιο Τιρόλο. Ήταν μπάουερ, όπως ο πατέρας του και ο πατέρας του πριν από αυτόν. Ήταν ένας ψηλόσωμος άντρας, που φορούσε τα ρούχα του πατέρα του, όταν τον πατέρα του τον φόταρ (πατέρας) Λουίς, τον είχε σφάξει ο Ζίμον. Όπως και εκείνος ο φόταρ Λουίς μέσα στην τρέλα του, είχε σκοτώσει την Ελίζαμπετ – Σίσι- Λίσι, την μικρή αδελφή του Ζίμον.
Ο Ζίμον Κέλαρ στα ριζά του βουνού, μέσα στην πρώτη χιονοθύελλα του βουνού, βρήκε εντελώς τυχαία τη νεαρή γυναίκα, την Μαρλέν. Με την χιονοθύελλα κατέβηκε στην κοιλάδα για να μαζέψει τις παγίδες, που χρησιμοποιούσε για να έχει φρέσκο κρέας, και είδε την αναποδογυρισμένη Mercendes. Προς μεγάλη του έκπληξη διαπίστωσε πως η νεαρή γυναίκα ήταν ζωντανή. Πέταξε τις παγίδες κι έσπευσε να την βοηθήσει. Την έβγαλε λιπόθυμη από το αυτοκίνητο, την πήρε στην πλάτη του και τη μετέφερε στην αγροικία. Μέχρι να σταματήσει η χιονοθύελλα, η Μαρλίν έμεινε μερικές ημέρες στην αγροικία του Ζίμον και μετά είχε αποφασίσει να φύγει για το κοντινό χωριό και από κει θα συνέχιζε το ταξίδι της, που είχε σχεδιάσει. Αυτός ο άνδρας την είχε κουβαλήσει στις πλάτες του για ώρες. Της έσωσε τη ζωή. Της πρόσφερε φαγητό, το σπίτι του και την προστασία του. Αυτή όμως τον έκανε στόχο. Αν μάθαινε ο άνδρας της ότι βρισκόταν στην αγροικία του Ζίμον, θα τους σκότωνε και τους δυο…
Τα ζαφείρια, που έκλεψε η Μαρλέν, ανήκαν στο Καρτέλ. Σε αυτούς έπρεπε να παραδώσει τα ζαφέιρια ο Χερ Βίγκαναρ. Ο Χερ Βίγκαναρ άρχισε να ουρλιάζει εναντίον της Μαρλέν. Κυρίως εναντίον του εαυτού του. Δεν πίστευε ότι η Μαρλέν θα τον πρόδιδε ποτέ. Η Μαρλέν ήταν η γυναίκα του. Η Μαρλέν ήταν η γυναίκα που αγαπούσε. Κυρίως, η Μαρλέν ήταν γυναίκα, δεν είχε ξαναγίνει ποτέ μια γυναίκα να κοροϊδέψει κάποιον σαν αυτόν. Ο Χερ Βίγκαναρ είχε τη δική του αυτοκρατορία, τις δικές του ύποπτες δουλειές, τους δικούς του μπράβους και εκτελεστές. Στη βίλα δεν υπήρχαν σημάδια διάρρηξης. Όταν είδε ο Χερ Βίγκαναρ ότι έλειπε η γυναίκα του, ότι έλειπε εκείνο το βιβλίο με τα παραμύθια των Αδελφών Γκριμ, που δεν το αποχωριζόταν ποτέ η γυναίκα του, ότι έλειπε το Fiat 130, επίσης έλειπαν και τα ζαφείρια, κατάλαβε ότι τον είχε εγκαταλείψει η Μαρλέν και τον είχε κλέψει. Τώρα αρχίζει ένα μεγάλο ανθρωποκυνηγητό, μέχρι να πάρει πίσω τα ζαφείρια του.Αν την έπιανε θα την έκανε κομμάτια . Ο Χερ Βίγκαναρ έπρεπε να εκδικηθεί. Το Καρτέλ όταν το έμαθε αποφάσισε να στείλει ένα πληρωμένο δολοφόνο, τον Άνδρα Εμπιστοσύνης. Ο Άνδρας Εμπιστοσύνης έπρεπε να βρει την Μαρλέν να της πάρει τα διαμάντια και να τη σκοτώσει. Ποτέ δεν είχε αποτύχει, σε καμία αποστολή. Όλες τις έφερνε εις πέρας. Ήταν ένας τρομερός πληρωμένος δολοφόνος…
Στην αγροικία του βουνού, η Μαρλέν είδε ότι ο Ζίμον εξέτρεφε γουρούνια. Ένα από αυτά όμως ήταν ξεχωριστό, μια μαύρη γουρούνα πίσω από ένα μεταλλικό χωριστικό. Ήταν η Λίσι. Σίσι. Και τα δυο υποκοριστικά του Ελίζαμπετ. Μικρή Λίσι. Γλυκιά Λίσι. Μικρή; Ήταν το μεγαλύτερο γουρούνι που είχε δει ποτέ η Μαρλέν. Μαύρη μέσα στο μαύρο. Η μουσούδα της ένα μέτρο πάνω από το πάτωμα. Ένας όγκος τετρακοσίων κιλών! Μια μικρή άσπρη τούφα ανάμεσα στα μάτια. Κοφτερά δόντια, τεράστιους χαυλιόδοντες αγριογούρουνου. Ο Ζίμον Κέλαρ την προειδοποίησε ότι η Λίσι πεινούσε συνέχεια και ότι ήταν πολύ επικίνδυνη…
Κόρμπολντ, Βουλπεντίγκεν, μάγισσες, δαιμονισμένες γουρούνες, γουρούνες με επιληπτική κρίση, γαλάζιες φλόγες, παράξενες φωνές, μοναξιά, τρέλα, πίστη, βράχια, χιόνι, βουνό, δολοφονίες, κρανία, Βίβλοι, αίμα, θάνατος.
Δολοφονία.
Εκδίκηση.
Δικαιοσύνη.
Μπορεί ένας αθώος να είναι ένοχος;
Τι μυστικά έκρυβε ο Ζίμον Κέλαρ;
Ποια ήταν η Αράχνη και η Αλεπού;
Τι ήταν ο μαύρος μονόλιθος στο υπόγειο;
Ποια ήταν η τρομερή Φωνή;
Τι σχέση έχει με όλα αυτά, η Γκρέτελ και ο Χάνσελ, ήρωες των παραμυθιών των Αδελφών Γκριμ;
Από ποιους τελικά πρέπει να φυλαχτεί η Μαρλέν, από τον άνδρα της, από τον πληρωμένο δολοφόνο τον Άνδρα Εμπιστοσύνης, τον Ζίμον Κέλαρ ή από την… μαύρη γουρούνα, την Λίσι;
Ένα συγκλονιστικό θρίλερ που σου κόβει την ανάσα. Διαβάστε το.


Ο ΛΟΥΚΑ ΝΤ’ ΑΝΤΡΕΑ γεννήθηκε το 1979 στο Μπολτσάνο, όπου και ζει. Είναι ο συγγραφέας της τηλεοπτικής σειράς Mountain Heroes, με θέμα τις πραγματικές διασώσεις στις Άλπεις, καθώς και του ιστορικού ντοκιμαντέρ White War. Η ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ, το πρώτο του θρίλερ, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ, πούλησε στην Ιταλία περισσότερα από 100.000 αντίτυπα μέσα σε μερικούς μήνες από την κυκλοφορία του και τα δικαιώματά του έχουν πουληθεί σε 31 χώρες, ενώ πρόκειται σύντομα να γίνει και τηλεοπτική σειρά. Το 2017 πήρε το βραβείο για Αστυνομικά Μυθιστορήματα Giorgio Scerbanenco, για την ΚΑΤΑΡΑ ΤΗΣ ΛΙΣΙ.