Πραγµατικά αγωνίζοµαι να µην υποκύψω στον γλυκό πειρασµό του να αρχίσω αυτό
το γράµµα όπως η Λολίτα, και να σας δω να συνεχίζετε µε τάχα σεµνή περιέργεια-
ενώ αν πέσει στα χέρια κάποιου ευσεβή, να το αφήσει, πιστεύοντας πως άγγιξε κάτι
µιαρό.
Ισως µάλιστα να µετρήσω ποσοστά.
Αλλά ας µπούµε στο θέµα.

Όταν διαβάζεις τούτες τις γραµµές αγαπητέ µου θα ξεκουράζοµαι σε ένα
παραθαλάσσιο εξοχικό µιας άλλης χώρας, του οποίου την τοποθεσία δεν θα
αναφέρω, κυρίως διότι γνωρίζω την υπέροχη συνήθειά σου να εκφωνείς τα γράµµατα
που λαµβάνεις σε όποια πόρνη τυχαίνει να απασχολείς εκείνη την ώρα. Διάλεξα τα
λόγια µου προσεχτικά λοιπόν, (καθώς η υπόσχεση που έκανες στον εαυτό σου να
αφιερωθείς στις απολαύσεις του νου δεν πιστεύω πως θα κρατήσει παραπάνω απ’ ό,τι
ο γάµος σου- λίγους µόνο µήνες).
Μια και το ‘φερε η µονόπλευρη κουβέντα, παρέλειψες να µου αναφέρεις τον
χωρισµό σου, αλλά δεν είµαι ο άνθρωπος που θα παρεξηγηθεί. Ούτως ή άλλως, τώρα
είµαι πια πολύ µακριά, δεν βλέπω καν τα φώτα της άθλιας πόλης µας.
Η αθλιότητα θα ξεχαστεί, φυσικά, κι ίσως ακόµα να αναπολήσω τα διαβρωµένα από
χρόνο πρόσωπά σας κάποιο απόγευµα που θα πίνω την λεµονάδα µου χαζεύοντας τα
κύµατα της ολοδικής µου θάλασσας.
Βλέπεις, αγαπητέ µου, αφού µου ανήκει και ένα µικρό κοµµάτι της µοναχικής ακτής
µου ανήκει αυτόµατα όλος ο ωκεανός.
Έτσι λειτουργώ εγώ, το ξέρεις. Πίσω στις πόρνες λοιπόν- µην ανυσηχείς δεν είναι συµβολισµός αν και θα µπορούσε.

Αγαπητές µου δεσποσύνες, θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για όλα τα χρόνια που
περάσαµε µαζί. Ήσασταν οι καλύτερες αναµνήσεις της ζωής µου. Σταθήκατε πάντα
στο πλάι- ή µάλλον, αποκάτω µου- και στηρίζετε όλη την υψηλή κοινωνία του
Παρισιού.
Σας ευχαριστώ εκ µέρους όλων των µοσχοµυρωµένων σαν σάβανα κυρίων µε τα
φράκα και τα ηµίψηλα, εκείνων των άθλιων γουρουνιών. Παρακαλώ, αποχωρήστε
από το δωµάτιο ώστε ο φίλος µου να απολαύσει το υπόλοιπο του γράµµατός µου
µονάχος του. Εντάξει; Σίγουρα; Συνεχίζω.
Μετέφερα όλη µου την βιβλιοθήκη στο υπέροχο εξοχικό µου, αγόρασα ένα ξύλινο
κανό και έχω αρχίσει να επιλέγω και να πετάω αριστουργήµατα της λογοτεχνίας στην
θάλασσα κάθε φορά που έχω την διάθεση να δω τα σατανικά συγγράµατα να
πνίγονται κάτω απ’ το αφρισµένο νερό. Τα βιβλία καταστρέφουν ζωές, αγαπητέ.
Εσύ θα ‘πρέπει να το ξέρεις τόσο καλά όσο εγώ.
Δεν νοµίζω πως θα µε ξαναδείς. Θα ‘θελα να ξέρεις πως σύντοµα σκοπεύω να
κυκλοφορήσω την φήµη πως αυτοκτόνησα, πνίγηκα µέσα στην θάλασσα λόγω
κάποιας ερωτικής ιστορίας µε µια ανώνυµη. Έτσι, να περνούν οι κουτσοµπόλες από
το σπίτι µου και να ψιθυρίζουν λόγια γεµάτα οίκτο.
Μην διαψεύσεις της φήµες τούτες, είναι πολύ ροµαντικές για να διαψευτούν.
Αξίζει όµως, εσύ κι οι πόρνες, να γνωρίζετε την αλήθεια; Όχι, γι’ αυτό και δεν θα σας
την πω.

Πάντως αν κάποτε νοσταλγήσω την παρέα σου να ξέρεις πως θα ρίξω το αγαπηµένο
σου βιβλίο λίγο πιο µακριά από την ακτή, κι ίσως κολυµπήσω µαζί του για λίγο.
Η υγεία µου δεν είναι καλή, πιστεύω πως η καρδιά µου θα µε εγκαταλείψει µέσα στα
επόµενα χρόνια. Δεν θέλω να ειδοποιηθεί κανείς για τον θάνατό µου, βέβαια.
Θέλω να είµαι ένα άγνωστο πτώµα σε ένα εξίσου άγνωστο παραθαλάσσιο
χαµόσπιτο.
Ή µάλλον όχι, θα το ονοµάσω. “Ο οίκος των Άσερ”.
Πώς σου φαίνεται; Προσωπικά το βρίσκω υπέροχο.
Με εκφράζει απόλυτα. Είµαι θαµµένος ζωντανός κάτω από τόνους χρυσαφένιας
άµµουδιάς, σαν την χλωµή, λαίδη Άσερ, σκιά του εαυτού της. Κι αν ήµουν η σκιά του µεγαλόπρεπου αρχοντικού, η καρδιά µου είναι σκιά της
µαύρη λίµνης που θα µε καταπιεί.

Το λιγοστό χρονο που µου έχει αποµείνει πριν τον θάνατό µου σκοπεύω να τον
περάσω µακριά από την ανθρωπότητα που τόσο µε µίσησε και την µίσησα. Όπως
είπα και σε µια κρίση ροµαντισµού στα νιάτα µου, “Μίσησα το παρελθόν, µίσησα το
παρόν, µίσησα το µέλλον, αλλά αγάπησα εσένα, Στέλλα”. Δεν θυµάµαι ποια ήταν η
Στέλλα. Αµφιβάλλω αν µε θυµάται κι η ίδια.
Ελπίζω να περάσεις την ζωή σου όπως σου αρµόζει, µα ξέρω πως κάτι τέτοιο δεν θα
γίνει ποτέ. Εάν το επιθυµείς, πάντως, κάνε και µερικές βόλτες δίπλα στον Σηκουάνα
για µένα.
Ίσως αποδοκιµάζεις την παράξενη αυτή απόφαση.
Η θάλασσά µου είναι µοναχική όπως εγώ, γι’ αυτό ταιριάξαµε. Έχω κι ένα γέρικο
σκυλί κάποιου πνιγµένου ναυτικού που µε συµπάθησε και τώρα µένει στο καλύβι
µου.
Οι άνθρωποι που ζουν εδώ είναι ωραίοι όπως είναι και ανυποψίαστοι. Η απλότητά
τους στοιχοιµατίζω πως θα είχε συγκινήσει τον φιλάνθρωπο συµπολίτη µας σε βαθµό
δακρύων, παρόλο που, όντας ένα µορφωµένο γουρούνι, δεν θα µπορούσε ποτέ να
µην αποτελέσει ύµνο στον κυνισµό που έχουµε ως έθνος δηµιουργήσει.
Παρεπιπτόντως, έτυχε να βρω ένα παλιό ηµερολόγιο, το οποίο έκαψα χωρίς να
διαβάσω. Κατά την καινούρια άποψή µου, το φλεγόµµενο χαρτί είναι πολύ πιο
όµορφο από τις γραµµένες λέξεις.


Πριν µια εβδοµάδα έκαψα επίσης τα άπαντα των αδελφών Μπροντέ για τον υψηλό
σκοπό ενός µπάρµπεκιου- ήταν µια εξαιρετική εµπειρία.
Ο αέρας µυρίζει αρµύρα και ο ήχος των κυµάτων δεν σταµατά ποτέ.
Έτσι κυλάν οι τελευταίοι µήνες της ζωής µου. Υπάρχει κι ένας τρελός γέρος που λέει
ιστορίες για θαλάσσια τέρατα, θρύλους, γοργόνες, πειρατές κι άλλα τέτοια. Ο
ανιψιός σου θα τον είχε λατρέψει.
Θυµάσαι το κανό που σου ανέφερα πιο πάνω;
Κάνω βαριεστηµένες βόλτες µε αυτό µερικές φορές, κι αν κουραστώ πληρώνω
κάποιο από τα παιδιά να κάνει κουπί. Τα σώµατά τους είναι ηλιοκαµµένα, µοιάζουν
να έχουν αναδυθεί απ’ την θάλασσα. Χαιρέτησέ µου την άθλια πόλη όταν ανακοινωθεί ο θάνατός µου, και παρακαλώ να µην έρθεις στην κηδεία µου.

Όσο κι αν ο Καµύ τις αγαπά, εγώ τις βρίσκω βαρετές.
Αγαπητέ µου φίλε, αν µου επιτρέπεις να σε αποκαλώ έτσι, θα ‘θελα να ξέρεις πως
είµαι καλά εδώ. Χάνοµαι σε µεγάλους περιπάτους κοντά στην ακτή και ξαπλώνω
µπροστά στο σπίτι µου, βρέχοντας τα πόδια µου στο νερό.
Βρήκα και µια κατάµαυρη γυαλιστρή πέτρα σήµερα που µου άρεσε πολύ. Στην
στέλνω. Πέτα την στο κεφάλι όποιου έρθει να σου πει συλλυπητήρια.
Όσο για τον “θάνατό µου”, όλοι όσοι ξέρουν την αλήθεια έχουν πάρει αρκετά λεφτά
για να µην µιλήσουν ποτέ- και δεν είναι ντόπιοι, άρα τους εµπιστεύοµαι.
Σου γράφω από το πρωί µε πολλές µικρές διακοπές, και τώρα έχει αρχίσει να
σουρουπώνει. Φυσά ένα απαλό κρύο αεράκι.
Τούτη η ακρογιαλιά είναι σαν από άλλο κόσµο.
Ζωγραφίζω τη βάρκα µου.
Έγραψα επάνω το τέλος από τα Κύµατα της Βιρτζίνια Γούλφ και τώρα σκέφτοµαι
πώς να την ονοµάσω. Ίσως και να την αφήσω ανώνυµη. Τι λές κι εσύ;
Θα περιµένω λίγο να στεγνώσει και ξεκινάω για µια µικρή βόλτα. Βουτάω την
αριστερή κάτω άκρη του γράµµατος στο νερό. Ορίστε λίγη από την θάλασσά µου,
αγαπητέ.
Πάντα δικός σου,

Ο ανώνυµος νεκρός στην χαµοκαλύβα µιας χρυσαφένιας αµµουδιάς.