Μετάφραση Γιάννης Βογιατζής – Εκδόσεις ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ

Γράφει η Βιργινία Αυγερινού

Τη Binnie Kirshenbaum μας σύστησαν τον περασμένο Νοέμβρη, οι εκδόσεις ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ, όταν κυκλοφόρησαν στη χώρα μας, το έργο της με τίτλο Σήμερα είναι Δευτέρα, Μάλλον, σε μετάφραση Γιάννη Βογιατζή.
Η συγγραφέας ζει στη Νέα Υόρκη και είναι καθηγήτρια δημιουργικής γραφής στη Σχολή Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Κολούμπια. Έχει γράψει μια συλλογή διηγημάτων, και πολλά μυθιστορήματα. Το έργο της έχει μεταφραστεί σε επτά γλώσσες.


[…Άλλα βράδια, βράδια σαν το χτεσινό, όταν καταφέρνει όντως να αποκοιμηθεί προτού ανατείλει ο ήλιος, ο ύπνος της είναι κατακερματισμένος και ανήσυχος, με αλλεπάλληλα ξυπνήματα. Εκείνα τα ξυπνήματα, η ανησυχία και τα απελπισμένα αναφιλητά είχαν επίσης διαταράξει και τον ύπνο του Άλμπι. Παρότι το κλάμα θέλει ακροατήριο, ποτέ δεν είχε την πρόθεση να τον ξυπνήσει. Το να κλαις όταν κανείς δεν μπορεί να σ’ ακούσει, είναι σαν να χειροκροτάς με ένα μόνο χέρι. Αλλά ανεξαρτήτως αν έγινε επίτηδες ή όχι, ήρθε μια νύχτα που ο Άλμπι ξύπνησε για πολλοστή φορά από τους φρικτούς ήχους της απόγνωσης της γυναίκας του και λύγισε: «Σκάσε, επιτέλους. Μπορείς, σε παρακαλώ, απλώς να το βουλώσεις;» Οπότε η Μπάνι πήρε το μαξιλάρι της και πήγε να κοιμηθεί –ή να προσπαθήσει να κοιμηθεί– στον καναπέ, όπου, μερικές ώρες αργότερα, έβαλε το ίδιο μαξιλάρι πάνω στη μούρη της για να προστατευτεί από το αμείλικτο πρωινό φως του ήλιου…]

Ένα σαρκαστικό έργο για την χαμηλή αυτοεκτίμηση και την υπέρμετρη αυτοκριτική, για τον υποβιβασμό μιας προσωπικότητας και την κριτική που υφίσταται, για τη θλίψη και την κατάθλιψη, για την απόγνωση και την ελπίδα, για την ψυχασθένεια και τον ακούσιο εγκλεισμό, για τον ιδρυματισμό και την ζωή μέσα στα ιδρύματα ψυχικής ασθένειας. Μια απεικόνιση της καταθλιπτικής κατάστασης των ανθρώπων με έναν πολύ διακριτικό τρόπο και με μικρές δόσεις μαύρου χιούμορ, που μέσω της ηρωίδας και των αποφάσεών της καταδεικνύεται τελικά πως η υποκρισία των άλλων και ο θυμός που νιώθει ο άνθρωπος, όταν στραφεί εναντίον του ίδιου του του εαυτού, μετατρέπεται σε κατάθλιψη.


[…Δεν θέλω να ξαναπάω στα Καλλιτεχνικά. Η θεραπεύτρια των Καλλιτεχνικών πιστεύει ξεκάθαρα ότι ένα βασανισμένο μυαλό είναι ένα μυαλό περιορισμένων δυνατοτήτων· ότι το να έχεις κατάθλιψη είναι το ίδιο πράγμα με το να είσαι εκ γενετής ηλίθιος. Στα Καλλιτεχνικά, τη Δευτέρα, κολλούσαμε πλακίδια σε ένα τετράγωνο κομμάτι ξύλου προκειμένου να φτιάξουμε την ίδια μαλακία που είχα φτιάξει στα Καλλιτεχνικά στην Τρίτη δημοτικού. Ακόμα και στην Τρίτη δημοτικού ήξερα ότι ήταν κάτι που μόνο ένας παράφρων θα ήθελε να φτιάξει και, φυσικά, η παχύσαρκη μουρλή που καθόταν δίπλα μου με ρώτησε αν μπορούσε να πάρει και το δικό μου. Εκείνο το βράδυ, μετά το δείπνο, όταν ήρθε για επίσκεψη ο Άλμπι, του είπα: «Σου έφτιαξα κάτι στα Καλλιτεχνικά, αλλά μου το έκλεψε μια τρελή». Σαν να της έχει ενδεχομένως διαφύγει κάτι, η Έλλα συγκεντρώνεται στον Πίνακα Δραστηριοτήτων. Τίποτα δεν της έχει διαφύγει. Ξέρει τις υπόλοιπες επιλογές: δημιουργική γραφή ή παζλ. Σύμφωνοι, πάσχω από κλινική κατάθλιψη, αλλά δεν είμαι τόσο άσχημα, τόσο χάλια για να πάω για παζλ. Όσο για τη δημιουργική γραφή – πλάκα μου κάνετε;…]


Αυτό συνέβη και στη Μπάνι την έξυπνη και καταθλιπτική συγγραφέα που, μετά από ένα νευρικό κλονισμό, εισάγεται στη ψυχιατρική κλινική του νοσοκομείου. Εκεί, θα γράψει ένα μυθιστόρημα για το τι την οδήγησε εκεί, εξιστορώντας τις ζωές των ασθενών της κλινικής μέσα από χιουμοριστικές καταστάσεις αλλά και με αλήθειες που κρύβονται στον πόνο των ανθρώπων. Η ιστορία της (Μπάνι) είναι μια ξεκαρδιστική και συνάμα επώδυνη βουτιά στο διαταραγμένο μυαλό μιας γυναίκας που βλέπει τον κόσμο πιο καθαρά απ’ όσο θα ‘πρεπε.

Μια ευρηματική ιδέα καθώς ένα βιβλίο δημιουργείται και εγκιβωτίζεται στις σελίδες του συγκεκριμένου βιβλίου, ενώ εμφανίζονται και ασκήσεις δημιουργικής γραφής. Η συγγραφέας βουτά στα νερά της κατάθλιψης και ανασύρει από εκεί όλες τις ψυχολογικές διακυμάνσεις που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος όταν η κατάθλιψη του χτυπά την πόρτα. Ταυτόχρονα η συγγραφέας «Προσφέροντας αφειδώς κωμικές σκηνές και διορατικές παρατηρήσεις στην κόψη του ξυραφιού, η Κίρσενμπαουμ διερευνά τι σημαίνει να σ’ αγαπούν και να μη σ’ αγαπούν, να πετυχαίνεις και να την πατάς, να είσαι αδιαπέραστη και ταυτόχρονα υπερευαίσθητη. Δείχνει έτσι πώς η τέχνη μπορεί να μας οδηγήσει στα βάθη -και να μας βγάλει στον αφρό- της πιο απαρηγόρητης μοναξιάς και διαπεραστικής οδύνης. Μια αριστοτεχνική λογοτεχνική παράσταση από μια από τις καλύτερες σύγχρονες συγγραφείς της Αμερικής.»

Δικαίως έγραψαν οι The New York Times «Μια καυστική και κάποτε σπαρακτική ματιά στην ψυχική ασθένεια, την αγάπη και τις σχέσεις, με το γνωστό μαύρο χιούμορ της Κίρσενμπαουμ.»
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
https://alexandria-publ.gr/shop/simera-ine-deftera-mallon/

«Είναι παραμονή Πρωτοχρονιάς, η γιορτή της αναγκαστικής συντροφικότητας, της υποχρεωτικής διασκέδασης και των χάρτινων καπέλων. Ενώ τρώει έξω με τον σύζυγό της και τους φίλους τους, η Μπάνι –μια δηκτική, πνευματώδης και διαγνωσμένα καταθλιπτική συγγραφέας– παθαίνει νευρικό κλονισμό. Καταλήγει έτσι στην ψυχιατρική πτέρυγα ενός διάσημου νοσοκομείου της Νέας Υόρκης, όπου αρνείται όλους τους τύπους συνιστώμενης θεραπείας. Αντίθετα, περνάει την ώρα της εξιστορώντας τις ζωές των «παλαβών» ομοιοπαθών της και γράφοντας ένα μυθιστόρημα για όσα την έφεραν ώς εκεί. Η ιστορία της είναι μια ξεκαρδιστική και συνάμα επώδυνη βουτιά στο διαταραγμένο μυαλό μιας γυναίκας που βλέπει τον κόσμο πιο καθαρά απ’ όσο θα ’πρεπε. Προσφέροντας αφειδώς κωμικές σκηνές και διορατικές παρατηρήσεις στην κόψη του ξυραφιού, η Κίρσενμπαουμ διερευνά τι σημαίνει να σ’ αγαπούν και να μη σ’ αγαπούν, να πετυχαίνεις και να την πατάς, να είσαι αδιαπέραστη και ταυτόχρονα υπερευαίσθητη. Δείχνει έτσι πώς η τέχνη μπορεί να μας οδηγήσει στα βάθη –και να μας βγάλει στον αφρό– της πιο απαρηγόρητης μοναξιάς και διαπεραστικής οδύνης. Μια αριστοτεχνική λογοτεχνική παράσταση από μια από τις καλύτερες σύγχρονες συγγραφείς της Αμερικής.»