Συγγραφέας του βιβλίου «Γενικά συμπτώματα» – «Εκδόσεις Καστανιώτη»

Από τη συνέντευξη με τον Τάκη Καμπύλη για το Vivlio-life, ξεχώρισα δυο λέξεις που με προβλημάτισαν: «αποσβέσεις ανθρώπων» αλλά και μία πρόταση που μ’ έκανε να χαμογελάσω: «Οι σκέψεις και τα όνειρά μας δεν είναι σε καραντίνα». Πρωταγωνιστές του βιβλίου με το ιδιαίτερο εξώφυλλο πέντε πρόσωπα που στη συνομιλία μας χαρακτήρισα επινοημένους ήρωες, για να πάρω την πολύ ενδιαφέρουσα απάντηση: «Δεν νομίζω ότι είναι και τόσο επινοημένοι, δεν είμαι ακόμη σίγουρος. Όλοι μας τους έχουμε συναντήσει, μπορεί και να είμαστε φτιαγμένοι από κομμάτια τους, να ακολουθούμε ίδιες τροχιές. Είναι τόσο κοντινοί μας, αυτή ήταν η πρόθεσή μου: Η επινόηση να αγγίζει τα όρια αυτοβιογραφίας του κάθε αναγνώστη».

Μία μάσκα κι ένα θερμόμετρο πάνω από τον τίτλο του κόκκινου εξωφύλλου σας. Στο κάτω μέρος μια πεσμένη καρέκλα και μάλλον κάπου θέλετε να οδηγήσει τη σκέψη μας πριν την ανάγνωση. Εξηγήστε μας, λοιπόν.
Η σύνθεση στο εξώφυλλο ήταν η άποψη των πρώτων αναγνωστών, δηλαδή των ανθρώπων που κάνουν αυτή τη δουλειά στον «Καστανιώτη». Επαγγελματίες με εμπειρία να απεικονίζουν σε μία σελίδα τις υπόλοιπες εκατόν ογδόντα. Όντως αυτά τα αντικείμενα με κάποιο τρόπο σκηνοθετούν τη νουβέλα που ακολουθεί.

Έχετε χωρίσει το βιβλίο σας σε δυο κεφάλαια στα οποία, όμως, δώσατε τους ίδιους τίτλους. Ο λόγος;
Ότι η ακινησία στην εποχή της πανδημίας ήταν/είναι φαινομενική. Οι εξελίξεις στο δεύτερο μέρος είναι μια ανατροπή, ωστόσο οι ίδιοι τίτλοι με αυτούς στο πρώτο μέρος υποδηλώνουν (αυτή ήταν η πρόθεσή μου) τη φαινομενικότητα των συνθηκών.

Πέντε πρόσωπα πρωταγωνιστούν στη νουβέλα σας. Ανάμεσά τους ένα μεγαλοστέλεχος τράπεζας, που εθελοντικά παίρνει μέρος σε μυστικά πειράματα με το εμβόλιο. Τον παρατηρούμε να αναφέρει τα συμπτώματα σε μία «φωνή». Μιλήστε μας γι αυτόν.
Ο Δημήτρης Οικονόμου είναι ένα «καλό παιδί». Έζησε και ανελίχθηκε by the book. Τήρησε –πίστευε- όλες τις κοινωνικές συμβάσεις μέχρι κεραίας. Ήταν η άμυνά του. Μέχρι που αυτή κατέρρευσε.

Ποιοι λόγοι μπορεί να οδηγήσουν έναν από εμάς να γίνει πειραματόζωο και μάλιστα χωρίς να μας ζητηθεί; Τι μαθαίνουμε από τον ήρωά σας;
Ο βασικός λόγος είναι η ελπίδα μετά το ιατρικό τελεσίγραφο. Το τελευταίο ερωτηματικό, μια χαραμάδα να χωρέσει το ιατρικό θαύμα. Γι αυτό και τη λέξη «πειραματόζωο» την εναλλάσσω με το «εθελοντής». Την πρώτη περισσότερο τη χρησιμοποιώ ως αυτοπροσδιορισμό του Οικονόμου και μόνο στην περίπτωση του γιού και με την απαξιωτική της σημασία.

Και οι άλλοι τέσσερις επινοημένοι ήρωες;
Δεν νομίζω ότι είναι και τόσο επινοημένοι, δεν είμαι ακόμη σίγουρος. Όλοι μας τους έχουμε συναντήσει, μπορεί και να είμαστε φτιαγμένοι από κομμάτια τους, να ακολουθούμε ίδιες τροχιές. Είναι τόσο κοντινοί μας, αυτή ήταν η πρόθεσή μου: Η επινόηση να αγγίζει τα όρια αυτοβιογραφίας του κάθε αναγνώστη.

Κεφάλαιο «Τεζάχι». Μια λέξη από την «Αγέλαστη Άνοιξη» του Μενέλαου Λουντέμη. Έχει ο «αδέκαστος καφετζής» αυτού του κεφαλαίου κοινά στοιχεία με τον ήρωα του σπουδαίου συγγραφέα και ποιητή;
Περισσότερο είναι ένα σχόλιο για μια εποχή όπου οι διαφορές φαίνονταν πιο βατές. Χαίρομαι που θυμάστε την «Αγέλαστη Άνοιξη».

Ένας εμφύλιος μεταξύ των καλών παιδιών ξεσπά σε μια γειτονιά της Αθήνας. Ποια χαρακτηρίζετε καλά παιδιά και ποιοι λόγοι προκάλεσαν τον εμφύλιο;
Είναι μια φράση του δημοσιογράφου, όταν έχει έτοιμο το αποκλειστικό ρεπορτάζ, αλλά οι εξελίξεις τον εμπλέκουν στην υπόθεση, τόσο ώστε να λειτουργήσει όχι ως εξωτερικός παρατηρητής αλλά ως συμμέτοχος στην ιστορία που επιχειρεί να αφηγηθεί. Ένας φόνος και δύο πράξεις αυτοθυσίας κλονίζουν τα στερεότυπα του ρεπορτάζ για το θύτη και το θύμα.

Έχει και επακόλουθα αυτός ο εμφύλιος: «τις αποσβέσεις ανθρώπων, κινήτρων και άλλων παγίων». Η έκφραση «αποσβέσεις ανθρώπων» παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Μιλήστε μας για τις δυο αυτές λέξεις.
Θα σας ομολογήσω ότι το «αποσβέσεις ανθρώπων» ήταν ο εναλλακτικός τίτλος της νουβέλας. Τελικά προτίμησα το «γενικά συμπτώματα» παρότι και οι δύο τίτλοι νομίζω ότι αναδεικνύουν μια διαχρονικότητα που ξεπερνάει την πανδημία. Όπως εν προκειμένω η οικονομική δυσπραγία της οικογένειας Μεταξά. Που οδηγεί με τους λογιστικούς κανόνες της απόσβεσης παγίων στη δική της απόσβεση/διαγραφή.


Υπάρχει και άλλο επακόλουθο. «Και οι πέντε γίνονται πρωταγωνιστές του ίδιου φόνου», γράφετε. Κυριολεκτείτε ή στην ανάγνωση θα διαπιστώσουμε πως ο φόνος έχει αλληγορική σημασία;
Κυριολεκτώ. Ο φόνος έγινε, αλλά οι συνθήκες τον μεταμορφώνουν. Συνθήκες που δεν οφείλονται στην πανδημία αλλά στα γενικά συμπτώματα που υπήρχαν και υπάρχουν ανεξάρτητα από την πανδημία.


Τα «Γενικά συμπτώματα», πάντως δίνουν τροφή για σκέψη στους αναγνώστες με ανοιχτό μυαλό από το πρώτο κιόλας κεφάλαιο. Πόσο όμως άγγιξαν τους αναγνώστες σας; Ποια μηνύματα λαμβάνετε, συμφωνούν μαζί σας;
Είναι μάλλον νωρίς για να έχω ασφαλή συμπεράσματα. Μερικοί παλαιοί καλοί φίλοι και κάποιοι νέοι, που γνωριστήκαμε με το πρώτο μου μυθιστόρημα, με κάνουν να αισιοδοξώ.

Όταν γράφατε τα «Γενικά συμπτώματα» η Αθήνα ήταν σε καραντίνα. Σας περνούσε από το μυαλό τότε, πως ένα χρόνο μετά, οι πέντε ήρωές σας θα είναι ακόμη επίκαιροι και οι σκέψεις και τα όνειρά μας σε καραντίνα;
Οι σκέψεις και τα όνειρά μας δεν είναι σε καραντίνα, γι αυτό και μια τόσο κοινή ιστορία σαν αυτή που έγραψα εκδηλώνεται μέσα σε μια τόσο ασυνήθιστη κατάσταση. Άλλωστε και μόνο μέσα από τον εκδοτικό οργασμό αυτά τα δύο χρόνια, η λογοτεχνία αποδεικνύει ότι έχει και η καραντίνα τα όριά της…

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Η Αθήνα σε καραντίνα. Πέντε πρόσωπα, μια ιστορία: ο άγνωστος Έλληνας εθελοντής στα πειράματα για το εμβόλιο, ο οργισμένος γιος του χρεωκοπημένου εμπόρου, η κατάκοιτη μητέρα, ο αδέκαστος καφετζής κι ο άνεργος, φιλόδοξος δημοσιογράφος. Τα βήματά τους φαίνονται συνηθισμένα, καθημερινά – σαν τα γενικά συμπτώματα ενός ιού, με τον οποίο εξελιχτήκαμε μαζί βγαίνοντας από τις σπηλιές στις σαβάνες, στα χωράφια και στις πόλεις. Και οι πέντε ήρωες, μέσα στην πανδημία, μπλέκονται σε έναν εμφύλιο «καλών παιδιών», που ξεσπά σε γειτονιά της Αθήνας, με όλα τα επακόλουθα: τις αποσβέσεις ανθρώπων, κινήτρων και άλλων παγίων. Και οι πέντε γίνονται πρωταγωνιστές του ίδιου φόνου. Μια νουβέλα μονολόγων, όπου όλα –ακόμα και το έγκλημα και η αυτοθυσία– γίνονται με τον πιο συμβατικό τρόπο: χωρίς τη θέληση του θύτη ή με λάθος θύμα…

Βιογραφικό
Ο Τάκης Καμπύλης γεννήθηκε στο Ναύπλιο. Ξεκίνησε τη δημοσιογραφία στα Νέα το 1986, ως ρεπόρτερ και στη συνέχεια ως αρχισυντάκτης. Το 2006 εργάστηκε ως διευθυντής σύνταξης στον Ελεύθερο Τύπο και μετά στην Καθημερινή, από το 2007 έως το 2010, ως επιτελικό στέλεχος και αρθρογράφος. Από το 2010 μέχρι το 2014 ήταν γενικός διευθυντής του δημοτικού ραδιοσταθμού του Δήμου Αθηναίων «Αθήνα 9,84».
Από τις Εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορεί το μυθιστόρημά του Γίγαντες και φασόλια ή Δεν γίνονται αυτά εδώ (2019).